Ο Λέων της Αμφίπολης είναι έργο επιτάφιας πλαστικής του 4ου αιώνα προ κοινής χρονολόγησης, μνημείο πολεμικής δόξας και πράξης. Σύμφωνα με τον καθηγητή Δημήτρη Λαζαρίδη, στήθηκε προς τιμή του Λαομέδοντα από τη Λέσβο, ενός από τους αξιολογότερους τριηράρχους του Μεγάλου Αλεξάνδρου που εγκαταστάθηκαν στην Αμφίπολη, ενώ σύμφωνα με μια εκδοχή βρισκόταν στην κορυφή του Τύμβου Καστά, άποψη που αμφισβητήθηκε.
Το λιοντάρι, που σήμερα βρίσκεται δίπλα στην παλιά γέφυρα του Στρυμόνα στην επαρχιακή οδό Αμφίπολης- Σερραϊκής ακτής, δεν ήταν ανέκαθεν ενιαίο γλυπτό, αλλά αποτελούταν από ξεχωριστά κομμάτια που βρέθηκαν το 1912. Το 1922 αποκαλύφθηκε η βάση του μνημείου πάνω στην οποία αναστηλώθηκε το 1936, αφού πρώτα κατασκευάστηκε ένα σύγχρονο γύψινο μοντέλο.
Την ανασυναρμολόγηση του Λέοντα ανέλαβε ο Έλληνας γλύπτης Ανδρέας Παναγιωτάκης, ο οποίος για την εξυπηρέτηση των εργασιών, κατασκεύασε αρχικά ένα ακριβές γύψινο αντίγραφο σε πραγματικό μέγεθος. Η ομάδα του Παναγιωτάκη είχε στη διάθεσή της μόνο εννέα συνεχόμενα κομμάτια του γλυπτού. Έτσι, αναγκάστηκαν να χρησιμοποιήσουν τσιμέντο για να συμπληρώσουν όσα έλειπαν.
Κατά την ανασυναρμολόγηση έγιναν τρία λάθη. Οι τεχνίτες δεν κατάλαβαν ότι έλειπε μια στενή λωρίδα από το λαιμό του λιονταριού, με αποτέλεσμα η ένωση του κεφαλιού με το λαιμό να είναι χοντροκομμένη. Το δεύτερο λάθος ήταν ότι συμπέραναν πως τα μάτια του λιονταριού ήταν μαρμάρινα και τα «γέμισαν» με τσιμέντο, ενώ το αρχικό γλυπτό είχε μέταλλο ή πέτρα άλλου χρώματος. Το τρίτο και σημαντικότερο λάθος της ανακατασκευής είναι η τοποθέτηση του λιονταριού στο σημείο όπου είχε βρεθεί αρχικά ένα κομμάτι της βάσης του. Οι αρχαιολόγοι σήμερα πιστεύουν ότι ο Λέων της Αμφίπολης κατά την αρχαιότητα, ήταν τοποθετημένος στην κορυφή του λόφου Καστά.
Πηγή
Το λιοντάρι, που σήμερα βρίσκεται δίπλα στην παλιά γέφυρα του Στρυμόνα στην επαρχιακή οδό Αμφίπολης- Σερραϊκής ακτής, δεν ήταν ανέκαθεν ενιαίο γλυπτό, αλλά αποτελούταν από ξεχωριστά κομμάτια που βρέθηκαν το 1912. Το 1922 αποκαλύφθηκε η βάση του μνημείου πάνω στην οποία αναστηλώθηκε το 1936, αφού πρώτα κατασκευάστηκε ένα σύγχρονο γύψινο μοντέλο.
Την ανασυναρμολόγηση του Λέοντα ανέλαβε ο Έλληνας γλύπτης Ανδρέας Παναγιωτάκης, ο οποίος για την εξυπηρέτηση των εργασιών, κατασκεύασε αρχικά ένα ακριβές γύψινο αντίγραφο σε πραγματικό μέγεθος. Η ομάδα του Παναγιωτάκη είχε στη διάθεσή της μόνο εννέα συνεχόμενα κομμάτια του γλυπτού. Έτσι, αναγκάστηκαν να χρησιμοποιήσουν τσιμέντο για να συμπληρώσουν όσα έλειπαν.
Κατά την ανασυναρμολόγηση έγιναν τρία λάθη. Οι τεχνίτες δεν κατάλαβαν ότι έλειπε μια στενή λωρίδα από το λαιμό του λιονταριού, με αποτέλεσμα η ένωση του κεφαλιού με το λαιμό να είναι χοντροκομμένη. Το δεύτερο λάθος ήταν ότι συμπέραναν πως τα μάτια του λιονταριού ήταν μαρμάρινα και τα «γέμισαν» με τσιμέντο, ενώ το αρχικό γλυπτό είχε μέταλλο ή πέτρα άλλου χρώματος. Το τρίτο και σημαντικότερο λάθος της ανακατασκευής είναι η τοποθέτηση του λιονταριού στο σημείο όπου είχε βρεθεί αρχικά ένα κομμάτι της βάσης του. Οι αρχαιολόγοι σήμερα πιστεύουν ότι ο Λέων της Αμφίπολης κατά την αρχαιότητα, ήταν τοποθετημένος στην κορυφή του λόφου Καστά.
Πηγή