Ο λόξυγκας ( ή λόξιγκας ) είναι ανακλαστική κίνηση που προκαλείται από ανεξέλεγκτες συσπάσεις του διαφράγματος, με μικρές εισπνοές αέρα και έχει ως αποτέλεσμα χαρακτηριστικό ήχο.
Η διάρκεια του λόξυγκα είναι από 5 - 15 λεπτά, αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις διαρκεί πολύ περισσότερο και είναι ενοχλητικός. Στις περισσότερες περιπτώσεις ο λόξυγκας δεν προκαλεί προβλήματα. Σε λίγες περιπτώσεις ο λόξυγκας αποτελεί αντίδραση σε ασθένειες. Υπάρχουν αρκετές εκδοχές για την ετυμολογία της λέξης.
Μία από αυτές υποστηρίζει πως προέρχεται από: λώξυγγας <κλώξυγγας< κλῶξος (< κλώζω=κρώζω, κακαρίζω) + λύγξ [γενική: λυγγός< λύζω (=ἔχω λόξυγγα)]
Μία άλλη εκδοχή μας λέει πως προέρχεται από: λόξυγγας <λύξυγγας < λύγξυγγας (< λύγξ που είναι ο λυγμός (μάταια σύσπαση προς εμετό-που λέει και ο Ιπποκράτης) + λάρυγγας).
Αν ισχύει η πρώτη, θα έπρεπε να γράφεται λώξυγγας, ενώ αν ισχύει η δεύτερη θα έπρεπε να ορθογραφείται λόξυγγας. Επειδή, η ετυμολογία της λέξης είναι αβέβαιη είναι προτιμότερη η απλούστερη γραφή, λόξυγγας.
Όποια και να είναι η ετυμολόγηση το σίγουρο είναι πως αυτή η αντίδραση του οργανισμού ενοχλεί και προκαλεί δυσαρέσκεια. Οι δε τρόποι αντιπετώπισής του πολλοί. Μια αναφορά στο λόξυγκα και στην αντιμετώπισή του γίνεται στο Συμπόσιο του Πλάτωνα.
Όταν ήρθε η σειρά του Αριστοφάνη για να εκφωνήσει τον έπαινό του για τον Έρωτα, αυτός, δεν μπόρεσε να το κάνει επειδή τον έπιασε λόξιγκας. Τότε, ο γιατρός Ερυξίμαχος δέχθηκε να μιλήσει αυτός πρώτα, ώστε να του δώσει χρόνο να συνέλθει, ενώ, τον συμβούλευσε πώς να απαλλαγεί απ’ αυτόν. Ας διαβάσουμε το σχετικό απόσπασμα:
"ΑΠΟΛΛΟΔΩΡΟΣ. Λοιπόν, με το που ο Παυσανίας έπαυσε –για να κάνω λεκτικό παιχνίδι, κατά τη διδασκαλία των σοφών- συνέχισε να διηγείται ο Αριστόδημος, είχε σειρά να μιλήσει ο Αριστοφάνης, αλλά – θες βαρυστομαχιά, θες κάτι άλλο; - τον έπιασε λόξιγκας και δεν μπορούσε να αγορεύσει· αλλά, καθώς ο γιατρός Ερυξίμαχος ξάπλωσε στο ανάκλιντρο που βρισκόταν δεξιά του, του είπε:
«Ερυξίμαχε, έχεις υποχρέωση ή να σταματήσεις το λόξιγκά μου ή να πάρεις το λόγο στη θέση μου, ωσότου μου περάσει».
Κι ο Ερυξίμαχος είπε:
«Εντάξει, θα κάνω και το ένα και το άλλο· δηλαδή, θα πάρω τη σειρά σου και θα μιλήσω· κι εσύ όταν σου περάσει, τη δική μου. Και όση ώρα μιλώ εγώ, αν ο λόξιγκας έχει καλή διάθεση να σου περάσει με το να κρατάς την ανάσα σου για πολλή ώρα, πάει καλά· ειδάλλως κάνε γαργάρες με νερό. Τώρα αν είναι πολύ επίμονος, χώσε στη μύτη σου κάτι που να την ερεθίσει και φταρνίσου· κάνε το αυτό μία ή δύο φορές και, όσο κι αν είναι επίμονος, θα σου περάσει».
«Πάρε το λόγο χωρίς χασομέρια κι εγώ θα κάνω ότι μου λες» αποκρίθηκε ο Αριστοφάνης".
Πλάτων, Συμπόσιον (185c-e) Μτφρ. Ηλίας Σ.Σπυρόπουλος- Εκδόσεις Ζήτρος
Πηγή
Η διάρκεια του λόξυγκα είναι από 5 - 15 λεπτά, αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις διαρκεί πολύ περισσότερο και είναι ενοχλητικός. Στις περισσότερες περιπτώσεις ο λόξυγκας δεν προκαλεί προβλήματα. Σε λίγες περιπτώσεις ο λόξυγκας αποτελεί αντίδραση σε ασθένειες. Υπάρχουν αρκετές εκδοχές για την ετυμολογία της λέξης.
Μία από αυτές υποστηρίζει πως προέρχεται από: λώξυγγας <κλώξυγγας< κλῶξος (< κλώζω=κρώζω, κακαρίζω) + λύγξ [γενική: λυγγός< λύζω (=ἔχω λόξυγγα)]
Μία άλλη εκδοχή μας λέει πως προέρχεται από: λόξυγγας <λύξυγγας < λύγξυγγας (< λύγξ που είναι ο λυγμός (μάταια σύσπαση προς εμετό-που λέει και ο Ιπποκράτης) + λάρυγγας).
Αν ισχύει η πρώτη, θα έπρεπε να γράφεται λώξυγγας, ενώ αν ισχύει η δεύτερη θα έπρεπε να ορθογραφείται λόξυγγας. Επειδή, η ετυμολογία της λέξης είναι αβέβαιη είναι προτιμότερη η απλούστερη γραφή, λόξυγγας.
Όποια και να είναι η ετυμολόγηση το σίγουρο είναι πως αυτή η αντίδραση του οργανισμού ενοχλεί και προκαλεί δυσαρέσκεια. Οι δε τρόποι αντιπετώπισής του πολλοί. Μια αναφορά στο λόξυγκα και στην αντιμετώπισή του γίνεται στο Συμπόσιο του Πλάτωνα.
Όταν ήρθε η σειρά του Αριστοφάνη για να εκφωνήσει τον έπαινό του για τον Έρωτα, αυτός, δεν μπόρεσε να το κάνει επειδή τον έπιασε λόξιγκας. Τότε, ο γιατρός Ερυξίμαχος δέχθηκε να μιλήσει αυτός πρώτα, ώστε να του δώσει χρόνο να συνέλθει, ενώ, τον συμβούλευσε πώς να απαλλαγεί απ’ αυτόν. Ας διαβάσουμε το σχετικό απόσπασμα:
"ΑΠΟΛΛΟΔΩΡΟΣ. Λοιπόν, με το που ο Παυσανίας έπαυσε –για να κάνω λεκτικό παιχνίδι, κατά τη διδασκαλία των σοφών- συνέχισε να διηγείται ο Αριστόδημος, είχε σειρά να μιλήσει ο Αριστοφάνης, αλλά – θες βαρυστομαχιά, θες κάτι άλλο; - τον έπιασε λόξιγκας και δεν μπορούσε να αγορεύσει· αλλά, καθώς ο γιατρός Ερυξίμαχος ξάπλωσε στο ανάκλιντρο που βρισκόταν δεξιά του, του είπε:
«Ερυξίμαχε, έχεις υποχρέωση ή να σταματήσεις το λόξιγκά μου ή να πάρεις το λόγο στη θέση μου, ωσότου μου περάσει».
Κι ο Ερυξίμαχος είπε:
«Εντάξει, θα κάνω και το ένα και το άλλο· δηλαδή, θα πάρω τη σειρά σου και θα μιλήσω· κι εσύ όταν σου περάσει, τη δική μου. Και όση ώρα μιλώ εγώ, αν ο λόξιγκας έχει καλή διάθεση να σου περάσει με το να κρατάς την ανάσα σου για πολλή ώρα, πάει καλά· ειδάλλως κάνε γαργάρες με νερό. Τώρα αν είναι πολύ επίμονος, χώσε στη μύτη σου κάτι που να την ερεθίσει και φταρνίσου· κάνε το αυτό μία ή δύο φορές και, όσο κι αν είναι επίμονος, θα σου περάσει».
«Πάρε το λόγο χωρίς χασομέρια κι εγώ θα κάνω ότι μου λες» αποκρίθηκε ο Αριστοφάνης".
Παυσανίου δὲ παυσαμένου —διδάσκουσι γάρ με ἴσα λέγειν οὑτωσὶ οἱ σοφοί— ἔφη ὁ Ἀριστόδημος δεῖν μὲν Ἀριστοφάνη λέγειν, τυχεῖν δὲ αὐτῷ τινα ἢ ὑπὸ πλησμονῆς ἢ ὑπό τινος ἄλλου λύγγα ἐπιπεπτωκυῖαν καὶ οὐχ οἷόν τε εἶναι λέγειν, ἀλλ᾽ εἰπεῖν αὐτόν —ἐν τῇ κάτω γὰρ αὐτοῦ τὸν ἰατρὸν Ἐρυξίμαχον κατακεῖσθαι— «Ὦ Ἐρυξίμαχε, δίκαιος εἶ ἢ παῦσαί με τῆς λυγγὸς ἢ λέγειν ὑπὲρ ἐμοῦ, ἕως ἂν ἐγὼ παύσωμαι.» καὶ τὸν Ἐρυξίμαχον εἰπεῖν «Ἀλλὰ ποιήσω ἀμφότερα ταῦτα· ἐγὼ μὲν γὰρ ἐρῶ ἐν τῷ σῷ μέρει, σὺ δ᾽ ἐπειδὰν παύσῃ, ἐν τῷ ἐμῷ. ἐν ᾧ δ᾽ ἂν ἐγὼ λέγω, ἐὰν μέν σοι ἐθέλῃ ἀπνευστὶ ἔχοντι πολὺν χρόνον παύεσθαι ἡ λύγξ· εἰ δὲ μή, ὕδατι ἀνακογχυλίασον. εἰ δ᾽ ἄρα πάνυ ἰσχυρά ἐστιν, ἀναλαβών τι τοιοῦτον οἵῳ κινήσαις ἂν τὴν ῥῖνα, πτάρε· καὶ ἐὰν τοῦτο ποιήσῃς ἅπαξ ἢ δίς, καὶ εἰ πάνυ ἰσχυρά ἐστι, παύσεται.» «Οὐκ ἂν φθάνοις λέγων,» φάναι τὸν Ἀριστοφάνη· «ἐγὼ δὲ ταῦτα ποιήσω.»
Πλάτων, Συμπόσιον (185c-e) Μτφρ. Ηλίας Σ.Σπυρόπουλος- Εκδόσεις Ζήτρος
Πηγή