Πέμπτη 10 Αυγούστου 2017

Εφιάλτης ο μεγάλος αντιήρωας της Αρχαίας Ελλάδας

Εδώ κι όχι λιγότερα από δυόμισι χιλιάδες χρόνια, ένα όνομα αποτελεί το αντιπροσωπευτικότερο πρόσωπο της προδοσίας όχι μόνο για τους Έλληνες, αλλά και για πολλούς ακόμα λαούς της Δύσης.

Ο μεγάλος αντιήρωας της Αρχαίας Ελλάδας που οδήγησε τους Πέρσες στα νώτα των Σπαρτιατών του Λεωνίδα μόνο συστάσεις δεν χρειάζεται, αποτελώντας το οικουμενικό πρόσωπο της προδοσίας αλλά και της υπέρτατης ύβρης έναντι της πατρίδας.

Η εικόνα του Εφιάλτη, του εκάστοτε Εφιάλτη, έρχεται και επανέρχεται στην παγκόσμια ιστορία και σίγουρα στα του τόπου μας. Ο γιος του Ευρυδήμου πρόδωσε τις ελληνικές θέσεις στους ξενόφερτους εισβολείς από την Περσία, κάποιος άλλος θα έκανε κάτι αντίστοιχο κατά την Επανάσταση του 1821, το Έπος του 1940 και πάει λέγοντας.
Εφιάλτες δεν λείπουν από πουθενά, κανείς τους ωστόσο δεν θα αποκτούσε την περίβλεπτη ιστορικά θέση του αρχαίου έλληνα προδότη, ο οποίος απεικονίστηκε από τον Ηρόδοτο ως σύμβολο της αρνησιπατρίας και της φιλοχρηματίας.

Ποιος ήταν όμως ο μεγάλος άγνωστος της Ιστορίας που έγινε γνωστός μόνο για το εγκληματικό του αμάρτημα και πέρασε μετά στις υποσημειώσεις των καταγραφών ως ο πιο μισητός ολάκερου του ελληνικού κόσμου;

Σπάργανα βιογραφίας


Ό,τι ξέρουμε για τον Εφιάλτη, τον γιο του Ευρυδήμου του Μαλιέως, προέρχονται από την πένα του Ηροδότου («Ιστορίαι»). Ο μεγάλος ιστορικός δεν μας λέει τίποτα για τα παιδικά του χρόνια ή την οικογενειακή του κατάσταση, καθώς στην Ιστορία εμφανίζεται την πιο νευραλγική στιγμή, το 480 π.Χ., για να ανατρέψει τραγικά τις στρατιωτικές ισορροπίες.

Οι Μαλιείς ήταν ελληνικό φύλο που κατοικούσε στην ανατολική κοιλάδα του Σπερχειού Ποταμού, γύρω από τον Μαλιακό Κόλπο, με σημαντικότερη πόλη την Τραχίνα. Στις πρώιμες μάλιστα φάσεις της Δελφικής Αμφικτιονίας, εκεί εδραζόταν το κέντρο της ομοσπονδίας των 12 φυλών της Στερεάς και της Θεσσαλίας, στην πόλη Ανθήλη. Οι Μαλιείς ήταν σύμμαχοι των Σπαρτιατών από το 426 π.Χ. μέχρι τον Κορινθιακό Πόλεμο, όταν συμμάχησαν με την Κόρινθο για να απαλλαγούν από την ηγεμονία της Σπάρτης…

Η μάχη που γέννησε τον προδότη-ορόσημο


Ενώ ο Ξέρξης συνεχίζει την προέλασή του στον ελλαδικό χώρο, οι Έλληνες ορίζουν την πρώτη θαλάσσια γραμμή άμυνας στο Αρτεμίσιο, ενώ στη στεριά επιλέγονται τελικά οι Θερμοπύλες. Στο έβδομο βιβλίο της «Ιστορίας» του, ο Ηρόδοτος αναφέρει: «Αυτή λοιπόν ήταν η θέση του Ξέρξη και του στρατού του στην Τραχινία της Μηλίδας, ενώ οι Έλληνες είχαν καταλάβει τα στενά που είναι γνωστά στους ντόπιους ως Πύλες, αυτά που οι υπόλοιποι Έλληνες ονομάζουν Θερμοπύλες».

Την ώρα που οι Αθηναίοι ερίζουν για το τι σημαίνει ο χρησμός των Δελφών περί «ξύλινου τείχους» και ο Θεμιστοκλής προσπαθεί να τους πείσει ότι είναι τα πλοία αυτά που θα σώσουν την παρτίδα, οι Σπαρτιάτες στέλνουν ένα πρώτο σώμα να προϋπαντήσει τους Πέρσες, μπας και πειστεί το κοινό των Ελλήνων να πάρει μέρος στην εκστρατεία γρηγορότερα από το προβλεπόμενο.

Οι προπομποί του Λεωνίδα Α’ συσκέπτονται στις Θερμοπύλες και ο βασιλιάς προτείνει να ζητήσουν ενισχύσεις από τις γύρω πόλεις στέλνοντας αγγελιοφόρους. Όσο κρατούν οι διαπραγματεύσεις, ο Ξέρξης στέλνει έφιππο κατάσκοπο να δει πόσοι είναι και τι κάνουν, έχοντας πληροφορηθεί για τον τρομερό Λακεδαιμόνιο και το μικρό στράτευμά του.

Ο Ξέρξης επιβεβαιώνει αυτό που φοβάται από τον Δημάρατο του Αρίστωνος, ο οποίος του καταμαρτυρεί τα καθέκαστα: οι Σπαρτιάτες ήρθαν για να δώσουν μάχη για το στενό πέρασμα, μάχη μέχρις εσχάτων, γι’ αυτό και τους έβλεπαν οι πέρσες ανιχνευτές να λούζουν και να στολίζουν το κεφάλι τους.

Ο Πέρσης δεν φάνηκε φυσικά να πείθεται πως μια χούφτα Ελλήνων θα μπορούσαν να καθηλώσουν τους μυριάδες πολεμιστές του, κι έτσι βάλθηκε να περιμένει να το βάλουν απλώς στα πόδια. Περίμενε τέσσερις ολόκληρες μέρες, μας λέει ο Ηρόδοτος, και την πέμπτη στέλνει εναντίον τους τους Μήδους και τους Κισσίους, οι οποίοι συντρίβονται πάνω στη γενναιότητα των αντρών του Λεωνίδα.

Όταν και οι Πέρσες υπέφεραν τα ίδια δεινά, ο Ξέρξης ξαποστέλνει εναντίον των Ελλήνων αυτούς «που ο βασιλιάς τούς αποκαλούσε αθανάτους και είχαν αρχηγό τους τον Υδάρνη». Το επίλεκτο περσικό σώμα των Αθανάτων δεν θα τα πήγαινε καθόλου καλύτερα από τον μηδικό στρατό, καθώς πολεμούσαν στα στενά και δεν μπορούσαν με τα κοντύτερα δόρατά τους να εκμεταλλευτούν την αριθμητική τους υπεροχή και να καταβάλουν τον αντίπαλο.

Η κατάσταση για τους Πέρσες είχε φτάσει σε αδιέξοδο, καθώς χάνονταν με τον σωρό και σπιθαμή εδάφους δεν κέρδιζαν. Τα ίδια έλαβαν χώρα και την επόμενη μέρα, ώσπου να τραβήξει πίσω ο Ξέρξης το στράτευμά του και να βρουν μια λύση στο δράμα. Όπως μας ιστορεί ο Ηρόδοτος, όλο το ελληνικό απόσπασμα (300 Σπαρτιάτες, 700 Θεσπιείς και μερικοί χιλιάδες ακόμα) ήταν παραταγμένο στο στενό πέρασμα, εκτός από τους Φωκείς, καθώς αυτοί φρουρούσαν τα γύρω μονοπάτια πιάνοντας νευραλγικές θέσεις στο βουνό.

Κι αυτό γιατί οι ντόπιοι γνώριζαν για μυστικά περάσματα που έβγαζαν πίσω από τις Θερμοπύλες, κάτι που δεν θα μπορούσαν να ξέρουν φυσικά οι ξενόφερτοι εισβολείς. Και τότε κάνει την εμφάνισή του ο Εφιάλτης από τη Μαλίδα, ο οποίος καταφτάνει στο στρατόπεδο του Πέρση με μια πρόταση που δεν μπορεί να αρνηθεί.

Οι Αθάνατοι συναντήθηκαν στο βουνό με τους Φωκείς που παραφυλούσαν στα μυστικά περάσματα και συγκρούστηκαν για λίγο μαζί τους, πριν οι δεύτεροι υποχωρήσουν γρήγορα στην κορυφή του βουνού. Οι Πέρσες, μας λέει ο Ηρόδοτος, δεν έδωσαν συνέχεια στη μάχη με τους Φωκείς καθώς επείγονταν να φτάσουν εγκαίρως στα νώτα του Λεωνίδα.

Ο οποίος πέφτει πριν φτάσουν οι Αθάνατοι στις θέσεις τους και τώρα όλοι μάχονται για το πτώμα του σπαρτιάτη βασιλιά: «Πέρσες και Λακεδαιμόνιοι έδωσαν ανάμεσά τους πολύωρη μάχη σώμα με σώμα, ωσότου οι Έλληνες με την αντρεία τους το τράβηξαν προς το μέρος τους κι έτρεψαν σε φυγή τον εχθρό τέσσερις φορές».

«Έτσι συνεχίστηκε για ώρα η μάχη, ως τη στιγμή που έφτασαν εκείνοι που οδηγούσε ο Εφιάλτης. Όταν οι Έλληνες αντιλήφθηκαν τον ερχομό τους, από εκείνη την ώρα ο αγώνας άλλαξε μορφή», συνεχίζει ο Ηρόδοτος εννοώντας πως η τακτική των Ελλήνων έγινε από επιθετική, αμυντική. Η ύστατη άμυνα οργανώνεται σε έναν μικρό λόφο, που ο Ηρόδοτος αποκαλεί «Κολωνό», στην είσοδο των στενών, όπου θα αγωνιστούν ως το τέλος.

Μέσα σε όλα, οι Θηβαίοι αυτομολούν στον εχθρό και όσοι απομένουν θάβονται μέσα στο νέφος από τα βέλη του εχθρού. «Εν τούτῳ σφέας τῷ χώρῳ ἀλεξομένους μαχαίρῃσι, τοῖσι αὐτῶν ἐτύγχανον ἔτι περιεοῦσαι, καὶ χερσὶ καὶ στόμασι κατέχωσαν οἱ βάρβαροι βάλλοντες», διηγείται ο ιστορικός στο πρωτότυπο κείμενο…

Το τέλος του προδότη


Με την προδοτική υπόδειξη του Εφιάλτη, οι Πέρσες απώθησαν τους Φωκείς και περικύκλωσαν τους υπόλοιπους Έλληνες, μετρώντας μια δανεική νίκη στο πεδίο της μάχης. Ο ελληνικός στόλος, μαθαίνοντας τα νέα, απομακρύνθηκε από το Αρτεμίσιο και υποχώρησε στη Σαλαμίνα, όπου θα πετύχαινε αργότερα μια αποφασιστικής σπουδαιότητας νίκη, η οποία με τους θριάμβους των Πλαταιών και της Μυκάλης θα ματαίωναν οριστικά τα σχέδια των Περσών για κατάκτηση του ελλαδικού χώρου.

Όσο γίνονταν αυτά, ο Εφιάλτης είχε εκπληρώσει τον δικό του ρόλο στην Ιστορία και κρυβόταν τώρα με την αναμφίβολα γενναία χρηματική ανταμοιβή που απέσπασε από τον πέρση αυτοκράτορα. Όταν απομακρύνθηκε οριστικά ο κίνδυνος, η Δελφική Αμφικτιονία επικήρυξε τον Εφιάλτη έναντι εξίσου μεγάλης χρηματικής αμοιβής.

Υπάρχουν μάλιστα πηγές που αναγνωρίζουν άλλους ως τους περιβόητους προδότες των Θερμοπυλών, μια υπόθεση που απορρίπτει ωστόσο με σθένος ο Ηρόδοτος λέγοντας πως η Αμφικτιονία δεν επικήρυξε κανέναν άλλο ως προδότη παρά μόνο τον Εφιάλτη. Έχουν προταθεί πάντως ως οδηγοί των Περσών στα νώτα των Ελλήνων τόσο οι Ονήτης και Φαναγόρας, αμφότεροι από την Κάρυστο, όσο και ο Κορυδαλλός από την Αντίκυρα.

Ο Εφιάλτης κατέφυγε καθώς λέγεται για χρόνια στη Θεσσαλία και έπειτα από αρκετό καιρό, νιώθοντας προφανώς ασφαλής, επέστρεψε στη γενέτειρά του. Όπου και θα τον αναγνωρίσει ένας συμπατριώτης του, ο Αθηνάδης ο Τραχίνιος, σκοτώνοντάς τον επιτόπου. Το τέλος του ήταν αντάξιο του προδοτικού του βίου, ζώντας κατατρεγμένος και φοβισμένος στη Θεσσαλία πριν συναντήσει τη μοίρα που του επιφύλαξε η δράση του.

Οι Λακεδαιμόνιοι τίμησαν τον δολοφόνο του και ο Εφιάλτης απαθανατίστηκε στην Ιστορία ως ο μεγαλύτερος προδότης του αρχαίου κόσμου…



Πηγή