Η πολιορκία του βράχου της Σογδιανής ως απομονωμένο επεισόδιο είναι ήσσονος σημασίας αν αποχωριστεί από τις ευρύτερες στρατιωτικές επιχειρήσεις της Σογδιανής που κόστισαν ιδιαίτερες απώλειες στα στρατεύματα του Αλέξανδρου, μείζονος σημασίας ωστόσο ως πρώτη εφαρμογή κατάκτησης οχυρού με αλπινιστικές μεθόδους.
Η παρουσία του Αλέξανδρου στη Σογδιανή και οι νίκες του γίνονται κάτω από ένα διαφορετικό πολιτικό και στρατιωτικό πλαίσιο. Με την πλήρη κατάκτηση της περσικής αυτοκρατορίας ο Αλέξανδρος έφερε σε πέρας τον αρχικό του στόχο, ωστόσο οι φιλοδοξίες του πολύ λίγο κορέστηκαν. Ο άνακτας ασφυκτιούσε σε αυτόν τον νέο ρόλο, καθώς είχε ήδη σχεδιάσει νέες εκστρατείες. Από εδώ και πέρα ο Αλέξανδρος αποδεσμεύθηκε από το όραμα των Ελλήνων και επεδίωξε την εκπλήρωση του δικού του οράματος.Πολιτικές και ιδεολογικές αλλαγές
Ενσωματώνοντας τον ρόλο του άνακτα, του βασιλέα της Περσίας συγκρούστηκε με τους παλιούς συμπολεμιστές του που διατηρούσαν την πάγια αντίληψη των Ελλήνων για τους ανάξιους δούλους βαρβάρους, εκείνους δηλαδή που χρησιμοποιούσε ήδη ο Αλέξανδρος σε διοικητικές θέσεις στην αχανή αυτοκρατορία. Οι κλιμακούμενες αντιδράσεις ήταν φυσικό να προκαλέσουν ένα βαθύ και αγεφύρωτο χάσμα ανάμεσα στον Αλέξανδρο και την παραδοσιακή μακεδονική αριστοκρατία που στο πρόσωπο του Αλέξανδρου ακολουθούσε τον πατέρα του τον Φίλιππο. Σε ό,τι αφορά στην αυξανόμενη δυσαρέσκεια των παλαιών συμπολεμιστών του, η ουσία φαίνεται πως δεν ήταν ούτε ο περσίζων τρόπος ένδυσης του Αλέξανδρου ούτε η Αλεξάνδρου προσκύνησις. Αυτές ήταν οι αφορμές για να έλθουν στην επιφάνεια οι παλιές δυναστικές μακεδονικές έριδες. Άλλωστε ήταν ειδοποιημένος για αυτές ο Αλέξανδρος, καθώς φαίνεται από τη μητέρα του.
Κάτω από τέτοιες συνθήκες ο Αλέξανδρος επεδίωξε και κατόρθωσε να υποτάξει τις ανατολικές σατραπείες, προβληματικές για όλους τους προκατόχους του στον περσικό θρόνο. Άλλωστε εκεί είχαν διαφύγει οι δολοφόνοι του Δαρείου αμφισβητώντας την εξουσία του. Από τη Βακτρία ο Βήσσος δημιουργούσε ισχυρό στρατό τον οποίο θα έστρεφε εναντίον των Μακεδόνων για την αναστύλωση της περσικής αυτοκρατορίας. Ο δύσκολος στόχος της στερέωσης της κυριαρχίας σε άγνωστο κυριολεκτικά έδαφος, απαιτούσε αναπροσαρμογές τόσο στην πολεμική όσο και στην πολιτική τακτική.
Υποτάσσοντας τους Μάρδους, διαλύοντας του Έλληνες μισθοφόρους του Δαρείου, εξαναδραποδίζοντας (πουλώντας δούλους) όσους συμμετείχαν στην αποστασία του Σατιβαρζάνη βάδισε στη Δραγγιανή για να διαχειμάσει. Εκεί στη Δραγγιανή έμαθε την προδοσία του Φιλώτα ο βασιλέας σύμφωνα με τον Αρριανό, καταγγελίες βέβαια που είχαν φτάσει στον Αλέξανδρο ήδη από την Αίγυπτο. Μετά από δικαστήριο και βασανιστήρια ομολόγησε ο Φιλώτας την ενοχή του και τον θανάτωσαν με τις λόγχες τους οι Μακεδόνες. Μαζί του καταδικάστηκε σε θάνατο και ο γέρο Παρμενίων με τον νόμο τον μακεδονικό που προέβλεπε τον θάνατο των συγγενών. Αληθείς ή όχι οι κατηγορίες, οι ιστορικοί συμφωνούν σε ένα σημείο. Ο Αλέξανδρος είχε αποφασίσει να ξεκαθαρίσει με κάθε κόστος καταστάσεις και δομές άρνησης που δεν μπορούσαν πλέον να αιωρούνται στο στράτευμα.
Σογδιανή
Κατόπιν ο Αλέξανδρος προχώρησε σε αναδιάρθρωση της διοίκησης του στρατού, χωρίζοντας του εταίρους σε δύο ιππαρχίες. Οι Εταίροι χωρίσθηκαν σε δυο ιππαρχίες, υπό τον Ηφαιστίωνα και τον Κλείτο. Με αυτή τη νέα οργάνωση του στρατεύματος ο Αλέξανδρος κυνήγησε και θανάτωσε τον Σατιβαρζάνη και προέλασε προς την οροσειρά του Ινδοκαύκασου, όπου επιχείρησε το πρώτο γνωστό στρατιωτικό παράδειγμα διάβασης υψηλού βουνού[6]. Επίπονη και εξαντλητική διάβαση που τον έφερε σε μια χώρα διαφορετική.
Φθάνοντας στην κοιλάδα του ποταμού Κωφήνα ίδρυσε την Αλεξάνδρεια υπό τον Καύκασο. Μετά από σχετική ανάπαυση του ταλαιπωρημένου στρατεύματος εκκίνησε για τα Βάκτρα και από εκεί μέσω της ερήμου στις όχθες του ποταμού Ώξου. Διαβαίνοντας τον Ώξο ο Αλέξανδρος έστειλε τον Πτολεμαίο του Λάγου να συλλάβει τον Βήσσο που είχε καταφύγει σε ένα μικρό χωριό. Με την τιμωρία του Βήσσου είτε στα Βάκτρα είτε από τους συγγενείς του Δαρείου επιλύθηκε οριστικά το ζήτημα της κυριαρχίας της περσικής αυτοκρατορίας. Υποτάσσοντας με σκληρό τρόπο τη Σογδιανή, ο Αλέξανδρος ασχολήθηκε με το χτίσιμο της Αλεξάνδρειας Εσχάτης και τους Σκύθες που εξεγέρθησαν πέραν του Ιαξάρτη.
Στη συνέχεια ο Αλέξανδρος αντιμετώπισε αποτελεσματικά μεν, με απώλειες δε τον εξεγερμένο Σπιταμένη. Για να εκδικηθεί στα Μαράκανδα, σημερινή Σαμαρκάνδη τους νεκρούς Μακεδόνες από την πολιορκία του Σπιταμένη, έκαψε όλα τα χωριά και τις πόλεις της περιοχής, σφάζοντας σύμφωνα με τον Διόδωρο πάνω από 120.000. Για την εδραίωση του Αλέξανδρου σε αυτές τις μακρινές σατραπείες, ο στρατός υπέστη μεγάλες απώλειες, γεγονός που ανάγκασε τον Αλέξανδρο να ζητήσει έκτακτες ενισχύσεις από τη Μακεδονία για την ανανέωση των στρατευμάτων. Οι εκστρατείες συνεχίστηκαν για την εκπόρθηση και των τελευταίων ηγεμόνων που έλεγχαν τις ορεινές επικράτειες της σατραπείας με ορεινά προπύργια.
Η πολιορκία της πέτρας
Το πρώτο από τα ορεινά προπύργια -και το σημαντικότερο- που πολιόρκησε ο Αλέξανδρος ήταν η Σογδιανή πέτρα. Ο Οξυάρτης, τοπικός πολέμαρχος, φέρεται πως είχε επανδρώσει το φρούριο με φρουρά 30.000 ανδρών, στέλνοντας παράλληλα εκεί την οικογένειά του θεωρώντας το κάστρο απόρθητο. Ας δούμε πώς περιγράφει αυτή την πολιορκία ο Αρριανός:
Ο Αλέξανδρος υπέθεσε ότι από τη στιγμή που θα καταλάμβανε το κάστρο, οι εξεγερμένοι Σόγδιοι δεν θα είχαν πού αλλού να στραφούν. Προσεγγίζοντας όμως τον βράχο, συνειδητοποίησε ότι ήταν πολύ απότομος και το χιόνι όχι μόνο δυσκόλευε την προέλαση του μακεδονικού στρατού, αλλά εξασφάλιζε και προμήθειες πόσιμου νερού στους αμυνόμενους. Παρά τις αντικειμενικές δυσκολίες, ο Αλέξανδρος αποφάσισε να προσπαθήσει να καταλάβει το προπύργιο και ο Αρριανός παραδίδει πως στερέωσε τούτη την απόφαση ακλόνητα, όταν τον ειρωνεύτηκαν οι Σόγδιοι στην προσπάθειά του να επιλύσει ειρηνικά το ζήτημα, προσφέροντάς τους ελεύθερη διάβαση προς τις οικίες τους, αν παρέδιδαν το φρούριο. Απαντώντας εκείνοι στη γλώσσα τους, ρώτησαν αν οι άνδρες του Αλέξανδρου μπορούσαν να πετάξουν. Θα παραδίδονταν μόνο σε φτερωτούς στρατιώτες γιατί κανείς άλλος δεν μπορούσε να τους προκαλέσει την παραμικρή ανησυχία.
Τότε ο Αλέξανδρος προκήρυξε βραβείο δώδεκα τάλαντα για τον πρώτο που θα σκαρφάλωνε στον βράχο. Κατόπιν προκήρυξε για τον δεύτερο και τον τρίτο, ακόμη και για τον τελευταίο, τριακόσιους δαρεικούς. Ο Κούρτιος τον οποίο ακολουθεί ο P. Green αναφέρει ως έπαθλα τεράστιες αμοιβές στους δώδεκα πρώτους που θα ανέβαιναν και σπαθιά, λόγχες, όπως και προμήθειες δύο ημερών. Φτάνοντας στην κορυφή οι στρατιώτες σύμφωνα με το σχέδιο θα ανέμιζαν λευκές σημαίες.
Όταν συγκεντρώθηκαν περίπου τριακόσιοι, ειδικοί στην αναρρίχηση από προηγούμενες πολιορκίες του Αλέξανδρου, έφτιαξαν μικρές σιδερένιες σφήνες-καρφιά, σαν και αυτές που χρησιμοποιούσαν για να σταθεροποιούν τις σκηνές τους. Κατόπιν έθεσαν σταθερά λινά σκοινιά πάνω τους και αναρριχήθηκαν στην πλέον απόκρημνη μεριά του βράχου μέσα στη νύχτα, για να μη γίνουν ορατοί από τους εχθρούς. Μπήγοντας τα καρφιά σε σχισμές βράχων ή στον πάγο, άρχισαν να ανεβαίνουν όλο και ψηλότερα. Τριάντα περίπου σκοτώθηκαν πέφτοντας από ψηλά σε αυτή την προσπάθεια. Οι υπόλοιποι κατάφεραν να φτάσουν στην κορυφή κοντά στην αυγή και ανέμισαν τις σημαίες, όπως είχε προσυμφωνηθεί.
Δίχως να χάσει χρόνο ο Αλέξανδρος έστειλε στους Σόγδιους κήρυκα, να φωνάξει στην εμπροσθοφυλακή τους πως ο Αλέξανδρος είχε βρει τους στρατιώτες με τα φτερά, πως ήδη κατείχε την κορυφή του βουνού και πως έπρεπε τώρα να παραδοθούν, προτρέποντάς τους παράλληλα να κοιτάξουν ψηλά. Βλέποντας τις σημαίες να ανεμίζουν οι Σόγδιοι αποθαρρύνθηκαν από το απροσδόκητο. Θεωρώντας δε πως πολλοί περισσότεροι Μακεδόνες βρίσκονταν στην κορυφή οπλισμένοι ως τα δόντια, αποφάσισαν να παραδοθούν, υποκύπτοντας στο ψυχολογικό και όχι φυσικό πλεονέκτημα του Αλέξανδρου.
Συνέπειες
Γνωρίζοντας μετά την κατάκτηση ο Αλέξανδρος την κόρη του Οξυάρτη, τη Ρωξάνη, αποφάσισε να τη νυμφευθεί. Ο γάμος του Αλεξάνδρου με τη Ρωξάνη, πολιτική κίνηση αναμφισβήτητα, έκανε τους Μακεδόνες αποδεκτούς από τους γηγενείς πληθυσμούς και ταυτόχρονα έγινε μήνυμα συγχώνευσης και οικουμενικότητας. Στη διάρκεια της εκστρατείας της Σογδιανής, το φθινόπωρο του 328 ΠΚΕ, όντας ο Αλέξανδρος ακόμη στα Μαράκανδα, σκότωσε τον φίλο του Κλείτο τον Μέλανα, που μόλις είχε ορίσει σατράπη της Βακτριανής. Σε ένα συμπόσιο, υπερασπιζόμενος το πρόσωπο του Φιλίππου, ο Κλείτος, έφθασε στο σημείο να μειώνει τον Αλέξανδρο, μνημονεύοντας τον νεκρό Παρμενίωνα και τον γιο του. Κατόπιν τον κάλεσε να μη προσκαλεί στο τραπέζι του παρά μόνο βαρβάρους και δούλους να προσκυνούν την περσική του ζώνη και τον λευκό ποδόγυρο.
Ο Αλέξανδρος τότε σκότωσε τον Κλείτο τον αδελφό της τροφού του της Λανίκης και φέρεται ότι προσπάθησε να αυτοκτονήσει. Αν και εκδραματισμένη η σκηνή του συμποσίου, καθίσταται εμφανές ότι το επεισόδιο είναι ξεκαθάρισμα λογαριασμών και ιδεολογίας με τον ίδιο τρόπο που υπήρξε ξεκαθάρισμα η ρήξη ανάμεσα στον Αλέξανδρο και τον Καλλισθένη, με αφορμή την προσκύνησι και την εξέγερση των βασιλικών παίδων αργότερα. Οι μεν παίδες θανατώθηκαν από τη μακεδονική συνέλευση, ο δε Καλλισθένης, ο προπαγανδιστής ιστορικός του Αλέξανδρου, πέθανε στη φυλακή σύμφωνα με τον Πτολεμαίο, όπως τον παραθέτει ο Αρριανός.
Αναμφίβολα, ο Αλέξανδρος κατακτώντας τις ανατολικές σατραπείες, αποσόβησε έναν κίνδυνο που θα μπορούσε αργότερα να εξελιχθεί σε ανοικτή πληγή, καθώς τα σχέδιά του τον οδηγούσαν στην ινδική υποήπειρο, αναμφίβολα με μια διαφορετική πολιτική ιδεολογία και ακόμη ευρύτερη στρατιωτική αναδιοργάνωση.
Βιβλιογραφία:
- Droysen J.G. 1996, Ιστορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου, Τράπεζα Πίστεως, Αθήνα.
- Green, Peter 2008. Αλέξανδρος ο Μακεδόνας: 356-323 π.Χ., Διόπτρα, Αθήνα.
Πληροφορίες αντλήθηκαν από την πηγή