Παρασκευή 21 Ιανουαρίου 2022

Αρχαίος Δίολκος

Ο/Η Δίολκος ήταν ο ειδικής κατασκευής πλακόστρωτος δρόμος που συνέδεε τις δύο άκρες του Ισθμού της Κορίνθου και πάνω στον οποίο σύρονταν κατά την αρχαιότητα από δούλους τα πλοία από τον Κορινθιακό στον Σαρωνικό Κόλπο και αντίστροφα.

Είναι εύκολο να γίνει αντιληπτή η σκοπιμότητα και η σπουδαιότητα αυτής της κατασκευής για το εμπόριο των αρχαίων Ελλήνων, αφού απάλλασσε τα πλοία από τον πολυήμερο τότε περίπλου της Πελοποννήσου και από τους αντίστοιχους κινδύνους, κυρίως από το πέρασμα των πολυτάραχων ακρωτηρίων Μαλέα και Ταινάρου.

Η Δίολκος πρέπει να κατασκευάσθηκε είτε στα τέλη του 7ου αιώνα π.Χ., είτε, το πιθανότερο, στις αρχές του 6ου αιώνα π.Χ., όταν τύραννος στην Κόρινθο ήταν ο Περίανδρος. Ο Περίανδρος διακρίθηκε για την έντονη δραστηριότητά του ως προς τα έργα πολιτιστικής και οικονομικής σημασίας, και αναφέρεται ότι σκέφθηκε να ανοίξει και διώρυγα στον Ισθμό της Κορίνθου. Δεν πραγματοποίησε ωστόσο το σχέδιο αυτό γιατί τα τεχνικά μέσα που διέθετε δεν μπορούσαν να ολοκληρώσουν ένα τέτοιο έργο, αλλά και επειδή οι θρησκευτικές προλήψεις των χρόνων εκείνων ήταν αντίθετες σε κάθε επέμβαση και μετατροπή των έργων των θεών. 

Επειδή όμως το εμπόριο της Κορίνθου βρισκόταν τότε σε μεγάλη ανάπτυξη, σκέφθηκε να κατασκευάσει έναν ειδικό δρόμο, πάνω στον οποίο θα μεταφέρονταν τα πλοία από τον Κορινθιακό στον Σαρωνικό Κόλπο και αντίστροφα διαμέσου της ξηράς. Τα οικονομικά συμφέροντα ήταν τεράστια, οπότε κάθε μέσο θα επιστρατευόταν για τη διευκόλυνσή τους. 

Εξάλλου, οι αποικίες της Ιταλίας και της Σικελίας, με τις οποίες το κορινθιακό εμπόριο είχε στενές σχέσεις, βρίσκονταν ήδη σε μεγάλη άνθηση. Παράλληλα η διάνοιξη του δίολκου από τον Περίανδρο και η ένωση του Κορινθιακού με τον Σαρωνικό αποτελούσε εγγύηση για την γρήγορη και ασφαλή μεταφορά των αθηναϊκών προϊόντων στις ελληνικές αποικίες της Δύσης. Φυσικά το κέρδος των Κορινθίων από τον ρόλο του διαμετακομιστή δεν ήταν ασήμαντο.

Αναφορές

Οι αρχαίοι συγγραφείς δεν άφησαν επαρκείς πληροφορίες για το τόσο μεγάλης σημασίας τεχνικό αυτό έργο, ή αυτές οι πληροφορίες δεν σώθηκαν μέχρι την εποχή μας. Ο Θουκυδίδης δεν αναφέρει ονομαστικά τη Δίολκο, οπωσδήποτε όμως αυτόν εννοεί όταν γράφει: «και ολκούς παρεσκεύαζον των νεών εν τω Ισθμώ ως υπεροίσοντες εκ της Κορίνθου ες την προς Αθήνας θάλασσαν και ναυσί και πεζώ άμα επιόντες» (Γ, 15, 1).

Ο Αριστοφάνης στις Θεσμοφοριάζουσες (στίχοι 647 κ.ε.) μας δίνει σαφέστερες πληροφορίες για τον τρόπο λειτουργίας της Διόλκου, χωρίς πάντως να κάνει συγκεκριμένη αναφορά: «επεί τας ναύς δια του Ισθμού είλκον ώστε μη περιέρχεσθαι, τούτο δε διισθμονίσαι εκάλουν». Ο Παυσανίας μας πληροφορεί πως ένα τμήμα της σωζόταν ακόμα στην εποχή του (Ελλάδος περιήγησις, ΙΙΙ, 5).

Ο Πολύβιος, ο Δίων Κάσσιος, ο Στράβων, ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος, ο Ησύχιος και το Λεξικό της Σούδας επίσης αναφέρουν το έργο αυτό, τις περισσότερες φορές όμως χωρίς σαφήνεια.

Ανασκαφές

Ως το 1956, οπότε άρχισαν ανασκαφικές εργασίες στην περιοχή του Ισθμού της Κορίνθου για την αποκάλυψη της Διόλκου, είχαν εκφρασθεί από τους νεότερους μελετητές διάφορες γνώμες σχετικά με τη θέση και τη μορφή της. 

Ο Φρέιζερ θεωρούσε ότι η Δίολκος θα έπρεπε να είχε τη μορφή «τροχιοδρόμου» (tramway), στηριζόμενος στην παρατήρηση ενός μικρού τμήματος που είχε διατηρηθεί κοντά στη γέφυρα της διώρυγας (από την αναφορά του Παυσανία). Στη Δίολκο είχε αποδώσει και ο Φάουλερ (Corinth, τ. Ι, σ. 50) ένα άλλο τμήμα οδού στο πελοποννησιακό έδαφος, στο στόμιο της διώρυγας προς τον Κορινθιακό Κόλπο.

Οι ανασκαφές του Ν. Βερδελή όμως απεκάλυψαν ένα αρκετά μεγάλο τμήμα της Διόλκου και έλυσαν τις απορίες που συνδέονταν με αυτή. Πρώτα-πρώτα, προσδιορίσθηκε η ακριβής διαδρομή την οποία ακολουθούσε: 

Ξεκινούσε στον Κορινθιακό από το σημείο όπου σήμερα βρίσκεται ο σηματοδότης για τα πλοία που κατευθύνονται προς τη διώρυγα, προχωρούσε για ένα διάστημα προς τα ανατολικά και από εκεί στρεφόταν προς τα βορειοανατολικά και πάλι προς τα νοτιοανατολικά, ώσπου κατέληγε στον Σαρωνικό Κόλπο ανατολικά της διώρυγας, στο σημερινό Καλαμάκι Κορινθίας, τον αρχαίο Σχοινούντα, όπως ακριβώς αναφέρει ο Στράβων. 

Η Δίολκος δεν ακολουθούσε ευθεία γραμμή, αλλά είχε στροφές, επειδή το έδαφος παρουσιάζει αρκετή κλίση, με υψόμετρο μέχρι 90 μέτρα περίπου, οπότε θα ήταν ιδιαίτερα δύσκολη η μεταφορά των πλοίων. Τα εμπορικά πλοία δεν μεταφέρονταν φορτωμένα, αλλά άφηναν τα εμπορεύματά τους στις Κεγχρεές ή το Λέχαιον, ανάλογα με την κατεύθυνσή τους. Με αυτή τη σημασία μόνο μπορούν να ερμηνευθούν οι πληροφορίες του Πλίνιου και του Ησύχιου, οι οποίοι τοποθετούσαν την αρχή και το τέλος της Διόλκου στα δύο αυτά λιμάνια.

Παρότι δεν αποκαλύφθηκε ολόκληρο το μήκος της Διόλκου, οι ανασκαφικές έρευνες τερματίστηκαν, καθώς η πιο εκτεταμένη ανασκαφή ήταν και δύσκολη εξαιτίας των επιχώσεων από τα μπάζα της τομής της Διώρυγας, και επιζήμια για τα καλλιεργούμενα χωράφια της περιοχής.

Κατασκευή και χρήση

Από την άποψη της τεχνικής κατασκευής της, η Δίολκος είχε τη μορφή δρόμου στρωμένου με κυβόλιθους κομμένους από πωρόλιθο. Το πλάτος της κυμαινόταν από 3,5 μέχρι 5 μέτρα. Στο μέσο του υπάρχουν δύο παράλληλες αυλακώσεις, οι οποίες είναι βέβαιο πως δεν οφείλονται στη φθορά από την τριβή που προκαλούσε η μεταφορά των πλοίων, αλλά αποτελούν μέρος της κατασκευής. 

Σκοπός τους ήταν η προφύλαξη από εκτροπές σε σημεία ιδιαίτερης επικινδυνότητας, όπως οι στροφές. Τον ίδιο σκοπό εξυπηρετούσαν και τα θεμέλια, τα οποία προστέθηκαν στο πιο επικίνδυνο σημείο του έργου, που ανακαλύφθηκε στον χώρο της Σχολής Μηχανικού και αντιστοιχεί σε κλειστή στροφή.

Φαίνεται ότι τα πλοία σύρονταν επάνω σε πλατφόρμες από δούλους, γιατί ίχνη από οπλές ζώων ή κάποιο μηχάνημα δεν είναι ορατά. Η χρονολόγηση της Διόλκου στα χρόνια του Περιάνδρου στηρίζεται κυρίως στην ανεύρεση μερικών θραυσμάτων αγγείων κάτω από τους κυβόλιθους σε ορισμένα σημεία της, καθώς και σε γράμματα χαραγμένα πάνω στις πλάκες του δρόμου, τα οποία θα είχαν μάλλον καθοδηγητικό σκοπό.

Το πότε ακριβώς έπαυσε να χρησιμοποιείται η Δίολκος είναι άγνωστο. Γεγονός πάντως θεωρείται ότι τη χρησιμοποιούσαν επί αρκετούς αιώνες. Πιθανότατα οι εργασίες που άρχισαν μετά από διαταγή του Ρωμαίου αυτοκράτορα Νέρωνα για να ανοιχθεί διώρυγα στον Ισθμό, και που προχώρησαν σε μήκος 2 περίπου χιλιομέτρων από την παραλία του Κορινθιακού, κατέστρεψαν το σημείο της Διόλκου όπου αυτή έστρεφε προς τα βορειοανατολικά, οπότε αχρηστεύθηκε και ολόκληρο το πανάρχαιο έργο. Το γεγονός ότι ο Παυσανίας αναφέρει μόνο τμήμα του ως αξιοθέατο συνηγορεί υπέρ της απόψεως αυτής.

Στους βυζαντινούς χρόνους, και συγκεκριμένα το 883, αναφέρεται ότι ο δρουγγάριος Νικήτας Ωορύφας Β΄ πέρασε τα πλοία του μέσα σε μία νύχτα από τις Κεγχρεές στον Κορινθιακό κατά τη διάρκεια εκστρατείας κατά των Σαρακηνών της Κρήτης. Δεν είναι μεν πιθανό ότι η Δίολκος ήταν σε χρήση μέχρι τότε, αλλά θα πρέπει μάλλον να χρησιμοποιήθηκε στη συγκεκριμένη και κρίσιμη εκείνη περίσταση.


Βιβλιογραφία:

  • ΜεΪδάνη, Κατερίνα (2010). Αρχαϊκή Ελλάδα και Πόλεμος. Αθήνα: Ινστιτούτο Βιβλίου-Καρδαμίτσα. σελίδες 126–128, 145. ISBN 978-960-354-218-6.
  • Το αντίστοιχο λήμμα (της Ευαγγελίας Κ. Καραντσάβελου) στη Νέα Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια «Χάρη Πάτση», τόμος 11, σελ. 213-214


Πηγή εικόνας : Από Davide Mauro - Έργο αυτού που το ανεβάζει, CC BY-SA 4.0

Πληροφορίες αντλήθηκαν από την πηγή