Σύμφωνα με τον Λουκιανό μεταξύ 150 και 170 μ.Χ. ένας τσαρλατάνος και απατεώνας που ονομαζόταν Αλέξανδρος ίδρυσε στη Μικρά Ασία μια ασυνήθιστα πετυχημένη σέκτα. Ο άνδρας αυτός είχε περάσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του άστατα σε διάφορες πόλεις και αποφάσισε τελικά να εγκατασταθεί στη Χαλκηδόνα επειδή λεγόταν ότι οι άνθρωποι εκεί ήταν ιδιαίτερα χοντροκέφαλοι.
Πρώτα κατασκεύασε μια ορειχάλκινη (μπρούτζινη) πλάκα πάνω στην οποία μια επιγραφή διακήρυσσε ότι πολύ σύντομα θα επέστρεφε ο θεός της ιατρικής Ασκληπιός. Έθαψε κρυφά την πλάκα, υποκρίθηκε στη συνέχεια ότι την ανακάλυψε κατόπιν θεϊκής υπόδειξης και κατόρθωσε έτσι να πείσει τους ντόπιους να χτίσουν ένα ναό στο θεό. Στη συνέχεια έπιασε ένα φίδι, το ζώο της Ιατρικής και το έβαλε μέσα σε ένα άδειο αβγό χήνας.
Την επόμενη μέρα άρχισε να μιλά ξένες γλώσσες. Κατάφερε να παρασύρει ένα μεγάλο πλήθος ανθρώπων στο εργοτάξιο του ναού όπου, τελείως συμπτωματικά υποτίθεται, βρήκε το αβγό. Εκστασιασμένη η λαοσύναξη παρακολούθησε το φίδι να γεννιέται μέσα στα χέρια του. Με την απάτη αυτή ο Αλέξανδρος κέρδισε αναρίθμητους οπαδούς. Στη συνέχεια κατασκεύασε από σχοινί και φελλό ένα τεχνητό φίδι με ανθρώπινο κεφάλι το οποίο επιδείκνυε όποτε υποδεχόταν επισκέπτες στη σκοτεινή αίθουσα του ναού.
Έτσι ο Αλέξανδρος ανέδειξε τον εαυτό του σε ανώτατο ιερέα της λατρείας του άγιου φιδιού που έγινε γνωστό με το όνομα Γλύκων. Ο κόσμος μπορούσε επίσης να θέτει ερωτήματα στο «μαντείο» γραμμένα σε σφραγισμένα ρολά παπύρων. Ο Αλέξανδρος άνοιγε τη σφραγίδα με μια πυρωμένη βελόνα και μετά έδινε απαντήσεις στους πιστούς αφήνοντας τους κατάπληκτους.
Σύντομα ο εφευρετικός Αλέξανδρος δάνεισε στο φίδι και φωνή. Με κλωστές και αλογότριχα ο Αλέξανδρος κουνούσε το στόμα του φιδιού, που έμοιαζε σαν να μιλάει. Από το διπλανό δωμάτιο μιλούσε μια συνεργός του απατεώνα μέσα σε ένα μακρύ σωλήνα που είχε κατασκευαστεί από λαρύγγια γερανών και κατέληγε σε φάρυγγα φιδιού. Σύντομα η είδηση για το μαντείο έφτασε στη Ρώμη και όλο και περισσότεροι άνθρωποι συνέρρεαν εκεί.
Ο Λουκιανός που μεταφέρει την ιστορία, παρέμεινε δύσπιστος και έθεσε στο μαντείο μια μεγάλη σειρά από ερωτήσεις για να το δοκιμάσει. Το μόνο που κατάφερε να εισπράξει όμως ήταν η οργή του λαού. Όταν τελικά πέθανε ο Αλέξανδρος, φαίνεται ότι ορισμένοι μυημένοι κατόρθωσαν να συνεχίσουν την απάτη. Νομίσματα και επιγραφές της εποχής αποδεικνύουν πόσο διάσημος ήταν ο Γλύκων. Χωρίς την περιγραφή του Λουκιανού δεν θα γνωρίζαμε σήμερα πως λειτουργούσε το κόλπο της εξαπάτησης.
Βιβλιογραφία : Τα ρεκόρ της αρχαιότητας, Αlian Klynne & Cecilia Klynne, εκδόσεις Κλειδάριθμος.
Πηγή
Πρώτα κατασκεύασε μια ορειχάλκινη (μπρούτζινη) πλάκα πάνω στην οποία μια επιγραφή διακήρυσσε ότι πολύ σύντομα θα επέστρεφε ο θεός της ιατρικής Ασκληπιός. Έθαψε κρυφά την πλάκα, υποκρίθηκε στη συνέχεια ότι την ανακάλυψε κατόπιν θεϊκής υπόδειξης και κατόρθωσε έτσι να πείσει τους ντόπιους να χτίσουν ένα ναό στο θεό. Στη συνέχεια έπιασε ένα φίδι, το ζώο της Ιατρικής και το έβαλε μέσα σε ένα άδειο αβγό χήνας.
Την επόμενη μέρα άρχισε να μιλά ξένες γλώσσες. Κατάφερε να παρασύρει ένα μεγάλο πλήθος ανθρώπων στο εργοτάξιο του ναού όπου, τελείως συμπτωματικά υποτίθεται, βρήκε το αβγό. Εκστασιασμένη η λαοσύναξη παρακολούθησε το φίδι να γεννιέται μέσα στα χέρια του. Με την απάτη αυτή ο Αλέξανδρος κέρδισε αναρίθμητους οπαδούς. Στη συνέχεια κατασκεύασε από σχοινί και φελλό ένα τεχνητό φίδι με ανθρώπινο κεφάλι το οποίο επιδείκνυε όποτε υποδεχόταν επισκέπτες στη σκοτεινή αίθουσα του ναού.
Έτσι ο Αλέξανδρος ανέδειξε τον εαυτό του σε ανώτατο ιερέα της λατρείας του άγιου φιδιού που έγινε γνωστό με το όνομα Γλύκων. Ο κόσμος μπορούσε επίσης να θέτει ερωτήματα στο «μαντείο» γραμμένα σε σφραγισμένα ρολά παπύρων. Ο Αλέξανδρος άνοιγε τη σφραγίδα με μια πυρωμένη βελόνα και μετά έδινε απαντήσεις στους πιστούς αφήνοντας τους κατάπληκτους.
Σύντομα ο εφευρετικός Αλέξανδρος δάνεισε στο φίδι και φωνή. Με κλωστές και αλογότριχα ο Αλέξανδρος κουνούσε το στόμα του φιδιού, που έμοιαζε σαν να μιλάει. Από το διπλανό δωμάτιο μιλούσε μια συνεργός του απατεώνα μέσα σε ένα μακρύ σωλήνα που είχε κατασκευαστεί από λαρύγγια γερανών και κατέληγε σε φάρυγγα φιδιού. Σύντομα η είδηση για το μαντείο έφτασε στη Ρώμη και όλο και περισσότεροι άνθρωποι συνέρρεαν εκεί.
Ο Λουκιανός που μεταφέρει την ιστορία, παρέμεινε δύσπιστος και έθεσε στο μαντείο μια μεγάλη σειρά από ερωτήσεις για να το δοκιμάσει. Το μόνο που κατάφερε να εισπράξει όμως ήταν η οργή του λαού. Όταν τελικά πέθανε ο Αλέξανδρος, φαίνεται ότι ορισμένοι μυημένοι κατόρθωσαν να συνεχίσουν την απάτη. Νομίσματα και επιγραφές της εποχής αποδεικνύουν πόσο διάσημος ήταν ο Γλύκων. Χωρίς την περιγραφή του Λουκιανού δεν θα γνωρίζαμε σήμερα πως λειτουργούσε το κόλπο της εξαπάτησης.
Βιβλιογραφία : Τα ρεκόρ της αρχαιότητας, Αlian Klynne & Cecilia Klynne, εκδόσεις Κλειδάριθμος.
Πηγή