Δευτέρα 13 Ιουνίου 2016

Πτολεμαίο Δ' και το μεγαλύτερο πολεμικό πλοίο της Αρχαιότητας


Το μεγαλύτερο πολεμικό πλοίο της αρχαιότητας ανήκε στον Πτολεμαίο Δ. Είχε μήκος 126 μέτρα και 17 μέτρα πλάτος και ήταν επανδρωμένο με 4.000 κωπηλάτες!

Σύμφωνα με τον αρχαίο συγγραφέα, Αθηναίο, το μεγαλύτερο πολεμικό πλοίο της αρχαιότητας, μια τεσσαροκοντήρης κατασκευάστηκε για τον Πτολεμαίο Δ” στα τέλη του 3ου αιώνα π.Χ. Είχε μήκος 126 μέτρα και πλάτος 17 μέτρα. Η πλώρη υψωνόταν 21 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας και διέθετε επτά πολιορκητικούς κριούς.

Τα κουπιά των πρώτων σειρών είχαν μήκος 17 μέτρα, είχαν όμως στα άκρα τους βαρίδια και έτσι μπορούσαν να τα χειριστούν εύκολα οι κωπηλάτες. Τέσσερα κουπιά μήκους 13,5 μέτρων τα χειρίζονταν τέσσερις άνθρωποι που έδιναν τη διεύθυνση του πλοίου. Το πλοίο είχε διπλή πλώρη και διπλή πρύμνη.

Στο παρθενικό του μεγάλο ταξίδι ήταν επανδρωμένο με 4.000 κωπηλάτες και 2.850 ναύτες. Η εγκατάσταση όπου χτίστηκε το πλοίο είχε κατασκευαστεί με την ξυλεία που θα χρειαζόταν για την κατασκευή 55 κανονικών πλοίων.

Η κλασική ελληνική τριήρης είχε τρεις διαφορετικές κατηγορίες κωπηλατών που κάθονταν αντιστοίχως σε τρία διαφορετικά επίπεδα. Πώς ακριβώς γινόταν αυτό κάτω από το κατάστρωμα ήταν για πολύ καιρό αδιευκρίνιστο. Ακόμα πιο αινιγματική είναι η λειτουργία των μεγαλύτερων πλοίων τα οποία κατασκευάστηκαν όταν οι επίγονοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου ξεκίνησαν έναν εξοπλιστικό ανταγωνισμό στη θάλασσα. Στην αρχή ναυπηγήθηκαν «πεντήρεις», μετά «οκτήρεις» και ακολούθησαν «δεκαεξήρεις» μέχρι και «τριακοντήρεις». Είναι προφανές ότι στο πλοίο του Πτολεμαίου οι κωπηλάτες δεν κάθονταν σε σαράντα καταστρώματα το ένα πάνω από το άλλο. Επίσης αποκλείεται να χειρίζονταν σαράντα άνδρες ένα κουπί.

Η πιο πιθανή εξήγηση είναι ότι ο αριθμός αντιστοιχεί στους κωπηλάτες ανά πάγκο. Τρία ζευγάρια κουπιών που τα χειρίζονταν ανά πέντε άνδρες απαιτούν τριάντα κωπηλάτες. Στην Κύπρο βρέθηκε η ταφόπλακα του σχεδιαστή του πλοίου της «τριακοντήρους». Υπάρχει και μια θεωρία που υποστηρίζει ότι το πλοίο του Πτολεμαίου ήταν μάλλον ένα καταμαράν. Αυτό υποδεικνύει η διπλή πρύμνη και οι τέσσερις πηδαλιούχοι. Τετρακόσια χρόνια αργότερα ο Πλούταρχος γράφει πως αυτό το τεράστιο πλοίο δεν το θαύμαζαν μόνο για την ομορφιά του αλλά και για την ταχύτητα και την απόδοσή του. Η τεσσαρακοντήρης δεν χρησιμοποιήθηκε ποτέ σε ναυμαχία και ήταν κυρίως τουριστική ατραξιόν.

Πτολεμαίος Δ΄ Φιλοπάτωρ


Ο Πτολεμαίος Δ' ο Φιλοπάτωρ ( 245 – 204 π.Χ. ), υπήρξε ο τέταρτος φαραώ της Πτολεμαϊκής Αιγύπτου. Ήταν γιος του Πτολεμαίου Γ' του Ευεργέτη και της συζύγου του Βερενίκης Β'. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του, που κράτησε από το 222 π.Χ. μέχρι και το 204 π.Χ., ξεκίνησε η παρακμή του πτολεμαϊκού βασιλείου. Το επώνυμο «Φιλοπάτωρ», που του είχε αποδοθεί ήδη από νεαρή ηλικία, σημαίνει «αυτός που αγαπά τον πατέρα του.

Άνοδος στο Θρόνο


Την έναρξη της βασιλείας του, τους πρώτους μήνες του 222 π.Χ., σηματοδότησε η δολοφονία της δυναμικής μητέρας του και μιας σειράς από κοντινούς συγγενείς, ανάμεσα στους οποίους ο αδερφός του, Μάγας, ο εκλεκτός του στρατού, και ο θείος του Λυσίμαχος. Ακολούθησε ο θάνατος του εξόριστου από την Ελλάδα, βασιλιά των Σπαρτιατών Κλεομένη Γ'. Ο Πτολεμαίος ήταν πάντοτε κάτω από την εξουσία των ευνοούμενων του αυλικών, ανδρών και γυναικών, που ικανοποιούσαν τις επιθυμίες του για να τους παρέχει τη δυνατότητα να καθοδηγούν τα πολιτικά πράγματα, ακόμη κι αν αυτό σήμαινε πως τα συγγενικά του πρόσωπα έπρεπε να εξοντωθούν. Οι πιο διαβόητοι από αυτούς είναι οι υπουργοί του Αγαθοκλής και Σωσίβιος, ένας Έλληνας από την Αλεξάνδρεια που είχε καταλάβει ανώτατες θέσεις και φρόντιζε να είναι απαραίτητος στο βασιλιά. Ο Πτολεμαίος παντρεύτηκε την αδερφή του Αρσινόη την Γ', ωστόσο συνέχισε να αφήνεται στην καθοδήγηση της ερωμένης του Αγαθόκλειας, αδερφής του Αγαθοκλή, με την οποία είναι πιθανόν να απέκτησε και ένα παιδί. Το βασιλικό ζεύγος εισήχθη επίσημα στην οικογενειακή λατρεία το 216 π.Χ., με τον τίτλο «Θεοί Φιλοπάτορες».

Τέταρτος Συριακός Πόλεμος



Η ιδιοτέλεια έκανε τους υπουργούς του να κάνουν σημαντικές προετοιμασίες για να αποκρούσουν τις επιθέσεις το 221 π.Χ. του Αντίοχου Γ' του Μέγα, ηγεμόνα των Σελευκιδών. Ο τελευταίος, έχοντας πληροφορηθεί από τους κατασκόπους του την αδυναμία της κεντρικής κυβέρνησης στην Αίγυπτο, ξεκίνησε να κινείται διαμέσου της Φοινίκης και να καταλαμβάνει υποτελείς στους Πτολεμαίους πόλεις, σηματοδοτώντας την έναρξη του Τέταρτου Συριακού Πολέμου. Μεγάλη του επιθυμία, όπως και των προκατόχων του, ήταν να κατακτήσει την Κοίλη – Συρία. Ο πτολεμαϊκός στρατός, ωστόσο, καθοδηγούταν ακόμη από ικανούς αξιωματικούς. Ένας Αιτωλός, ο Θεόδοτος, ο οποίος ήταν ο ανώτερος διοικητής της Κοίλης Συρίας, φρόντισε να ενισχύσει αμυντικά τα οχυρά του Λιβάνου, έτσι ώστε να αποτύχει η πρώτη επίθεση των Σελευκιδών εναντίον τους. Τότε ο Αντίοχος αναγκάστηκε να παρατήσει για λίγο την εκστρατεία για να αντιμετωπίσει τον επαναστάτη σατράπη της Μηδίας, τον Μόλωνα, στη Βαβυλώνα.

Η ολιγόμηνη ανακωχή, έδωσαν στον Πτολεμαίο και το Σωσίβιο χρόνο να προσλάβουν ξένους μισθοφόρους και να εκπαιδεύσουν ένα στρατό περίπου τριάντα χιλιάδων γηγενών Αιγυπτίων. Το 219 π.Χ. έχοντας λύσει μέρος των προβλημάτων του, ο Αντίοχος Γ' συνέχισε την εκστρατεία κατά της Αιγύπτου. Μετά τις επιτυχίες του στην Ανατολή, ο Θεόδοτος θεωρήθηκε επικίνδυνος για την αλεξανδρινή αυλή, που έβλεπε με καχυποψία όποιον γινόταν δημοφιλής ή έμενε για καιρό σε κάποιο αξίωμα (εξού και η προτίμηση στους μισθοφόρους). Μετά από απόπειρα κατά της ζωής του, ο Θεόδοτος διέκρινε το χέρι του Σωσίβιου. Αφού άφησε λοιπόν, σε έμπιστούς του την Τύρο και την Πτολεμαΐδα, έγραψε στον Αντίοχο προσφέροντας του τις δύο αυτές πόλεις. Κατόπιν ο δρόμος για την Αίγυπτο διαμέσου της Παλαιστίνης ήταν ανοιχτός. Η εξέλιξη αυτή άφησε την αλεξανδρινή αυλή πανικόβλητη. Οι τελευταίοι αποφάσισαν να αρχίσουν διαπραγματεύσεις κερδίζοντας χρόνο για τις προετοιμασίες τους. Ορίστηκε τετράμηνη ανακωχή κατά τη διάρκεια της οποίας οι Αιγύπτιοι ετοιμάστηκαν πυρετωδώς και με άκρα μυστικότητα, με τη βοήθεια Ελλήνων εμπειρογνωμόνων που είχαν λάβει μέρος στους πρόσφατους πολέμους με τη Μακεδονία.


Την άνοιξη του 218 π.Χ. οι διαπραγματεύσεις έφτασαν όπως ήταν σχεδιασμένο από την αρχή σε αδιέξοδο και ο Αντίοχος συνέχισε να κατακτά την μία πόλη μετά την άλλη. Το καλοκαίρι του 217 π.Χ., ως επικεφαλής πενήντα πέντε χιλιάδων αντρών και συνοδευόμενος από τη μικρότερη αδερφή του Αρσινόη Γ', ο Πτολεμαίος Δ', έλαβε θέση προσωπικά στο πεδίο της μάχης, ενάντια στους άντρες του Αντίοχου Γ'. Πέτυχε μια σημαντική νίκη στη Μάχη της Ράφια, εξασφαλίζοντας την ακεραιότητα των βορείων συνόρων του βασιλείου μέχρι το πέρας της βασιλείας του. Στην Αίγυπτο η νίκη αυτή αποδόθηκε στην Ίσιδα και το Σέραπι. Εντούτοις η νίκη αυτή τελικά έφερε δικά της προβλήματα, εφόσον πλέον στη χώρα υπήρχαν εκπαιδευμένοι ντόπιοι στρατιώτες.

Ο Πτολεμαίος Δ' γύρισε αφύσικα γρήγορα στην Αλεξάνδρεια προτού ολοκληρώσει με σπουδή το έργο του. Ίσως να βιαζόταν να επιστρέψει στις πολυτέλειες της Αλεξάνδρειας, ίσως βρισκόταν σε δεινή οικονομική κατάσταση καθώς η έλλειψη σε ασήμι δεν του επέτρεπε να συντηρεί μακροπρόθεσμα στρατό μισθοφόρων. Μετά την επιστροφή του το 217 π.Χ., νυμφεύθηκε την αδερφή του Αρσινόη Γ', η οποία του χάρισε ένα Διάδοχο λίγα χρόνια αργότερα, το 210 π.Χ. Εκείνος τότε στράφηκε στην Αγαθόκλεια, την οποία και έκανε ερωμένη του. Η τελευταία, μαζί με τον αδερφό της Αγαθοκλή, ενθάρρυναν την έκλυτη ζωή του Πτολεμαίου. Η Αρσινόη πέρασε μια μοναχική και δυστυχισμένη ζωή, νιώθοντας πικρία για την κατάντια του βασιλείου του πατέρα της.


Αποστασία της Άνω Αιγύπτου


Την επιστροφή του φαραώ, ακολούθησε μια σειρά από προβλήματα στο εσωτερικό του Αιγυπτίου κράτους. Από την αρχή της βασιλείας των Πτολεμαίων, ηγεμόνες της Αιγύπτου ήταν οι Μακεδόνες και άλλα άτομα ελληνικής καταγωγής. Όσο κι αν σεβάστηκαν οι Πτολεμαίοι τον τρόπο ζωής των ντόπιων πληθυσμών, παρέμεναν ξένοι, των οποίων το πρώτο σημάδι αδυναμίας πιθανώς να τους στερούσε την εξουσία. Η περίοδος αυτή ήταν η κατάλληλη ευκαιρία για δύο λόγους: πρώτον οι Αιγύπτιοι είχαν πρόσφατα λάβει στρατιωτική εκπαίδευση, κάτι που στο παρελθόν έκαναν μόνο οι Έλληνες. Δεύτερον, η επιστράτευση Αιγυπτίων στην εκστρατεία που μόλις είχε λάβει τέλος έπληξε τον ντόπιο πληθυσμό επιτείνοντας το εθνικιστικό τους αίσθημα. Ως αποτέλεσμα η Άνω Αίγυπτος αποστάτησε υπό νέους τοπικούς φαραώ. Αυτοί κατάφεραν να δημιουργήσουν ένα βασίλειο το οποίο καταλάμβανε μεγάλο κομμάτι της χώρας και που έμεινε ζωντανό για περίπου είκοσι χρόνια. Κατά τη διάρκεια της επανάστασης αυτής, ο στρατός των μισθοφόρων ήταν απαραίτητος για να τους αποκρούει, με αποτέλεσμα να απομυζούν τα οικονομικά της πρωτεύουσας και να δυσχεραίνουν ακόμη και το εμπόριο, κάνοντας την οικονομική κατάσταση αθλιότερη.

Από την εποχή του Πτολεμαίου Δ' και μετά, η μείωση του γοήτρου των Πτολεμαίων στο εξωτερικό συνοδεύτηκε από διστακτικές κινήσεις στην εσωτερική πολιτική, αν και είναι δύσκολο να αποφασιστεί τι συνετέλεσε περισσότερο στην παρακμή: οι ενδοοικογενειακές ίντριγκες, η άνοδος στο θρόνο από ανηλίκους, οι στρατιωτικές ανατροπές, η οικονομική κρίση ή ένα επίμονο συναίσθημα του απλού λαού ενάντια στους κυβερνώντες. Οι Αιγύπτιοι περίμεναν ένα και μοναδικό αδύναμο σημείο, για να ξεσπάσουν μια σειρά από βίαιες διαμάχες, ώστε να εγκατασταθεί εκ νέου η παλαιά παράδοση των φαραώ και να μεταφερθεί και πάλι το κέντρο εξουσίας στη Μέμφιδα.

Αν και πρόσφατα έχουν ακουστεί γνώμες που αποδίδουν στον Πτολεμαίο μια ενεργή εξωτερική πολιτική, σε γενικές γραμμές η ιστορία του καταλογίζει πως αφέθηκε να παρασυρθεί από τους συμβούλους του και από το πάθος του στις γυναίκες.


Πολιτιστικό έργο


Παρά το άσχημο πολιτικό κλίμα, τα γράμματα, η οικοδομική δραστηριότητα και οι τέχνες ανθούσαν στην Αλεξάνδρεια. Ο ίδιος ο Πτολεμαίος ήταν αφοσιωμένος στις διονυσιακές οργιαστικές τελετές και στην ερασιτεχνική λογοτεχνία. Έχτισε ένα ναό τον οποίο και αφιέρωσε στον Όμηρο μέσα στον οποίο υπήρχε ένα άγαλμά του περιστοιχισμένο από τις προσωποποιήσεις των πόλεων που διεκδικούσαν την καταγωγή του. Ακόμη συνέγραψε μια τραγωδία με τίτλο «Άδωνις», στην οποία δεν είναι απίθανό να πρωταγωνίστησε.

Πιστεύεται πως ο Πτολεμαίος έχτισε ένα πλοίο τεραστίων διαστάσεων γνωστό ως τεσσαρακοντιήρης. Το «τεσσαράκοντα» στο όνομά του (ο αριθμός σαράντα), ίσως να αναφέρεται στον αριθμό των πάγκων των κωπηλατών. Η μόνη καταγεγραμμένη δημιουργία έναν τέτοιου πλεούμενου ωστόσο, είναι η γαλέρα επιδείξεων που χτίστηκε για τον Πτολεμαίο τον Δ', και που περιέγραψαν ο Καλλίξενος της Ρόδου τον 3 π.Χ. αιώνα και ο Αθήναιος το 2ο μ.Χ. αιώνα. Και ο Πλούταρχος επίσης κάνει αναφορά στο γιγάντιο αυτό σκάφος στο Βίο του, αφιερωμένο στο Δημήτριο των Πολιορκητή. Η σημερινή θεωρία θέλει το πλοίο του Πτολεμαίου να είναι μια γαλέρα 129 μέτρων.

Η Σκιά της Ρώμης


Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Πτολεμαίου, συντελέστηκε ένα από τα μεγαλύτερης σημασίας γεγονότα για την κατοπινή ιστορία της Ελλάδας: ο Δεύτερος Καρχηδονιακός Πόλεμος, ανάμεσα στη Ρώμη και την Καρχηδόνα του Αννίβα. Ήδη ορισμένοι διορατικοί άνθρωποι μπορούσαν να δουν αυτό που ερχόταν: πως ο νικητής του πολέμου σύντομα θα υπέτασσε τις ελληνικές πόλεις – κράτη. Αργότερα ο βασιλιάς της Μακεδονίας συνετάχθη με την Καρχηδόνα, ενώ η Αιτωλική Συμπολιτεία με τη Ρώμη. Ανάμεσα στο 215 π.Χ. και το 210 π.Χ. κατέφτασαν στην Αίγυπτο πρέσβεις από τη Ρώμη, με σκοπό να προμηθευτούν τρόφιμα, καθώς λόγω των πολέμων υπήρχε έλλειψη στην ιταλική χερσόνησο. Η απάντηση του Πτολεμαίου ωστόσο είναι άγνωστη σήμερα.



Θάνατος & Διαδοχή


Στις 29 Νοεμβρίου 205 π.Χ., ο γιος του από την Αρσινόη, ορίζεται συμβασιλέας υπό το όνομα Πτολεμαίος Ε' ο Επιφανής. Το επόμενο καλοκαίρι πεθαίνει και κηδεύεται στην Αλεξάνδρεια. Η Αρσινόη Γ' ήταν ακόμη στα επίσημα έγγραφα σύζυγός του, αλλά ο γιος της από τον Πτολεμαίο ήταν ακόμη παιδί. Εκείνη θέλησε να βασιλέψει δια μέσου του μικρού Πτολεμαίου, αλλά το ίδιο είχαν σκοπό να κάνουν ο Σωσίβιος και ο Αγαθοκλής. Η βασίλισσα δολοφονήθηκε και ο Αγαθοκλής έγινε για λίγο αντιβασιλιάς χάρις σε μια πλαστή διαθήκη του εκλιπόντος φαραώ. Τελικά λιντσαρίστηκε ανατριχιαστικά μαζί με τους οικείους του από τον όχλο, που πλέον ήταν μια ενεργή πολιτική δύναμη.



ΠΗΓΗ:
www.livius.org
Βιογραφία από τον Christopher Bennett
Ptolemy IV Philopator, The Fourth King of Egypt's Greek Period
The House of Ptolemy,by E. R. Bevan
«Τα ρεκόρ της αρχαιότητας» Allan Klynne εκδόσεις Κλειδάριθμος