Μία ρήση του Ισοκράτη (5ος-4ος αι. π.Χ.) περί της κοινής παιδείας των Ελλήνων, έχει ευρέως χρησιμοποιηθεί καταχρηστικά ως επιχείρημα, κατά τα τελευταία χρόνια, με συστηματικές παραμορφώσεις της έννοιάς της, από άγνοια ή πρόθεση, ακόμη και από επίσημα πρόσωπα της Πολιτείας.
Καταρχήν, είναι γενικώς επικίνδυνο να χρησιμοποιούνται αρχαίες φράσεις αποκομμένα, και να τους δίδεται αυθαίρετα η όποια ερμηνεία. Πουθενά δεν αναφέρει ὁ Ισοκράτης ότι «Ἓλληνές εἰσι οἱ μετέχοντες τῆς ελληνικῆς παιδείας”, φράση η οποία φυσικά οδηγεί σε άλλες ερμηνείες.Εν προκειμένω πρόκειται για μία αναφορά που έκαμε ο Ισοκράτης στον μεγαλειώδη πολιτικό λόγο του «Πανηγυρικός», το 380 π.Χ., στην 100η Ολυμπιάδα (ήταν 51 ετών) την οποία κάποιοι ερμηνεύουν κατά το δοκούν, και μέσα από αυθαίρετη ερμηνεία την επιβάλλουν διαστρεβλωμένη στην κοινή λογική.
Η εν λόγω φράση του Ισοκράτη έχει ως εξής:
«Τοσούτον δ’ απολέλοιπεν η πόλις ημών περί το φρονείν και λέγειν τους άλλους ανθρώπους, ώσθ’ οι ταύτης μαθηταί των άλλων διδάσκαλοι γεγόνασιν και το των Ελλήνων όνομα πεποίηκεν μηκέτι του γένους, αλλά της διανοίας δοκείν είναι και μάλλον Έλληνας καλείσθαι τους της παιδεύσεως της ημετέρας ή τους της κοινής φύσεως μετέχοντας.» (Πανηγυρικός, 50).
Μια παλιότερη μετάφραση (την πήρα από τον ιστότοπο των Ιών):
«Είναι δε τόσο μεγάλη η απόσταση που χωρίζει την πολιτεία μας από τους άλλους ανθρώπους ως προς την πνευματική ανάπτυξη και την τέχνη του λόγου, ώστε οι μαθητές της έχουν γίνει διδάσκαλοι των άλλων και κατόρθωσε (η πολιτεία μας) ώστε το όνομα των Ελλήνων να είναι σύμβολο όχι πλέον της καταγωγής, αλλά της πνευματικής ανύψωσης, και να ονομάζονται Ελληνες εκείνοι που παίρνουν τη δική μας μόρφωση και όχι αυτοί που έχουν την ίδια καταγωγή». (Ισοκράτους Λόγοι, Πανηγυρικός, Μτφρ. Α. Μ. Γεωργαντοπούλου, Εκδόσεις Ζαχαρόπουλος, 1940.)
Ο Ισοκράτης λοιπόν απευθυνόταν σε Έλληνες και παινεύοντας τη πόλη του, την Αθήνα, και το υψηλό επίπεδο παιδείας στο οποίο είχε φθάσει, υποστήριζε ότι αυτή η παιδεία αποτελεί χαρακτηριστικό γνώρισμα της ελληνικής ταυτότητας. Δεν μιλούσε για τους ξένους, τους οποίους αποκαλούσε βαρβάρους και καλούσε όλους τους Έλληνες σε πόλεμο εναντίον τους!
Με τη φράση αυτή ο Ισοκράτης, μαζί με άλλα επιχειρήματά του, υποστήριζε την Πανελλήνια Ιδέα του. Ειδικότερα, υποστήριζε ότι επειδή οι Έλληνες είναι πολιτιστικά πολύ ανώτεροι των Περσών, ήταν δυνατή η υλοποίηση της Πανελλήνιας Ιδέας (δηλαδή η ομόνοια και συνένωση) μέσα από την κοινή παιδεία. Ο Ισοκράτης με τον Πανηγυρικό λόγο του προσπαθεί να ενώσει τους Έλληνες υπό τη σκέπη της αθηναϊκής ηγεμονίας και χρησιμοποιεί προς τούτο την παιδεία και τον πολιτισμό, όπου η πόλη του είχε τα πρωτεία. Έτσι η «ημετέρα παίδευση» δεν είναι γενικά η ελληνική αλλά η αθηναϊκή, κάτω από την οποία καλεί τους Έλληνες να ενωθούν.
Στο ίδιο κείμενο, παρακάτω. μιλάει για την ανικανότητα του περσικού στρατού, για να δείξει ότι είναι εφικτή μια εκστρατεία εναντίον της Περσίας (Πανηγυρικός, 149):
«Ώστε μοι δοκοῦσιν ἐν ἅπασι τοῖς τόποις σαφῶς ἐπιδεδεῖχθαι τήν αὑτῶν μαλακίαν· καί γάρ ἐν τῇ παραλίᾳ τῆς Ἀσίας πολλάς μάχας ἥττηνται, καί διαβάντες εἰς τήν Εὐρώπην δίκην ἔδοσαν, —οἱ μέν γάρ αὐτῶν κακῶς ἀπώλονθ᾽, οἱ δ᾽ αἰσχρῶς ἐσώθησαν—, καί τελευτῶντες ὑπ᾽ αὐτοῖς τοῖς βασιλείοις καταγέλαστοι γεγόνασιν.»
(Θαρρώ λοιπόν πως δεν υπάρχει τόπος που δε γνώρισε σε όλη την έκτασή της τη δειλία και τη νωθρότητα του περσικού στρατού: Και στα παράλια της Ασίας πολλές φορές νικήθηκε, αλλά και στην Ευρώπη, όταν διάβηκε, πολύ ακριβά το πλήρωσε: Άλλοι χάθηκαν κατά τρόπο άθλιο, άλλοι σώθηκαν ντροπιασμένοι και δειλοί και τελευταία μέσα στα ίδια τα ανάκτορα του Πέρση βασιλιά έγιναν καταγέλαστοι.)
Στην συνέχεια μιλάει για το μίσος των Ελλήνων κατά των Περσών (Πανηγυρικός, 158):
«Οὕτω δέ φύσει πολεμικῶς πρός αὐτούς ἔχομεν ὥστε καί τῶν μύθων ἥδιστα συνδιατρίβομεν τοῖς Τρωϊκοῖς καί Περσικοῖς, [καί] δι᾽ ὧν ἔστι πυνθάνεσθαι τάς ἐκείνων συμφοράς. Εὕροι δ᾽ ἄν τις ἐκ μέν τοῦ πολέμου τοῦ πρός τοός βαρβάρους ὕμνους πεποιημένους, ἐκ δέ τοῦ πρός τούς Ἕλληνας θρήνους ἡμῖν γεγενημένους, καί τούς μέν ἐν ταῖς ἑορταῖς ᾀδομένους, τούς δ᾽ ἐπί ταῖς συμφοραῖς ἡμᾶς μεμνημένους.»
(Και τόσο ζυμωμένη με τη φύση μας είναι η έχθρα μας με αυτούς, ώστε και από τις διηγήσεις τις παλιές περισσότερο χαιρόμαστε όσες μιλάνε για τους Τρώες και τους Πέρσες, τις διηγήσεις δηλαδή που μας πληροφορούν για όλες τις συμφορές τους. Θα μπορούσαμε μάλιστα να βρούμε ότι από τον πόλεμο με τους βαρβάρους οι ποιητές μας έχουν εμπνευστεί τραγούδια θριαμβευτικά, ενώ από τους πολέμους μεταξύ μας μονάχα θρήνους θλιβερούς: Τα πρώτα τα τραγουδάμε στις γιορτές μας, ενώ τους θρήνους τούς θυμόμαστε μόνο στις συμφορές μας.)
Παρακάτω προτρέπει προς πόλεμο όλων των Ελλήνων κατά των βαρβάρων, τον οποίο πρέπει να μεταφέρουν εκτός Ελλάδας, στην Ασία (Πανηγυρικός, 173-174):
«Οὔτε γάρ εἰρήνην οἷόν τε βεβαίαν ἀγαγεῖν ἢν μή κοινῇ τοῖς βαρβάροις πολεμήσωμεν, οὔθ᾽ ὁμονοῆσαι τούς Ἕλληνας πρίν ἂν καί τάς ὠφελείας ἐκ τῶν αὐτῶν καί τούς κινδύνους πρός τούς αὐτούς ποιησώμεθα. (…) ὧν ἕνεκα περί παντός ποιητέον ὅπως ὡς τάχιστα τόν ἐνθένδε πόλεμον εἰς τήν ἤπειρον διοριοῦμεν, ὡς μόνον ἂν τοῦτ᾽ ἀγαθόν ἀπολαύσαιμεν τῶν κινδύνων τῶν πρός ἡμᾶς αὐτούς, εἰ ταῖς ἐμπειρίαις ταῖς ἐκ τούτων γεγενημέναις πρός τόν βάρβαρον καταχρήσασθαι δόξειεν ἡμῖν.»
(Είναι αδύνατο να εξασφαλίσουμε μια σίγουρη ειρήνη, άμα δεν πολεμήσουμε όλοι μαζί ομόφωνα τους βαρβάρους· αδύνατο να ομονοήσουν οι Έλληνες, προτού πεισθούν και τις ωφέλειες από τον κοινό εχθρό να επιζητούν και τους πολέμους πάλι με τον ίδιο αντίπαλο να κάνουν. (…) Για όλους αυτούς τους λόγους πρέπει να κάνουμε το παν, για να μεταφερθεί το γρηγορότερο από δω ο πόλεμος στο χώρο της Ασίας. Είναι το μόνο αγαθό που θα ήταν δυνατό ίσως να βγάλουμε από τους ανόσιους πολέμους μεταξύ μας, αν θα το αποφασίζαμε επιτέλους να εκμεταλλευτούμε ενάντια στους βαρβάρους για το δικό μας το καλό την πικρή πείρα που μας εξασφάλισαν εδώ.)
Ο Ισοκράτης, αφού έκανε πολλές προσπάθειες να παρακινήσει κάποιους ηγεμόνες της εποχής του να ηγηθούν της Πανελλήνιας Ιδέας, απευθύνθηκε τελικά στον Φίλιππο Β’, (λίγο πριν τον θάνατό του – πέθανε 98 ετών) στο πρόσωπο του οποίου είδε τον άνθρωπο που θα μπορούσε να την πραγματοποιήσει. Είναι γνωστό άλλωστε ότι στην επιστολή του προς τον Φίλιππο τον καλούσε να εκστρατεύσει κατά των βαρβάρων Περσών και να τους καταστήσει δούλους του. Του γράφει, μεταξύ άλλων:
«Φημί γάρ χρῆναί σε τούς μέν Ἕλληνας εὐεργετεῖν, Μακεδόνων δέ βασιλεύειν, τῶν δέ βαρβάρων ὡς πλείστων ἄρχειν.» (Φίλιππος, 154)
(Λέω λοιπόν πως πρέπει να γίνεις ο ευεργέτης των Ελλήνων, ο βασιλιάς των Μακεδόνων και ο κυρίαρχος όσο μπορείς πιο πολλών βαρβάρων.)
Μπορούμε λοιπόν βασίμως να υποθέσουμε ότι αν ζούσε σήμερα ο Ισοκράτης, θα έπιανε από το αυτί όλους όσους χρησιμοποιούν κατά το δοκούν τα λόγια του και θα τους ρωτούσε πού βρήκαν τέτοιες ερμηνείες!
Δρ. Ιωάννης Παρίσης
Σημείωση: Οι μεταφράσεις των αρχαίων κειμένων ελήφθησαν από το «Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας» στην «ΠΥΛΗ γαι την Ελληνική Γλώσσα» (http://www.greek-language.gr/)
Πηγή1 / Πηγή2
Καταρχήν, είναι γενικώς επικίνδυνο να χρησιμοποιούνται αρχαίες φράσεις αποκομμένα, και να τους δίδεται αυθαίρετα η όποια ερμηνεία. Πουθενά δεν αναφέρει ὁ Ισοκράτης ότι «Ἓλληνές εἰσι οἱ μετέχοντες τῆς ελληνικῆς παιδείας”, φράση η οποία φυσικά οδηγεί σε άλλες ερμηνείες.Εν προκειμένω πρόκειται για μία αναφορά που έκαμε ο Ισοκράτης στον μεγαλειώδη πολιτικό λόγο του «Πανηγυρικός», το 380 π.Χ., στην 100η Ολυμπιάδα (ήταν 51 ετών) την οποία κάποιοι ερμηνεύουν κατά το δοκούν, και μέσα από αυθαίρετη ερμηνεία την επιβάλλουν διαστρεβλωμένη στην κοινή λογική.
Η εν λόγω φράση του Ισοκράτη έχει ως εξής:
«Τοσούτον δ’ απολέλοιπεν η πόλις ημών περί το φρονείν και λέγειν τους άλλους ανθρώπους, ώσθ’ οι ταύτης μαθηταί των άλλων διδάσκαλοι γεγόνασιν και το των Ελλήνων όνομα πεποίηκεν μηκέτι του γένους, αλλά της διανοίας δοκείν είναι και μάλλον Έλληνας καλείσθαι τους της παιδεύσεως της ημετέρας ή τους της κοινής φύσεως μετέχοντας.» (Πανηγυρικός, 50).
Μια παλιότερη μετάφραση (την πήρα από τον ιστότοπο των Ιών):
«Είναι δε τόσο μεγάλη η απόσταση που χωρίζει την πολιτεία μας από τους άλλους ανθρώπους ως προς την πνευματική ανάπτυξη και την τέχνη του λόγου, ώστε οι μαθητές της έχουν γίνει διδάσκαλοι των άλλων και κατόρθωσε (η πολιτεία μας) ώστε το όνομα των Ελλήνων να είναι σύμβολο όχι πλέον της καταγωγής, αλλά της πνευματικής ανύψωσης, και να ονομάζονται Ελληνες εκείνοι που παίρνουν τη δική μας μόρφωση και όχι αυτοί που έχουν την ίδια καταγωγή». (Ισοκράτους Λόγοι, Πανηγυρικός, Μτφρ. Α. Μ. Γεωργαντοπούλου, Εκδόσεις Ζαχαρόπουλος, 1940.)
Ο Ισοκράτης λοιπόν απευθυνόταν σε Έλληνες και παινεύοντας τη πόλη του, την Αθήνα, και το υψηλό επίπεδο παιδείας στο οποίο είχε φθάσει, υποστήριζε ότι αυτή η παιδεία αποτελεί χαρακτηριστικό γνώρισμα της ελληνικής ταυτότητας. Δεν μιλούσε για τους ξένους, τους οποίους αποκαλούσε βαρβάρους και καλούσε όλους τους Έλληνες σε πόλεμο εναντίον τους!
Με τη φράση αυτή ο Ισοκράτης, μαζί με άλλα επιχειρήματά του, υποστήριζε την Πανελλήνια Ιδέα του. Ειδικότερα, υποστήριζε ότι επειδή οι Έλληνες είναι πολιτιστικά πολύ ανώτεροι των Περσών, ήταν δυνατή η υλοποίηση της Πανελλήνιας Ιδέας (δηλαδή η ομόνοια και συνένωση) μέσα από την κοινή παιδεία. Ο Ισοκράτης με τον Πανηγυρικό λόγο του προσπαθεί να ενώσει τους Έλληνες υπό τη σκέπη της αθηναϊκής ηγεμονίας και χρησιμοποιεί προς τούτο την παιδεία και τον πολιτισμό, όπου η πόλη του είχε τα πρωτεία. Έτσι η «ημετέρα παίδευση» δεν είναι γενικά η ελληνική αλλά η αθηναϊκή, κάτω από την οποία καλεί τους Έλληνες να ενωθούν.
Στο ίδιο κείμενο, παρακάτω. μιλάει για την ανικανότητα του περσικού στρατού, για να δείξει ότι είναι εφικτή μια εκστρατεία εναντίον της Περσίας (Πανηγυρικός, 149):
«Ώστε μοι δοκοῦσιν ἐν ἅπασι τοῖς τόποις σαφῶς ἐπιδεδεῖχθαι τήν αὑτῶν μαλακίαν· καί γάρ ἐν τῇ παραλίᾳ τῆς Ἀσίας πολλάς μάχας ἥττηνται, καί διαβάντες εἰς τήν Εὐρώπην δίκην ἔδοσαν, —οἱ μέν γάρ αὐτῶν κακῶς ἀπώλονθ᾽, οἱ δ᾽ αἰσχρῶς ἐσώθησαν—, καί τελευτῶντες ὑπ᾽ αὐτοῖς τοῖς βασιλείοις καταγέλαστοι γεγόνασιν.»
(Θαρρώ λοιπόν πως δεν υπάρχει τόπος που δε γνώρισε σε όλη την έκτασή της τη δειλία και τη νωθρότητα του περσικού στρατού: Και στα παράλια της Ασίας πολλές φορές νικήθηκε, αλλά και στην Ευρώπη, όταν διάβηκε, πολύ ακριβά το πλήρωσε: Άλλοι χάθηκαν κατά τρόπο άθλιο, άλλοι σώθηκαν ντροπιασμένοι και δειλοί και τελευταία μέσα στα ίδια τα ανάκτορα του Πέρση βασιλιά έγιναν καταγέλαστοι.)
Στην συνέχεια μιλάει για το μίσος των Ελλήνων κατά των Περσών (Πανηγυρικός, 158):
«Οὕτω δέ φύσει πολεμικῶς πρός αὐτούς ἔχομεν ὥστε καί τῶν μύθων ἥδιστα συνδιατρίβομεν τοῖς Τρωϊκοῖς καί Περσικοῖς, [καί] δι᾽ ὧν ἔστι πυνθάνεσθαι τάς ἐκείνων συμφοράς. Εὕροι δ᾽ ἄν τις ἐκ μέν τοῦ πολέμου τοῦ πρός τοός βαρβάρους ὕμνους πεποιημένους, ἐκ δέ τοῦ πρός τούς Ἕλληνας θρήνους ἡμῖν γεγενημένους, καί τούς μέν ἐν ταῖς ἑορταῖς ᾀδομένους, τούς δ᾽ ἐπί ταῖς συμφοραῖς ἡμᾶς μεμνημένους.»
(Και τόσο ζυμωμένη με τη φύση μας είναι η έχθρα μας με αυτούς, ώστε και από τις διηγήσεις τις παλιές περισσότερο χαιρόμαστε όσες μιλάνε για τους Τρώες και τους Πέρσες, τις διηγήσεις δηλαδή που μας πληροφορούν για όλες τις συμφορές τους. Θα μπορούσαμε μάλιστα να βρούμε ότι από τον πόλεμο με τους βαρβάρους οι ποιητές μας έχουν εμπνευστεί τραγούδια θριαμβευτικά, ενώ από τους πολέμους μεταξύ μας μονάχα θρήνους θλιβερούς: Τα πρώτα τα τραγουδάμε στις γιορτές μας, ενώ τους θρήνους τούς θυμόμαστε μόνο στις συμφορές μας.)
Παρακάτω προτρέπει προς πόλεμο όλων των Ελλήνων κατά των βαρβάρων, τον οποίο πρέπει να μεταφέρουν εκτός Ελλάδας, στην Ασία (Πανηγυρικός, 173-174):
«Οὔτε γάρ εἰρήνην οἷόν τε βεβαίαν ἀγαγεῖν ἢν μή κοινῇ τοῖς βαρβάροις πολεμήσωμεν, οὔθ᾽ ὁμονοῆσαι τούς Ἕλληνας πρίν ἂν καί τάς ὠφελείας ἐκ τῶν αὐτῶν καί τούς κινδύνους πρός τούς αὐτούς ποιησώμεθα. (…) ὧν ἕνεκα περί παντός ποιητέον ὅπως ὡς τάχιστα τόν ἐνθένδε πόλεμον εἰς τήν ἤπειρον διοριοῦμεν, ὡς μόνον ἂν τοῦτ᾽ ἀγαθόν ἀπολαύσαιμεν τῶν κινδύνων τῶν πρός ἡμᾶς αὐτούς, εἰ ταῖς ἐμπειρίαις ταῖς ἐκ τούτων γεγενημέναις πρός τόν βάρβαρον καταχρήσασθαι δόξειεν ἡμῖν.»
(Είναι αδύνατο να εξασφαλίσουμε μια σίγουρη ειρήνη, άμα δεν πολεμήσουμε όλοι μαζί ομόφωνα τους βαρβάρους· αδύνατο να ομονοήσουν οι Έλληνες, προτού πεισθούν και τις ωφέλειες από τον κοινό εχθρό να επιζητούν και τους πολέμους πάλι με τον ίδιο αντίπαλο να κάνουν. (…) Για όλους αυτούς τους λόγους πρέπει να κάνουμε το παν, για να μεταφερθεί το γρηγορότερο από δω ο πόλεμος στο χώρο της Ασίας. Είναι το μόνο αγαθό που θα ήταν δυνατό ίσως να βγάλουμε από τους ανόσιους πολέμους μεταξύ μας, αν θα το αποφασίζαμε επιτέλους να εκμεταλλευτούμε ενάντια στους βαρβάρους για το δικό μας το καλό την πικρή πείρα που μας εξασφάλισαν εδώ.)
Ο Ισοκράτης, αφού έκανε πολλές προσπάθειες να παρακινήσει κάποιους ηγεμόνες της εποχής του να ηγηθούν της Πανελλήνιας Ιδέας, απευθύνθηκε τελικά στον Φίλιππο Β’, (λίγο πριν τον θάνατό του – πέθανε 98 ετών) στο πρόσωπο του οποίου είδε τον άνθρωπο που θα μπορούσε να την πραγματοποιήσει. Είναι γνωστό άλλωστε ότι στην επιστολή του προς τον Φίλιππο τον καλούσε να εκστρατεύσει κατά των βαρβάρων Περσών και να τους καταστήσει δούλους του. Του γράφει, μεταξύ άλλων:
«Φημί γάρ χρῆναί σε τούς μέν Ἕλληνας εὐεργετεῖν, Μακεδόνων δέ βασιλεύειν, τῶν δέ βαρβάρων ὡς πλείστων ἄρχειν.» (Φίλιππος, 154)
(Λέω λοιπόν πως πρέπει να γίνεις ο ευεργέτης των Ελλήνων, ο βασιλιάς των Μακεδόνων και ο κυρίαρχος όσο μπορείς πιο πολλών βαρβάρων.)
Μπορούμε λοιπόν βασίμως να υποθέσουμε ότι αν ζούσε σήμερα ο Ισοκράτης, θα έπιανε από το αυτί όλους όσους χρησιμοποιούν κατά το δοκούν τα λόγια του και θα τους ρωτούσε πού βρήκαν τέτοιες ερμηνείες!
Δρ. Ιωάννης Παρίσης
Σημείωση: Οι μεταφράσεις των αρχαίων κειμένων ελήφθησαν από το «Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας» στην «ΠΥΛΗ γαι την Ελληνική Γλώσσα» (http://www.greek-language.gr/)
Πηγή1 / Πηγή2