Πέμπτη 9 Ιανουαρίου 2020

O μήνα που κλείνει το μαντείο των Δελφών τον χειμώνα , το άνοιγμα του μαντείου στην έβδομη Βυσιου το αίτιο και ο μύθος

Οι μήνες στο ημερολόγιο των Δελφών και οι Εποχές στις οποίες κατανέμονται σύμφωνα με την τοπική λατρεία των θεών και είναι οι εξής:
…………………………………….
Μήνες Χειμερινοί
(Διθύραμβος Διονύσου)- περίοδος Χρησμοσύνη.
δ΄. Απελλαίος (Μαιμακτηριών –Νοέμβριος)
ε΄. Δαιδαφόριος (Ποσειδεών- Δεκέμβριος)
στ΄. Ηραίος (Γαμηλιών- Ιανουάριος)

……………………………………
Μήνες Ηρινοί-Θερινοί-Φθινοπωρινοί-Μετοπωρινοί
(Παιάν Απόλλωνος)- περίοδος Κόρος.

ζ΄. Βύσιος (Ανθεστηριών -Φεβρουάριος )
η΄. Βοαθόος ( Ελαφηβολιών- Μάρτιος)
θ΄. Θευξένιος ( Μουνιχιών- Απρίλιος )
ι΄. Ηράκλειος ( Θαργηλιών – Μάϊος)
ια΄. Βουκάτιος ( Σκιροφοριών – Ιούνιος )
ιβ΄. Ειλαίος ( Εκατομβαιών – Ιούλιος)
α΄. Ενδυσποιτρόπιος ( Μεταγειτνιών – Αύγουστος)
β΄. Ποιτρόπιος ( Βοηδρομιών – Σεπτέμβριος )
γ΄. Αποτρόπιος ( Πυανεψιών – Οκτώβριος )

Η Λειτουργία του Μαντείου των Δελφών συνδέεται με την τοπική λατρεία , τους ντόπιους θεούς και τον Μύθο της περιοχής. Από τους διαλόγους του Πλουτάρχου [περί του ΕΙ εις Δελφούς 16], μαθαίνουμε ότι το Λειτουργικό Έτος στους Δελφούς διαιρείται σε δύο περιόδους, η μία περιλαμβάνει εννέα [9] μήνες και ονομάζεται «Κόρος» και η άλλη τρεις μήνες [3] και ονομάζεται «Χρησμοσύνη».
Στην πρώτη περίοδο, «Κόρος», το Μαντείο είναι ανοιχτό και στην καθημερινή λειτουργία του στο ναό χρησιμοποιούν τον Παιάνα για να τιμήσουν τον Απόλλωνα. Στην δεύτερη περίοδο το Μαντείο είναι κλειστό και χρησιμοποιούν τον Διθύραμβο στο ναό για να τιμήσουν τον Διόνυσο. Ο Διθύραμβος παίρνει την θέση του Παιάνα που χρησιμοποιείται προς τιμήν του Απόλλωνος:

ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ περι του ΕΙ εν Δελφοις 9
― επεί δ΄ουκ ίσος ο των περιόδων εν ταις μεταβολαίς χρόνος, αλλά μείζων ο της ετέρας ην Κόρον καλούσιν, ο δε της Χρησμοσύνης ελάττων, το κατά λόγον τηρούντες ενταύθα τον μεν άλλον ενιαυτόν Παιάνι χρώνται περί τας θυσίας, αρχομένου δε χειμώνος, επεγείραντες τον Διθύραμβον, τον δε Παιάνα καταπαύσαντες, τρεις μήνας αντ΄εκείνου τούτον κατακαλούνται τον θεόν (τον Διόνυσον)• όπερ τρία προς εν τούτο την διακόσμησιν οιόμενοι χρόνω προς την εκπύρωσιν είναι.

Γίνεται δεδομένο από αυτό το απόσπασμα και προκύπτει ότι η Λειτουργία (του Μαντείου) μέσα στο έτος διαιρείται μεταξύ του Παιάνα και του Διθυράμβου, και ότι ο πρώτος χρησιμοποιείται για τρία τέταρτα του έτους, (εννέα μήνες), και ο τελευταίος για ένα τέταρτο, (τρεις μήνες.) Στο απόσπασμα δηλώνεται ξεκάθαρα ότι ο Διθύραμβος άρχιζε να χρησιμοποιείται «Αρχομένου Χειμώνος». Η Αρχή του Χειμώνος στο ιδίωμα της κλασικής αρχαιότητος είναι η «Πλειάδων δύσις », η εποχή που δύουν οι Πλειάδες.

Στο φυσικό έτος των Ελλήνων, η Αρχή του Χειμώνος συμβαίνει κατά τον μήνα Μαιμακτηριώνα στην Αττική και κατά τον μήνα Απελλαίο στους Δελφούς και αντιστοίχως στους πρώτους χειμερινούς μήνες στα υπόλοιπα ημερολόγια των Ελλήνων καθώς ο δείκτης είναι πάντοτε η Δύσις των Πλειάδων. Η Πλειάδων Δύσις, η Σκορπιού 15η [Νοεμβρίου 10], κατά τον Μέτωνα στα διορθωμένα έτη του κύκλου του των μηνών στον Μαιμακτηριώνα.

Η Αρχή του Χειμώνος, όπως αναφέρεται μέσα στα «Παραπήγματα» της Αρχαιότητος (Αρχαία Ημερολόγια -5ου αιώνος), για το κλίμα συγχρονίζεται με την «Πλειάδων Δύσις».

Η συγκεκριμένη εποχή, η Πλειάδων Δύσις, είναι η εποχή των καταιγίδων και των ταραχών του αέρος καθώς ο Μαιμάκτης Ζευς ταράσσει τον αέρα και δίνει «Διοσημίαι» (Ζευς Αστραπαίος) για την έναρξη του Χειμώνος.

Στο Παράπηγμα του Μέτωνος και του Ευκτήμωνος η δηλωμένη ημερομηνία για αυτό το φαινόμενο ταυτίζεται με την 10η του σύγχρονου Νοεμβρίου, και επί της εποχής του Σόλωνος ταυτίζονταν περί της 9ης του σύγχρονου Νοεμβρίου , μια μέρα πρίν την έναρξη του μηνός Μαιμακτηριώνος.
Αυτές τις διαταραχές του αέρος οι πρόγονοι μας τις ορίζουν ως «Ἐπισημασίαι», τα συμπτώματα ή οι ενδείξεις της κοσμικής θέσεως των Πλειάδων που κάθε χρόνο συνέβαινε υποχρεωττικά κατά τον μήνα Μαιμακτηριώνα στην Αττική ή Απελλαίο στους Δελφούς που ήταν γνωστὸς τότε και περιγράφονταν ως ο πρώτος απὸ τους χειμερινοὺς μήνες: (Οὑλπιανὸς, 35,Ὀλυνθ.γ΄ 603. «χειμέριος οὖτος ὁ μήν»).

Το ίδιο αναφέρει και ο Αρποκρατίων στο Λεξικό του:
― ωνόμασται δε από Διός Μαιμάκτου. Μαιμάκτης δ΄εστίν ο ενθουσιώδης και ταρακτικός, ως φησι Λυσιμαχίδης εν τω περί των Αθήνησι μηνών.Αρχήν δε λαμβάνοντος του Χειμώνος εν τούτω τω μηνί, ο αήρ ταράττεται και μεταβολήν ίσχει.

Έτσι γίνεται σαφές ότι αυτοί οι τρεις μήνες στο ημερολόγιο των Δελφών που είναι αφιερωμένοι στη χρήση του Διθυράμβου στις θυσίες, ήταν ο Απελλαίος (Αρχή Χειμώνος) και οι επόμενοι δύο Δαιδαφόριος και Ηραίος, και οι τρεις είναι οι χειμερινοί μήνες στο ημερολόγιο των Δελφών. Συνεπώς τους εννέα μήνες για τους οποίους χρησιμοποιείται ο Παιάνας στις θυσίες, (αυτούς που ο Πλούταρχος ονομάζει σε αυτό το απόσπασμα «τον άλλον ενιαυτόν), ήταν οι εννέα υπόλοιποι, δηλαδή από τον Βύσιο συμπεριλαμβανομένου έως και του Αποτροπίου, δηλαδή τους μήνες της Άνοιξης, του Καλοκαιριού και του Φθινοπώρου, τους μήνες ηρινούς, τους θερινούς, τους οπωρινούς ,τους φθινοπωρινούς και τους μετοπωρινούς του ημερολογίου των Δελφών. Το όριο για την Αρχή του Χειμώνος στην αντίληψη και την θρησκεία στους Έλληνες δεν έχει να κάνει με κανένα χειμερινό ηλιοστάσιο ή τροπές ηλίου, οι εποχές καθορίζονται από τις Επισημασίαι, και η Αρχή Χειμώνος από την Δύση των Πλειάδων.

Όσον αφορά την μετάβαση σε καθορισμένες ώρες και εποχές στην αναφερόμενη λειτουργία στους Δελφούς, από τον Απόλλωνα μέχρι τον Διόνυσο, δεν υπάρχει καμμία δυσκολία να αντιληφθεί κανείς το γεγονός ενός τέτοιου κανόνα με την πρώτη, ο Διόνυσος και ο Απόλλων στην Ελληνική Μυθολογία έχουν συσχετιστεί με το Μαντείο στους Δελφούς από την αρχή.

Ο Διόνυσος του Μελάμπους τουλάχιστον και ο Απόλλων Φιλάμμων δημιουργήθηκαν μέσα σε οκτώ χρόνια ο ένας από τον άλλον και ο καθένας είναι μόνο μια διαφορετική έκφραση για το φως και τον ήλιο, είναι εναλλάξιμες έννοιες και ονομασίες, χωρίς καμμία υλική διαφορά στην έννοια τους. Σε αυτή την εναλλαγή η Δελφική λειτουργία, στην αρχή της χειμερινής περιόδου από τον Απόλλωνα στον Διόνυσο, όπου ο Διόνυσος πρέπει να πρέπει να θεωρηθεί ως η προσωποποίηση του χειμερινού ήλιου, όταν εμφανίζεται και δίνει στο βλέμμα την αίσθηση ότι βρίσκεται σε πτώση, και στην εναλλαγή του με τον Απόλλωνα στους πρώτους ανοιξιάτικους μήνες, από τον Διονύσιο στον Απόλλωνα, όπου ο Απόλλωνας πρέπει να θεωρηθεί ως προσωποποίηση του νέου ήλιου, που αρχίζει να ανακτά τη ζεστασιά και το φως του μετά το χειμερινό ηλιοστάσιο, και συνεχίζει να αυξάνει αυτές τις δύο πτυχές του μέχρι το θερινό ηλιοστάσιο*.

[*Στον περαιτέρω υπαινιγμό που εμφανίζεται στο ίδιο απόσπασμα της « Διακόσμησις» και της «Εκπύρωσης», υπάρχει μια αναφορά στο Στωικό δόγμα του Κύκλου της Καταστροφής και Ανανέωσης, σαν να αποτυπώνονταν αυτό σε αυτόν τον κανόνα της Δελφικής λειτουργίας, και να εδραιωνόταν πάνω του. Αλλά αυτό το δόγμα, το οποίο ήταν χαρακτηριστικό της Στωικής φιλοσοφίας και αρχικά μεταδόθηκε από τους Χαλδαίους, ήταν πολύ μεταγενέστερο για να γίνει γνωστό στον Φιλάμμωνα, ή σε εκείνους που αφομοίωσαν την Δελφική λειτουργία με τον τρόπο που εξηγήθηκε παραπάνω. Σε αυτό το δόγμα πρέπει να υποτεθεί ότι ο Διόνυσος πρέπει να θεωρηθεί ως η Αρχή της «Εκπύρωσις», και ο Απόλλωνας ως εκείνος της «Διακόσμησις»- και οι δύο ήταν τύποι του ήλιου και ο ήλιος σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί ως η προσωποποίηση της Αρχής της «Καταστροφής» αλλά μόνο της Δημιουργίας, της Τάξης και της Διατήρησης:
― Δημιουργόν δε είναι των ορωμένων πάντων φησιν ο Πυθαγόρειος λόγος τον μέγαν γεωμέτρην και αριθμητήν ήλιον, και εστηρίχθαι τούτον εν όλω τω κόσμω καθάπερ εν τοις σώμασι ψυχήν, ως φησιν ο Πλάτων . ΦΙΛΟΣΟΦΟΥΜΕΝΑ, 6. 28. 183. 69.

Δόγμα το οποίο δημιουργήθηκε πολύ μεταγενέστερα από τους Χαλδαίους και μεταβιβάστηκε στους Στωϊκούς, το οποίο διαφέρει από τον ελληνικό κανόνα λειτουργίας του Μαντείου των Δελφών ο οποίος αποτυπώνεται στον μύθο του Απόλλωνος Φιλάμμωνος και του Διονύσου Μελάμποδα].

Στον ελληνικό κανόνα λειτουργίας του Μαντείου παρατηρείται ότι η ονομασία «Κόρος» δόθηκε στην μεγαλύτερη από αυτές τις περιόδους, αφιερωμένη στην υπηρεσία και την θεραπεία του Απόλλωνα, και εκείνη της «Χρησμοσύνης» δόθηκε στην μικρότερη διάρκεια, που είναι αφιερωμένη στον Διόνυσο. Και οι δύο πτυχές περιόδου αντιτίθενται η μία με την άλλη, η «Κόρος» υποδηλώνει κορεσμό που προέρχεται από την πληρότητα ή την αφθονία, και «Χρησμοσύνη» υποδηλώνει την επιθυμία, την επίδραση της έλλειψης ή της ελάττωση, μια έννοια με την οποία χρησιμοποιείται από τον Ηρόδοτο [9.33], τον Θεόγνη και τον Τυρταίο:

― Χρησμοσύνη είκων, ή δη κακά πολλά διδάσκει [ΘΕΟΓΝΙΣ 389]
― Χρησμοσύνη τα’ είκων και στυγερή πενίη [ΤΥΡΤΑΙΟΣ Ι.8]

Αυτές οι διαφορές εξηγούνται εξίσου από το γεγονός ότι γι’ αυτούς τους εννέα μήνες του «Κόρου» το Μαντείο των Δελφών είναι ανοιχτό και ο καθένας μπορεί να συμβουλευτεί, για τους τρεις μήνες της «Χρησμοσύνης» ήταν κλειστό και κανείς δεν μπορούσε να έχει πρόσβαση σε αυτό. Για κάθε μια από αυτές τις περιόδους, λοιπόν, υπήρχε μια ανάγκη και μια έλλειψη για το ίδιο πράγμα, εκ των οποίων από την άλλη υπήρχε αφθονία και κορεσμός. Υπήρχε στην πραγματικότητα κάποια στιγμή στο Δελφικό έτος κατά την οποία δεν ήταν δυνατόν να ζητηθεί η γνώμη του Μαντείου, και διαφαίνεται από τη γνωστή ιστορία του Αλεξάνδρου [ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ ΒΙΟΙ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ 14, ΑΥΣΟΝΙΣ ΕΙΔΥΛΛΙΑ 326], και συνέπιπτε με την περίοδο της Χρησμοσύνης, όπως διαφαίνεται από τις καταγραφές στον Πλούταρχο και αλλού.

Η επίσκεψη του Αλεξάνδρου στους Δελφούς έγινε αμέσως μετά την καταστροφή της Θήβας, στην εποχή των Μυστηρίων (7-15 Σεπτεμβρίου, -335), και στον πρώτο από τους μήνες της Χρησμοσύνης στους Δελφούς, που στο ίδιο έτος φέρει την ημερομηνία της 10ης Οκτωβρίου, όχι παραπάνω από ένα μήνα μετά την καταστροφή.

Επιπλέον αυτή η περίοδος της «Χρησμοσύνης» και η σιωπή του Μαντείου για τους τρεις μήνες της διάρκειας της, απεικονίζεται από ένα άλλο περίεργο έθος, που συνδέεται με την υπηρεσία του Δελφικού Απόλλωνος, το έθιμο της Παρατήρησης του Ουρανίου θόλου κατά τη διάρκεια αυτών των τριών μηνών ιδιαίτερα, σε ένα κατάλυμα απομακρυσμένο από τους Δελφούς, καταγράφονται κάποιες προκαταρκτικές διεργασίες πριν την λειτουργία του Μαντείου στους Δελφούς.

Υπήρχε μια τοποθεσία στην Βοιωτία που ονομαζόταν «Άρμα», μια Κώμη της Τανάγρας, κοντά στην Μυκαλησσό, σύμφωνα με τον Στράβωνα [9.2.253], και σύμφωνα με τον Παυσανία [ Ι.34.2] στον δρόμο για την Χαλκίδα στην Εύβοια. Ονομαζόταν έτσι επειδή εκεί το Άρμα του Αμφιάραου εξαφανίστηκε κάτω στο έδαφος [ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ 9.19.4].

Ενταύθα δέ, -γράφει ο Στράβων [Ι.34.2],- η παροιμία την αρχήν έσχεν, η λέγουσα, οπότε δι’ Άρματος αστράψη• αστραπήν τινα σημειουμένων κατά χρησμόν των λεγομένων Πυθαϊστών, βλεπόντων ως επί το Άρμα, και τότε πεμπόντων την θυσίαν εις Δελφούς όταν αστραψαντα ίδωσιν. ετήρουν δ΄επί τρεις μήνας, καθ΄έκαστον μήνα επί τρεις ημέρας και νύκτας, από της εσχάρας του Αστραπαίου Διός. εστι δ΄αυτή εν τω τείχει μεταξύ του Πυθίου και του Ολυμπίου [ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ ΣΧ. ΙΛΙΑΔΟΣ Β499.266.35]

Η κώμη Άρμα* απείχε τρεις ημέρες ταξίδι από τους Δελφούς, και αν ο κανονισμός ήταν να παρατηρήσουν εκεί για τρεις μέρες και νύχτες στην αρχή του καθενός από αυτούς τους τρεις μήνες, ακόμη και αν ο επιθυμητός οιωνός δεν εμφανιζόταν μέχρι την τελευταία μέρα, θα εξακολουθούσε να υπάρχει χρόνος για να στείλουν τις προσφορές για την θυσία στους Δελφούς την εβδόμη ημέρα του μηνός.

Αλλά δεν υπάρχει καμία αναφορά για συμβουλή από το Μαντείο ταυτόχρονα ως επακόλουθο του ιδίου οιωνού, αν και εκείνοι που παρατηρούσαν για τον οιωνό στο παρελθόν ονομάστηκαν «Πυθαϊσταί»- δηλαδή, τα άτομα που επιθυμούσαν να συμβουλευτούν το Μαντείο. Αλλά η αλήθεια είναι ότι το ίδιο το μαντείο ήταν πλέον κλειστό, και αυτό που έκαναν για αυτούς τους τρεις μήνες, είχε υποδειχθεί κατ ‘αρχήν από τις οδηγίες του Μαντείου, ήταν πολύ πιθανό πως έτειναν προς την τροφοδότηση του τόπου του Μαντείου, καθώς ήταν γνωστή η λειτουργία κατά την οποία ο Απόλλων εξακολουθούσε να επικοινωνεί με τους Πυθαϊστές ενώ το Μαντείο στους Δελφούς ήταν κλειστό.

Η εβδόμη (7η) του πρώτου Ανοιξιάτικου Δελφικού μηνός Βυσίου, ταυτίζεται με την Επιφάνεια του θεού Απόλλωνος από την Κρήτη και την Γενέθλιο ημέρα, αυτή την ημέρα το Μαντείο των Δελφών ανοίγει τις πύλες του για εννέα μήνες και ξανακλείνει τον μήνα Απελλαίο, τον πρώτο χειμερινό μήνα στους Δελφούς.

Ο κανόνας που παρατηρείται στο ημερολόγιο των Δελφών είναι ο πιο σημαντικός και ο πιο βαρύμαντος, επειδή, αν και ο εορτασμός της επίσημης παρουσίας της Πυθίας φαίνεται ότι ρυθμίζονταν πάντα από το ημερολόγιο της Πυθίας, των χρησμών του μαντείου, με την πάροδο του χρόνου, είχε ρυθμιστεί από το ιερό και πολιτικό ημερολόγιο των ίδιων των Δελφών:

ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ ΤΟΥ ΧΑΙΡΩΝΕΩΣ ΤΑ ΗΘΙΚΑ.ΑΙΤΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ 9
― Τίς ὁ παρὰ Δελφοῖς ὁσιωτὴρ καὶ διὰ τί Βύσιον ἕνα τῶν μηνῶν καλοῦσιν;
Ὁσιωτῆρα μὲν καλοῦσι τὸν θυόμενον ἱερεῖον, ὅταν ὅσιος ἀποδειχθῇ. Πέντε δ´ εἰσὶν ὅσιοι διὰ βίου, καὶ τὰ πολλὰ μετὰ τῶν προφητῶν δρῶσιν οὗτοι καὶ συνιερουργοῦσιν, ἅτε γεγονέναι δοκοῦντες ἀπὸ Δευκαλίωνος. Ὁ δέ Βύσιος μήν, ὡς μὲν οἱ πολλοὶ νομίζουσι, φύσιός ἐστιν• ἔαρος γὰρ ἄρχει καὶ τὰ πολλὰ φύεται τηνικαῦτα καὶ διαβλαστάνει. Τὸ δ´ ἀληθὲς οὐκ ἔχει οὕτως• οὐ γὰρ ἀντὶ τοῦ Φ τῷ Β χρῶνται Δελφοί, καθάπερ Μακεδόνες «Βίλιππον» καί «βαλακρόν» καί «Βερονίκην» λέγοντες, ἀλλ´ ἀντὶ τοῦ π• καὶ γὰρ τὸ πατεῖν «βατεῖν» καὶ τὸ πικρόν «βικρόν» ἐπιεικῶς καλοῦσιν. Ἔστιν οὖν πύσιος ὁ «βύσιος», ἐν ᾧ πυστιῶνται καὶ πυνθάνονται τοῦ θεοῦ• τὸ γὰρ ἐννοεῖν καὶ πάτριον. Ἐν τῷ μηνὶ γὰρ τούτῳ χρηστήριον ἐγίγνετο καὶ ἑβδόμην ταύτην νομίζουσι τοῦ θεοῦ γενέσθλιον, καὶ πολύφθοον ὀνομάζουσιν οὐ διὰ τὸ πέττεσθαι φθόις, ἀλλὰ πολυπευθῆ καὶ πολυμάντευτον οὖσαν. Ὀψὲ γὰρ ἀνείθησαν αἱ κατὰ μῆνα μαντεῖαι τοῖς δεομένοις, πρότερον δ´ ἅπαξ ἐθεμίστευσεν ἡ Πυθία τοῦ ἐνιαυτοῦ κατὰ ταύτην τὴν ἡμέραν, ὡς Καλλισθένης καὶ Ἀναξανδρίδης ἱστορήκασι.

Από αυτό το απόσπασμα είναι σαφές από τον Πλούταρχο όπου φανερώνει τον μήνα Βύσιο
λέγοντάς μας ότι είναι ένας από τους μήνες αφιερωμένος στην διαβούλευση των χρησμών, και ότι η εβδόμη του μήνα είναι η ημέρα που ξεχώριρισε για τον σκοπό αυτό και το Μαντείο άνοιξε τις πύλες του για τους λατρευτές, διότι, σύμφωνα με την παράδοση των Δελφών, ο ίδιος ο Απόλλωνας κάνει την Επιφάνεια του στους Δελφούς με την Γέννηση του και με την εμφάνιση του Αστερισμού του Δελφινίου πάνω από τον Ουράνιο θόλο των Δελφών για αυτή την ημέρα. Σε σχέση με αυτό, η μαρτυρία του Πλούταρχου επιβεβαιώνεται με εκείνη των Ευμενίδων του Αισχύλου, όπου η ιέρεια, ή η Προμάντις, μιλώντας για το δώρο του μαντείου στον Απόλλωνα, ως δώρο γενεθλίων, από τον Φοίβο τον πρώην κάτοχο του Μαντείου : ―δίδωσι δ΄η γενέθλιον δόσιν Φοίβω. ΕΥΜΕΝΙΔΕΣ ΑΙΣΧΥΛΟΥ 7



Ορέστης Πυλαρινός


Πηγή