Πέμπτη 27 Ιανουαρίου 2022

Χιόνι στην Αρχαία Ελλάδα

Στην ελληνική μυθολογία με το όνομα Χιόνη είναι γνωστά τα παρακάτω 4 πρόσωπα:

Θυγατέρα του ποτάμιου θεού Νείλου και της Ωκεανίδας Καλλιρρόης. Η Χιόνη ζούσε στους αγρούς και κάποτε κακοποιήθηκε από κάποιο γεωργό. Για το λόγο αυτό, η Χιόνη μεταμορφώθηκε από το θεό Ερμή, μετά από εντολή του θεού Δία, σε νεφέλη χιονιού, το οποίο πέφτοντας καταστρέφει τα σπαρτά.

Θυγατέρα του Βορέου και της Ωρειθυίας (της κόρης του βασιλιά των Αθηνών Ερεχθέως). Αδέλφια της Χιόνης ήταν ο Ζήτης, ο Κάλαϊς και η Κλεοπάτρα. Η Χιόνη αυτή γέννησε ένα παιδί θεού, τον Εύμολπο από το θεό Ποσειδώνα, και για να το κρύψει (από φόβο να μην το μάθει ο πατέρας της), το πέταξε στη θάλασσα. Παρόλα αυτά ο Ποσειδώνας έσωσε το παιδί και το μεγάλωσε.

Θυγατέρα του Αρκτούρου που την άρπαξε ο Βορέας, με τον οποίο απέκτησαν τρεις γιους, που έγιναν ιερείς του θεού Απόλλων στη χώρα των Υπερβορέων.

Στις «Μεταμορφώσεις» του Ρωμαίου ποιητή Οβιδίου (ΧΙ 339) η Χιόνη ήταν η πανέμορφη κόρη του Δαιδαλίωνα. Με δύο θεούς, το θεό Απόλλωνα και το θεό Ερμή, κοιμήθηκε την ίδια νύχτα και έκαναν παιδιά μαζί της. Με τον Απόλλωνα γέννησε το Φιλάμμωνα, ο οποίος μετέπειτα έγινε βασιλιάς και μουσικός στη Φωκίδα και με τον Ερμή (κατά μία εκδοχή) τον Αυτόλυκο, ο οποίος είχε την ικανότητα να μεταμορφώνει ό,τι κλέβει. 

Έχοντας κάνει δύο θεούς να την ερωτευτούν μέσα σε μία μέρα, η Χιόνη μην μπορώντας να κρύψει την υπερηφάνειά της, άρχισε να καυχιέται για την ομορφιά και τα γυναικεία της προσόντα, τολμώντας να πει ότι είναι ομορφότερη από τη θεά Άρτεμη. Ακούγοντάς το αυτό η θεά, έστειλε τα βέλη της να της πάρουν τη ζωή.

Χιονοπτώσεις στην Αρχαία Ελλάδα

Στην Αρχαία Ελλάδα ασφαλώς δεν είχε πάντα ήλιο. Έβρεχε και φύσαγε, ο κόσμος κρύωνε και, φυσικά, υπήρχε χιόνι το χειμώνα. Η αγάπη των αρχαίων Ελλήνων για το κρασί είναι γνωστή σε όλους μας, όπως, επίσης, η αγάπη τους για το κρύο κρασί. Πως, όμως, μπορούσαν να το πετύχουν αυτό χωρίς ψυγεία; Εδώ έρχεται το χιόνι και η εκμετάλλευσή του.

Ο ψυκτήρας στην αρχαία ελληνική κεραμική είναι ένα αγγείο σε σχήμα μανιταριού, κούφιο μέχρι την επίπεδη βάση του, που χρησιμοποιούνταν για την ψύξη του κρασιού. Τοποθετούνταν μέσα σε ένα μεγαλύτερο αγγείο, συνήθως ένα καλυκωτό κρατήρα, που περιείχε δροσερό νερό. Διάφορα σχήματα αγγείων για την ψύξη του κρασιού χρησιμοποιήθηκαν και παλιότερα. Ψυκτήρες όμως του συγκεκριμένου σχήματος πρωτοκατασκευάστηκαν από τους Πρωτοπόρους του ερυθρόμορφου ρυθμού γύρω στο 520 π.Χ., προφανώς σε συνδυασμό με τον καλυκωτό κρατήρα, σχήμα που πρωτοχρησιμοποίησε ο όψιμος Εξηκίας γύρω στο 530 π.Χ. και καθιέρωσε λίγο αργότερα ο Ευφρόνιος. Η χρήση ψυκτήρων δεν κράτησε περισσότερο από δυο γενιές: Από το 460 π.Χ. περίπου και μετά σταματάει τόσο η παραγωγή ψυκτήρων από τους αγγειοπλάστες όσο και η απεικόνισή τους στην αγγειογραφία.



Βιβλιογραφία:

Emmy Patsi-Garin: Επίτομο λεξικό Ελληνικής Μυθολογίας, εκδ. οίκος «Χάρη Πάτση», Αθήνα 1969, σελ. 705


Πηγή εικόνας : Από Manner of the Antimenes Painter - Jastrow (2006), Κοινό Κτήμα


Πληροφορίες αντλήθηκαν από τις παρακάτω πηγές:

Πηγή1 / Πηγή2