Η Κόρινθος ήταν από τις λίγες πόλεις που επιθυμούσαν να λεηλατήσουν οι Ρωμαίοι. Πουθενά αλλού οι λεγεώνες τους δεν άρπαξαν περισσότερο χρυσάφι. Αυτή έκαναν πρωτεύουσα της Ελλάδας, γιατί είχε μεγάλη δύναμη.
Χρωστούσε το μεγαλείο της στη στενή λουρίδα γης που χωρίζει το Ιόνιο από το Αιγαίο πέλαγος. Τα καΐκια των αρχαίων περνούσαν τον Ισθμό πάνω από τη στεριά. Είχαν κάνει έναν διάδρομο ξύλινο, αλειμμένο με λίπος – τον δίολκο, όπως τον έλεγαν- και τα περνούσαν γλιστρώντας τα από τα μία θάλασσα στην άλλη. Άλλωστε από αυτή την διαδικασία βγήκε και η φράση «το μ—νί καράβι σέρνει«.
Όλο το εμπόριο λοιπόν, Ανατολής και Δύσης μαζευόταν στο λιμάνι της. Τα πλοία πλήρωναν όχι μονάχα για το πέρασμα από τον δίολκο, αλλά και το τελωνείο για τα εμπορεύματα που κουβαλούσαν. Έτσι πλούτιζε χωρίς κόπο η Κόρινθος. Τα νομίσματά της βρέθηκαν σκορπισμένα στα πέρατα του κόσμου.
Κάθε χρόνο η Κόρινθος έκανε δύο μεγάλα εμπορικά πανηγύρια, που κρατούσαν ενάμιση μήνα το καθένα. Στα πανηγύρια αυτά έρχονταν να ψωνίσουν ξένοι από όλες τις χώρες. Αλλά κι όταν αργότερα κατέκτησαν την Κόρινθο οι Φράγκοι, τα πανηγύρια αυτά δεν σταμάτησαν.
Από όλα τα μέρη της Ελλάδας ξεκινούσαν οι Έλληνες για να βρεθούν στην Κόρινθο, να πουλήσουν ή να αγοράσουν. Όταν τους ρωτούσαν λοιπόν οι άλλοι για πού ετοιμάζονται απαντούσαν: «Είμαστε για τα πανηγύρια». Μια φράση που αντέχει χιλιάδες χρόνια.
Βιβλιογραφία: “3.000 λέξεις και φράσεις παροιμιώδεις” του Τάκη Νατσούλη, Εκδόσεις Σμυρνιωτάκης
Πηγή
Χρωστούσε το μεγαλείο της στη στενή λουρίδα γης που χωρίζει το Ιόνιο από το Αιγαίο πέλαγος. Τα καΐκια των αρχαίων περνούσαν τον Ισθμό πάνω από τη στεριά. Είχαν κάνει έναν διάδρομο ξύλινο, αλειμμένο με λίπος – τον δίολκο, όπως τον έλεγαν- και τα περνούσαν γλιστρώντας τα από τα μία θάλασσα στην άλλη. Άλλωστε από αυτή την διαδικασία βγήκε και η φράση «το μ—νί καράβι σέρνει«.
Όλο το εμπόριο λοιπόν, Ανατολής και Δύσης μαζευόταν στο λιμάνι της. Τα πλοία πλήρωναν όχι μονάχα για το πέρασμα από τον δίολκο, αλλά και το τελωνείο για τα εμπορεύματα που κουβαλούσαν. Έτσι πλούτιζε χωρίς κόπο η Κόρινθος. Τα νομίσματά της βρέθηκαν σκορπισμένα στα πέρατα του κόσμου.
Κάθε χρόνο η Κόρινθος έκανε δύο μεγάλα εμπορικά πανηγύρια, που κρατούσαν ενάμιση μήνα το καθένα. Στα πανηγύρια αυτά έρχονταν να ψωνίσουν ξένοι από όλες τις χώρες. Αλλά κι όταν αργότερα κατέκτησαν την Κόρινθο οι Φράγκοι, τα πανηγύρια αυτά δεν σταμάτησαν.
Από όλα τα μέρη της Ελλάδας ξεκινούσαν οι Έλληνες για να βρεθούν στην Κόρινθο, να πουλήσουν ή να αγοράσουν. Όταν τους ρωτούσαν λοιπόν οι άλλοι για πού ετοιμάζονται απαντούσαν: «Είμαστε για τα πανηγύρια». Μια φράση που αντέχει χιλιάδες χρόνια.
Βιβλιογραφία: “3.000 λέξεις και φράσεις παροιμιώδεις” του Τάκη Νατσούλη, Εκδόσεις Σμυρνιωτάκης
Πηγή