Δευτέρα 24 Σεπτεμβρίου 2018

Η Σμύρνα η Μύρρα και η ιερή μυρτιά της Αφροδίτης

Τι σχέση μπορεί να έχουν το μύρο, η Σμύρνα, η μυρτιά, ο Άδωνης, η θεά Αφροδίτη και η Σμύρνη μεταξύ τους; Ας πάμε να ξετυλίξουμε το κουβάρι του μύθου. Σύμφωνα με τον μύθο, η Σμύρνα ή Μύρρα, ήταν κόρη της Νύμφης Ωρείθυιας και του βασιλιά Θείαντα, βασιλιά των Ασσυρίων.

Ο μύθος μας λέει πως η Σμύρνα ή Μύρρα φιλονίκησε για κάποια άγνωστη αφορμή με την  Αφροδίτη και η θεά για να την εκδικηθεί, της προκάλεσε ένα ακατανίκητο ερωτικό πάθος για τον πατέρα της, τον Θείαντα.  Λέγεται πως ο λόγος της τιμωρίας της ήταν γιατί δεν την τιμούσε. Μια μέρα η Σμύρνα μεταμφιέστηκε σε σκλάβα του παλατιού και παρέσυρε τον Θείαντα, οπότε από το σπέρμα του πατέρα της έμεινε έγκυος και γέννησε τον Άδωνη.

Ο Θείας έμαθε την αλήθεια και τότε θέλησε να σφάξει την κόρη του. Αλλά η Σμύρνα ζήτησε την επέμβαση των θεών, οι οποίοι τη μεταμόρφωσαν σε δέντρο που ευωδιάζει, τη σμύρνα. Δέκα μήνες μετά ο φλοιός του δέντρου έσκασε και βγήκε από εκεί ένα όμορφο αγόρι, ο Άδωνης, τόσο όμορφο που το διεκδίκησαν δυο θεές, η Αφροδίτη και η Περσεφόνη. Η Αφροδίτη, πήρε το μωρό  κρυφά από τους θεούς το έκρυψε σε λάρνακα, την οποία εμπιστεύτηκε στην Περσεφόνη.

Εκείνη όμως, μόλις το είδε, αρνήθηκε να το δώσει πίσω. Όταν το ζήτημα τέθηκε στην κρίση του Δία, εκείνος χώρισε το έτος σε τρία μέρη και όρισε το ένα τρίτο του χρόνου ο Άδωνις να μένει μόνος του, το άλλο τρίτο με την Περσεφόνη και το τελευταίο τρίτο με την Αφροδίτη· ο Άδωνις όμως παραχώρησε σε αυτήν και το δικό του μέρος. Αργότερα, ο Άδωνις τραυματίστηκε θανάσιμα από αγριογούρουνο στο κυνήγι και πέθανε. (Απολλόδωρος 3.9.2)

Κατά μία άλλη εκδοχή του μύθου λέγεται πως η  παραμάνα της Ιππολύτη την έβαζε στον κοιτώνα του πατέρα της με σκεπασμένο πρόσωπο, ενώ σε εκείνον είχε πει ότι κοπέλα από αρχοντική γενιά ήθελε να βρεθεί μαζί του αλλά να μείνει άγνωστη.

Όταν ο Θείαντας θέλησε να μάθει ποια ήταν η αρχόντισσα με την οποία κοιμόταν για δώδεκα νύχτες, κράτησε λαμπάδα. Ο πατέρας της την καταδίωξε με μαχαίρι και η Σμύρνα, ήδη έγκυος, παρακάλεσε τους θεούς να μην την αφήσουν ούτε στον κόσμο των ανθρώπων ούτε των νεκρών, και αυτοί τη μεταμόρφωσαν στο δέντρο σμύρνα-μύρρα. 

Σε μία άλλη εκδοχή φαίνεται ως πατέρας της Σμύρνας αναφέρεται ο Κινύρας βασιλιάς της Κύπρου και ως μητέρα της η Κεγχρεΐς. Αυτή φαίνεται να ευθύνεται για τον άνομο έρωτα της κόρης της, γιατί είχε παινευτεί ότι η κόρη της ήταν πιο όμορφη από την ίδια τη θεά της ομορφιάς. Έτσι ξέσπασε η οργή της θεάς Αφροδίτης και με συνεργό την τροφό της εξαπάτησε τον πατέρα της και ενώθηκε μαζί του για δώδεκα νύχτες.

Όταν η Σμύρνα συνειδητοποίησε τον άνομο έρωτά της, θέλησε να κρεμαστεί αλλά η τροφός τη συμβούλευσε να αποδεχθεί και να ικανοποιήσει το πάθος της. Ο κορεσμός του πάθους έφερε την ντροπή και η Σμύρνα κρύφτηκε στο δάσος.

Εκεί η Αφροδίτη τη μεταμόρφωσε σε δέντρο, γιατί λυπήθηκε το αθώο θύμα της ύβρεως της μητέρας της. Ο ίδιος ο πατέρας της και πατέρας του παιδιού της Κινύρας έσκισε τη φλούδα του δέντρου με το μαχαίρι του και ελευθέρωσε το μωρό ή ένας κάπρος με τους χαυλιόδοντές τους.

Αν τώρα επιχειρήσουμε να προσεγγίσουμε την ιστορία αυτή μέσα από τη μορφή της Σμύρνας ή Μύρρας, θα οδηγηθούμε και πάλι στη λατρεία της Αφροδίτης. Το πρόσωπο αυτό δεν γίνεται μόνο μητέρα του Αδώνιδος, του αγαπημένου προστατευόμενου της Αφροδίτης· μεταμορφώνεται σε ένα αρωματικό φυτό που είτε ως σμύρνα ή μύρρα είτε ως μυρτιά είτε ως μυρίκη αποτελεί βασικό στοιχείο της λατρείας της και μάλιστα της παφιακής (Πάφος-Κύπρος).

Ο μύθος της Σμύρνας συνδέθηκε σε οψιμότερους χρόνους και με το ιερό φυτό της Αφροδίτης, τη μυρτιά. Ο αιολικός τύπος του ονόματος της κόρης που συνηθίζεται στα υστερότερα ελληνικά και στα λατινικά κείμενα (Μύρρα, Myrrha), αλλά και η συνήθης τοποθέτηση του μύθου στην Πάφο φαίνεται πως δημιούργησαν την πεποίθηση ότι η μυθολογική κόρη του Κινύρα και μητέρα του Αδώνιδος, η Σμύρνα, συμβολίζει το ιερό φυτό της Αφροδίτης, τη μυρτιά (μυρσίνη ή μυρρίνη ή μύρτο).

Τη σύνδεση της μυθολογικής Μύρρας με τη μυρτιά της Αφροδίτης συναντούμε για πρώτη φορά στον γραμματικό Σέρβιο (1246 Serv. Comm. in Verg. Aen. 5.72 , O Σέρβιος, σχολιάζοντας τη φράση του Βιργιλίου materna myrto, παραθέτει τη γνωστή ιστορία.)

Σωστά ο Τζέτζης διευκρινίζει αργότερα ότι δεν πρέπει να θεωρούμε τη μύρρα ίδιο πράγμα με τη μυρσίνη ( [Τζέτζ.] Λυκόφρ. 829). Πράγματι, οι ειδικοί γνωρίζουν καλά ότι πρόκειται για δύο διαφορετικής φύσης και προέλευσης αρωματικά φυτά. Η μυρτιά είναι ένα αειθαλές θαμνώδες φυτό με φύλλα που αναδίνουν άρωμα, με εύοσμα μικρά, λευκά συνήθως, άνθη και με μικρούς κοκκινόμαυρους καρπούς.

Αντίθετα με τη σμύρνα που ευδοκιμεί στις αραβικές χώρες και είναι προϊόν του ανατολίτικου εμπορίου, η μυρτιά είναι ένα φυτό καθαρά ελληνικό, αφού απαντά αυτοφυές στην Ελλάδα και στην Κύπρο και σε άλλες μεσογειακές περιοχές.

Η εξήγηση που μπορούμε να δώσουμε για τούτη τη σύμφυρση είναι ότι, όταν η ανατολίτικη σμύρνα πέρασε στην Κύπρο και στην Ελλάδα, αφομοιώθηκε μέσω του μύθου με την αυτοφυή μυρτιά. Από πολύ νωρίς η μυρτιά συνδέθηκε με τον γάμο και την Αφροδίτη.

Το ότι η μυρσίνη μαζί με άλλα φυτά (συνήθως ρόδα, κυδώνια) ήταν σύμβολα του γάμου διαπιστώνεται από την πρώιμη αρχαϊκή ποίηση. Στον Στησίχορο διαβάζουμε ότι κατά τους γάμους του Μενελάου και της Ελένης έριχναν στην άμαξα της γαμήλιας πομπής μύρσινα φύλλα. (Στησίχ. 10 P. ) Διηγούνται ακόμη πως ο Πέλοψ είχε υποσχεθεί στην Αφροδίτη ένα άγαλμα από ξύλο μυρτιάς, αν γινόταν ο γάμος του με την Ιπποδάμεια.

Το όνομα Μυρτίλος είχε και ο νεαρός που είχε τον ρόλο του προξενητή αυτού του γάμου, αλλά, επειδή του είχαν υποσχεθεί ότι θα περνούσε μια νύχτα με την Ιπποδάμεια, με την οποία ήταν και αυτός ερωτευμένος, τον γκρέμισαν στην ανατολική ακτή της Πελοποννήσου που ονομάστηκε Μυρτῶον πέλαγος (Κερένυϊ 314 κε. ) Στεφάνια από κλαδιά μυρτιάς φορούσαν οι νεόνυμφοι στην Αττική πληροφορούμαστε από τον Αριστοφάνη (Ὄρν. 160‐1). και μια ηρωίδα του ονόματι Μυρρίνη, υπακούοντας στις προτροπές της Λυσιστράτης, αλείφεται με αρώματα για να σαγηνεύσει τον σύζυγό της που, τελικά, εγκαταλείπει την κρίσιμη στιγμή (Λυσ. 839 )

Την ιδιαίτερη σημασία της μυρτιάς, ειδικότερα για την παφιακή λατρεία από τους παλιούς χρόνους, αναδεικνύει ένα ανέκδοτο που παραδίδει ο Αθήναιος και αποδίδει σε έναν συγγραφέα από την Ναύκρατι, τον Πολύχαρμο, ο οποίος έγραψε ένα βιβλίο για την Αφροδίτη. Σύμφωνα με τα γραφόμενα του Πολυχάρμου, κατά την εικοστή πρώτη Ολυμπιάδα (περίπου το 688 π.Χ.), ένας συμπολίτης του πήγε στην Πάφο και αγόρασε ένα αγαλματάκι της Αφροδίτης, αρχαίας τέχνης. Στο ταξίδι της επιστροφής, ξέσπασε τρικυμία και όλοι κατέφυγαν στο άγαλμα της Αφροδίτης.

Η θεά, επειδή ήταν ιδιαίτερα προσφιλής στους Ναυκρατίτες, ξαφνικά σκέπασε τα πάντα με πράσινη μυρτιά και γέμισε το πλοίο με γλυκύτατη μυρωδιά και έτσι, με αυτόν τον θαυματουργό τρόπο, έσωσε το πλήρωμα από τη ναυτία και έλαμψε ο ήλιος   (Αθήν. 15.675f‐676a).  Η  διήγηση  αυτή  εξηγεί  γιατί  ο  στέφανος  μυρσίνης  ονομαζόταν  από παλιά και Ναυκρατίτης (πβ. Ανακρ. 434 P.). 

Ο Κορνούτος (1ος αι. μ.Χ.) θεωρεί ότι το φυτό είναι ξεχωριστό για τη θεά "διὰ τὴν εὐωδίαν" και ο Πλούταρχος αναφέρει το μύρτον Ἀφροδίτης φυτόν ( Πλουτ. Μάρκελλ. 22.6). Ο Βιργίλιος μιλάει για τις μυρτιές της Πάφου που «ανταπαντούν» από το γερό κοτσάνι τους και, επειδή η Αφροδίτη θεωρούνταν μητέρα του Αινεία και των Ρωμαίων, αποκαλεί τη μύρτο μητρική. (Verg. Ecl. 2.64, Aen. 5.72).

Σύμφωνα μάλιστα με τον Πλίνιο υπήρχε στη Ρώμη ένας βωμός αφιερωμένος στη Venus Myrtea. Κατά τα λεγόμενα του Οβιδίου, στο φυτό αυτό κρύφτηκε η θεά, μόλις βγήκε γυμνή από τη θάλασσα της Πάφου για να γλιτώσει από τις ενοχλήσεις των Σατύρων. Ο Σέρβιος παρουσιάζει μια διαφορετική εκδοχή για τους λόγους που η μυρτιά συνδέθηκε τόσο στενά με την Αφροδίτη.

Μόλις η θεά βγήκε από τη θάλασσα, για να μη τη δουν γυμνή κρύφτηκε στη μυρτιά, είτε γιατί ως δέντρο είναι εύθραυστο, όπως ασταθής είναι ο έρωτας, είτε λόγω της ευχάριστης ευωδιάς της, σαν τα θελκτικά αρώματα των γλυκών ενώσεων.

Από ένα άλλο σχόλιο του Σερβίου μαθαίνουμε μια διαφορετική παράδοση για τη δημιουργία της μυρτιάς, άγνωστη από άλλες πηγές. Μια όμορφη κοπέλα, η Μυρίνη, ήταν ιέρεια της Αφροδίτης, αλλά επειδή ήθελε να παντρευτεί, μεταμορφώθηκε από τη θεά στον ομώνυμο θάμνο.

Ο Λατίνος γραμματικός δεν κατονομάζει το ιερό, υποθέτουμε ότι εννοούσε αυτό της Πάφου.Ο Φιλόστρατος περιγράφοντας έναν πίνακα με τον τίτλο Ὑμνήτριαι που παριστάνει τη γέννηση της Αφροδίτης στην Πάφο αναφέρει ότι γύρω από το ελεφάντινο άγαλμα της Αφροδίτης τρυφερά κορίτσια τραγουδούν μέσα σε δάσος από απαλές μυρτιές. (Ἀφροδίτην  ἐλεφαντίνην  <ἐν>  ἁπαλοῖς  μυρρινῶσιν  ἄδουσιν  ἁπαλαὶ  κόραι ).

Το ότι η Πάφος και η Κύπρος ήταν κατάφυτες από μυρτιές, είτε γιατί συνήθιζαν να τις φυτεύουν ως ιερό φυτό της κύριας θεότητας είτε γιατί ήταν αυτοφυείς, το αποδεικνύει, εκτός των ανωτέρω, και ένα άλλο γεγονός.

Η άλλη κύρια θεότητα του νησιού, ο Απόλλων, αποκαλούνταν Μυρτάτης, θεός δηλαδή της μύρτου, σύμφωνα με μια επιγραφή του 3ου π.Χ. αι. από την ευρύτερη περιοχή της Πάφου. Η μυρτιά, πιθανότατα, συνδέθηκε με τον Απόλλωνα ως προστάτη της βλάστησης στην Κύπρο. Μπορεί, ακόμη, να έχει σχέση και με την ιδιότητά του ως θεράποντος θεού, αφού η μυρτιά έχει θεραπευτικές ιδιότητες.

Ο μύθος της Σμύρνας συνδέθηκε και με άλλο αρωματικό φυτό, τη μυρίκη. Ο Ησύχιος, κάνοντας συσχετισμό με το ρήμα μύρομαι που σημαίνει «χύνω δάκρυα», αναφέρει ότι από τα δάκρυα της κόρης του Κινύρα φύτρωσε η μυρίκη και μνημονεύει ένα ιερό μέρος της Αφροδίτης στην Κύπρο με την ονομασία Μυρῖκαι. Με το φυτό αυτό που αντιπροσώπευε την ομορφιά και τα νιάτα συνδέθηκε η Αφροδίτη στην Κύπρο, αλλά και ο Απόλλων ο επονομαζόμενος Μυρικαίος στη Λέσβο.

Η ρητίνη που συλλέγεται από τον κορμό του δέντρου —τα δάκρυα της δυστυχισμένης κόρης κατά τον μύθο— είναι η ευωδιαστή σμύρνα ή μύρρα, μια πολύτιμη ουσία με πολλές χρήσεις. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι οι αρχαίοι δημιούργησαν ολόκληρο μύθο γι᾿ αυτό το αραβικής καταγωγής βαλσαμόδεντρο.

Η κυριότερη χρήση της σμύρνας ήταν θρησκευτική. Το άρωμά της καταπολεμούσε τη δυσάρεστη οσμή του ψημένου κρέατος κατά τις αιματηρές θυσίες, συνήθως μαζί με άλλα ανατολίτικα αρώματα (θυμίαμα, λιβάνι κ.ά.) και συνόδευε αναίμακτες προσφορές και τελετουργικές πράξεις ή αποτελούσε μαζί με άλλα αρώματα τη θυσία αυτή καθαυτή.

Οι σταγόνες στακτής-το λάδι σμύρνας-ήταν ένα από τα συστατικά του θυμιάματος που είχε αποκλειστικά ιερή χρήση. Το συγγενικό ρήμα σημαίνει «σταλάζω». Η σμύρνα είναι μία ρητίνη (ρετσίνι) στο χρώμα της σκουριάς, που εξάγεται από δέντρα που φύονται στη Μέση Ανατολή και την Αιθιοπία. Η ρητίνη βρίσκεται στον παχύ στραβό κορμό και στους βλαστούς του δένδρου.

Τα μικρά του φύλλα έχουν αγκαθωτές άκρες και από τους βλαστούς φυτρώνουν λευκά η πράσινα ανθάκια. Η σμύρνα ήταν γνωστή από την αρχαιότητα για τις θαυματουργές επιδράσεις της σε ανοιχτές πληγές. Η ρητίνη είναι στυπτική και αντιμικροβιακή.

Έχει αντισηπτική δράση και πολύ καλά αποτελέσματα στις παθήσεις των βλεννογόνων του στόματος και του λάρυγγα. Από τη σμύρνα με απόσταξη παίρνουμε το αιθέριο έλαιο, το μύρο, που το χρησιμοποιούσαν και στην Αρχαία Ελλάδα σαν επουλωτικό.

Είναι τοπικό αναισθητικό, αντιμικροβιακό, αντιφλεγμονώδες και αναλγητικό. Γνωστή, ακόμη, ήταν η θεραπευτική και η ταφική της χρήση για την ταρίχευση των νεκρών. Το αιθέριο έλαιο του θάμνου της σμύρνας ή μύρρας, η λεγόμενη στακτή, προερχόταν από την Ανατολή και ήταν ιδιαίτερα ακριβό. Ήταν γνωστό στους Έλληνες της Μικράς Ασίας απ' όπου πέρασε και στην ηπειρωτική Ελλάδα.

Η χρήση του είχε οδηγήσει σε κατάχρηση με αποτέλεσμα να απαγορευτεί με νόμο στην αρχαία Αθήνα, ήδη από τα χρόνια του Σόλωνα το 594 π.Χ. Πέρα από αυτές τις χρήσεις, όπου συνήθως χρησιμοποιούνταν σε καθαρή και στέρεα μορφή, η σμύρνα ή μύρρα ήταν το βασικό συστατικό στην παρασκευή του μύρου.

Με τα κάθε λογής μύρα, τις ποικιλίες και τον τρόπο παρασκευής των οποίων γνωρίζουμε λεπτομερώς από τις ειδικές εργασίες του Θεοφράστου, του Διοσκορίδη και του Πλινίου, οι αρχαίοι συνήθιζαν να ραντίζουν την κόμη τους ή να αλείφουν το σώμα τους και τα χρησιμοποιούσαν στις προσφορές προς τους θεούς, καθώς και στα ταφικά έθιμα.

Οι λέξεις σμύρνα ή μύρρα και μύρον δεν απαντούν στον Όμηρο. Από τις πρώτες αναφορές στην αρχαϊκή ποίηση και στην ιωνική ιστοριογραφία, υποθέτουμε ότι η σμύρνα και το μύρο εισήχθησαν στον ελληνικό χώρο, κατά τους αρχαϊκούς χρόνους, από την Ανατολή. Στην Κύπρο η σμύρνα ίσως ήταν γνωστή από παλαιότερες περιόδους, λόγω της γειτνίασης και του εμπορίου με τις μυροπαραγωγούς χώρες.

Το ότι η σμύρνα, το λιβάνι, το θυμίαμα και τα αρώματα είχαν θέση στη λατρεία της Κύπριδος επιβεβαιώνεται μέσα από τη μαρτυρία του Εμπεδοκλέους ( Πορφυρ. Περὶ ἀποχ. 2.21.) και υπονοείται μέσα από την αναφορά του Ομήρου για τον γεμάτο θυμιάματα βωμό της (Πάφου1245  Ομ. Ὀδ. η 363‐5) αλλά δεν είμαστε σε θέση να αποφανθούμε πότε ακριβώς ξεκίνησε η χρήση τους.

Για πρώτη φορά η λέξη σμύρνα, στον αιολ. τύπο μύρρα, απαντά στη Σαπφώ (44 L. – P.), όπου λέγεται ότι μύρρα μαζί με άλλα αρώματα καίγονταν κατά τους γάμους του Έκτορος και της Ανδρομάχης στην Τροία. Στη συνέχεια, ο Ηρόδοτος (2.86 κε.) μιλάει για τη σμύρνα που χρησιμοποιούσαν οι Αιγύπτιοι στις ταριχεύσεις, ενώ ο συγγενής του ο Πανύασσις (βλ. ανωτ. σημ. 1085) είχε διηγηθεί την  ιστορία της μεταμόρφωσης της Σμύρνας στο ομώνυμο δέντρο. Το μύρον αναφέρεται για πρώτη φορά από τον Αρχίλοχο (205 W.)

Αλλά πως συνδέεται η Σμύρνη με  όλα τα παραπάνω; Η πόλη αναφέρεται εξαρχής και σμύρνα και σμύρνη. Η πόλη εμφανίζεται στα νομίσματα ως Ζμύρνη. Σε γενικές όλοι συμφωνούν ότι η πόλη πρέπει να έδωσε το όνομά της στην ουσία (π.χ. από μια αρχική φράση μύρρα Σμυρναία), αλλά δεν υπάρχει βεβαιότητα. Η πόλη αρχικά ήταν αιολική αποικία.

Στις αρχές του 7ου αι. π.Χ. ωστόσο έποικοι από την Κολοφώνα, σύμφωνα με το Στράβωνα, κατέλαβαν την πόλη και οδήγησαν στον εξιωνισμό της.  Η αιολική μορφή του ονόματος της πόλης διατηρήθηκε ακόμη και στην αττική διάλεκτο και το επίθετο «Αιολική Σμύρνη» παρέμεινε ενεργό για αρκετό καιρό μετά την κατάκτηση.

Σύμφωνα με την παράδοση, η πόλη ιδρύθηκε από τον Τάνταλο, το μυθικό βασιλιά της Φρυγίας, αν και οι περισσότερες αρχαίες πηγές αποδίδουν την ίδρυση της Σμύρνης στην Αμαζόνα Μύρινα.  Μύρινα ήταν επίσης το όνομα μίας άλλης ιωνικής πόλης που κατοικούνταν από αιολικό πληθυσμό, οι κάτοικοι της οποίας υποστήριζαν ότι η πόλη τους είχε ιδρυθεί από μία Αμαζόνα. 


Εν συν όψει, η Σμύρνα / Μύρρα είναι μια πολυσήμαντη μορφή του κυπριακού μύθου. Μπορεί η αιμομιξία με τον Κινύρα να είναι ένα πλαστό στοιχείο του μύθου, υιοθετημένο από την ανατολική εκδοχή, όμως η μη αντικατάσταση του προσώπου της από κάποιο άλλο δηλώνει την απαραίτητη παρουσία της και στην κυπριακή εκδοχή της γέννησης του Αδώνιδος. Ο Θείας αντικαταστάθηκε από τον Κινύρα, διότι απλώς δεν ήταν απαραίτητη η παρουσία του στο κυπριακό σκηνικό.

Η μυρτιά ήταν αφιερωμένη στην θεά Αφροδίτη σε όλη την Μεσόγειο. Αφενός διότι αναπτύσσεται καλύτερα κοντά στις ακρογιαλιές, αφετέρου επειδή ευωδιάζει. Παρόλα αυτά λογίζονταν ως δέντρο του θανάτου.

Μυρτώ ή Μυρτέα ή Μυρτόεσσα υπήρξαν προσωνύμιά της, και οι εικονογραφίες της καθισμένη με των Άδωνη στον ίσκιο μυρτιάς παρερμηνεύτηκαν από τους κλασσικούς ποιητές. Δεν ερωτοτροπούσε απροκάλυπτα μαζί του, όπως διατείνονταν, απλώς του υποσχόταν την Ζωή εν τω θανάτω. Διότι η μυρωδιά είναι αειθαλής,  και αποτελούσε υπόμνηση της συνέχειας της Ζωής. 

Οι Έλληνες αποικιστές στις αποσκευές τους κουβαλούσαν κλαδιά μυρτιάς όταν σκόπευαν να ιδρύσουν κάποια νέα αποικία, σαν να έλεγαν :" Ο παλαιός κύκλος έκλεισε, ελπίζουμε με την εύνοια της θεάς που εξουσιάζει την θάλασσα, να ανοίξουμε έναν καινούργιο".

Η Σμύρνα ή μύρρα ή μυρτιά παραδόθηκε ως το ιερό φυτό της Αφροδίτης. Αυτό το απόσταγμα που κρύβει επούλωση αλλά και θάνατο, αυτό το ιερό δάκρυ, αφοσιώθηκε για πάντα στην λατρεία της θεάς Αφροδίτης και συμβόλιζε τα πραγματικά στοιχεία της λατρείας της θεάς. Ίσως για να μας θυμίζει πως η μανία και ο θυμός πάντα έχει τίμημα.

Η θεά οργίστηκε με την Σμύρνα και την αφάνισε. Ο καρπός της κοιλιάς της όμως, ο Άδωνης,  έμελλε να γίνει ο αδικοχαμένος έρωτας της. Έκτοτε το μύρο, αυτό το ευωδιαστό έλαιο, κάλυπτε μεν την οσμή και συνόδευε τους νεκρούς στον άλλο κόσμο, αλλά και επούλωνε κάθε πληγή.



Η έρευνα έγινε από την Γιώβη βασιλική. Πληροφορίες και αυτούσια αποσπάσματα συλλέχθηκαν από: IΔΡΥΜA ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ-Μορφές και Θέματα της Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας της Δήμητρας Μήττα- βικιπαίδεια- Ρ. Γκρέιβς "Η Λευκή Θεά"-και κυρίως από την Διδακτορική διατριβή της κ. Ευαγγελίας Τσάβλη με τίτλο: ΚΙΝΥΡΑΣ  ΜΕΛΕΤΗ ΣΤΟΝ ΑΡΧΑΙΟ ΚΥΠΡΙΑΚΟ ΜΥΘΟ 



Πηγή