Τριάμισι χρόνια μετά την ανακάλυψη ενός μνημείου που προσέλκυσε τα φώτα της παγκόσμιας επιστημονικής, και όχι μόνο, κοινότητας, το συγκεκριμένο ερώτημα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί εύλογο. Oι απαντήσεις, ωστόσο, είναι μάλλον δυσάρεστες.
Όχι γιατί η αρχαιολογική ανακάλυψη δεν βρίσκεται στη «δημοσιότητα» με τους όρους που μάθαμε τότε. Το γεγονός αυτό υπό άλλες προϋποθέσεις θα μπορούσε να αποτελεί και θετική εξέλιξη για μια ανασκαφή που λίγο έλειψε, το τελευταίο τρίμηνο του 2014, να πάρει από την υπερπροβολή των ΜΜΕ απόχρωση reality show.
Οι δυσάρεστες απαντήσεις προκύπτουν από το γεγονός πως σε αυτή την –ομολογουμένως φορτωμένη με πολλή Ιστορία– νοτιοανατολική γωνιά του νομού Σερρών το «πάγωμα» των διεργασιών είναι κάτι παραπάνω από εμφανές.
Προς επίρρωσιν αυτής της άποψης έρχεται να προστεθεί ένας ακόμα κρίκος στην αλυσίδα. Συγκεκριμένα, η σύμβαση που είχε υπογραφεί το 2015 και προέβλεπε τη δέσμευση για δύο έτη του ποσού των 236.000 ευρώ για «ανθρωπολογική μελέτη οστών» εξέπνευσε χωρίς να κινηθεί καμία απολύτως διαδικασία.
Η συγκεκριμένη έρευνα αφορούσε τη μελέτη περί των 1.000 οστών της ευρύτερης περιοχής της Αμφιπόλεως, η οποία θα λειτουργούσε «συγκριτικά» με τα οστά των πέντε ατόμων που είχαν βρεθεί στα τέλη του 2014 στον τελευταίο θάλαμο του αποκαλυφθέντος μνημείου.
Οι συγκεκριμένοι πέντε σκελετοί είχαν μελετηθεί τότε μόνο μακροσκοπικά, δηλαδή ένας μικρός αριθμός από τα 550 οστά είχε ταυτιστεί με τα σημεία του ανθρώπινου σκελετού από τα οποία προέρχεται. Υπενθυμίζεται πως από τον πρώτο κύκλο έρευνας προέκυψε πως τα οστά ανήκαν σε μία γυναίκα, περίπου 60 ετών, δύο άντρες, περίπου 30 ετών, ένα μωρό και έναν καμένο νεκρό.
Το πρόγραμμα που θα υλοποιείτο θα εξέταζε συγκριτικά τα οστά από τους πέντε σκελετούς που βρέθηκαν εντός του τύμβου με σκελετούς από άλλα πέριξ της περιοχής νεκροταφεία, που «συνδυαστικά» θα ενίσχυαν την ανθρωπολογική εικόνα για την αρχαία Αμφίπολη.
Πλέον μετά την παρέλευση της προθεσμίας των δύο ετών –έληξε πέρυσι το καλοκαίρι– η έρευνα που είχαν αναλάβει από κοινού η κ. Σ. Τριανταφύλλου, επίκουρη καθηγήτρια Προϊστορικής Αρχαιολογίας και Οστεοαρχαιολογίας στο ΑΠΘ, και η Χ. Παπαγεωργοπούλου, επίκουρη καθηγήτρια Φυσικής Ανθρωπολογίας στο Τμήμα Ιστορίας - Εθνολογίας στο ΔΠΘ, είναι άγνωστο πότε και αν θα πραγματοποιηθεί, με τα οστά να παραμένουν μέσα στις κούτες τους στο Μουσείο της Αμφίπολης.
Πολλοί είναι αυτοί που στην αλληλουχία των γεγονότων, όπως εξελίχθηκαν τα τελευταία τριάμισι χρόνια, βλέπουν πως το αρχαιολογικό μνημείο, άρχιζει σταδιακά να διολισθαίνει προς την απαξίωση.
Το γεγονός προκαλεί ακόμα μεγαλύτερα ερωτήματα για την «πολιτική» έναντι του μνημείου, καθώς μόλις πριν από λίγες ημέρες, στο ετήσιο αρχαιολογικό συνέδριο του ΑΕΜΘ, ο διευθυντής του εργαστηρίου, καθηγητής Γεωλογίας Γρηγόρης Τσόκας παρουσίασε τα αποτελέσματα της διασκόπησης που είχε διενεργήσει το 2016.
Σύμφωνα με τον καθηγητή Γεωφυσικής, φαίνεται πως έχουν εντοπιστεί δύο ακόμα σημεία εντός του τύμβου και ένα εκτός, τα οποία φαίνεται να έχουν δομές πιθανώς από ανθρώπινη παρέμβαση.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, την απάντηση μπορεί να δώσει μόνον η ανασκαφή. Αλλά κανείς δεν μοιάζει να «ακούει».
ΣΤΑΥΡΟΣ ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ
Πηγή
Όχι γιατί η αρχαιολογική ανακάλυψη δεν βρίσκεται στη «δημοσιότητα» με τους όρους που μάθαμε τότε. Το γεγονός αυτό υπό άλλες προϋποθέσεις θα μπορούσε να αποτελεί και θετική εξέλιξη για μια ανασκαφή που λίγο έλειψε, το τελευταίο τρίμηνο του 2014, να πάρει από την υπερπροβολή των ΜΜΕ απόχρωση reality show.
Οι δυσάρεστες απαντήσεις προκύπτουν από το γεγονός πως σε αυτή την –ομολογουμένως φορτωμένη με πολλή Ιστορία– νοτιοανατολική γωνιά του νομού Σερρών το «πάγωμα» των διεργασιών είναι κάτι παραπάνω από εμφανές.
Προς επίρρωσιν αυτής της άποψης έρχεται να προστεθεί ένας ακόμα κρίκος στην αλυσίδα. Συγκεκριμένα, η σύμβαση που είχε υπογραφεί το 2015 και προέβλεπε τη δέσμευση για δύο έτη του ποσού των 236.000 ευρώ για «ανθρωπολογική μελέτη οστών» εξέπνευσε χωρίς να κινηθεί καμία απολύτως διαδικασία.
Η συγκεκριμένη έρευνα αφορούσε τη μελέτη περί των 1.000 οστών της ευρύτερης περιοχής της Αμφιπόλεως, η οποία θα λειτουργούσε «συγκριτικά» με τα οστά των πέντε ατόμων που είχαν βρεθεί στα τέλη του 2014 στον τελευταίο θάλαμο του αποκαλυφθέντος μνημείου.
Οι πέντε σκελετοί
Οι συγκεκριμένοι πέντε σκελετοί είχαν μελετηθεί τότε μόνο μακροσκοπικά, δηλαδή ένας μικρός αριθμός από τα 550 οστά είχε ταυτιστεί με τα σημεία του ανθρώπινου σκελετού από τα οποία προέρχεται. Υπενθυμίζεται πως από τον πρώτο κύκλο έρευνας προέκυψε πως τα οστά ανήκαν σε μία γυναίκα, περίπου 60 ετών, δύο άντρες, περίπου 30 ετών, ένα μωρό και έναν καμένο νεκρό.
Το πρόγραμμα που θα υλοποιείτο θα εξέταζε συγκριτικά τα οστά από τους πέντε σκελετούς που βρέθηκαν εντός του τύμβου με σκελετούς από άλλα πέριξ της περιοχής νεκροταφεία, που «συνδυαστικά» θα ενίσχυαν την ανθρωπολογική εικόνα για την αρχαία Αμφίπολη.
Πλέον μετά την παρέλευση της προθεσμίας των δύο ετών –έληξε πέρυσι το καλοκαίρι– η έρευνα που είχαν αναλάβει από κοινού η κ. Σ. Τριανταφύλλου, επίκουρη καθηγήτρια Προϊστορικής Αρχαιολογίας και Οστεοαρχαιολογίας στο ΑΠΘ, και η Χ. Παπαγεωργοπούλου, επίκουρη καθηγήτρια Φυσικής Ανθρωπολογίας στο Τμήμα Ιστορίας - Εθνολογίας στο ΔΠΘ, είναι άγνωστο πότε και αν θα πραγματοποιηθεί, με τα οστά να παραμένουν μέσα στις κούτες τους στο Μουσείο της Αμφίπολης.
Διολίσθηση
Πολλοί είναι αυτοί που στην αλληλουχία των γεγονότων, όπως εξελίχθηκαν τα τελευταία τριάμισι χρόνια, βλέπουν πως το αρχαιολογικό μνημείο, άρχιζει σταδιακά να διολισθαίνει προς την απαξίωση.
Το γεγονός προκαλεί ακόμα μεγαλύτερα ερωτήματα για την «πολιτική» έναντι του μνημείου, καθώς μόλις πριν από λίγες ημέρες, στο ετήσιο αρχαιολογικό συνέδριο του ΑΕΜΘ, ο διευθυντής του εργαστηρίου, καθηγητής Γεωλογίας Γρηγόρης Τσόκας παρουσίασε τα αποτελέσματα της διασκόπησης που είχε διενεργήσει το 2016.
Σύμφωνα με τον καθηγητή Γεωφυσικής, φαίνεται πως έχουν εντοπιστεί δύο ακόμα σημεία εντός του τύμβου και ένα εκτός, τα οποία φαίνεται να έχουν δομές πιθανώς από ανθρώπινη παρέμβαση.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, την απάντηση μπορεί να δώσει μόνον η ανασκαφή. Αλλά κανείς δεν μοιάζει να «ακούει».
ΣΤΑΥΡΟΣ ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ
Πηγή