Τετάρτη 14 Ιουνίου 2023

Όταν ο Αλέξανδρος Α΄ της Μακεδονίας σκότωσε τους Πέρσες πρέσβεις που ασέλγησαν πάνω στις Μακεδόνισσες

O Αλέξανδρος Α΄ της Μακεδονίας ήταν Βασιλιάς της Μακεδονίας (498 π.Χ. - 454 π.Χ.). Ο Αλέξανδρος Α΄ της Μακεδονίας ήταν γιος του Αμύντα Α΄ της Μακεδονίας και της συζύγου του Ευρυδίκης. Διαδέχθηκε τον μεγαλύτερο αδελφό του Αλκέτα Β΄ της Μακεδονίας, είχε άλλη μια αδελφή την Γυγαία της Μακεδονίας. Τακτοποίησε τον γάμο της αδελφής του με τον Πέρση στρατηγό Βουβάρης με στόχο να σταματήσει την αναζήτηση Περσών στρατιωτών που είχαν εκτελεστεί υπό τις διαταγές του. 

Το 510 π.Χ., 176 χρόνια πριν ο μέγιστος των Ελλήνων, Αλέξανδρος περάσει τον Ελλήσποντο για να τιμωρήσει τους Πέρσες που επιτέθηκαν στην Ελλάδα, ένας άλλος Αλέξανδρος ο προ-προ-προπάππος του τιμώρησε με παραδειγματικό τρόπο τους Πέρσες πρέσβεις, που είχε στείλει ο Δαρείος για να του παραδώσει υποτέλεια ο βασιλιάς της Μακεδονίας Αμύντας.

Οι Πέρσες πρέσβεις μη σεβόμενοι την φιλοξενία έφτασαν στο σημείο να ασελγήσουν πάνω στις Μακεδόνισσες με τον διάδοχο του θρόνου τότε Αλέξανδρο να οργίζεται και να τους σκοτώνει.

Το 513 π.Χ. οι περσικές δυνάμεις με επικεφαλής τον Δαρείο Α΄ διέσχισαν τον Βόσπορο εκστρατεύοντας κατά των Σκυθών και για να κατακτήσουν την Θράκη. Ωστόσο αν και η εκστρατεία πέτυχε, σταμάτησε μετά από μερικές εβδομάδες στις όχθες του Βόλγα, όταν η αρρώστια και οι στερήσεις είχαν επιβαρύνει τον περσικό στρατό. Ο Δαρείος επέστρεψε στις Σάρδεις αλλά άφησε τον Μεγάβαζο αρχηγό του στρατού του στην Θράκη. Περί το 511 ή 512 π.Χ. ο περσικός στρατός κατέλαβε τα εδάφη στην λεκάνη του Στρυμόνα νικώντας τους Παίονες, και μετέφερε τους κατοίκους στην Ασία. Έπειτα από αυτό στράφηκε προς την Μακεδονία.

Όπως μας πληροφορεί ο Ηρόδοτος, έστειλε προς τον βασιλιά της Μακεδονίας Αμύντα, εφτά Πέρσες τους πιο σπουδαίους ύστερα από αυτόν στο εκστρατευτικό σώμα για να απαιτήσουν να  δώσει στον Πέρση βασιλιά, Δαρείο “γη και ύδωρ”.

Κι εκείνος κι αυτά τούς έδινε και τους καλούσε να τους φιλοξενήσει. Κι αφού ετοίμασε μεγαλόπρεπο δείπνο, δέχτηκε ανοιχτόκαρδα τους Πέρσες. Κι όταν απόφαγαν, οι Πέρσες το έριξαν στο πιοτό, ποιος θα το αντέξει περισσότερο, κι είπαν τα εξής:

«Ξένε Μακεδόνα, εμείς οι Πέρσες συνηθίζουμε, όταν δίνουμε μεγάλο δείπνο, να βάζουμε να καθίσουν δίπλα μας και τις παλλακίδες μας και τις νόμιμες γυναίκες μας. Εσύ λοιπόν, μιας και μας δέχτηκες με προθυμία και μας φιλοξενείς με μεγαλοπρέπεια και έδωσες στον βασιλιά Δαρείο “γη και ύδωρ”, ακολούθησε τον δικό μας νόμο».

Σ᾽ αυτά αποκρίθηκε ο Αμύντας: «Πέρσες, εμείς δεν έχουμε αυτή τη συνήθεια, αλλά βάζουμε να κάθονται χωριστά οι γυναίκες από τους άντρες. Αλλά, μια κι εσείς που είστε οι αφέντες και ζητάτε ετούτο, θα το έχετε». Αυτά αποκρίθηκε ο Αμύντας κι έστειλε και κάλεσαν τις γυναίκες. Κι αυτές ύστερα από το κάλεσμα ήρθαν και κάθισαν η μια δίπλα στην άλλη, αντικριστά από τους Πέρσες. 

Τότε βλέποντας οι Πέρσες όμορφες γυναίκες έλεγαν κουβέντες στον Αμύντα, πως αυτό που έκανε δεν ήταν καθόλου φρόνιμο. Προτιμότερο ήταν να μην έρθουν καθόλου οι γυναίκες παρά που ήρθαν και κάθονται απέναντί τους, και είναι βάσανο για τα μάτια τους.

Τι να κάνει ο Αμύντας, έδωσε προσταγή να καθίσουν δίπλα τους. Οι γυναίκες έκαναν ό,τι τους είπε και οι Πέρσες πιωμένοι όπως ήταν άρχισαν να θωπεύουν τα στήθη τους και δοκίμαζαν να τις φιλήσουν.

Ο Αμύντας βλέποντας αυτά, μολονότι δυσαρεστούνταν, δεν αντιδρούσε, επειδή φοβόταν πολύ τους Πέρσες. Ο γιος του Αλέξανδρος,  που ήταν στο τραπέζι όμως και τα παρατηρούσε, και καθώς ήταν νέος κι άμαθος από συμφορές, του ήταν αδύνατο να κρατήσει πια την ψυχραιμία του, κι αγαναχτισμένος είπε στον Αμύντα τα εξής: 

«Πατέρα, εσύ τώρα, καθώς το θέλει η ηλικία σου, σήκω από το τραπέζι και πήγαινε να ξεκουραστείς και μη το παρακάνεις με το πιοτό, κι εγώ θα μείνω εδώ και θα τους προσφέρω ό,τι τους χρειάζεται». 

Κι ο Αμύντας έπιασε το νόημα, ότι ο Αλέξανδρος έχει στο νου του να προκαλέσει αναστάτωση, και του αποκρίθηκε: «Γιε μου, σχεδόν βλέπω πού το πας, από τα λόγια σου, λόγια ανθρώπου ξαναμμένου.  Θέλεις να με ξαποστείλεις και να φέρεις αναστάτωση. Εγώ λοιπόν σε παρακαλώ να μην κάνεις καμιά αποκοτιά σ᾽ αυτούς τους ανθρώπους και μας αφανίσεις, αλλά εσύ παρακολούθα ψύχραιμα τα καμώματά τους. Όσο για μένα, θα σ᾽ ακούσω και θ᾽ αποσυρθώ».

Και μόλις ο Αμύντας μ᾽ αυτή την παράκληση αποσύρθηκε, ο Αλέξανδρος λέει στους Πέρσες: «Ξένοι μου, δεν υπάρχει για σας κανένα πρόβλημα μ᾽ αυτές τις γυναίκες. Θέλετε να σμίξετε με όλες τους, θέλετε να σμίξετε μ᾽ όσες σας αρέσει, εσείς να μας το πείτε. Τώρα όμως, γιατί πλησιάζει πια η ώρα για το κρεβάτι και βλέπω πως από κρασί δεν πρέπει να έχετε παράπονο, τούτες τις γυναίκες, αν δεν έχετε αντίρρηση, αφήστε τις να παν να λουστούν, και θα σας έρθουν πίσω λουσμένες».

Αυτά είπε, κι οι Πέρσες δέχτηκαν. Μόλις οι γυναίκες βγήκαν, τις έστειλε πίσω, στις κάμαρες των γυναικών, ενώ ο ίδιος ο Αλέξανδρος πήρε αμούστακα παλικάρια, όσες ήταν και οι γυναίκες, και τα έντυσε με τα ρούχα των γυναικών, τους έδωσε κοντομάχαιρα και τα πέρασε μέσα στο δωμάτιο του συμποσίου.

Αφού τα πέρασε μέσα, είπε στους Πέρσες:

«Πέρσες, νομίζω ότι σας φιλοξενήσαμε μεγαλοπρεπέστατα, καθώς και όσα είχαμε και μπορέσαμε να βρούμε για να σας τα προσφέρουμε, όλα είναι στη διάθεσή σας, και προπάντων το μεγαλύτερο από όλα, ετούτο: τις μητέρες και τις αδερφές μας σας τις χαρίζουμε μ᾽ όλη μας την καρδιά, για να ξέρετε πως έχετε από μας όλες τις τιμές που σας αξίζουν. Ακόμη, στο βασιλιά που σας έστειλε κάντε γνωστό πως ένας Έλληνας, ο αντιβασιλιάς των Μακεδόνων, σας πρόσφερε ηδονές και στο τραπέζι και στο κρεβάτι». 

Ο Αλέξανδρος ύστερα από αυτά τα λόγια έβαλε δίπλα σε κάθε Πέρση να καθίσει ένας Μακεδόνας — τάχα γυναίκα, κι αυτοί, μόλις οι Πέρσες έκαναν να τους χαϊδέψουν, τους σκότωσαν.

Κι ετούτοι με τέτοιο θάνατο αφανίστηκαν, κι οι ίδιοι και η ακολουθία τους, γιατί συνοδεύονταν κι από άμαξες κι από υπηρέτες κι από τις κάθε λογής πολλές αποσκευές. Λοιπόν, όλος αυτός ο κόσμος μαζί μ᾽ όλους εκείνους αφανίστηκαν. 

Κι αργότερα, όταν πέρασε λίγος καιρός, οι Πέρσες έκαναν μεγάλη έρευνα για να βρουν αυτούς τους ανθρώπους, αλλά ο Αλέξανδρος μ᾽ έξυπνο τρόπο τούς σταμάτησε, δίνοντας και πολλά χρήματα και την αδερφή του, που την έλεγαν Γυγαία σε έναν Πέρση, τον Βουβάρη, που ήταν επικεφαλής εκείνων που έψαχναν για τους αφανισμένους. Μ᾽ αυτό τον τρόπο λοιπόν σκεπάστηκε ο θάνατός τους και πια δεν έγινε λόγος για αυτούς.

Ο Αλέξανδρος Α΄ ανήλθε στον θρόνο την εποχή που η Μακεδονία ήταν υποτελής στην Αχαιμενιδική Αυτοκρατορία, διατηρούσε ωστόσο μεγάλο βαθμό αυτονομίας. Ο διάσημος Πέρσης στρατηγός Μαρδόνιος την υπέταξε πλήρως. Ο Αλέξανδρος Α΄ διετέλεσε απεσταλμένος του Πέρση κυβερνήτη Μαρδόνιου στις διαπραγματεύσεις με τους Αθηναίους μετά την Ναυμαχία της Σαλαμίνας (480 π.Χ.). Ο Ηρόδοτος γράφει ότι ο Αλέξανδρος Α΄ βρισκόταν στο πλευρό του Πέρση βασιλιά Ξέρξη Α΄ και ακολουθούσε τις εντολές του, τον καταγράφει ως "Ύπαρχο", δηλαδή αντιβασιλέα.

Παρά την φαινομενική υποταγή του στον Πέρση βασιλιά έδινε συνεχώς πληροφορίες στους Έλληνες για τα σχέδια των Περσών, πολύτιμες ήταν οι συμβουλές του Αλεξάνδρου Α΄ πριν την Μάχη των Πλαταιών (479 π.Χ.). Ο Αλέξανδρος Α΄ προειδοποίησε τους Έλληνες στα Τέμπη πριν την εκστρατεία του Ξέρξη και τους πρότεινε έναν εναλλακτικό δρόμο μέσω της Μακεδονίας. Μετά την συντριβή του Περσικού στρατού στις Πλαταιές ο Σατράπης Αρτάβαζος με τους 43.000 επιζήσαντες Πέρσες επέστρεψε στην Μικρά Ασία μέσω Μακεδονίας, ο Αλέξανδρος Α΄ τους έστησε παγίδα κοντά στον ποταμό Στρυμώνα και τους αποδεκάτισε. 

Μετά το τέλος των Περσικών πολέμων, ο Αλέξανδρος Α' επέκτεινε το κράτος της Μακεδονίας δυτικά με την υποταγή των ορεινών Λυγκηστών (σημερινή περιοχή Φλώρινας), των Ορεστών και των Ελυμιωτών (σημερινή περιοχή δυτικά της Κοζάνης) φθάνοντας μέχρι την Πύδνα και τη Θέρμη (Θερμαϊκού). Έλαβε μέρος στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 460 π.Χ. αφού οι Ηλείοι Ελλανοδίκες έκριναν πως είναι Έλληνας, όταν απέδειξε πως είναι Αργείος (καταγωγή από Τημενίδες). 

Ο Αλέξανδρος Α΄ ήταν προστάτης των γραμμάτων και των τεχνών, στην αυλή του έζησαν οι διάσημοι ποιητές Πίνδαρος και Βακχυλίδης, του αφιέρωσαν πολλά ποιήματα. Eκτός της επωνυμίας «Φιλέλληνας», ανακηρύχθηκε από μεν τους Αθηναίους επίσημος Πρόξενος, από δε τους Αργείους ως απόγονος των Τημενιδών. Επίσης, στόλισε τους Δελφούς και την Ολυμπία με λαμπρά αναθήματα. Βασίλευσε 33 ή 34 χρόνια και πήρε τον τίτλο του "Φιλέλληνα".



Βιβλιογραφία:

  • Ηροδότου Ιστορίαι - Βιβλίο Ε΄, Τερψιχόρη
  • mith, William (1867). "Alexander I". In William Smith (ed.). Dictionary of Greek and Roman Biography and Mythology.
  • Απόστολος Β. Δασκαλάκης, Αλέξανδρος Α΄ Ο Φιλέλλην (Η Μακεδονία κατά τους Περσικούς Πολέμους), Επιστημονικές Επετηρίδες Φιλοσοφικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών, Β' Περίοδος, 1958-1959, Τόμος Θ', σσ. 217-341



Πληροφορίες αντλήθηκαν από τις παρακάτω πηγές:

Πηγή1 / Πηγή2