Οι περισσότερες από τις ερωμένες του Απόλλωνα είναι Μούσες (Θάλεια, Καλλιόπη, Ουρανία…) ή μάντισσες (Μαντώ, Κασσάνδρα), ενώ τα παιδιά του ασχολούνται με τη μουσική (Λίνος, Ορφέας), τη μαντική (Μόψος), την ιατρική (Ασκληπιός) -γι' αυτό και Ασκληπιεία βρίσκονται συχνά κοντά σε ιερά του Απόλλωνα.
Αρκετά από τα παιδιά του φανερώνουν τον ηλιακό χαρακτήρα του πατέρα τους (Λύκ-ωρος < ρίζα λύκ- = φως), με όλες τις ευεργετικές αλλά και καταστρεπτικές και καθαρτικές συνέπειες της ηλιακής ενέργειας· άλλα είναι ιδρυτές φυλών (Ίων, Δώρος) ή οικιστές (Δελφός, Μίλητος, Νάξος, Κύδων…) -εξάλλου, ο ίδιος κτίζει, μαζί με τον Ποσειδώνα, τα τείχη της Τροίας (Ιλ. Η, 451-453.· Ευρ., Τρ. 1 κ.ε.), ενώ το ιερό του στους Δελφούς χρησμοδοτεί για την ίδρυση πόλεων, επιβάλλοντας παράλληλα τη λατρεία του στις νεοϊδρυθείσες πόλεις (Ομηρικός ύμνος 247 κ.ε., 294 κ.ε.).
Η νύμφη Δάφνη είναι η αγαπημένη του θεού της μαντικής Απόλλωνα, το ομώνυμο φυτό στο οποίο μεταμορφώθηκε και υπήρξε αναπόσπαστο στοιχείο του φυσικού τοπίου των Δελφών, προϋπόθεση για την εκεί μαντική διαδικασία.
Και στη Δάφνη, όπως και σε πολλά πρόσωπα της μυθολογίας, αποδίδονται διαφορετικοί γονείς. Άλλοτε είναι κόρη του ποταμού Λάδωνα της Πελοποννήσου και της Γης, άλλοτε του θεσσαλικού ποταμού Πηνειού, άλλοτε του βασιλιά Αμύκλα της Λακωνίας.
Η Δάφνη είναι το αντιπρότυπο της κόρης που υπόκειται στους κοινωνικούς κανόνες του γάμου. Σαν θηλυκός Ιππόλυτος και αγαπημένη νύμφη της Άρτεμης, αδελφής του Απόλλωνα, περνούσε τον χρόνο της στα βουνά, αποφεύγοντας τη συναναστροφή των ανδρών και κυνηγώντας. Και γι' αυτή την παρθένο νύμφη τα προβλήματα ανακύπτουν με τον έρωτα. Την ερωτεύτηκε ο Λεύκιππος, ο γιος του βασιλιά της Ήλιδας Οινόμαου.
Ο νέος γρήγορα παραιτήθηκε από την προσπάθεια να την κάνει γυναίκα του, επινόησε όμως ένα τέχνασμα για να βρίσκεται κοντά της: Έπλεξε κοτσίδα τα μαλλιά του, που τα άφησε να μακρύνουν για να τα προσφέρει στον ποταμό Αλφειό, ντύθηκε σαν κόρη, παρουσιάστηκε στη Δάφνη ως κόρη του πατέρα του και την παρακάλεσε να τον/την αφήνει να κυνηγά μαζί της.
Η φιλία που αναπτύχθηκε μεταξύ τους ξύπνησε τη ζήλια του Απόλλωνα που, θέλοντας να εκδικηθεί, εμφύσησε στις κοπέλες την επιθυμία να κάνουν μπάνιο στα νερά του ποταμού. Εκείνες υποχρέωσαν τον διστακτικό Λεύκιππο να ξεντυθεί, ανακάλυψαν το πραγματικό του φύλο και τον σκότωσαν με τα ακόντια και τα μαχαίρια τους. Σύμφωνα με άλλες εκδοχές, οι θεοί τον έκαναν αόρατο.
Ο Απόλλωνας τότε όρμηξε να αρπάξει τη Δάφνη. Κυνηγημένη η κόρη, έτρεχε ως τη στιγμή που, καθώς θα την έπιανε, ζήτησε από τον πατέρα της Πηνειό να τη μεταμορφώσει. Μεταμορφώθηκε σε δάφνη, το αγαπημένο φυτό του θεού, το οποίο θα έφερε στο εξής στην κεφαλή του. Η δαφνηφορία θα έφτανε μέχρι την κεφαλή της πολιτικής εξουσίας στη Ρώμη.
Για την κόρη του Πρίαμου και της Εκάβης, υπήρχαν δύο εκδοχές για το πώς απέκτησε την ικανότητα της μαντικής. Η μία από αυτές θέλει τον Απόλλωνα ερωτευμένο με την Κασσάνδρα, να αγωνίζεται για να την αποκτήσει -σαν παλαιστής, τυλίγοντάς με με τον αέρα της γοητείας του (Αισχ., Αγ. 1206)- και να ζητά να του δοθεί δίνοντάς της ως αντάλλαγμα την τέχνη της μαντικής. Η Κασσάνδρα δέχθηκε αλλά πάτησε τη συμφωνία με τον θεό, δεν του δόθηκε, κι εκείνος έφτυσε στο στόμα της -ένα τελευταίο φιλί;- για να μη δίνει κανένας πίστη στις προφητείες της. Το χάρισμα της μαντικής παρέμεινε, όχι όμως της πειθώς.
Η Ροιώ ήταν κόρη κόρη της Χρυσοθέμιδας και του Στάφυλου, γιου του Διόνυσου και της Αριάδνης. Έμεινε έγκυος από τον Απόλλωνα, όμως ο πατέρας της, νομίζοντας ότι η εγκυμοσύνη της κόρης του προέκυψε από σχέση με κάποιον θνητό και μη πιστεύοντας τα σχετικά με τη θεϊκή ένωση, την έκλεισε μέσα σε μια λάρνακα και την έριξε στη θάλασσα. Η λάρνακα εκβράσθηκε στις ακτές της Εύβοιας, σύμφωνα με μια εκδοχή, όπου η Ροιώ γέννησε τον γιο της Άνιο. Αμέσως μετά ο Απόλλωνας πήρε μητέρα και παιδί στη Δήλο και έδωσε στον Άνιο την εξουσία του ιερού νησιού και το χάρισμα της μαντικής.
Ο Διόδωρος Σικελιώτης παραδίδει ότι η λάρνακα ξεβράστηκε κατ' ευθείαν στη Δήλο, χωρίς την ευβοϊκή μεσολάβηση, και εκεί γέννησε η Ροιώ το παιδί της: […] άφησε το παιδί πάνω στον βωμό του Απόλλωνα και προσευχήθηκε στον θεό να σώσει τη ζωή του παιδιού αν εκείνο ήταν δικό του. Κι ο Απόλλων […] έκρυψε το παιδί αλλά αργότερα φρόντισε για την ανατροφή του, του έμαθε τη μαντική και το περιέβαλε με μεγάλες τιμές (5.62).
Από την κόρη του Αμφίνομου Θυρίη ο Απόλλωνας απέκτησε έναν ωραίο γιο, τον Κύκνο, ικανό κυνηγό, όμως δύστροπο και άξεστο. Πολλοί τον ερωτεύτηκαν για την ομορφιά του, όμως ο Κύκνος αλαζονικά τους απέρριπτε όλους και τους απογοήτευε, με αποτέλεσμα να τον εγκαταλείπουν ο ένας μετά τον άλλον, εκτός από τον ωραίο Φύλιο, που κι αυτόν όμως ο Κύκνος τον αντιμετώπιζε υπεροπτικά και κάθε φορά του έβαζε μια δοκιμασία, την οποία εκείνος έφερνε σε πέρας.
Ο Κύκνος, από την ντροπή και την οργή του, έπεσε στη λίμνη Κωνώπη και χάθηκε. Από τη λύπη της για τον θάνατο του γιου της, η Θυρίη έπεσε κι αυτή στην ίδια λίμνη. Με απόφαση του Απόλλωνα οι δύο τους έγιναν πουλιά της λίμνης και οι άνθρωποι τη μετονόμασαν σε Κυκνείη. Σε αυτήν, την εποχή του οργώματος εμφανίζονταν πολλοί κύκνοι.
Πλήθος επώνυμοι ήρωες και οικιστές συνδέθηκαν με τον μύθο της Ακάλλης, κόρης του Μίνωα και όλοι τους ήταν καρπός του έρωτα του Απόλλωνα για την κόρη. Όταν η κόρη έμεινε για πρώτη φορά έγκυος με τον θεό, ο Μίνωας, οργισμένος με το γεγονός, εξόρισε την κόρη του στη Λιβύη (Νότια Τυνησία), όπου γέννησε το παιδί Αμφιθέμη ή Γαράμαντα που έγινε γενάρχης του νομαδικού λαού των Γαραμάντων στις παρυφές της Σαχάρας. Γυναίκα του έγινε η νύμφη Τριτωνίδα που ζούσε στην ομώνυμη λίμνη της Λιβύης.
Η Ακακαλλίδα, φοβισμένη από τη συμπεριφορά του πατέρα της Μίνωα προς την ίδια και τον γιο της Αμφιθέμη, γέννησε έναν άλλο γιο, τον Μίλητο, στο δάσος, στη σκιά ενός δέντρου, όπου και τον άφησε.
Ο Απόλλωνας ζήτησε από λύκαινες να θρέψουν το μωρό μέχρι να το βρουν οι βοσκοί. Το παιδί έγινε άξιο και όμορφο και το ερωτεύτηκαν ο Μίνωας, ο παππούς του, και ο αδελφός του ο Σαρπηδόνας, τον οποίο και ακολούθησε στην Ασία, όπου παντρεύτηκε και έκανε παιδιά. (Αντωνίνος Λιβεράλις, 30.1-2)
Ο Παυσανίας (10.16.5) αναφέρει και άλλα παιδιά που η μητέρα τους τα εγκατέλειψε, τον Φίλανδρο και τον Φυλακίδη, και αυτά από τον Απόλλωνα, και ότι οι κάτοικοι της κρητικής πόλης Έλυρος έστειλαν ως αφιέρωμα στους θεούς χάλκινη αίγα από το γάλα της οποίας τρέφονται δύο παιδιά. Και ο Νάξος, που βρίσκεται στην κορυφή του γενεαλογικού δέντρου των Ναξίων, όπως και ο Μίλητος των Μιλησίων, είναι ένας ακόμη γιος του Απόλλωνα και της κόρης από την Κρήτη.
Η Μαντώ ήταν Θηβαία ιέρεια του Απόλλωνα Ισμηνίου (από τον ποταμό Ισμηνό της πόλης), κόρη του μάντη Τειρεσία, και είχε προφητικές ικανότητες (Στρ. 9.522). Για το πώς βρέθηκε η Μαντώ στους Δελφούς υπάρχουν δύο παραδόσεις.
Η μία λέει ότι η προφήτισσα κατέφυγε στους Δελφούς πριν οι Επίγονοι κυριεύσουν τη γενέθλια πόλη της· σύμφωνα με τη δεύτερη, όταν οι Επίγονοι κυρίευσαν τη Θήβα, αφιέρωσαν την προφήτισσα στον θεό. Οι αρχαιότεροι συγγραφείς αναφέρουν ότι από τον Απόλλωνα η Μαντώ απέκτησε ένα γιο, τον Μόψο.
Άλλες πηγές ονομάζουν και ένα θνητό πατέρα, τον Μυκηναίο Ράκιο, τον οποίο η Μαντώ γνώρισε στους Δελφούς και με τον οποίο έφυγε για την Κλάρο· ή τον κρητικό Ράκιο που η Μαντώ συνάντησε στην περιοχή της Κλάρου και στον οποίο την οδήγησαν Κρήτες πειρατές που την απήγαγαν στον δρόμο για την Κλάρο.
Ο μύθος θέλει τη Μαντώ να ιδρύει το περίφημο μαντικό ιερό του Απόλλωνα στην Κλάρο. Σύμφωνα με μια παράδοση η Κλάρος πήρε το όνομά της από το κλάμα της Μαντώς για τη χαμένη της πατρίδα Θήβα ή από τα κλαριά της ἀμπελόσεσσας Κλάρου. Όπως και να είναι τα πράγματα, ο Μόψος, ο γιος της, συγκαταλέγεται στη μεγάλη οικογένεια των μάντεων που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο συνδέονται με δεσμούς συγγένειας με τον Απόλλωνα.
1. Ο Πίνδαρος, στον Πυθιόνικο για τον Ιέρωνα τον Συρακόσιο, παραδίδει ότι ο Ασκληπιός ήταν καρπός του έρωτα του θεού της μαντικής για την Κορωνίδα, κόρη του Θεσσαλού βασιλιά Φλεγύα. Η κόρη, τον καιρό που περίμενε το παιδί της και ενάντια στη βούληση του πατέρα της που ήθελε άλλο γάμο, δόθηκε στον Ίσχη, γιο του Έλατου και αδελφό του Καινέα. Και ο Απόλλωνας την κουρούνα που του έφερε την είδηση (άλλοι λένε ότι η τέχνη του του αποκάλυψε την αλήθεια) την καταράστηκε και από άσπρη που ήταν την έκανε μαύρη.
Όσο για την Κορωνίδα, τη σκότωσε για την απιστία της. Αλλά όπως ο Δίας δεν μπορούσε να αφήσει τον γιο του Διόνυσο να καεί μαζί με τη μητέρα του Σεμέλη και τράβηξε το παιδί από τα σπλάχνα της, το ίδιο και ο Απόλλωνας που άρπαξε το μωρό από την κοιλιά της μάνας του, την ώρα που το σώμα της Κορωνίδας καιγόταν στη νεκρική πυρά. Παραλλαγή στην εκδοχή του Πινδάρου θέλει την Άρτεμη να σκοτώνει την Κορωνίδα για την ύβρη που διέπραξε η θνητή απέναντι στον θεϊκό αδελφό της και τον Ερμή να σώζει το παιδί από την πυρά (Παυσ. 2.26.4).
2. Για να εξηγηθεί η έντονη παρουσία του Ασκληπιού στην Επίδαυρο της Πελοποννήσου, ο καταγωγικός μύθος του τροποποιήθηκε ελαφρά. Αφηγούνταν πως ο παππούς του Φλεγύας ήταν πολεμοχαρής ληστής που ήρθε στην Πελοπόννησο υποτίθεται για να την επισκεφθεί και να τη θαυμάσει, στην πραγματικότητα όμως για να διαπιστώσει το μάχιμο των κατοίκων και πόσοι ήταν, ώστε να καταστρώσει το σχέδιό του για να την καταλάβει.
Τον συνόδευε η κόρη του που ήταν ήδη έγκυος από τον Απόλλωνα αλλά δεν είχε αποκαλύψει στον πατέρα της το γεγονός. Με το που έφτασαν στη γη των Επιδαυρίων, η Κορωνίδα γέννησε, στους πρόποδες του βουνού που τότε ονομαζόταν Μύρτιο, Τίτθιο στην εποχή του Παυσανία. Από τον φόβο του πατέρα της άφησε το παιδί που γέννησε εκτεθειμένο στο βουνό. Κι εκείνο επιβίωσε χάρη σε μια κατσίκα που το θήλασε και σε ένα σκύλο που το προστάτευε από άλλα ζώα.
3. Μητέρα του Ασκληπιού είναι η Αρσινόη, κόρη του Λεύκιππου και αδελφή της Ιλάειρας και της Φοίβης που τις άρπαξαν οι Διόσκουροι. Την εκδοχή αυτή, μεσσηνιακής προέλευσης, τη θεωρεί πλαστή ο Παυσανίας, πόσο μάλλον που τα επιφανέστερα Ασκληπιεία ήταν υπό τον έλεγχο της Επιδαύρου (2.26.7-8). Πάντως, μυθογράφοι, στην προσπάθεια να συνενώσουν τις παραδόσεις, βεβαίωναν πως το παιδί ήταν της Αρσινόης αλλά το ανέθρεψε η Κορωνίδα.
Όπως να είναι, ο Απόλλωνας εμπιστεύθηκε την ανατροφή του παιδιού του στον Κένταυρο Χείρωνα που του έμαθε τα μυστικά της ιατρικής. Ο θάνατος του Ασκληπιού προήλθε από τον Δία ή από τον Πλούτωνα, είτε γιατί διαταρασσόταν η κοσμική ισορροπία, καθώς παρατεινόταν η ζωή των θνητών με τις διάφορες θεραπείες, μέχρι και την επιδίωξη της αθανασίας που ήταν προνόμιο των θεών, είτε γιατί μειώθηκε ο πληθυσμός του Κάτω Κόσμου.
Τον θάνατο του γιου του εκδικήθηκε ο Απόλλωνας σκοτώνοντας τους Κύκλωπες που είχαν κατασκευάσει τον κεραυνό για χάρη του Δία. Και ο Δίας σχεδίαζε να τον ρίξει στα Τάρταρα, όμως ύστερα από τη θερμή ικεσία της Λητώς διέταξε τον γιο του να μπει στη δουλική υπηρεσία κάποιου θνητού για ένα χρόνο. Και ο Απόλλωνας έφτασε στις Φερές, στον Άδμητο, τον γιο του Φέρητα, έγινε υπηρέτης του, βοσκός στα κοπάδια του, και έκανε τις αγελάδες να γεννούν δίδυμα. (Απολλόδωρος 3.10.4)
Η Ψαμάθη ήταν κόρη του βασιλιά της Αργολἰδας Κρότωπου ή Κρότιου. Από τον Απόλλωνα απέκτησε ένα γιο, τον Λίνο, αλλά επειδή φοβόταν τον πατέρα της άφησε το παιδί έκθετο. Μόνο που το κατασπάραξαν τα σκυλιά του βασιλιά, και ο Απόλλωνας για τιμωρία έστειλε στους Αργείους την Ποινή, που άρπαζε τα μωρά από την αγκαλιά των μανάδων τους. Μέχρι που ο Αργείος Κόροιβος την εξόντωσε.
Ο Παυσανίας παραδίδει ότι πάνω στον τάφο του Κόροιβου στην αγορά των Μεγάρων ήταν χαραγμένοι ελεγειακοί στίχοι που ανέφεραν την ιστορία της Ψαμάθης και παράσταση του Κόροιβου την ώρα που σκότωνε την Ποινή. Η ιστορία του Κόροιβου μετά τον θάνατο της Ποινής συνδέεται με την ίδρυση της πόλης Τριποδίσκοι στα Γεράνια όρη και την ανέγερση ναού προς τιμή του θεού (Παυσ. 1.43.7).
Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, ο πατέρας δεν πίστεψε πως το παιδί της κόρης του ήταν του Απόλλωνα, και γι' αυτό την καταδίκασε σε θάνατο. Οργισμένος ο Απόλλωνας έστειλε λοιμό στην περιοχή.
Σύμφωνα με μια θεσσαλική εκδοχή του μύθου της Δρυόπης, η μοναχοκόρη του Δρύοπα έβοσκε κάθε μέρα τα πρόβατα του πατέρα της στην Οίτη παρέα με τις νύμφες Αμαδρυάδες, που την άφηναν να παίρνει μέρος στα παιχνίδια τους, της μάθαιναν, μάλιστα, να υμνεί τους θεούς και να χορεύει τους λατρευτικούς τους χορούς.
Εκεί, την είδε να χορεύει ο θεός Απόλλωνας και την ερωτεύτηκε. Για να την κάνει δική του μεταμορφώθηκε αρχικά σε χελώνα, με την οποία άρχισαν να παίζουν οι Νύμφες και η κόρη σαν να ήταν μπάλα. Μόλις η Δρυόπη πήρε με τρυφερότητα το ζώο στην αγκαλιά της, ο Απόλλωνας μεταμορφώθηκε σε φίδι.
Οι Νύμφες φοβήθηκαν κι έφυγαν τρέχοντας. Έτσι ο θεός Απόλλωνας κατάφερε να πετύχει τα σχέδιά του. Η Δρυόπη γύρισε τρομαγμένη στο παλάτι χωρίς να πει σε κανέναν τίποτε. Ύστερα από λίγο καιρό παντρεύτηκε τον Ανδραίμονα, γιο του Όξυλου, και γέννησε ένα παιδί τον Άμφισσο, που όμως είχε πατέρα τον Απόλλωνα. Ο Άμφισσος, όταν μεγάλωσε έγινε ο βασιλιάς της περιοχής και έχτισε μια πόλη που την ονόμασε Οίτη από το βουνό. Εκεί κοντά έχτισε και ναό για τον πατέρα του Απόλλωνα.
Η Κυρήνη, κόρη της Χλιδανώπης και του Υψέα, βασιλιά των Λαπιθών, ήταν παθιασμένη με το κυνήγι και προστάτισσα των κοπαδιών του πατέρα της. Ο Απόλλωνας την είδε στο Πήλιο να σκοτώνει ένα λιοντάρι, ρώτησε τον Κένταυρο Χείρωνα ποια ήταν, εκείνος την πληροφόρησε και ο θεός αποφάσισε να την απαγάγει.
Την άρπαξε την ώρα που η Κυρήνη έβοσκε τα πρόβατα του πατέρα της στις όχθες του ποταμού Πηνειού, την οδήγησε στη Λιβύη και την εμπιστεύτηκε στις Νύμφες του όρους Μύρτου, κοντά στην τοποθεσία όπου αργότερα ιδρύθηκε η πόλη Κυρήνεια. Από την ένωσή τους γεννήθηκε ο Αρισταίος που οι Νύμφες αποκαλούν «Αγραίο» (του αγρού) και «Νόμιο» (=βοσκό).
Από τη Νύμφη Θυία (ή τη Μέλαινα ή την Κελαινώ) ο Απόλλωνας απέκτησε τον Δελφό, επώνυμο ήρωα των Δελφών και βασιλιά της περιοχής την εποχή που ο Απόλλωνας κατέφτασε για να την καταλάβει.
Ο θεός βίασε και την Κρέουσα, την κόρη του Ερεχθέα και της Πραξιθέας, σε σπηλιά στην Ακρόπολη της Αθήνας· στην ίδια αυτή σπηλιά άφησε έκθετο τον γιο της μέσα σε ένα καλάθι, τον οποίο αργότερα ο Ερμής μετέφερε στους Δελφούς και ανατράφηκε στον ναό.
Από τη Φθία απέκτησε τον Δώρο, που έδωσε το όνομά του στους Δωριείς, τον Πολυποίτη και τον Λαόδοκο· και τα τρία αδέλφια σκοτώθηκαν από τον γιο του Ενδυμίωνα, τον Αιτωλό, στα βόρεια του κορινθιακού κόλπου.
Από τη Θηρώ ή Θουρώ απέκτησε τον Χαίρωνα, επώνυμο ήρωα της Χαιρώνειας στη Φωκίδα.
Ο θεός αναφέρεται και ως πατέρας του Τένη ή Τέννη από την Πρόκλεια, επώνυμου ήρωα της Τενέδου, αλλά πιο πιθανή είναι η παράδοση που θέλει πατέρα του τον Κύκνο, βασιλιά της Κολώνης στην Τρωάδα.
Από τη νύμφη Κωρυκία απέκτησε τον Λύκωρο ή Λυκωρέα, από τον οποίο ονομάστηκε η Λυκώρεια της Φωκίδας. Άγνωστη είναι η μητέρα του Επίδαυρου
Από τη Μούσα Θάλεια απέκτησε τους δαίμονες Κορύβαντες που μπήκαν στη συνοδεία του Διόνυσου, από την Καλλιόπη πιθανολογείται ότι απέκτησε τον Ορφέα και τον Υμέναιο, από την Ουρανία τον θηβαίο ποιητή Λίνο. Τέλος, σύμφωνα με μια εκδοχή ο Τρωίλος είναι γιος της Εκάβης από τον θεό και όχι από τον Πρίαμο.
Ο Εύηνος απέκτησε μια κόρη, τη Μάρπησσα, που ενώ ήταν μνηστή του Απόλλωνα, την άρπαξε ο Ίδας, ο γιος του Αφάρεα, με άρμα φτερωτό, που το πήρε από τον Ποσειδώνα. Ο Εύηνος τους καταδίωξε πάνω σε άρμα και έφτασε μέχρι τον ποταμό Λυκόρμα αλλά επειδή δεν μπορούσε να τους φτάσει, έσφαξε τα άλογα και έπεσε στον ποταμό· από εκείνον ονομάστηκε Εύηνος ο ποταμός.
Ο Ίδας έφτασε στη Μεσσήνη, αλλά τον βρήκε ο Απόλλωνας και του πήρε την κόρη. Κι εκεί που μάχονταν ποιος θα την παντρευτεί, ο Δίας μπήκε στη μέση και τους χώρισε και προέτρεψε την κόρη να διαλέξει με ποιον θέλει να μείνει· εκείνη, από φόβο μήπως ο Απόλλωνας την εγκαταλείψει όταν γεράσει, διάλεξε για άντρα της τον Ίδα. (Απολλόδωρος 1.60.1)
Πηγή
Αρκετά από τα παιδιά του φανερώνουν τον ηλιακό χαρακτήρα του πατέρα τους (Λύκ-ωρος < ρίζα λύκ- = φως), με όλες τις ευεργετικές αλλά και καταστρεπτικές και καθαρτικές συνέπειες της ηλιακής ενέργειας· άλλα είναι ιδρυτές φυλών (Ίων, Δώρος) ή οικιστές (Δελφός, Μίλητος, Νάξος, Κύδων…) -εξάλλου, ο ίδιος κτίζει, μαζί με τον Ποσειδώνα, τα τείχη της Τροίας (Ιλ. Η, 451-453.· Ευρ., Τρ. 1 κ.ε.), ενώ το ιερό του στους Δελφούς χρησμοδοτεί για την ίδρυση πόλεων, επιβάλλοντας παράλληλα τη λατρεία του στις νεοϊδρυθείσες πόλεις (Ομηρικός ύμνος 247 κ.ε., 294 κ.ε.).
Απόλλων και Δάφνη
Η νύμφη Δάφνη είναι η αγαπημένη του θεού της μαντικής Απόλλωνα, το ομώνυμο φυτό στο οποίο μεταμορφώθηκε και υπήρξε αναπόσπαστο στοιχείο του φυσικού τοπίου των Δελφών, προϋπόθεση για την εκεί μαντική διαδικασία.
Και στη Δάφνη, όπως και σε πολλά πρόσωπα της μυθολογίας, αποδίδονται διαφορετικοί γονείς. Άλλοτε είναι κόρη του ποταμού Λάδωνα της Πελοποννήσου και της Γης, άλλοτε του θεσσαλικού ποταμού Πηνειού, άλλοτε του βασιλιά Αμύκλα της Λακωνίας.
Η Δάφνη είναι το αντιπρότυπο της κόρης που υπόκειται στους κοινωνικούς κανόνες του γάμου. Σαν θηλυκός Ιππόλυτος και αγαπημένη νύμφη της Άρτεμης, αδελφής του Απόλλωνα, περνούσε τον χρόνο της στα βουνά, αποφεύγοντας τη συναναστροφή των ανδρών και κυνηγώντας. Και γι' αυτή την παρθένο νύμφη τα προβλήματα ανακύπτουν με τον έρωτα. Την ερωτεύτηκε ο Λεύκιππος, ο γιος του βασιλιά της Ήλιδας Οινόμαου.
Ο νέος γρήγορα παραιτήθηκε από την προσπάθεια να την κάνει γυναίκα του, επινόησε όμως ένα τέχνασμα για να βρίσκεται κοντά της: Έπλεξε κοτσίδα τα μαλλιά του, που τα άφησε να μακρύνουν για να τα προσφέρει στον ποταμό Αλφειό, ντύθηκε σαν κόρη, παρουσιάστηκε στη Δάφνη ως κόρη του πατέρα του και την παρακάλεσε να τον/την αφήνει να κυνηγά μαζί της.
Η φιλία που αναπτύχθηκε μεταξύ τους ξύπνησε τη ζήλια του Απόλλωνα που, θέλοντας να εκδικηθεί, εμφύσησε στις κοπέλες την επιθυμία να κάνουν μπάνιο στα νερά του ποταμού. Εκείνες υποχρέωσαν τον διστακτικό Λεύκιππο να ξεντυθεί, ανακάλυψαν το πραγματικό του φύλο και τον σκότωσαν με τα ακόντια και τα μαχαίρια τους. Σύμφωνα με άλλες εκδοχές, οι θεοί τον έκαναν αόρατο.
Ο Απόλλωνας τότε όρμηξε να αρπάξει τη Δάφνη. Κυνηγημένη η κόρη, έτρεχε ως τη στιγμή που, καθώς θα την έπιανε, ζήτησε από τον πατέρα της Πηνειό να τη μεταμορφώσει. Μεταμορφώθηκε σε δάφνη, το αγαπημένο φυτό του θεού, το οποίο θα έφερε στο εξής στην κεφαλή του. Η δαφνηφορία θα έφτανε μέχρι την κεφαλή της πολιτικής εξουσίας στη Ρώμη.
Απόλλων και Κασσάνδρα
Για την κόρη του Πρίαμου και της Εκάβης, υπήρχαν δύο εκδοχές για το πώς απέκτησε την ικανότητα της μαντικής. Η μία από αυτές θέλει τον Απόλλωνα ερωτευμένο με την Κασσάνδρα, να αγωνίζεται για να την αποκτήσει -σαν παλαιστής, τυλίγοντάς με με τον αέρα της γοητείας του (Αισχ., Αγ. 1206)- και να ζητά να του δοθεί δίνοντάς της ως αντάλλαγμα την τέχνη της μαντικής. Η Κασσάνδρα δέχθηκε αλλά πάτησε τη συμφωνία με τον θεό, δεν του δόθηκε, κι εκείνος έφτυσε στο στόμα της -ένα τελευταίο φιλί;- για να μη δίνει κανένας πίστη στις προφητείες της. Το χάρισμα της μαντικής παρέμεινε, όχι όμως της πειθώς.
Απόλλων και Ροιώ
Η Ροιώ ήταν κόρη κόρη της Χρυσοθέμιδας και του Στάφυλου, γιου του Διόνυσου και της Αριάδνης. Έμεινε έγκυος από τον Απόλλωνα, όμως ο πατέρας της, νομίζοντας ότι η εγκυμοσύνη της κόρης του προέκυψε από σχέση με κάποιον θνητό και μη πιστεύοντας τα σχετικά με τη θεϊκή ένωση, την έκλεισε μέσα σε μια λάρνακα και την έριξε στη θάλασσα. Η λάρνακα εκβράσθηκε στις ακτές της Εύβοιας, σύμφωνα με μια εκδοχή, όπου η Ροιώ γέννησε τον γιο της Άνιο. Αμέσως μετά ο Απόλλωνας πήρε μητέρα και παιδί στη Δήλο και έδωσε στον Άνιο την εξουσία του ιερού νησιού και το χάρισμα της μαντικής.
Ο Διόδωρος Σικελιώτης παραδίδει ότι η λάρνακα ξεβράστηκε κατ' ευθείαν στη Δήλο, χωρίς την ευβοϊκή μεσολάβηση, και εκεί γέννησε η Ροιώ το παιδί της: […] άφησε το παιδί πάνω στον βωμό του Απόλλωνα και προσευχήθηκε στον θεό να σώσει τη ζωή του παιδιού αν εκείνο ήταν δικό του. Κι ο Απόλλων […] έκρυψε το παιδί αλλά αργότερα φρόντισε για την ανατροφή του, του έμαθε τη μαντική και το περιέβαλε με μεγάλες τιμές (5.62).
Απόλλων και Θυρείη
Από την κόρη του Αμφίνομου Θυρίη ο Απόλλωνας απέκτησε έναν ωραίο γιο, τον Κύκνο, ικανό κυνηγό, όμως δύστροπο και άξεστο. Πολλοί τον ερωτεύτηκαν για την ομορφιά του, όμως ο Κύκνος αλαζονικά τους απέρριπτε όλους και τους απογοήτευε, με αποτέλεσμα να τον εγκαταλείπουν ο ένας μετά τον άλλον, εκτός από τον ωραίο Φύλιο, που κι αυτόν όμως ο Κύκνος τον αντιμετώπιζε υπεροπτικά και κάθε φορά του έβαζε μια δοκιμασία, την οποία εκείνος έφερνε σε πέρας.
Ο Κύκνος, από την ντροπή και την οργή του, έπεσε στη λίμνη Κωνώπη και χάθηκε. Από τη λύπη της για τον θάνατο του γιου της, η Θυρίη έπεσε κι αυτή στην ίδια λίμνη. Με απόφαση του Απόλλωνα οι δύο τους έγιναν πουλιά της λίμνης και οι άνθρωποι τη μετονόμασαν σε Κυκνείη. Σε αυτήν, την εποχή του οργώματος εμφανίζονταν πολλοί κύκνοι.
Απόλλων και Ακακαλλίδα ή Ακακαλλή ή Ακάλλη
Πλήθος επώνυμοι ήρωες και οικιστές συνδέθηκαν με τον μύθο της Ακάλλης, κόρης του Μίνωα και όλοι τους ήταν καρπός του έρωτα του Απόλλωνα για την κόρη. Όταν η κόρη έμεινε για πρώτη φορά έγκυος με τον θεό, ο Μίνωας, οργισμένος με το γεγονός, εξόρισε την κόρη του στη Λιβύη (Νότια Τυνησία), όπου γέννησε το παιδί Αμφιθέμη ή Γαράμαντα που έγινε γενάρχης του νομαδικού λαού των Γαραμάντων στις παρυφές της Σαχάρας. Γυναίκα του έγινε η νύμφη Τριτωνίδα που ζούσε στην ομώνυμη λίμνη της Λιβύης.
Η Ακακαλλίδα, φοβισμένη από τη συμπεριφορά του πατέρα της Μίνωα προς την ίδια και τον γιο της Αμφιθέμη, γέννησε έναν άλλο γιο, τον Μίλητο, στο δάσος, στη σκιά ενός δέντρου, όπου και τον άφησε.
Ο Απόλλωνας ζήτησε από λύκαινες να θρέψουν το μωρό μέχρι να το βρουν οι βοσκοί. Το παιδί έγινε άξιο και όμορφο και το ερωτεύτηκαν ο Μίνωας, ο παππούς του, και ο αδελφός του ο Σαρπηδόνας, τον οποίο και ακολούθησε στην Ασία, όπου παντρεύτηκε και έκανε παιδιά. (Αντωνίνος Λιβεράλις, 30.1-2)
Ο Παυσανίας (10.16.5) αναφέρει και άλλα παιδιά που η μητέρα τους τα εγκατέλειψε, τον Φίλανδρο και τον Φυλακίδη, και αυτά από τον Απόλλωνα, και ότι οι κάτοικοι της κρητικής πόλης Έλυρος έστειλαν ως αφιέρωμα στους θεούς χάλκινη αίγα από το γάλα της οποίας τρέφονται δύο παιδιά. Και ο Νάξος, που βρίσκεται στην κορυφή του γενεαλογικού δέντρου των Ναξίων, όπως και ο Μίλητος των Μιλησίων, είναι ένας ακόμη γιος του Απόλλωνα και της κόρης από την Κρήτη.
Απόλλων και Μαντώ
Η Μαντώ ήταν Θηβαία ιέρεια του Απόλλωνα Ισμηνίου (από τον ποταμό Ισμηνό της πόλης), κόρη του μάντη Τειρεσία, και είχε προφητικές ικανότητες (Στρ. 9.522). Για το πώς βρέθηκε η Μαντώ στους Δελφούς υπάρχουν δύο παραδόσεις.
Η μία λέει ότι η προφήτισσα κατέφυγε στους Δελφούς πριν οι Επίγονοι κυριεύσουν τη γενέθλια πόλη της· σύμφωνα με τη δεύτερη, όταν οι Επίγονοι κυρίευσαν τη Θήβα, αφιέρωσαν την προφήτισσα στον θεό. Οι αρχαιότεροι συγγραφείς αναφέρουν ότι από τον Απόλλωνα η Μαντώ απέκτησε ένα γιο, τον Μόψο.
Άλλες πηγές ονομάζουν και ένα θνητό πατέρα, τον Μυκηναίο Ράκιο, τον οποίο η Μαντώ γνώρισε στους Δελφούς και με τον οποίο έφυγε για την Κλάρο· ή τον κρητικό Ράκιο που η Μαντώ συνάντησε στην περιοχή της Κλάρου και στον οποίο την οδήγησαν Κρήτες πειρατές που την απήγαγαν στον δρόμο για την Κλάρο.
Ο μύθος θέλει τη Μαντώ να ιδρύει το περίφημο μαντικό ιερό του Απόλλωνα στην Κλάρο. Σύμφωνα με μια παράδοση η Κλάρος πήρε το όνομά της από το κλάμα της Μαντώς για τη χαμένη της πατρίδα Θήβα ή από τα κλαριά της ἀμπελόσεσσας Κλάρου. Όπως και να είναι τα πράγματα, ο Μόψος, ο γιος της, συγκαταλέγεται στη μεγάλη οικογένεια των μάντεων που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο συνδέονται με δεσμούς συγγένειας με τον Απόλλωνα.
Απόλλων και Κορωνίδα (ή Αρσινόη)
1. Ο Πίνδαρος, στον Πυθιόνικο για τον Ιέρωνα τον Συρακόσιο, παραδίδει ότι ο Ασκληπιός ήταν καρπός του έρωτα του θεού της μαντικής για την Κορωνίδα, κόρη του Θεσσαλού βασιλιά Φλεγύα. Η κόρη, τον καιρό που περίμενε το παιδί της και ενάντια στη βούληση του πατέρα της που ήθελε άλλο γάμο, δόθηκε στον Ίσχη, γιο του Έλατου και αδελφό του Καινέα. Και ο Απόλλωνας την κουρούνα που του έφερε την είδηση (άλλοι λένε ότι η τέχνη του του αποκάλυψε την αλήθεια) την καταράστηκε και από άσπρη που ήταν την έκανε μαύρη.
Όσο για την Κορωνίδα, τη σκότωσε για την απιστία της. Αλλά όπως ο Δίας δεν μπορούσε να αφήσει τον γιο του Διόνυσο να καεί μαζί με τη μητέρα του Σεμέλη και τράβηξε το παιδί από τα σπλάχνα της, το ίδιο και ο Απόλλωνας που άρπαξε το μωρό από την κοιλιά της μάνας του, την ώρα που το σώμα της Κορωνίδας καιγόταν στη νεκρική πυρά. Παραλλαγή στην εκδοχή του Πινδάρου θέλει την Άρτεμη να σκοτώνει την Κορωνίδα για την ύβρη που διέπραξε η θνητή απέναντι στον θεϊκό αδελφό της και τον Ερμή να σώζει το παιδί από την πυρά (Παυσ. 2.26.4).
2. Για να εξηγηθεί η έντονη παρουσία του Ασκληπιού στην Επίδαυρο της Πελοποννήσου, ο καταγωγικός μύθος του τροποποιήθηκε ελαφρά. Αφηγούνταν πως ο παππούς του Φλεγύας ήταν πολεμοχαρής ληστής που ήρθε στην Πελοπόννησο υποτίθεται για να την επισκεφθεί και να τη θαυμάσει, στην πραγματικότητα όμως για να διαπιστώσει το μάχιμο των κατοίκων και πόσοι ήταν, ώστε να καταστρώσει το σχέδιό του για να την καταλάβει.
Τον συνόδευε η κόρη του που ήταν ήδη έγκυος από τον Απόλλωνα αλλά δεν είχε αποκαλύψει στον πατέρα της το γεγονός. Με το που έφτασαν στη γη των Επιδαυρίων, η Κορωνίδα γέννησε, στους πρόποδες του βουνού που τότε ονομαζόταν Μύρτιο, Τίτθιο στην εποχή του Παυσανία. Από τον φόβο του πατέρα της άφησε το παιδί που γέννησε εκτεθειμένο στο βουνό. Κι εκείνο επιβίωσε χάρη σε μια κατσίκα που το θήλασε και σε ένα σκύλο που το προστάτευε από άλλα ζώα.
3. Μητέρα του Ασκληπιού είναι η Αρσινόη, κόρη του Λεύκιππου και αδελφή της Ιλάειρας και της Φοίβης που τις άρπαξαν οι Διόσκουροι. Την εκδοχή αυτή, μεσσηνιακής προέλευσης, τη θεωρεί πλαστή ο Παυσανίας, πόσο μάλλον που τα επιφανέστερα Ασκληπιεία ήταν υπό τον έλεγχο της Επιδαύρου (2.26.7-8). Πάντως, μυθογράφοι, στην προσπάθεια να συνενώσουν τις παραδόσεις, βεβαίωναν πως το παιδί ήταν της Αρσινόης αλλά το ανέθρεψε η Κορωνίδα.
Όπως να είναι, ο Απόλλωνας εμπιστεύθηκε την ανατροφή του παιδιού του στον Κένταυρο Χείρωνα που του έμαθε τα μυστικά της ιατρικής. Ο θάνατος του Ασκληπιού προήλθε από τον Δία ή από τον Πλούτωνα, είτε γιατί διαταρασσόταν η κοσμική ισορροπία, καθώς παρατεινόταν η ζωή των θνητών με τις διάφορες θεραπείες, μέχρι και την επιδίωξη της αθανασίας που ήταν προνόμιο των θεών, είτε γιατί μειώθηκε ο πληθυσμός του Κάτω Κόσμου.
Τον θάνατο του γιου του εκδικήθηκε ο Απόλλωνας σκοτώνοντας τους Κύκλωπες που είχαν κατασκευάσει τον κεραυνό για χάρη του Δία. Και ο Δίας σχεδίαζε να τον ρίξει στα Τάρταρα, όμως ύστερα από τη θερμή ικεσία της Λητώς διέταξε τον γιο του να μπει στη δουλική υπηρεσία κάποιου θνητού για ένα χρόνο. Και ο Απόλλωνας έφτασε στις Φερές, στον Άδμητο, τον γιο του Φέρητα, έγινε υπηρέτης του, βοσκός στα κοπάδια του, και έκανε τις αγελάδες να γεννούν δίδυμα. (Απολλόδωρος 3.10.4)
Απόλλων και Ψαμάθη
Η Ψαμάθη ήταν κόρη του βασιλιά της Αργολἰδας Κρότωπου ή Κρότιου. Από τον Απόλλωνα απέκτησε ένα γιο, τον Λίνο, αλλά επειδή φοβόταν τον πατέρα της άφησε το παιδί έκθετο. Μόνο που το κατασπάραξαν τα σκυλιά του βασιλιά, και ο Απόλλωνας για τιμωρία έστειλε στους Αργείους την Ποινή, που άρπαζε τα μωρά από την αγκαλιά των μανάδων τους. Μέχρι που ο Αργείος Κόροιβος την εξόντωσε.
Ο Παυσανίας παραδίδει ότι πάνω στον τάφο του Κόροιβου στην αγορά των Μεγάρων ήταν χαραγμένοι ελεγειακοί στίχοι που ανέφεραν την ιστορία της Ψαμάθης και παράσταση του Κόροιβου την ώρα που σκότωνε την Ποινή. Η ιστορία του Κόροιβου μετά τον θάνατο της Ποινής συνδέεται με την ίδρυση της πόλης Τριποδίσκοι στα Γεράνια όρη και την ανέγερση ναού προς τιμή του θεού (Παυσ. 1.43.7).
Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, ο πατέρας δεν πίστεψε πως το παιδί της κόρης του ήταν του Απόλλωνα, και γι' αυτό την καταδίκασε σε θάνατο. Οργισμένος ο Απόλλωνας έστειλε λοιμό στην περιοχή.
Απόλλων και Δρυόπη
Σύμφωνα με μια θεσσαλική εκδοχή του μύθου της Δρυόπης, η μοναχοκόρη του Δρύοπα έβοσκε κάθε μέρα τα πρόβατα του πατέρα της στην Οίτη παρέα με τις νύμφες Αμαδρυάδες, που την άφηναν να παίρνει μέρος στα παιχνίδια τους, της μάθαιναν, μάλιστα, να υμνεί τους θεούς και να χορεύει τους λατρευτικούς τους χορούς.
Εκεί, την είδε να χορεύει ο θεός Απόλλωνας και την ερωτεύτηκε. Για να την κάνει δική του μεταμορφώθηκε αρχικά σε χελώνα, με την οποία άρχισαν να παίζουν οι Νύμφες και η κόρη σαν να ήταν μπάλα. Μόλις η Δρυόπη πήρε με τρυφερότητα το ζώο στην αγκαλιά της, ο Απόλλωνας μεταμορφώθηκε σε φίδι.
Οι Νύμφες φοβήθηκαν κι έφυγαν τρέχοντας. Έτσι ο θεός Απόλλωνας κατάφερε να πετύχει τα σχέδιά του. Η Δρυόπη γύρισε τρομαγμένη στο παλάτι χωρίς να πει σε κανέναν τίποτε. Ύστερα από λίγο καιρό παντρεύτηκε τον Ανδραίμονα, γιο του Όξυλου, και γέννησε ένα παιδί τον Άμφισσο, που όμως είχε πατέρα τον Απόλλωνα. Ο Άμφισσος, όταν μεγάλωσε έγινε ο βασιλιάς της περιοχής και έχτισε μια πόλη που την ονόμασε Οίτη από το βουνό. Εκεί κοντά έχτισε και ναό για τον πατέρα του Απόλλωνα.
Απόλλων και Κυρήνη
Η Κυρήνη, κόρη της Χλιδανώπης και του Υψέα, βασιλιά των Λαπιθών, ήταν παθιασμένη με το κυνήγι και προστάτισσα των κοπαδιών του πατέρα της. Ο Απόλλωνας την είδε στο Πήλιο να σκοτώνει ένα λιοντάρι, ρώτησε τον Κένταυρο Χείρωνα ποια ήταν, εκείνος την πληροφόρησε και ο θεός αποφάσισε να την απαγάγει.
Την άρπαξε την ώρα που η Κυρήνη έβοσκε τα πρόβατα του πατέρα της στις όχθες του ποταμού Πηνειού, την οδήγησε στη Λιβύη και την εμπιστεύτηκε στις Νύμφες του όρους Μύρτου, κοντά στην τοποθεσία όπου αργότερα ιδρύθηκε η πόλη Κυρήνεια. Από την ένωσή τους γεννήθηκε ο Αρισταίος που οι Νύμφες αποκαλούν «Αγραίο» (του αγρού) και «Νόμιο» (=βοσκό).
Άλλοι έρωτες με απογόνους επώνυμους ήρωες
Από τη Νύμφη Θυία (ή τη Μέλαινα ή την Κελαινώ) ο Απόλλωνας απέκτησε τον Δελφό, επώνυμο ήρωα των Δελφών και βασιλιά της περιοχής την εποχή που ο Απόλλωνας κατέφτασε για να την καταλάβει.
Ο θεός βίασε και την Κρέουσα, την κόρη του Ερεχθέα και της Πραξιθέας, σε σπηλιά στην Ακρόπολη της Αθήνας· στην ίδια αυτή σπηλιά άφησε έκθετο τον γιο της μέσα σε ένα καλάθι, τον οποίο αργότερα ο Ερμής μετέφερε στους Δελφούς και ανατράφηκε στον ναό.
Από τη Φθία απέκτησε τον Δώρο, που έδωσε το όνομά του στους Δωριείς, τον Πολυποίτη και τον Λαόδοκο· και τα τρία αδέλφια σκοτώθηκαν από τον γιο του Ενδυμίωνα, τον Αιτωλό, στα βόρεια του κορινθιακού κόλπου.
Από τη Θηρώ ή Θουρώ απέκτησε τον Χαίρωνα, επώνυμο ήρωα της Χαιρώνειας στη Φωκίδα.
Ο θεός αναφέρεται και ως πατέρας του Τένη ή Τέννη από την Πρόκλεια, επώνυμου ήρωα της Τενέδου, αλλά πιο πιθανή είναι η παράδοση που θέλει πατέρα του τον Κύκνο, βασιλιά της Κολώνης στην Τρωάδα.
Από τη νύμφη Κωρυκία απέκτησε τον Λύκωρο ή Λυκωρέα, από τον οποίο ονομάστηκε η Λυκώρεια της Φωκίδας. Άγνωστη είναι η μητέρα του Επίδαυρου
Και άλλοι έρωτες
Από τη Μούσα Θάλεια απέκτησε τους δαίμονες Κορύβαντες που μπήκαν στη συνοδεία του Διόνυσου, από την Καλλιόπη πιθανολογείται ότι απέκτησε τον Ορφέα και τον Υμέναιο, από την Ουρανία τον θηβαίο ποιητή Λίνο. Τέλος, σύμφωνα με μια εκδοχή ο Τρωίλος είναι γιος της Εκάβης από τον θεό και όχι από τον Πρίαμο.
Και ένας άκαρπος έρωτας
Ο Εύηνος απέκτησε μια κόρη, τη Μάρπησσα, που ενώ ήταν μνηστή του Απόλλωνα, την άρπαξε ο Ίδας, ο γιος του Αφάρεα, με άρμα φτερωτό, που το πήρε από τον Ποσειδώνα. Ο Εύηνος τους καταδίωξε πάνω σε άρμα και έφτασε μέχρι τον ποταμό Λυκόρμα αλλά επειδή δεν μπορούσε να τους φτάσει, έσφαξε τα άλογα και έπεσε στον ποταμό· από εκείνον ονομάστηκε Εύηνος ο ποταμός.
Ο Ίδας έφτασε στη Μεσσήνη, αλλά τον βρήκε ο Απόλλωνας και του πήρε την κόρη. Κι εκεί που μάχονταν ποιος θα την παντρευτεί, ο Δίας μπήκε στη μέση και τους χώρισε και προέτρεψε την κόρη να διαλέξει με ποιον θέλει να μείνει· εκείνη, από φόβο μήπως ο Απόλλωνας την εγκαταλείψει όταν γεράσει, διάλεξε για άντρα της τον Ίδα. (Απολλόδωρος 1.60.1)
Πηγή