Ο Φίλιππος Β΄ είχε καθιερώσει να υπηρετούν τον βασιλέα τα παιδιά των επιφανών Μακεδόνων, μόλις εισέρχονταν στην εφηβεία. Καθήκοντά τους ήταν να τον φροντίζουν, να τον φρουρούν όταν κοιμόταν, να εκτελούν χρέη ιπποκόμου στις εξόδους του, να τον βοηθούν να ιππεύσει με τον Περσικό τρόπο και να συμμετέχουν στους βασιλικούς κυνηγετικούς αγώνες.
Συναναστρεφόμενα τον βασιλέα και τους πλησιέστερους σ’ αυτόν αξιωματούχους, αποκτούσαν γνώσεις και εμπειρία, τόσο στα πολιτικά όσο και στρατιωτικά πράγματα.
Εν ολίγοις το «Σώμα των παίδων» αποτελούσε το φυτώριο των μελλοντικών αξιωματούχων του Μακεδονικού κράτους.
Ήταν όμως και κάτι ακόμη, ένα «Σώμα Ομήρων» του Μακεδόνα βασιλιά και δεν είναι τυχαίο ότι καθιερώθηκε από τον Φίλιππο, που υπήρξε και ο ίδιος όμηρος και γνώριζε από πρώτο χέρι τη χρησιμότητα των ομήρων.
Όταν καθιέρωσε αυτό το Σώμα, το Μακεδονικό κράτος ήταν σχεδόν υποταγμένο στους Ιλλυριούς και η δυναστεία των Αργεαδών απειλούνταν από τους δυσαρεστημένους Μακεδόνες αριστοκράτες. Οι τελευταίοι παραδίδοντας τους δικούς τους διαδόχους ως ομήρους στον βασιλιά, υποχρεώνονταν να τον υποστηρίζουν σε όλες του τις αποφάσεις. Έτσι ο βασιλιάς είχε εξασφαλισμένη την υπακοή των πρώτης γραμμής αξιωματούχων του και τη συνέχιση της αρχαίας βασιλικής δυναστείας.
Ένας από τους παίδες, ο Ερμόλαος του Σώπολι, σε κάποιο βασιλικό κυνήγι αγριόχοιρου σκότωσε το θήραμα και ο Αλέξανδρος, που έχασε την ευκαιρία επειδή καθυστέρησε, θύμωσε μαζί του, του πήρε το άλογο και διέταξε να τον μαστιγώσουν μπροστά στα άλλα παιδιά.
Ο Ερμόλαος προσεβλήθη βαθύτατα και είπε στο Σώστρατο του Αμύντα, που ήταν συνομήλικος του, ότι δεν μπορούσε να ζήσει χωρίς να τιμωρήσει τον Αλέξανδρο.
Ο Σώστρατος επειδή αγαπούσε τον Ερμόλαο δέχτηκε εύκολα να συνεργαστεί. Οι δύο τους στρατολόγησαν κι άλλα παιδιά, τον Αντίπατρο του Ασκληπιόδωρου (γιος του πρώην σατράπη της Συρίας) τον Επιμένη του Αρσαίου, τον Αντικλή του Θεόκριτου, τον Φιλώτατου Κάρσι από τη Θράκη και συμφώνησαν να σκοτώσουν τον Αλέξανδρο στον ύπνο του, όταν θα είχε νυχτερινή βάρδια ο Αντίπατρος.
Η συνωμοσία απέτυχε και η εν λόγω αποτυχία αποδίδεται στην «εμπλοκή» υπερφυσικών παραγόντων. Λέγεται λοιπόν ότι ανάμεσα στους μάντεις της Αυλής ήταν και μία Σύρια, την οποία αρχικά όλοι περιγελούσαν, αλλά όταν είδαν ότι είχε πράγματι υπερφυσικές δυνάμεις και ότι όσα έλεγε στην έκστασή της έβγαιναν αληθινά, ο Αλέξανδρος την συμπεριέλαβε στην προσωπική του ακολουθία.
Το βράδυ, που οι παίδες είχαν προγραμματίσει τη δολοφονία του, ο Αλέξανδρος γύριζε από οινοποσία.
Βρήκε τη Σύρια σε έκσταση και ακολουθώντας τη συμβουλή της, ξαναγύρισε στην οινοποσία. Έτσι η απόπειρα των παίδων έπεσε στο κενό.
Την επομένη ο Επιμένης είπε τα καθέκαστα στον Χαρικλή του Μενάνδρου, αυτός τα είπε στον αδελφό του Επιμένη, τον Ευρύλοχο, ο οποίος αδιαφορώντας για τον αδελφό του τα μαρτύρησε στον Πτολεμαίο του Λάγου.
Μόλις τα πληροφορήθηκε ο Αλέξανδρος διέταξε να συλληφθούν οι συνωμότες που κατέδωσε ο Ευρύλοχος και να βασανισθούν, για να αποκαλύψουν όλη τη συνωμοσία.
Όταν ο Ερμόλαος, οδηγήθηκε στην εκκλησία των Μακεδόνων, ομολόγησε την πράξη του και είπε ότι ουδείς ελεύθερος άνθρωπος θα μπορούσε να ανεχθεί την προσβολή του Αλεξάνδρου, τον οποίο κατηγόρησε για όλα: την εκτέλεση του Φιλώτα, τη αδικαιολόγητη δολοφονία του Παρμενίωνα, το φόνο του Κλείτου πάνω στο μεθύσι, τη Μηδική ενδυμασία που χρησιμοποιούσε, την προσκύνηση που ήθελε να επιβάλει και τέλος τους βαρβαρικούς τρόπους που είχε αποκτήσει στο ποτό και τον ύπνο.
Αυτά δεν μπορούσε να τα υποφέρει και αποφάσισε να απαλλάξει τον εαυτό του και τους Μακεδόνες, δολοφονώντας τον Αλέξανδρο.
Φυσικά ο Ερμόλαος και οι άλλοι συνωμότες καταδικάσθηκαν σε θάνατο και εκτελέστηκαν δια λιθοβολισμού, όπως προβλεπόταν για το έγκλημά τους.
Με δεδομένη τη γενική συμφωνία των πηγών στα περί την συνωμοσία, πρέπει να σταθούμε στις κατηγορίες, που ο Ερμόλαος εκτόξευσε κατά του Αλεξάνδρου απολογούμενος.
Από το γεγονός ότι εμφανίσθηκε ως τυραννοκτόνος και από την ασήμαντη αφορμή, που άδραξε, πρέπει να συμπεράνουμε ότι οι σχέσεις του Αλεξάνδρου με ένα σημαντικό μέρος της αριστοκρατίας και των απλών Μακεδόνων είχαν φτάσει σε σημείο οξύτητας.
Η καταδίκη των παίδων, όπως κι εκείνη του Φιλώτα παλαιότερα, φυσικά δεν ήταν αποτέλεσμα πίεσης του Αλεξάνδρου ή φόβου των Μακεδόνων, αλλά αναμενόμενη δικαστική απόφαση, καθώς οι πάσης φύσεως παρεκτροπές του βασιλιά μπορούσαν να κριθούν μόνο από την εκκλησία των Μακεδόνων και όχι από μεμονωμένα άτομα.
Επειδή ο εμπνευστής της συνωμοσίας Ερμόλαος είχε κλίση στη φιλοσοφία και είχε γίνει μαθητής και θαυμαστής του Καλλισθένη, η υπόθεση αυτή ήταν μία πρώτης τάξεως ευκαιρία να βγει από τη μέση ο σημαντικότερος πολέμιος της προσκύνησης.
Ο Καλλισθένης λοιπόν συνελήφθη κατηγορούμενος ως ο ιθύνων νους της συνωμοσίας, ενώ κατά τους Αριστόβουλο και Πτολεμαίο οι παίδες ομολόγησαν ότι αυτός τους είχε ξεσηκώσει.
Αν και οι δύο αυτοί πρωταγωνίστησαν σε πολλά περιστατικά και υπήρξαν αυτόπτες μάρτυρες σε περισσότερα, η άποψή τους έχει θεωρηθεί ως απολογία και απερρίφθη από τους περισσότερους ιστορικούς.
Κανείς άλλος δεν πίστεψε την ανάμιξη του Καλλισθένη και όλοι αντιλέγουν ότι, όσο κι αν βασανίστηκαν ο Ερμόλαος και οι συνεργάτες του, αρνήθηκαν να τον αναμείξουν.
Μάλιστα ο Πλούταρχος λέει ότι αυτό το παραδέχτηκε και ο ίδιος ο Αλέξανδρος σε επιστολές του προς τους Αλκέτα, Κρατερό και Άτταλο.
Παρά ταύτα ο Καλλισθένης δεν επρόκειτο να ζήσει. Δεν έχει καταγραφεί απολογία του Καλλισθένη, ίσως διότι δεν ήταν Μακεδόνας, αλλά Χαλκιδέας επί Θράκης από την Όλυνθο και συνεπώς δεν εδικαιούτο να συμμετάσχει στην εκκλησία των Μακεδόνων, που συνεδρίαζε ως δικαστήριο.
Ο θάνατός του είναι ακόμη ένα σημείο διαφωνίας των αρχαίων πηγών.
Κατά τον Αριστόβουλο, αφού τον διαπόμπευσαν, προφανώς για να τρομοκρατήσουν τους οπαδούς των απόψεών του, τον έριξαν στη φυλακή όπου πέθανε από αρρώστια.
Κατά τον Πτολεμαίο, τον βασάνισαν στον τροχό και τον κρέμασαν.
Κατά τον Χάρι τον Μυτιληναίο παρέμεινε στη φυλακή περιμένοντας να φτάσει ο Αριστοτέλης, για να παραστεί στη δίκη, και πέθανε από φθειρίαση, φυλακισμένος και υπέρβαρος, 7 μήνες μετά τη σύλληψή του, όταν ο Αλέξανδρος τραυματίσθηκε στους Μαλλούς.
Αυτή η αναφορά στον Αριστοτέλη σχετίζεται ασφαλώς με την ψυχρότητα στις σχέσεις του πρώην μαθητού με το δάσκαλό του και ίσως με τη θεωρία της δηλητηρίασης του Αλεξάνδρου.
Το βιβλίο του Διόδωρου έχει χάσμα, αλλά από τα διασωθέντα περιεχόμενά του βλέπουμε ότι πραγματευόταν το θάνατο του Καλλισθένη αμέσως μετά το φόνο του Κλείτου, ίσως σκόπιμα εκτός χρονολογικής σειράς.
Κατά τον Κούρτιο, ο Καλλισθένης υπεβλήθη σε βασανιστήρια και πέθανε και ο Αλέξανδρος μετάνιωσε γι’ αυτή τη βάρβαρη πράξη του.
Ο Ιουστίνος σε άλλο σημείο λέει ότι εκτελέστηκε με την κατηγορία της προδοσίας και σε άλλο ότι ο Αλέξανδρος τον έκλεισε σε κλουβί σαν άγριο θηρίο και ότι ο Λυσίμαχος τον δηλητηρίασε, για να τον λυτρώσει.
Άλλοι έγραψαν ότι ο Αλέξανδρος έριξε ένα λιοντάρι να τον κατασπαράξει. Προφανώς το μένος μεταξύ Αλεξανδρινών και αντι Αλεξανδρινών ήταν τέτοιο, ώστε ακόμη και οι αυτόπτες, Αριστόβουλος και Πτολεμαίος, είδαν τα πράγματα διαφορετικά.
Εκείνο, που έχει σημασία δεν είναι βέβαια ο τρόπος θανάτου του Καλλισθένη, αλλά το γεγονός ότι βγήκε από τη μέση, μόλις έθεσε σε κίνδυνο τα όντως μεγαλεπήβολα πολιτικά σχέδια του Αλεξάνδρου.
Το βασιλικό ημερολόγιο, στο οποίο μέσω του Καλλισθένη βασίζονταν οι αρχαίοι ιστορικοί, έπαψε πλέον να είναι προσβάσιμη πηγή πληροφόρησης και η εντυπωσιακή ασυμφωνία των πηγών στα γεγονότα της Σογδιανής υποδηλώνει ότι οι σημειώσεις του διαπιστευμένου ιστορικού της εκστρατείας για το διάστημα των τελευταίων 12 περίπου μηνών πριν τη σύλληψή του, είτε καταστράφηκαν είτε δεν έτυχαν αξιοποίησης.
Οι μεν κομπασμοί του ότι εκείνος θα καθόριζε την εικόνα του Αλεξάνδρου για σύγχρονους και μεταγενέστερους, πρέπει να εκλήφθηκαν ως απειλή, οι δε σημειώσεις του ως επικίνδυνες και να έτυχαν ανάλογης μεταχείρισης.
Γενική συμφωνία στις αρχαίες πηγές έχουμε ξανά με το θάνατο του Αλεξάνδρου, οπότε οι ιστορικοί απέκτησαν και πάλι πρόσβαση στο βασιλικό ημερολόγιο.
Βιβλιογραφία:
Συναναστρεφόμενα τον βασιλέα και τους πλησιέστερους σ’ αυτόν αξιωματούχους, αποκτούσαν γνώσεις και εμπειρία, τόσο στα πολιτικά όσο και στρατιωτικά πράγματα.
Εν ολίγοις το «Σώμα των παίδων» αποτελούσε το φυτώριο των μελλοντικών αξιωματούχων του Μακεδονικού κράτους.
Ήταν όμως και κάτι ακόμη, ένα «Σώμα Ομήρων» του Μακεδόνα βασιλιά και δεν είναι τυχαίο ότι καθιερώθηκε από τον Φίλιππο, που υπήρξε και ο ίδιος όμηρος και γνώριζε από πρώτο χέρι τη χρησιμότητα των ομήρων.
Όταν καθιέρωσε αυτό το Σώμα, το Μακεδονικό κράτος ήταν σχεδόν υποταγμένο στους Ιλλυριούς και η δυναστεία των Αργεαδών απειλούνταν από τους δυσαρεστημένους Μακεδόνες αριστοκράτες. Οι τελευταίοι παραδίδοντας τους δικούς τους διαδόχους ως ομήρους στον βασιλιά, υποχρεώνονταν να τον υποστηρίζουν σε όλες του τις αποφάσεις. Έτσι ο βασιλιάς είχε εξασφαλισμένη την υπακοή των πρώτης γραμμής αξιωματούχων του και τη συνέχιση της αρχαίας βασιλικής δυναστείας.
Ένας από τους παίδες, ο Ερμόλαος του Σώπολι, σε κάποιο βασιλικό κυνήγι αγριόχοιρου σκότωσε το θήραμα και ο Αλέξανδρος, που έχασε την ευκαιρία επειδή καθυστέρησε, θύμωσε μαζί του, του πήρε το άλογο και διέταξε να τον μαστιγώσουν μπροστά στα άλλα παιδιά.
Ο Ερμόλαος προσεβλήθη βαθύτατα και είπε στο Σώστρατο του Αμύντα, που ήταν συνομήλικος του, ότι δεν μπορούσε να ζήσει χωρίς να τιμωρήσει τον Αλέξανδρο.
Ο Σώστρατος επειδή αγαπούσε τον Ερμόλαο δέχτηκε εύκολα να συνεργαστεί. Οι δύο τους στρατολόγησαν κι άλλα παιδιά, τον Αντίπατρο του Ασκληπιόδωρου (γιος του πρώην σατράπη της Συρίας) τον Επιμένη του Αρσαίου, τον Αντικλή του Θεόκριτου, τον Φιλώτατου Κάρσι από τη Θράκη και συμφώνησαν να σκοτώσουν τον Αλέξανδρο στον ύπνο του, όταν θα είχε νυχτερινή βάρδια ο Αντίπατρος.
Η συνωμοσία απέτυχε και η εν λόγω αποτυχία αποδίδεται στην «εμπλοκή» υπερφυσικών παραγόντων. Λέγεται λοιπόν ότι ανάμεσα στους μάντεις της Αυλής ήταν και μία Σύρια, την οποία αρχικά όλοι περιγελούσαν, αλλά όταν είδαν ότι είχε πράγματι υπερφυσικές δυνάμεις και ότι όσα έλεγε στην έκστασή της έβγαιναν αληθινά, ο Αλέξανδρος την συμπεριέλαβε στην προσωπική του ακολουθία.
Το βράδυ, που οι παίδες είχαν προγραμματίσει τη δολοφονία του, ο Αλέξανδρος γύριζε από οινοποσία.
Βρήκε τη Σύρια σε έκσταση και ακολουθώντας τη συμβουλή της, ξαναγύρισε στην οινοποσία. Έτσι η απόπειρα των παίδων έπεσε στο κενό.
Την επομένη ο Επιμένης είπε τα καθέκαστα στον Χαρικλή του Μενάνδρου, αυτός τα είπε στον αδελφό του Επιμένη, τον Ευρύλοχο, ο οποίος αδιαφορώντας για τον αδελφό του τα μαρτύρησε στον Πτολεμαίο του Λάγου.
Μόλις τα πληροφορήθηκε ο Αλέξανδρος διέταξε να συλληφθούν οι συνωμότες που κατέδωσε ο Ευρύλοχος και να βασανισθούν, για να αποκαλύψουν όλη τη συνωμοσία.
Όταν ο Ερμόλαος, οδηγήθηκε στην εκκλησία των Μακεδόνων, ομολόγησε την πράξη του και είπε ότι ουδείς ελεύθερος άνθρωπος θα μπορούσε να ανεχθεί την προσβολή του Αλεξάνδρου, τον οποίο κατηγόρησε για όλα: την εκτέλεση του Φιλώτα, τη αδικαιολόγητη δολοφονία του Παρμενίωνα, το φόνο του Κλείτου πάνω στο μεθύσι, τη Μηδική ενδυμασία που χρησιμοποιούσε, την προσκύνηση που ήθελε να επιβάλει και τέλος τους βαρβαρικούς τρόπους που είχε αποκτήσει στο ποτό και τον ύπνο.
Αυτά δεν μπορούσε να τα υποφέρει και αποφάσισε να απαλλάξει τον εαυτό του και τους Μακεδόνες, δολοφονώντας τον Αλέξανδρο.
Φυσικά ο Ερμόλαος και οι άλλοι συνωμότες καταδικάσθηκαν σε θάνατο και εκτελέστηκαν δια λιθοβολισμού, όπως προβλεπόταν για το έγκλημά τους.
Με δεδομένη τη γενική συμφωνία των πηγών στα περί την συνωμοσία, πρέπει να σταθούμε στις κατηγορίες, που ο Ερμόλαος εκτόξευσε κατά του Αλεξάνδρου απολογούμενος.
Από το γεγονός ότι εμφανίσθηκε ως τυραννοκτόνος και από την ασήμαντη αφορμή, που άδραξε, πρέπει να συμπεράνουμε ότι οι σχέσεις του Αλεξάνδρου με ένα σημαντικό μέρος της αριστοκρατίας και των απλών Μακεδόνων είχαν φτάσει σε σημείο οξύτητας.
Η καταδίκη των παίδων, όπως κι εκείνη του Φιλώτα παλαιότερα, φυσικά δεν ήταν αποτέλεσμα πίεσης του Αλεξάνδρου ή φόβου των Μακεδόνων, αλλά αναμενόμενη δικαστική απόφαση, καθώς οι πάσης φύσεως παρεκτροπές του βασιλιά μπορούσαν να κριθούν μόνο από την εκκλησία των Μακεδόνων και όχι από μεμονωμένα άτομα.
Επειδή ο εμπνευστής της συνωμοσίας Ερμόλαος είχε κλίση στη φιλοσοφία και είχε γίνει μαθητής και θαυμαστής του Καλλισθένη, η υπόθεση αυτή ήταν μία πρώτης τάξεως ευκαιρία να βγει από τη μέση ο σημαντικότερος πολέμιος της προσκύνησης.
Ο Καλλισθένης λοιπόν συνελήφθη κατηγορούμενος ως ο ιθύνων νους της συνωμοσίας, ενώ κατά τους Αριστόβουλο και Πτολεμαίο οι παίδες ομολόγησαν ότι αυτός τους είχε ξεσηκώσει.
Αν και οι δύο αυτοί πρωταγωνίστησαν σε πολλά περιστατικά και υπήρξαν αυτόπτες μάρτυρες σε περισσότερα, η άποψή τους έχει θεωρηθεί ως απολογία και απερρίφθη από τους περισσότερους ιστορικούς.
Κανείς άλλος δεν πίστεψε την ανάμιξη του Καλλισθένη και όλοι αντιλέγουν ότι, όσο κι αν βασανίστηκαν ο Ερμόλαος και οι συνεργάτες του, αρνήθηκαν να τον αναμείξουν.
Μάλιστα ο Πλούταρχος λέει ότι αυτό το παραδέχτηκε και ο ίδιος ο Αλέξανδρος σε επιστολές του προς τους Αλκέτα, Κρατερό και Άτταλο.
Παρά ταύτα ο Καλλισθένης δεν επρόκειτο να ζήσει. Δεν έχει καταγραφεί απολογία του Καλλισθένη, ίσως διότι δεν ήταν Μακεδόνας, αλλά Χαλκιδέας επί Θράκης από την Όλυνθο και συνεπώς δεν εδικαιούτο να συμμετάσχει στην εκκλησία των Μακεδόνων, που συνεδρίαζε ως δικαστήριο.
Ο θάνατός του είναι ακόμη ένα σημείο διαφωνίας των αρχαίων πηγών.
Κατά τον Αριστόβουλο, αφού τον διαπόμπευσαν, προφανώς για να τρομοκρατήσουν τους οπαδούς των απόψεών του, τον έριξαν στη φυλακή όπου πέθανε από αρρώστια.
Κατά τον Πτολεμαίο, τον βασάνισαν στον τροχό και τον κρέμασαν.
Κατά τον Χάρι τον Μυτιληναίο παρέμεινε στη φυλακή περιμένοντας να φτάσει ο Αριστοτέλης, για να παραστεί στη δίκη, και πέθανε από φθειρίαση, φυλακισμένος και υπέρβαρος, 7 μήνες μετά τη σύλληψή του, όταν ο Αλέξανδρος τραυματίσθηκε στους Μαλλούς.
Αυτή η αναφορά στον Αριστοτέλη σχετίζεται ασφαλώς με την ψυχρότητα στις σχέσεις του πρώην μαθητού με το δάσκαλό του και ίσως με τη θεωρία της δηλητηρίασης του Αλεξάνδρου.
Το βιβλίο του Διόδωρου έχει χάσμα, αλλά από τα διασωθέντα περιεχόμενά του βλέπουμε ότι πραγματευόταν το θάνατο του Καλλισθένη αμέσως μετά το φόνο του Κλείτου, ίσως σκόπιμα εκτός χρονολογικής σειράς.
Κατά τον Κούρτιο, ο Καλλισθένης υπεβλήθη σε βασανιστήρια και πέθανε και ο Αλέξανδρος μετάνιωσε γι’ αυτή τη βάρβαρη πράξη του.
Ο Ιουστίνος σε άλλο σημείο λέει ότι εκτελέστηκε με την κατηγορία της προδοσίας και σε άλλο ότι ο Αλέξανδρος τον έκλεισε σε κλουβί σαν άγριο θηρίο και ότι ο Λυσίμαχος τον δηλητηρίασε, για να τον λυτρώσει.
Άλλοι έγραψαν ότι ο Αλέξανδρος έριξε ένα λιοντάρι να τον κατασπαράξει. Προφανώς το μένος μεταξύ Αλεξανδρινών και αντι Αλεξανδρινών ήταν τέτοιο, ώστε ακόμη και οι αυτόπτες, Αριστόβουλος και Πτολεμαίος, είδαν τα πράγματα διαφορετικά.
Εκείνο, που έχει σημασία δεν είναι βέβαια ο τρόπος θανάτου του Καλλισθένη, αλλά το γεγονός ότι βγήκε από τη μέση, μόλις έθεσε σε κίνδυνο τα όντως μεγαλεπήβολα πολιτικά σχέδια του Αλεξάνδρου.
Το βασιλικό ημερολόγιο, στο οποίο μέσω του Καλλισθένη βασίζονταν οι αρχαίοι ιστορικοί, έπαψε πλέον να είναι προσβάσιμη πηγή πληροφόρησης και η εντυπωσιακή ασυμφωνία των πηγών στα γεγονότα της Σογδιανής υποδηλώνει ότι οι σημειώσεις του διαπιστευμένου ιστορικού της εκστρατείας για το διάστημα των τελευταίων 12 περίπου μηνών πριν τη σύλληψή του, είτε καταστράφηκαν είτε δεν έτυχαν αξιοποίησης.
Οι μεν κομπασμοί του ότι εκείνος θα καθόριζε την εικόνα του Αλεξάνδρου για σύγχρονους και μεταγενέστερους, πρέπει να εκλήφθηκαν ως απειλή, οι δε σημειώσεις του ως επικίνδυνες και να έτυχαν ανάλογης μεταχείρισης.
Γενική συμφωνία στις αρχαίες πηγές έχουμε ξανά με το θάνατο του Αλεξάνδρου, οπότε οι ιστορικοί απέκτησαν και πάλι πρόσβαση στο βασιλικό ημερολόγιο.
Βιβλιογραφία:
- Αρριανός Δ.13-14
- Πλούταρχος Αλέξανδρος 55
- Διόδωρος ΙΖ.β.κη
- Κούρτιος 8.6-8
- Ιουστίνος 12.7.2, 15.3.3