Δευτέρα 24 Απριλίου 2017

Καλλισθένης,Έφιππος, Στράττις και Αριστόβουλος - Χαλκιδικείς συνεργάτες του Μ. Αλέξανδρου

Ὁρισμένοι Χαλκιδικεῖς εἶχαν ἰδιαίτερες σχέσεις μὲ τὴν μακεδονικὴ αὐλή, ὅπως ὁ Νικόμαχος ἀπὸ τὰ Στάγειρα, ὁ πατέρας τοῦ Ἀριστοτέλη, ὁ φίλος, σύμβουλος καὶ ἀρχίατρος τοῦ Ἀμύντα Β΄, γι’ αὐτὸ ἔζησε ἐπὶ ἔτη στὴν μακεδονικὴ αὐλή. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Μ. Ἀλέξανδρος στὴν ἐκστρατεία ἐναντίον τῶν Περσῶν εἶχε κάποιους στενοὺς συνεργάτες του ἀπὸ τὴν Χαλκιδική, τὸν Καλλισθένη, τὸν Ἔφιππο, τὸν Στράττι καὶ τὸν Ἀριστόβουλο.

Ὁ Καλλισθένης ἀπὸ τὴν Ὄλυνθο ἔζησε πιθανὸν ἀπὸ τὸ 370 – 328 π.Χ. Ἦταν υἱὸς τῆς Ἡρῶς, ἡ ὁποία ἦταν στενὴ συγγενὴς τοῦ Ἀριστοτέλη, καὶ ὅταν τὸ 343 ὁ Ἀριστοτέλης ἀνέλαβε τὴν ἐκπαίδευση τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου, ὁ Καλλισθένης, ἂν καὶ ἀρκετὰ μεγάλος, συνεκπαιδεύθηκε μὲ τὸν Μ. Ἀλέξανδρο, τὸν ὁποῖο ἀκολούθησε στὴν ἐκστρατεία ὡς ἱστορικός, δηλαδὴ νὰ περιγράψει τὰ κατορθώματά του καὶ νὰ τὰ καταστήσει γνωστὰ στοὺς Ἕλληνες.

Ὁ Καλλισθένης ἦταν δεινὸς στὸ λέγειν, πολὺ μορφωμένος, γι’ αὐτὸ καὶ ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς διδασκάλους τῶν «βασιλικῶν παίδων», δηλαδὴ τῶν παιδιῶν 13 ἕως 16 ἐτῶν τῶν εὐγενῶν Μακεδόνων, ποὺ εἶχαν ταχθεῖ στὴν «θεραπεία», δηλαδὴ τὴν ὑπηρεσία τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου καὶ τὸν ἀκολούθησαν καὶ στὴν ἐκστρατεία. Ζοῦσε λιτὰ καὶ ἔχαιρε ἐκτιμήσεως, ἀλλὰ δὲν γνώριζε ἢ δὲν ἤθελε νὰ ἑλίσσεται στὴν βασιλικὴ αὐλή, γι’ αὐτὸ ὁ Μ. Ἀλέξανδρος ὁμιλώντας γιὰ τὸν Καλλισθένη ἀναφώνησε: «Μισῶ σοφιστήν, ὅστις οὐδ’ αὐτῷ σοφός» (Μισῶ τόν φιλόσοφο, ποὺ δὲν εἶναι σοφὸς οὔτε γιὰ τὸν ἑαυτό του).

Σὲ ἕνα συμπόσιο ὁ Μ. Ἀλέξανδρος τοῦ εἶπε στὴν πρόποση νὰ πλέξει τὸ ἐγκώμιο τῶν Μακεδόνων. Ὁ Καλλισθένης ὁμίλησε τόσο ὡραῖα, ὥστε ὅλοι τὸν ἐπευφήμησαν καὶ τοῦ ἔριχναν τὰ στεφάνια τους. Ὁ Μ. Ἀλέξανδρος τότε, χρησιμοποιώντας τὸν στίχο τοῦ Εὐριπίδη, τοῦ εἶπε: «Καλὰς ἀφορμὰς οὐ μέγ’ ἔργον εὖ λέγειν, ἀλλ’ ἔνδειξαι τὴν αὐτοῦ δύναμιν ἡμῖν κατηγορήσας Μακεδόνων, ἵνα καὶ βελτίους γένωνται μαθόντες ἅ πλημμελοῦσιν» (Δεῖξε μας λοιπόν τὴν ρητορική σου δεινότητα κατηγορώντας τοὺς Μακεδόνες, γιὰ νὰ διορθωθοῦν μαθαίνοντας τὰ σφάλματά τους). Καὶ ὁ Καλλισθένης μὲ θάρρος τοῦ ἀπάντησε: «Ἐν δὲ διχοστασίη καὶ ὁ πάγκακος ἔλαχε τιμῆς [1]» (Στὴν διχοστασία καὶ ὁ χείριστος μπορεῖ νὰ τιμηθεῖ), ἐννοώντας ὅτι ὁ Φίλιππος κυριάρχησε, ἐπειδὴ οἱ Ἕλληνες ἦταν διχασμένοι.

Οἱ συμμετέχοντες στὸ συμπόσιο ἀγανάκτησαν, ἀλλὰ ὁ Καλλισθένης φεύγοντας εἶπε ἐπανειλημμένως στὸν Μ. Ἀλέξανδρο: «Κάτθανε καὶ Πάτροκλος, ὅπερ σέο πολλὸν ἄμεινων» (Πέθανε καὶ ὁ Πάτροκλος, ποὺ ἦταν πολὺ καλλίτερός σου). Γι’ αὐτὸ ὁ Ἀριστοτέλης, ὅταν πληροφορήθηκε τὸν θάνατό του – κατηγορήθηκε ὅτι συμμετεῖχε στὴν συνωμοσία [2] τοῦ Ἑρμολάου ἐναντίον τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου καὶ φυλακίσθηκε γιὰ νὰ δικασθεῖ, ἀλλὰ πέθανε στὸ δεσμωτήριο ἢ ἀπαγχονίστηκε ἐνῷ διαρκοῦσε ἡ Ἰνδικὴ ἐκστρατεία – εἶπε: «Καλλισθένης λόγῳ μὲν ἦν δυνατὸς καὶ μέγας, νοῦν δὲ οὐκ εἶχεν [3]».

Ὁ Καλλισθένης μνημονεύεται συχνὰ καὶ ὡς φιλόσοφος, ἀλλὰ τὸ ἔργο του εἶναι κυρίως ἱστορικό. Ἔγραψε «Περὶ τοῦ ἱεροῦ πολέμου» (356 – 345), Ἑλληνικὰ ἢ Ἑλληνικαὶ Ἱστορίαι, τὰ ὁποῖα ἦταν 10 βιβλία καὶ περιεῖχαν τὸ τριακονταετὲς διάστημα 387 – 357, δηλαδὴ τὴν διάλυση τῆς σπαρτιατικῆς κυριαρχίας, τὴν ἡγεμονία τῶν Θηβῶν καὶ τὴν ἐπικράτηση τοῦ Φιλίππου. Ἀπὸ αὐτὸ ὅμως τὸ ἔργο σώζονται ὀλίγα μόνον ἀποσπάσματα. Ἔγραψε καὶ Ἀλεξάνδρου πράξεις, ἀπὸ τὸ ὁποῖο σώζονται μόνον ἀποσπάσματα, ποὺ ἀναφέρονται στὴν γεωγραφικὴ ἐξέταση τῶν τμημάτων τῆς Μ. Ἀσίας, τῆς Συρίας καὶ τῆς Αἰγύπτου, ἀπὸ τὰ ὁποῖα διῆλθε ὁ Μ. Ἀλέξανδρος.

Τὸ ἔργο αὐτὸ τὸ ἐξέδιδε κατὰ τμήματα, δηλαδὴ ὅταν τελείωνε μία ἐκστρατεία, καὶ ἔμεινε ἡμιτελὲς λόγῳ τοῦ θανάτου του, ἀλλὰ δὲν ἦταν δύσκολο μετὰ τὸν θάνατό του νὰ συγκεντρωθοῦν καὶ νὰ διαδοθοῦν ὡς ἕνα σύγγραμμα. Πρέπει ὅμως τὰ δημοσιευθέντα τμήματα τῆς ἱστορίας τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου νὰ ἔτυχαν ἀμέσως ἐξαιρετικῆς ὑποδοχῆς καὶ θαυμασμοῦ, διότι ὁ Καλλισθένης ἔλεγε ὅτι ἡ δόξα τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου ἐξαρτᾶται ἀπὸ αὐτόν.

Πολλοὶ μετέπειτα ἱστορικοὶ χρησιμοποίησαν ὡς πηγὴ τὸ ἔργο τοῦ Καλλισθένη γιὰ νὰ γράψουν τὴν ἱστορία τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου. Καὶ ἡ ροπὴ ὅμως πρὸς τὸ ἱστορικὸ μυθιστόρημα, ποὺ ἄρχισε ἀπὸ τὸν Καλλισθένη, πολὺ ἐνωρὶς ἔδωσε στὴν ἱστορία τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου μορφὴ μυθιστορηματική. Μυθιστορηματικὴ μορφὴ ἔχει καὶ ἡ ἱστορία τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου, ποὺ ἔγραψε κάποιος μὲ τὸ ὄνομα Καλλισθένης, γι’ αὐτὸ τὸν ἀποκαλοῦν Ψευδοκαλλισθένη, καὶ εἶχε τεράστια ἐπίδραση στὴν παγκόσμια φιλολογία, ἀφοῦ τὸν 5ο αἰῶνα μεταφράσθηκε στήν ἀρμενικὴ γλώσσα, ἀργότερα βρίσκουμε τὴν ἱστορία τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου στὴν περσική, ἀπὸ τὴν περσικὴ μεταφράσθηκε στὴν συριακή, μεταφράσθηκε καὶ στὴν λατινική, στὴν ἀραβικὴ καὶ ἀπὸ τὴν ἀραβικὴ κατὰ τὸ 1200 καὶ στὴν ἑβραϊκή.

Ὁ Ἔφιππος, ἐπίσης ἀπὸ τὴν Ὄλυνθο, ἱστοριογράφος, κατὰ τὸν Ἀρριανὸ συνόδευσε τὸν Μ. Ἀλέξανδρο στὴν ἐκστρατεία καὶ διορίσθηκε ἀπὸ αὐτὸν «ἐπίσκοπος», δηλαδὴ ἐπόπτης τῶν στρατευμάτων τῆς Αἰγύπτου, μὲ τὸν Αἰσχύλο τὸν Ρόδιο καὶ θὰ εἶχαν ὑπὸ τὴν προστασία τους καὶ τὸν Δεινοκράτη τὸν Μακεδόνα ἢ Ρόδιο, ὁ ὁποῖος ὡς ἀρχιτέκτων καὶ πολεοδόμος εἶχε ἀναλάβει τὸν σχεδιασμὸ τῆς νέας πόλεως Ἀλεξάνδρειας στὴν Αἴγυπτο.

Διότι τὸν Μ. Ἀλέξανδρο στὴν ἐκστρατεία ἐναντίον τῶν Περσῶν τὸν ἀκολουθοῦσαν καὶ πολλοὶ ἐπιστήμονες καὶ εἰδήμονες στὶς τέχνες, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ ὁ Διάδης ὁ Θεσσαλός, κορυφαῖος «μηχανοποιός», ἐφευρέτης πολιορκητικῶν μηχανῶν, ἀρχιμηχανικὸς τοῦ στρατοῦ, ὁ ὁποῖος ἔκανε καὶ τὸν μῶλο καὶ ἕνωσε τὴν Τύρο μὲ τὴν ἀκτή. Ὁ Ἔφιππος μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου ἔγραψε καὶ τὸ ἔργο «Περὶ Ἀλεξάνδρου καὶ Ἡφαιστίωνος ταφῆς», ἀπὸ τὸ ὁποῖο σώζονται ὀλίγα ἀποσπάσματα.

Ὁ Στράττις ἐπίσης ἀπὸ τὴν Ὄλυνθο, ἱστοριογράφος, ἀκολούθησε τὸν Μ. Ἀλέξανδρο στὴν ἐκστρατεία καὶ ἔγραψε ἀξιόλογα συγγράμματα, ὅπως «Περὶ τῶν Ἀλεξάνδρου ἐφημερίδων», «Περὶ ποταμῶν καὶ κρηνῶν καὶ λιμνῶν», «Περὶ Ἀλεξάνδρου τελευτῆς». Ὁ Ἀριστόβουλος ὁ Ἀριστοβούλου, ὁ ὀνομαζόμενος καὶ ὁ ἐκ Κασσανδρείας, διότι ἦταν ἄγνωστος ὁ τόπος καταγωγῆς του, ἀλλὰ ἔζησε μεγάλο χρονικὸ διάστημα στὴν Κασσάνδρα, στρατηγὸς καὶ ἱστοριογράφος τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου, εἶχε ἐκστρατεύσει ὡς μέλος τῆς ἀρχιτεκτονικῆς καὶ πολεοδομικῆς ὁμάδας τεχνικῶν.

Σὲ ἡλικία 84 ἐτῶν, πιθανὸν τὸ 297 π.Χ., ἔγραψε ἱστορία τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου καὶ γράφει καὶ γιὰ τὸν Γόρδιο Δεσμό [4] ὅτι ὁ Μ. Ἀλέξανδρος τὸν ἔλυσε ἀφαιρώντας «τὸν ἕστορα τοῦ ρυμοῦ», δηλαδὴ τὸ ξύλινο καρφὶ ποὺ ἦταν μπηγμένο στὸν ρυμὸ (τιμόνι τῆς ἅμαξας) καὶ συγκρατοῦσε τὸν δεσμὸ τοῦ ζυγοῦ. Τὸ ἔργο του χάθηκε σχεδὸν ὅλο, ἂν καὶ ἦταν πολύτιμο γιὰ τὶς γεωγραφικὲς καὶ ἐθνογραφικὲς πληροφορίες καὶ θεωρεῖται ὡς συμπλήρωμα τῆς ἱστορίας τοῦ Πτολεμαίου, ὁ ὁποῖος περιορίσθηκε στὴν περιγραφή κυρίως πολεμικῶν γεγονότων. Ἡ ἱστορία τοῦ Ἀριστοβούλου καὶ τοῦ Πτολεμαίου ἦταν καὶ οἱ κυριότερες πηγὲς τοῦ Ἀρριανοῦ.

Καὶ ὁ Ἀρριανὸς στὸ ἔργο του «Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις» γράφει ὅτι ὁ Μ. Ἀλέξανδρος, ὁ ὁποῖος ἵδρυσε περισσότερες ἀπὸ 70 πόλεις στὴν Ἀσία καὶ τὴν Ἀφρική.

Γι’ αὐτὸ οἱ λαοὶ τῆς Ἀσίας τὸν λάτρευαν ὡς θεό. Γι’ αὐτὸ τὸν 7ο μ.Χ αἰῶνα, ὅταν ὁ Μωάμεθ προσπαθοῦσε νὰ διαδώσει τὴν θρησκεία του, κήρυκές του κρατοῦσαν τὴν εἰκόνα τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου καὶ ὁ λαὸς νόμιζε ὅτι ὁ νέος Θεός τους θὰ εἶναι ὁ Μ. Ἀλέξανδρος. Ἀλλὰ καὶ ὁ ὑπουργὸς Ν. Μάρτης ἔγραψε: «Τό 1957 σὲ ἀποστολή μου, κατόπιν ἐντολῆς τοῦ τότε πρωθυπουργοῦ… Κωνσταντίνου Καραμανλῆ, σὲ τρεῖς χῶρες τῆς Μέσης Ἀνατολῆς (Λίβανο, Συρία, Ἰορδανία) ἑπτὰ ὑπουργοί, τοὺς ὁποίους ἐπισκέφθηκα καὶ τοὺς ἔθεσα τὸ θέμα ἀνάπτυξης οἰκονομικῶν σχέσεων μὲ τὴν Ἑλλάδα, μοῦ δήλωσαν ὅτι ἐπιθυμοῦν συνεργασία μὲ τοὺς Ἕλληνες γιατὶ ὁ δεσμὸς Ἀράβων καὶ Ἑλλήνων εἶναι ἀκατάλυτος καὶ ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ Ἄραβες θεωροῦν τοὺς ἑαυτούς τους ἀπογόνους τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου». [5]


Δρ. Ἐρατῶς Ζέλλιου – Μαστροκώστα ἐπ. προϊσταμένης Δευτεροβάθμιας Ἐκπαιδεύσεως


Βιβλιογραφία:

1. Πλούταρχος, Ἀλέξανδρος, 53.
2. Κατὰ τὸν Ἀρριανὸ «οἱ πολλοὶ» ἀπέδιδαν σὲ ἄλλα αἴτια τὴν καταδίκη τοῦ Καλλισθένη.
3. Πλούταρχος, Ἀλέξανδρος, 54.
4. Στὸ Γόρδιο, τὴν ἀρχαία πρωτεύουσα τῆς Φρυγίας, ὁ Ἀλέξανδρος παρέμεινε μὲ τὸν στρατό του τὸν χειμῶνα τοῦ 334/5 π.Χ. Στὴν ἀκρόπολη τοῦ Γορδίου ὑπῆρχε μία ἅμαξα, ἀνάθημα τοῦ Γορδίου, καὶ ὁ ζυγός της ἦταν δεμένος μὲ τὸν ρυμὸ μὲ ἕνα πολύπλοκο κόμπο ἀπὸ φλοιὸ κρανέας, τὸν περίφημο Γόρδιο Δεσμό. Ἡ παράδοση ἔλεγε ὅτι ὅποιος ἔλυνε τὸν δεσμὸ θὰ γινόταν βασιλιὰς τῆς Ἀσίας.
5. Ν. Μάρτης, Ἡ πλαστογράφηση τῆς ἱστορίας τῆς Μακεδονίας, Ἀθῆνα, Εὐρωεκδοτική, 1983, ἔκδ. 6η, σελ. 62.



Πηγή