Τρίτη 14 Ιανουαρίου 2020

Τα «πλυντήρια» του αρχαίου Λαυρίου

Για τους μη γνωρίζοντες τα πλυντήρια ήταν μέσα υδρομηχανικού εμπλουτισμού των μεταλλοφόρων κοιτασμάτων της περιοχής, ώστε αυτά να εμπλουτίζονται σε αργυρούχο μόλυβδο, δηλαδή το γαληνίτη (PbS) και τον κερουσίτη (PbCO3).

Η μέθοδος αυτή ήταν μεν αποτελεσματική, αλλά απαιτούσε μεγάλες ποσότητες νερού, σε μία σχετικά άνυδρη περιοχή, όπως η Λαυρεωτική. Ετσι, οι σπουδαίοι μεταλλουργοί του Λαυρίου επινόησαν μία κατασκευή στην οποία το νερό που χρησιμοποιούνταν για τον καθαρισμό του μεταλλεύματος, μπορούσε να αυτοκαθαρίζεται και να επανα-χρησιμοποιείται για τον ίδιο σκοπό.

Η επιστημονική μελέτη για τα αρχαία «πλυντήρια» του Λαυρίου είναι μια παλιά υπόθεση που προσέλκυσε πολλούς ερευνητές φέρνοντας κοντά τους μηχανικούς με τους αρχαιολόγους. Ασχολήθηκαν με αυτά ο A. Κορδέλλας (1869), ο Φ.Νέγρης (1881), ο Ε. Ardaillon (1897), οι Κ. Κονοφάγος και H. Mussche (1970), η Κ. Τσάιμου (2002-), ο E. Κακαβογιάννης (1990), ο C.Domerque (1998), ο Γ. Παπαδημητρίου (2013-) και πολλοί άλλοι.

Για τους μη γνωρίζοντες τα πλυντήρια ήταν μέσα υδρομηχανικού εμπλουτισμού των μεταλλοφόρων κοιτασμάτων της περιοχής, ώστε αυτά να εμπλουτίζονται σε αργυρούχο μόλυβδο, δηλαδή το γαληνίτη (PbS) και τον κερουσίτη (PbCO3).

Η μέθοδος αυτή ήταν μεν αποτελεσματική, αλλά απαιτούσε μεγάλες ποσότητες νερού, σε μία σχετικά άνυδρη περιοχή, όπως η Λαυρεωτική. Ετσι, οι σπουδαίοι μεταλλουργοί του Λαυρίου επινόησαν μία κατασκευή στην οποία το νερό που χρησιμοποιούνταν για τον καθαρισμό του μεταλλεύματος, μπορούσε να αυτοκαθαρίζεται και να επανα-χρησιμοποιείται για τον ίδιο σκοπό. Πρόκειται για το λεγόμενο Πλυντήριο Μεταλλεύματος ή αλλιώς το Καθαριστήριον.

Τα πλυντήρια ήταν κυρίως επίπεδα, όπως εκείνο δίπλα στο αρχαίο θέατρο του Θορικού. Εντούτοις, το 1965, ο καθηγητής ΕΜΠ Κ. Κονοφάγος παρατήρησε μια ελικοειδή κατασκευή στην θέση «Μεγάλα Πεύκα» την οποίο ερμήνευσε ως «ελικοειδές πλυντήριο» ενώ στη συνέχεια εντοπίστηκαν στη Λαυρεωτική άλλα δύο ελικοειδή πλυντήρια, ένα στην θέση Δημολιάκι και ένα στην θέση Μπερτσέκο.

Τα «ελικοειδή πλυντήρια» ήταν μεταγενέστερα των επιπέδων, είχαν μεγάλο μήκος και σχετικά εύκολη ανακυκλοφορία του νερού, πιθανώς ως προσπάθεια μίμησης των ξύλινων ρείθρων των επίπεδων πλυντηρίων. Ερμηνεύτηκαν ως ειδικά πλυντήρια μικρής παραγωγής, αλλά καλής μεταλλικής απόδοσης για φτωχά μεταλλεύματα, πιθανώς απορρίμματα που ήταν λεπτομερή ή έπρεπε να λειοτριβηθούν περαιτέρω (Κ. Κονοφάγος, 1,2.

Μετά το 2002, η Κ. Τσάιμου, επίσης καθηγήτρια ΕΜΠ, εντόπισε και ανέσκαψε ορισμένα ακόμη μαρμάρινα «ελικοειδή πλυντήρια» στην κοιλάδα Αρύ της Λαυρεωτικής ανάμεσα σε Ανάβυσσο και Κερατέα (Αρύ Ι, ΙΙ και ΙΙΙ βλ. 3). Σύμφωνα με την Κ. Τσάιμου, τα ελικοειδή πλυντήρια δεν αποτελούσαν ανεξάρτητα συγκροτήματα εμπλουτισμού, αλλά εντάσσονταν μέσα σε ένα συγκρότημα επιπέδων πλυντηρίων, με τα οποία συνδυάζονταν κατατείνοντας στην καλύτερη οικονομία του εμπλουτισμού του μεταλλεύματος (βλ. 4).

Επιπλέον στην θέση Αρύ, που σημειωτέον, η ανασκαφική έρευνα δεν έχει ολοκληρωθεί, ανέσκαψε και ορισμένες ακόμη κατασκευές (οριζόντιες και όχι ελικοειδείς) που ερμηνεύτηκαν ως διατάξεις αναμεικτικές με σκοπό την πλινθοποίηση και την εν συνεχεία τροφοδοσία των μεταλλουργικών καμινιών.

Το 2013, ο Γ. Παπαδημητρίου, επίσης καθηγητής ΕΜΠ, έδωσε μια άλλη ερμηνεία (βλ. συν. διαλέξεις 5,6 στο τέλος του κειμένου) θεωρώντας ότι όλες οι (ανοικτές και κλειστές) ανασκαφείσες κατασκευές που ονομάστηκαν είτε ελικοειδή πλυντήρια είτε αναμεικτικές διατάξεις πλινθοποίησης, ήταν ουσιαστικά κυκλικά τριβεία με όρθια μυλόπετρα που κυλίεται μέσα στο αυλάκι και λειοτριβεί το εκεί τοποθετηθέν μετάλλευμα («edge runner mills»).

Στις παρατεθείσες πλέον πρόσφατες ανακοινώσεις μπορεί να μελετήσει κανείς τις επιμέρους ερμηνείες και την τεκμηρίωσή τους από κάθε πλευρά.

Κατά την άποψή μου, είναι όχι μόνο παρήγορο αλλά και εξαιρετικά θετικό, επιστήμονες εγνωσμένου κύρους, ομότιμοι καθηγητές, να συνεχίζουν με επιμονή και πάθος την έρευνα, δίνοντας το παράδειγμα στους νεώτερους ερευνητές για την αναζήτηση της επιστημονικής γνώσης, τους κόπους, τα προβλήματα και τα δύσκολα μονοπάτια που πρέπει να διαβούν.

Παράλληλα, σε κάθε περίπτωση, η μόνη κερδισμένη θα είναι η επιστημονική αλήθεια και η τεκμηρίωσή της από μια τέτοια φαινομενική αντιπαράθεση που σχετίζεται με το συγκεκριμένο εξαιρετικά σοβαρό ζήτημα ερμηνείας των ευρημάτων στη Λαυρεωτική.

Μακάρι, σύντομα να συνεχιστεί η ανασκαφική έρευνα (ήδη γίνεται προσπάθεια ένταξης στο πλαίσιο προγραμμάτων του ΕΣΠΑ) ώστε να υπάρξουν νέα ευρήματα. Και μακάρι επίσης, νεώτεροι ερευνητές να έχουν την όρεξη και το απαιτούμενο σθένος, να μπούν στην διαδικασία να ερευνήσουν και να ερμηνεύσουν τα νέα αυτά ευρήματα, με το ίδιο πάθος και αμεροληψία, όπως έκαμαν οι προκάτοχοί τους.


  1. Κονοφάγος Κ., H. Mussche (1970). «Τα ελικοειδή πλυντήρια των αρχαίων Ελλήνων εις το Λαύριον. Μία απολεσθείσα αρχαία Ελληνική εφεύρεση», Πραγματείαι της Ακαδημίας Αθηνών.
  2. Κονοφάγος, Κ., (1980). Το Αρχαίο Λαύριο και η Ελληνική Τεχνική Παραγωγής Αργύρου, Αθήνα, σελ.458.
  3. Κ. Τσάιμου: Συγκρότημα Κατεργασίας Αργυρούχων Μεταλλευμάτων στη θέση Αρύ Λαυρεωτικής, ΙΣΤ Επιστημονική Συνάντηση ΝΑ Αττικής, 2016
  4. Κ. Τσάιμου «Ο ρόλος του συνδυασμού επιπέδων και ελικοειδούς πλυντηρίου στο οικονομικό αποτέλεσμα της τήξης του αργυρίτη»
  5. Γ. Παπαδημητρίου: Μια νέα άποψη για τα ελικοειδή πλυντήρια του Λαυρίου, ΙΕ Επιστημονική Συνάντηση ΝΑ Αττικής, 2015
  6. Γ. Παπαδημητρίου: Τριβεία και Μύλοι κατά την Κλασσική Περίοδο, ΕΜΑΕΤ, 2.12.2013



Πηγή