Η Πριήνη ήταν αρχαία ελληνική πόλη στη νοτιοδυτική Καρία, στις ακτές της Μικράς Ασίας. Ήταν μία από τις δώδεκα Ιωνικές πόλεις-κράτη. Βρισκόταν ακριβώς στη νότια πλευρά του όρους Μυκάλη, εκτεινόταν δε από ένα βραχώδη λόφο, στην κορυφή του οποίου ήταν η ακρόπολή της, μέχρι τη θάλασσα το λεγόμενο "Μαιάνδριο πεδίο", δηλαδή επί της βορειοδυτικής ακτής του Λατμικού Κόλπου που αργότερα με τις προσχώσεις του παραρρέοντα ποταμού Μαιάνδρου μεταβλήθηκε σε πεδιάδα.
Οι πρώτοι μύθοι για την ίδρυση της πόλης αναφέρουν ότι η Πριήνη οικίσθηκε αρχικά από τους Ίωνες αποίκους, ηγέτης των οποίων ήταν ο Αίπυτος, ο γιος του Νηλέα, (που ήταν γιος του βασιλιά της Αθήνας Κόδρου), και που είχε χτίσει τη Μίλητο.
Φαίνεται ότι ο πληθυσμός της πόλης αυξήθηκε θεαματικά όταν εγκαταστάθηκαν σ' αυτήν νέοι άποικοι από τη Βοιωτία με ηγέτη τον Φιλητά. Γι' αυτό, λόγω των Βοιωτών, λεγόταν και Κάδμη.
Αφότου ιδρύθηκε, η πόλη δέχτηκε πολλές επιθέσεις από τους γηγενείς γείτονές της, τους Κάρες. Περί τον 8ο αιώνα π.Χ. κατελήφθη από τον βασιλιά των Λυδών, τον Άρδυ. Αλλά σύντομα η πόλη αποτίναξε την κυριαρχία των Λυδών, ενώ περί τον 6ο αιώνα π.Χ. έφτασε στη μεγαλύτερη ακμή της, κυβερνώμενη από τον Βία τον Πριηνέα, έναν από τους επτά σοφούς της αρχαίας Ελλάδας, κατέλαβε δε περίοπτη θέση στην Ιωνική συμπολιτεία (Ιωνική Δωδεκάπολη).
Αργότερα, στα χρόνια του μεγάλου βασιλέως Κύρου της Περσίας, το 545 π.Χ., η πόλη καταλήφθηκε από τους Πέρσες όπως και οι άλλες πόλεις-κράτη της Δωδεκάπολης. Παρά ταύτα η Πριήνη κατάφερε να διατηρήσει την πολιτειακή της οργάνωση και υπό περσική επικυριαρχία, πληρώνοντας φόρους και προσφέροντας στρατιώτες.
Ελληνιστικοί χρόνοι
Μετά τους Περσικούς Πολέμους περί το 404 π.Χ.. η Πριήνη φέρεται να σύρεται στη συμμαχία της Δήλου. Την ίδια εποχή είχε γίνει το μήλο της έριδος μεταξύ των Σαμίων και των Μιλησίων. Κατά την εκστρατεία του στην Ασία ο Μέγας Αλέξανδρος ευεργέτησε πολλαπλώς την Πριήνη, απαλλάσσοντάς την από την κηδεμονία της Αθήνας και χρηματοδοτώντας την κατασκεύη του ναού της πόλης όπως μαρτυράται και από την επιγραφή της Πριήνης. Έφτιαξε μάλιστα και τον κύριο ναό της πόλης, τον περίφημο ναό της Πολιάδος Αθηνάς.
Μετά το θάνατο του Μ. Αλεξάνδρου η πόλη περιήλθε στους Επιγόνους του. Την έλεγχαν άλλοτε οι Σελευκίδες, άλλοτε οι Πτολεμαίοι. Σύντομα όμως ανέκτησε την αυτονομία της χάρη στον πλούτο της και στο εμπόριο που είχε αναπτύξει. Οι έριδες επανήλθαν με τους Μιλησίους, τους Σαμίους και τους βασιλιάδες της Περγάμου, μέχρι που τελικά την κατέλαβε ο βασιλιάς της Καππαδοκίας Αριαράθης ο οποίος τη λεηλάτησε.
Την καταστροφή όμως διαδέχτηκε η ανάκαμψη κατά τη ρωμαϊκή περίοδο. Ιδιαίτερα στα χρόνια του Βυζαντίου η Πριήνη γνώρισε νέες ημέρες προόδου και πλούτου. Ως πόλη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας η Πριήνη υπαγόταν αρχικά στο Θέμα των Θρακησίων, αργότερα στο Θέμα της Σάμου, ενώ εκκλησιαστικά στη Μητρόπολη Εφέσου.
Ο επίσκοπος της Πριήνης έφερε τον τίτλο "Επίσκοπος Πριηνέων πόλεως των Ασιανών επαρχίας", ή "Επίσκοπος Πριήνης".
Κατά τον 13ο αιώνα η Πριήνη υποτάχθηκε στους Σελτζούκους και στη συνέχεια στους Τούρκους, οι οποίοι την ονόμασαν "Σαμσούν Καλεσί", προσδιορίζοντας περισσότερο την οχύρωση της ακρόπολης. Από τον αιώνα εκείνο η πόλη άρχισε σιγά - σιγά να καταστρέφεται μέχρι που εξαφανίστηκε ολοκληρωτικά.
Οι αρχαιολογικές έρευνες - ανασκαφές ξεκίνησαν με δαπάνες του Βασιλικού Μουσείου του Βερολίνου το 1895 υπό τη διεύθυνση των Γερμανών αρχαιολόγων Χούμαν και Κεκουλέ το έργο των οποίων συνέχισαν αργότερα οι αρχαιολόγοι Σράντερ και Βίγκαντ.
Ο αρχαιολογικός χώρος της Πριήνης περιλαμβάνει την ακρόπολη που βρίσκεται επί της κορυφής βράχου σε υψόμετρο 371 μ. και την αρχαία πόλη που εκτείνεται επί της κλιμακωτής νότιας πλαγιάς του βράχου μέχρι το "Μαιάνδριο πεδίο", προσχωματική πεδιάδα του Μαίανδρου ποταμού.
Ολόκληρη η πόλη περιβάλλεται από ισοδομικό τείχος με ορθογώνιους λίθους, μήκους 150 σταδίων (2.500 μ.) μέσου πλάτους 2 μ. και ύψους 8 μ. Το μεγαλύτερο μέρος του τείχους έχει διασωθεί. Το τείχος είχε τέσσερις πύλες.
Η πόλη εντός του τείχους ήταν ρυμοτομημένη κατά το Ιπποδάμειο σύστημα (των παραλλήλων οριζοντίων και καθέτων οδών) δημιουργώντας οικοδομικά τετράγωνα από 6 οριζόντιες, κατά ανατολή - δύση, οδούς μέσου πλάτους 7 μ. και 16 καθέτους οδούς πλάτους 3,5 μ..
Οι κάθετες οδοί ήταν κλιμακωτές με πολλές βαθμίδες, ιδιαίτερα οι δυτικές, ενώ οι οριζόντιες οδοί ήταν πλακοστρωμένες με μάρμαρο. Στα 80 περίπου οικοδομικά τετράγωνα μεγέθους 35 Χ 47 μ. υπάρχουν τα ερείπια σημαντικών οικοδομημάτων.
Η πόλη λόγω της κατωφέρειας είναι χτισμένη σε 4 επίπεδα (άνδηρα) που καθένα πλαισιώνεται με υψηλό και ισχυρό αναλημματικό τείχος, (όπως στην Πνύκα της Αθήνας), δίνοντας έτσι την εντύπωση ότι φέρει επάλληλα τείχη. Τα σπουδαιότερα αρχαία δημόσια κτίσματα που έχουν αναγνωριστεί είναι κατά επίπεδο, αρχής γενομένης από το κατώτερο ως πρώτο, τα ακόλουθα:
Βιβλιογραφία: "Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Ηλίου" τόμος 16ος, σελ. 366.
Πηγή
Μυθικοί χρόνοι
Οι πρώτοι μύθοι για την ίδρυση της πόλης αναφέρουν ότι η Πριήνη οικίσθηκε αρχικά από τους Ίωνες αποίκους, ηγέτης των οποίων ήταν ο Αίπυτος, ο γιος του Νηλέα, (που ήταν γιος του βασιλιά της Αθήνας Κόδρου), και που είχε χτίσει τη Μίλητο.
Φαίνεται ότι ο πληθυσμός της πόλης αυξήθηκε θεαματικά όταν εγκαταστάθηκαν σ' αυτήν νέοι άποικοι από τη Βοιωτία με ηγέτη τον Φιλητά. Γι' αυτό, λόγω των Βοιωτών, λεγόταν και Κάδμη.
Κλασικοί χρόνοι
Αφότου ιδρύθηκε, η πόλη δέχτηκε πολλές επιθέσεις από τους γηγενείς γείτονές της, τους Κάρες. Περί τον 8ο αιώνα π.Χ. κατελήφθη από τον βασιλιά των Λυδών, τον Άρδυ. Αλλά σύντομα η πόλη αποτίναξε την κυριαρχία των Λυδών, ενώ περί τον 6ο αιώνα π.Χ. έφτασε στη μεγαλύτερη ακμή της, κυβερνώμενη από τον Βία τον Πριηνέα, έναν από τους επτά σοφούς της αρχαίας Ελλάδας, κατέλαβε δε περίοπτη θέση στην Ιωνική συμπολιτεία (Ιωνική Δωδεκάπολη).
Αργότερα, στα χρόνια του μεγάλου βασιλέως Κύρου της Περσίας, το 545 π.Χ., η πόλη καταλήφθηκε από τους Πέρσες όπως και οι άλλες πόλεις-κράτη της Δωδεκάπολης. Παρά ταύτα η Πριήνη κατάφερε να διατηρήσει την πολιτειακή της οργάνωση και υπό περσική επικυριαρχία, πληρώνοντας φόρους και προσφέροντας στρατιώτες.
Μετά τους Περσικούς Πολέμους περί το 404 π.Χ.. η Πριήνη φέρεται να σύρεται στη συμμαχία της Δήλου. Την ίδια εποχή είχε γίνει το μήλο της έριδος μεταξύ των Σαμίων και των Μιλησίων. Κατά την εκστρατεία του στην Ασία ο Μέγας Αλέξανδρος ευεργέτησε πολλαπλώς την Πριήνη, απαλλάσσοντάς την από την κηδεμονία της Αθήνας και χρηματοδοτώντας την κατασκεύη του ναού της πόλης όπως μαρτυράται και από την επιγραφή της Πριήνης. Έφτιαξε μάλιστα και τον κύριο ναό της πόλης, τον περίφημο ναό της Πολιάδος Αθηνάς.
Μετά το θάνατο του Μ. Αλεξάνδρου η πόλη περιήλθε στους Επιγόνους του. Την έλεγχαν άλλοτε οι Σελευκίδες, άλλοτε οι Πτολεμαίοι. Σύντομα όμως ανέκτησε την αυτονομία της χάρη στον πλούτο της και στο εμπόριο που είχε αναπτύξει. Οι έριδες επανήλθαν με τους Μιλησίους, τους Σαμίους και τους βασιλιάδες της Περγάμου, μέχρι που τελικά την κατέλαβε ο βασιλιάς της Καππαδοκίας Αριαράθης ο οποίος τη λεηλάτησε.
Βυζαντινοί - μεταβυζαντινοί χρόνοι
Την καταστροφή όμως διαδέχτηκε η ανάκαμψη κατά τη ρωμαϊκή περίοδο. Ιδιαίτερα στα χρόνια του Βυζαντίου η Πριήνη γνώρισε νέες ημέρες προόδου και πλούτου. Ως πόλη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας η Πριήνη υπαγόταν αρχικά στο Θέμα των Θρακησίων, αργότερα στο Θέμα της Σάμου, ενώ εκκλησιαστικά στη Μητρόπολη Εφέσου.
Ο επίσκοπος της Πριήνης έφερε τον τίτλο "Επίσκοπος Πριηνέων πόλεως των Ασιανών επαρχίας", ή "Επίσκοπος Πριήνης".
Κατά τον 13ο αιώνα η Πριήνη υποτάχθηκε στους Σελτζούκους και στη συνέχεια στους Τούρκους, οι οποίοι την ονόμασαν "Σαμσούν Καλεσί", προσδιορίζοντας περισσότερο την οχύρωση της ακρόπολης. Από τον αιώνα εκείνο η πόλη άρχισε σιγά - σιγά να καταστρέφεται μέχρι που εξαφανίστηκε ολοκληρωτικά.
Αρχαιολογικές ανασκαφές
Οι αρχαιολογικές έρευνες - ανασκαφές ξεκίνησαν με δαπάνες του Βασιλικού Μουσείου του Βερολίνου το 1895 υπό τη διεύθυνση των Γερμανών αρχαιολόγων Χούμαν και Κεκουλέ το έργο των οποίων συνέχισαν αργότερα οι αρχαιολόγοι Σράντερ και Βίγκαντ.
Ο αρχαιολογικός χώρος της Πριήνης περιλαμβάνει την ακρόπολη που βρίσκεται επί της κορυφής βράχου σε υψόμετρο 371 μ. και την αρχαία πόλη που εκτείνεται επί της κλιμακωτής νότιας πλαγιάς του βράχου μέχρι το "Μαιάνδριο πεδίο", προσχωματική πεδιάδα του Μαίανδρου ποταμού.
Ολόκληρη η πόλη περιβάλλεται από ισοδομικό τείχος με ορθογώνιους λίθους, μήκους 150 σταδίων (2.500 μ.) μέσου πλάτους 2 μ. και ύψους 8 μ. Το μεγαλύτερο μέρος του τείχους έχει διασωθεί. Το τείχος είχε τέσσερις πύλες.
Η πόλη εντός του τείχους ήταν ρυμοτομημένη κατά το Ιπποδάμειο σύστημα (των παραλλήλων οριζοντίων και καθέτων οδών) δημιουργώντας οικοδομικά τετράγωνα από 6 οριζόντιες, κατά ανατολή - δύση, οδούς μέσου πλάτους 7 μ. και 16 καθέτους οδούς πλάτους 3,5 μ..
Οι κάθετες οδοί ήταν κλιμακωτές με πολλές βαθμίδες, ιδιαίτερα οι δυτικές, ενώ οι οριζόντιες οδοί ήταν πλακοστρωμένες με μάρμαρο. Στα 80 περίπου οικοδομικά τετράγωνα μεγέθους 35 Χ 47 μ. υπάρχουν τα ερείπια σημαντικών οικοδομημάτων.
Η πόλη λόγω της κατωφέρειας είναι χτισμένη σε 4 επίπεδα (άνδηρα) που καθένα πλαισιώνεται με υψηλό και ισχυρό αναλημματικό τείχος, (όπως στην Πνύκα της Αθήνας), δίνοντας έτσι την εντύπωση ότι φέρει επάλληλα τείχη. Τα σπουδαιότερα αρχαία δημόσια κτίσματα που έχουν αναγνωριστεί είναι κατά επίπεδο, αρχής γενομένης από το κατώτερο ως πρώτο, τα ακόλουθα:
- Άνδηρο Α΄: Το Στάδιο και το Γυμνάσιο.
- Άνδηρο Β΄, με το μεγαλύτερο πλάτωμα και την κύρια πόλη: Ιδιωτικές κατοικίες, η αρχαία Αγορά, θεμέλια μεγάλου βωμού, Ασκληπιείο, η Ιερή Στοά, το Εκκλησιαστήριο, το Βουλευτήριο (640 θέσεων με σπουδαίο βωμό) και το Πρυτανείο.
- Άνδηρο Γ΄: Ο μεγαλοπρεπής ναός της Πολιάδος Αθηνάς, το Άνω Γυμνάσιο, το Ιερό των Αιγυπτίων και το Θέατρο.
- Άνδηρο Δ΄: Ο ναός της Δήμητρας, ο ναός της Περσεφόνης, και μεγάλος βωμός.
- Ψηλότερα των παραπάνω βρίσκεται η ακρόπολη της Πριήνης, στην κορυφή του βράχου, η αποκαλούμενη "Τηλωνεία".
Βιβλιογραφία: "Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Ηλίου" τόμος 16ος, σελ. 366.
Πηγή