Πέμπτη 6 Ιουλίου 2017

O Μύθος του Αρχέγονου Ανδρόγυνου

Ίσως να είναι απλά και μόνο ένας μύθος, μια πολύ γοητευτική σκέψη. Όμως ποιος αλήθεια δεν θα ήθελε να πιστέψει πως κάπου στον κόσμο υπάρχει και ζει με την ίδια λαχτάρα να μας συναντήσει το άλλο μας μισό. Αυτό το ανθρώπινο πλάσμα που η ψυχή μας θα μπορούσε να αναγνωρίσει αμέσως ανάμεσα σε εκατομμύρια άλλες ψυχές. Για να διαβάσουμε τι λέει ο μεγάλος φιλόσοφος σχετικά με το άλλο μισό που τόσο απεγνωσμένα ψάχνουν, όσοι ψάχνουν. Ας απολαύσουμε τον μεγάλο σοφό και όσοι έχουν Ενέργεια ας Δράσουν.

Παλιά η φύση μας ήταν διαφορετική απ΄ ότι σήμερα. Τα φύλα των ανθρώπων δεν ήταν δύο, όπως είναι σήμερα, δηλαδή αρσενικό θηλυκό, αλλά υπήρχε και ένα τρίτο το ανδρόγυνο, που αποτελούνταν από διπλά όντα και συνδύαζε στην εμφάνιση τα άλλα δύο φύλα. Έτσι, το σώμα κάθε ανθρώπου ήταν στρογγυλό, είχε ολόγυρα ράχη και πλευρές, τέσσερα χέρια, τέσσερα πόδια και διπλά γεννητικά όργανα.

Το κεφάλι, που στεκόταν πάνω σε κυλινδρικό λαιμό, το αποτελούσε ένα κοινό κρανίο πάνω από δύο πρόσωπα, ενωμένα και απαράλλαχτα μεταξύ τους, που κοίταζαν το καθένα προς αντίθετη κατεύθυνση και όλα τ’ άλλα, όπως θα µμπορούσε, σε αυτή τη βάση, να φανταστεί κανείς. Μετακινούνταν όχι µόνο όρθιο, όπως τώρα, αλλά, όταν αποφάσιζε να τρέξει γρήγορα, στηρίζονταν και στα οχτώ άκρα και περιστροφικά, µμετακινούνταν πολύ γοργά. Από τα φύλα, το αρσενικό ήταν γέννημα του Ήλιου, το θηλυκό της Γης και το ανδρόγυνο της Σελήνης.

Την παλιά εκείνη εποχή, η σωματική δύναμη, η αντοχή και η εξυπνάδα των ανδρόγυνων ανθρώπων ήταν τρομερή, και γι΄ αυτό είχαν απέραντη έπαρση. Τα έβαλαν, μάλιστα κάποτε με τους ίδιους τους θεούς απειλώντας τους. Αυτό που διηγείται ο Όμηρος για τον Ώτο και τον Εφιάλτη αναφέρεται σε αυτούς: τόλμησαν να κατασκευάσουν ανάβαση προς τον ουρανό για να χτυπήσουν τους θεούς!

Ο Δίας, λοιπόν, σκεφτόταν με τους άλλους θεούς πώς να τους αντιμετωπίσουν. Αν τους σκότωναν με κεραυνούς και εξαφάνιζαν το γένος τους, όπως έκαναν με τους Γίγαντες, η λατρεία και οι θυσίες των ανθρώπων θα χάνονταν. Από την άλλη όμως δεν μπορούσαν να συνεχίσουν να τους ανέχονται. Έπρεπε να επινοήσουν κάποια μέθοδο για να τους υποτάξουν. Στο τέλος, ο Δίας που είχε έμπνευση είπε στους άλλους θεούς: “Μου φαίνεται ότι βρήκα ένα τρόπο να διατηρηθεί η ανθρωπότητα και να παραιτηθεί από την αυθάδεια της, να γίνουν ασθενέστεροι. Θα τους κόψω σε δύο μέρη τον καθέναν. Έτσι θα γίνουν αφενός μεν ανίσχυροι, αφετέρου δε χρησιμότεροι για εμάς, αφού θα είναι αριθμητικά περισσότεροι”. Άρχισε, λοιπόν, να σκίζει τους ανθρώπους σε δύο μέρη και μετά ανέθεσε στον Απόλλωνα να τακτοποιήσει τις υπόλοιπες λεπτομέρειες.

Αυτός τότε, γύρισε τα πρόσωπα και το μισό του λαιμού των ανθρώπων προς το μέρος της τομής, ώστε να βλέπουν διαρκώς το σκίσιμό τους, να φοβούνται τους θεούς και να είναι στο εξής ποιο φρόνιμοι. Στη συνέχεια, τράβηξε το δέρμα απ΄ όλα τα μέρη προς το σημείο που λέγεται σήμερα κοιλιά και το και το έδεσε όπως κάνουν στα σουρωτά πουγκιά, αφήνοντας ένα στόμιο στο μέρος της κοιλιάς που λέμε σήμερα αφαλό.

Μετά, αφού εξομάλυνε τις περισσότερες ρυτίδες, έστρωσε την περιοχή του στήθους με ένα εργαλείο, σαν αυτό που έχουν οι τσαγκάρηδες για να ισιώνουν τα ζαρώματα των δερμάτων στα καλαπόδια. Άφησε όμως μερικές ρυτίδες εκεί, κοντά στην κοιλιά και στον αφαλό, για να θυμίζουν αυτό που πάθαμε κάποτε.

Μετά τη διχοτόμηση, λοιπόν, του οργανισμού μας, το καθένα μισό αναζητούσε το άλλο μισό του και πήγαιναν μαζί. Τύλιγαν τα χέρια τους ο ένας γύρω από τον άλλο και έτσι σφιχταγκαλιασμένοι, γεμάτοι πόθο να κολλήσουν ξανά μαζί, έβρισκαν το θάνατο είτε από πείνα είτε από την ανικανότητα τους να κάνουν οποιαδήποτε ενέργεια. Χωρισμένοι όπως ήταν ο ένας από τον άλλο, δε δέχονταν να κάνουν τίποτα. Όποτε το ένα μισό πέθαινε και έμενε το άλλο, αυτό που έμενε ζητούσε ένα άλλο να αγκαλιάσει, όποιο έβρισκε μπροστά του, είτε αυτό ήταν το μισό γυναίκας είτε το μισό άντρα. Και έτσι πάλι αργά ή γρήγορα χάνονταν.

Τους λυπήθηκε, λοιπόν στο τέλος ο Δίας και μηχανεύτηκε ένα άλλο τέχνασμα: μετέφερε τα γεννητικά τους όργανα προς τα εμπρός. Ως τώρα τα είχαν και αυτά προς τα έξω και η γονιμοποίηση και γέννηση γινόταν όχι μέσα τους αλλά στο χώμα όπως τα τζιτζίκια. Τους τα μετέθεσε, λοιπόν , προς τα εμπρός και κανόνισε η αναπαραγωγή να γίνετε μέσω των οργάνων αυτών εντός των δύο φύλων, δια του αρσενικού εντός του θηλυκού.

Αυτό το έκανε ο θεός ώστε με το αγκάλιασμα να αναπαράγεται το είδος, να προκαλείται επιτέλους χορτασμός της συνουσίας και έτσι οι άνθρωποι ανάμεσα στον έρωτα και το διακαή πόθο της ένωσής τους, να μπορούν να κάνουν διαλείμματα, για να στραφούν προς τις καθημερινές εργασίες τους και να φροντίζουν και για τα υπόλοιπα ζητήματα της ζωής. Από τόσο παλιά, λοιπόν, ο έρωτας των ανθρώπων μεταξύ τους είναι ριζωμένος στη φύση τους, τους συνενώνει στην αρχική τους κατάσταση και ζητάει να κάνει και πάλι να κάνει από τα δυο ένα και να επανορθώσει το πάθημα του ανθρώπινου οργανισμού.

Καθένας μας, λοιπόν, αποτελεί ένα ημίτομο ανθρώπου, σκισμένος όπως είναι από ένας σε δύο, όπως οι γλώσσες, τα ψάρια και ζητάει διαρκώς καθένας το άλλο του ημίτομο.

Αν τύχει κάποτε, μάλιστα, να συναντήσει κανείς το ίδιο το πραγματικό άλλο του μισό, τότε πια η συγκίνηση και των δυο είναι μοναδική και απερίγραπτη, από το αίσθημα στοργής, κοινής καταγωγής, έρωτα. Ούτε στιγμή δεν δέχονται να αποχωριστούν. Αυτοί είναι που περνούν πιστοί μεταξύ τους ολόκληρη ζωή. Οι ίδιοι, ίσως, δε θα ήταν σε θέση καν να εκφράσουν τι είναι αυτό που θέλει ο ένας από τον άλλο. Διότι δεν μπορεί, βέβαια, να πιστέψει κανείς ότι αυτό είναι μόνο η ερωτική απόλαυση και ότι επομένως χάριν αυτής ευχαριστιούνται ο καθένας από του άλλου τη συμβίωση με τόσο σφοδρό πάθος. Κάτι άλλο είναι μάλλον -το βλέπει κανείς – αυτό που θέλει και των δύο η ψυχή, κάτι που δεν μπορεί να εκφράσει. Διαισθάνεται όμως τι θέλει και το υποδηλώνει σκοτεινά. Κι αν, την ώρα που είναι πλαγιασμένοι μαζί, ερχόταν από πάνω τους ο Ήφαιστος με τα εργαλεία του και τους ρωτούσε: “Τι είναι αυτό που ζητάτε, άνθρωποι, ο ένας από τον άλλο;” είναι πολύ πιθανό ότι δε θα ήξεραν τι να απαντήσουν.

Και ας υποθέσουμε ότι εκείνος τους ρωτούσε πάλι: “Θέλετε μήπως αυτό; Να μείνετε μαζί ο ένας με τον άλλο όσο το δυνατό περισσότερο, ώστε και νύχτα και μέρα να μην αποχωρίζεστε; Αν πράγματι αυτός είναι ο πόθος σας , τότε είμαι πρόθυμος να σας καλουπώσω και να σας σφυρηλατήσω σε ένα κομμάτι, ώστε να γίνετε αμέσως ένας, και για όσο καιρό ζείτε, να ζείτε και οι δυο σας κοινή ζωή σαν ένας, και πάλι όταν πεθάνετε, εκεί κάτω στον Άδη ένας να είστε και όχι δύο, σε έναν ταυτόχρονο θάνατο. Σκεφτείτε, λοιπόν, αυτό ποθείτε κι αν θα μένατε ευχαριστημένοι, στην περίπτωση που το πετυχαίνατε».

Ούτε ένας απ΄ όσους θα άκουγαν αυτά- είμαστε βέβαιοι- δεν θα έλεγε “όχι” ούτε θα εκδήλωνε άλλη επιθυμία. Αντίθετα, θα πίστευε πως άκουσε απαράλλακτα ότι τόσο καιρό ποθούσε, δηλαδή να ενωθεί και να συγχωνευτεί με τον αγαπημένο του, ώστε να γίνουν ένας αντί δύο.

Η αιτία τούτου είναι ότι αυτή ήταν η πρωταρχική φύση μας και ότι κάποτε ήμαστε ολόκληροι. Του ολόκληρου, λοιπόν, ο πόθος και η ορμή έχει το όνομα Έρωτας. Πρωτύτερα -το επαναλαμβάνω – είμαστε ένα. Τώρα, όμως για τις αμαρτίες μας μας έχει διαμελίσει ο θεός. Υπάρχει ο φόβος, μάλιστα, αν δεν είμαστε σωστοί απέναντι στους θεούς, να μας διαμελίσουν και για δεύτερη φορά και να γυρίσουμε τότε σε κατάσταση ανάλογη με τις ανάγλυφες μορφές, που εικονίζονται κατά κρόταφο στις στήλες, πριονισμένες στη μέση.

Για τους λόγους αυτούς πρέπει ο ένας τον άλλο να συμβουλεύει , να έχει σεβασμό προς τους θεούς, ώστε να αποφύγουμε εκείνα που δεν πρέπει, να πραγματοποιούμε δε τα άλλα, τα σωστά, με τον Έρωτα πάντα οδηγητή και κυβερνήτη μας. Εναντίον του Έρωτα κανείς να μην αντιδρά, γιατί όποιος αντιδρά επισύρει το μίσος των θεών. Ενώ αν γίνουμε αγαπημένοι του θεού και ειρηνεύσουμε μαζί του, θα ανακαλύψουμε ανάμεσα στο πλήθος των ανθρώπων το άλλο μισό μας και θα επικοινωνήσουμε με τους αγαπημένους μας, τους πραγματικά δικούς μας, πράγμα που ελάχιστοι σήμερα κατορθώνουν. Μόνο με αυτό τον τρόπο το γένος των ανθρώπων θα πετύχει την ευδαιμονία, αν, δηλαδή, φτάσουμε στο φυσικό αποτέλεσμα του έρωτα και βρει ο καθένας μας τον αγαπημένο, τον δικό του, ώστε να επανέλθει στην πρωταρχική κατάσταση.

Αν θέλουμε, λοιπόν, να υμνήσουμε ένα θεό τον Έρωτα είναι δίκαιο να υμνήσουμε, ο οποίος και στο παρόν μας προσφέρει πλήθος ευεργεσίες, σαν οδηγητής προς τις συγγενείς μας φύσεις, αλλά και για το μέλλον μας χαρίζει πλούσιες ελπίδες, ότι εφόσον αποδώσουμε στους θεούς σεβασμό, εκείνος θα μας επαναφέρει στην αρχική μας κατάσταση και θα μας θεραπεύσει, καθιστώντας μας γαλήνιους και ευτυχισμένους.© Πλάτωνας Συμπόσιον ή Περί Έρωτος Ηθικός.

Ναι οι θεοκτόνοι είναι άνθρωποι, Άνθρωποι τόσο δυνατοί που μπορούν να σκοτώσουν ακόμη και “θεούς” και που αυτοί οι “θεοί” τους τρέμουν. Περιχώρισις, η Σφαγή των θεών Περιχώρισις*, το κλασσικό τεράστιο πρόβλημα των “θεών”*! Φυσικά έχουν κι αυτοί προβλήματα, τι νομίσατε, επειδή είναι θεοί τα χουν λύσει όλα; Κάθε άλλο. Έχουν και είναι σημαντικότερα από τα προβλήματα της υποτιθέμενης κρίσης, που μακάρι να κρατήσει άλλα δέκα χρόνια να ξεκαθαρίσει η κόπρος. Τέλος πάντων ας πούμε για τα προβλήματα των θεών. Π Ε Ρ Ι Χ Ω Ρ Ι Σ Ι Σ. Γιατί αυτή η λέξη είναι πρόβλημα για τους θεούς. Γιατί πάτησαν την μπανανόφλουδα, μεγαλοπρεπέστατα.!!!



Πηγή