Τρίτη 7 Ιανουαρίου 2020

Έλληνες στην Ινδία, μία άγνωστη πτυχή της ιστορίας μέσα από τον Αρριανό

Η σημαντικότερη και πλέον καθοριστικής σημασίας ιστορικά μεμαρτυρημένη εισβολή και εγκατάσταση πελασγικών φύλων της Βαλκανικής στην Ινδία,είναι αυτή του Μ.Αλεξάνδρου και των επιγόνων του,που βασίλεψαν επί 300 χρόνια στις Ινδίες και σφράγισαν ανεξίτηλα τον υπάρχοντα τότε ινδικό πολιτισμό,με στοιχεία που μέχρι σήμερα παραμένουν ορατά.

Ο Αρριανός που περιέγραψε τα των εκστρατειών του Μ. Αλεξάνδρου στο έργο του “Αλεξάνδρου Ανάβασις”, στο πέμπτο βιβλίο του έργου αυτού, αναφέρει ότι όταν ο Αλέξανδρος έφτασε στον Ινδό ποταμό, υπήρχε εκεί μια πόλη που ονομαζόταν Νύσα*.

(*) Η Νύσα τοποθετείται ανατολικά της πρωτεύουσας του Αφγανιστάν Καμπούλ, στα σύνορα με το Πακιστάν)

Μια αντιπροσωπεία Νυσσαίων με επικεφαλής τον σοφό Άκουφι,επισκέφτηκε στον Αλέξανδρο και τον παρακάλεσε να αφήσει ελεύθερη την πόλη, γιατί την έχτισε ο Διόνυσος όταν ήταν να επστρέψει στην Ελληνική θάλασσα, σε ανάμνηση της εκστρατείας του. Εκεί εγκατέστησε τους απόμαχους στρατιώτες, που δεν μπορούσαν να κάνουν το ταξείδι του γυρισμού.

{“Ω βασιλεύ, δέονταί σου Νυσαίοι εάσαι σφάς ελευθέρους τε και ατονόμους αιδοί του Διονύσου. Διόνυσος γαρ επειδή χειροσάμενος το Ινδών έθνος επί θάλασσαν οπίσω κατήει την Ελληνικήν, εκ των απομάχων στρατιωτών, οί δη και Βάκχοι αυτώ ήσαν, κτίζει την πόλιν τήνδε μνημόσυνον της αυτού πλάνης τε και νίκης τοις έπειτα εσομένοις”. (Ι,5).}

Ο Μ. Αλέξανδρος, πραγματικά σεβάστηκε την ελευθερία της Νύσας και “ξυν τοις εταίροις τοις ιππεύσι και τω πεζικώ αγήματι” πήγε στην πόλη αυτή λέει ο Αρριανός. Ο Άκουφις του είπε ότι κοντά στην πόλη που ο Διόνυσος ονόμασε Νύσα, χάριν της τροφού του, υπάρχει το όρο Μηρός, και ότι εκεί διασώζονταν “υπομνήματα του Διονύσου”,δηλ. τεκμήρια της παρουσίας εκεί του Διόνυσου. Ακόμα δε ότι ενώ σε όλη την Ινδία είναι άγνωστος ο κισσός, εκεί κατ’ εξαίρεσιν φύεται και υπάρχει άφθονος μαζί με δάφνη.

Ο Αλέξανδρος και οι σύν αυτώ ανέβηκαν στο βουνό, είδαν πραγματικά τα όσα τους έλεγαν οι Νυσαίοι και έξαλλοι από χαρά έστρωσαν ένα γερό τσιμπούσι κατά το δή λεγόμενο¨, αφού δε στεφάνωσαν όλοι τα κεφάλια τους με στεφάνι από κισσό και δάφνη, άρχισαν να τραγουδούν ύμνους του Διόνυσου και “τας επωνυμίας του θεού ανακαλούντες” ευοχούντο. (Ε,ΙΙ,5).

Ο Αρριανός, δεν πολυπιστεύει στα περί εκστρατειών των θεών και αυτό το δείχνει στην αρχή του πέμπτου βιβλίου φανερά: “Διόνυσον δε κτίσαι την Νύσαν επεί τε Ινδούς εχειρώσατο, όστις δή ούτος ο Διόνυσος και όποτε ή όθεν επ’Ινδούς εστράτευσεν”, λέγει και σηματοδοτεί τον ιστορικό πυρήνα του μύθου.

Αλλά δεν πιστεύει και στην παντελή απόρριψη και αμφισβήτηση του ιστορικού πυρήνα του μύθου.Αντιπαρατιθέμενος Δε με αυτούς που πιστεύουν απόλυτα αυτούς τους μύθους ,αλλά και αυτούς που τους αμφισβητούν ,όπως ο σοφός Ερατοσθένης,λέει ότι η αλήθεια βρίσκεται στο μέσον και υπερ αυτής της μεσαίας άποψης είναι κι αυτός.(«εμοί δ’εν μέσω κείσθων οι υπέρ τούτων λόγοι»)

Με λίγα λόγια οι Ινδοί έλεγαν στον Αλέξανδρο –και αυτή είναι η ουσία των μύθων -ότι δεν είναι ο πρώτος από τους ομοφύλους του, που κατακτά την Ινδία, αλλά ο τρίτος!

Όχι μόνον ο Ερατοσθένης στην αρχαιότητα ,αλλά και το πλείστον των νεότερων ερευνητών,αμφισβητούν εντελώς αυτούς τους μύθους περί των Νυσσαίων και των εκστρατειών του Διονύσου και του Ηρακλέους στην Ινδία,που τους θεωρούν διαφημιστικά τεχνάσματα του Αλεξάνδρου..

Αλλ’ ο Αλέξανδρος προ πολλού είχε υπερβεί τα όρια των εκστρατειών του Διόνυσου και του Ηρακλή και δεν υπήρχε λόγος να πλάσει αυτούς τους μύθους,οι οποίοι στο κάτω-κάτω της γραφής ήσαν γνωστοί σε πολλά μέρη της αχανούς Ινδίας και όχι μόνο στη Νύσσα,για την οποία πολλοί νεότεροι ερευνητές έχουν ασχοληθεί και έχει γίνει ειδική αγγλική αποστολή, η οποία δεν έβγαλε κανένα σαφές και μαθηματικό πόρισμα, περί του αν όντως οι Νυσσαίοι ήσαν απόγονοι του Διονύσου, αλλά διεπίστωσαν ότι είναι λευκοί,έχουν διονυσιακό τρόπο διασκέδασης με ταμπούρλα και αυλούς και πολλά στοιχεία που επιβεβαιώνουν τις περιγραφές του Αρριανού (*βλπ. Droysen σελ.486 σημ’ 907. Πρόκειται περί των Καφίρ Καλάσσα.

Στη σημείωση αυτή εσφαλμένα αναφέρεται ότι οι Καφίρ Καλάσσα, θα μπορούσαν να αναχθούν στον αρχαίο ιθαγενή λαό των Κάφρων. «Καφίρ Καλάσσα» σημαίνει «άπιστοι ανόητοι».Η λέξη Καφίρ είναι αραβική και σημαίνει «άπιστος».

Στα τούρκικα μετεξελίχθη σε «Γκιαούρ» και στα αλβανικά σε «Καούρ» Είναι ένας υποτιμητικός τίτλος που έχει δοθεί από τους φανατικούς ισλαμιστές γιαυτούς τους ανθρώπους,που επιμένουν να λατρεύουν ακόμα τον αρχαίο πελασγικό Δία, ,οι οποίοι μέχρι σήμερα ισχυρίζονται ότι είναι απόγονοι των στρατιωτών του Μ.Αλεξάνδρου καθώς θα δούμε πιο κάτω στο κεφ. “Oi Kalasha”).

Στο ίδιο βιβλίο (Ε,ΙΙΙ,4) καθώς και στην «Ινδική» του (και Δ,χχViii,1-4),ο Αρριανός κάνει μνεία και περί του άλλου θρύλου των Ινδών, δηλ. της εκστρατείας του Ηρακλέους. Οι θρύλοι αυτοί καθώς είδαμε,αμφισβητήθηκαν από τους μεταγενέστερους,πολλοί δε θεώρησαν αυτούς τους μύθους εφεύρημα του Αλεξάνδρου ή ότι ειπώθηκαν από τους Ινδούς για να τον κολακεύσουν παραλληλίζοντάς τον με τον θεό Διόνυσο.

Αλλά ο μεν Αλέξανδρος είχε ήδη φθάσει πέραν των ορίων των εκστρατειών του Ηρακλέους και του Διονύσου και επομένως δεν υπήρχε λόγος να πλάσει τέτοιους μύθους, αφ’ετέρου δε οι μύθοι των εκστρατειών του Διόνυσου και του Ηρακλή στις Ινδίες είναι πολύ παλιότεροι του Αλεξάνδρου. Ο Ηρόδοτος (Γ,97) και ο Ευριπίδης στις Βάκχες,αλλά και παλαιότεροι μύθοι καθώς θα δούμε πιο κάτω αναφέρουν για εκστρατεία Διονύσου και Ηρακλή στις Ινδίες.

Οι Τρωϊκοί μύθοι αναφέρουν επίσης για εγκατάσταση του Τιθωνού στην Ανατολή στη χώρα όπου κατοικούν «αιθίοπες» κλπ., ταυτόχρονα όμως αντίστοιχοι επιβεβαιωτικοί μύθοι υπάρχουν στην Ινδία.

ΟΙ ΜΥΘΟΛΟΓΟΥΜΕΝΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΒΑΛΚΑΝΙΚΗΣ ΜΕ ΤΗΝ ΙΝΔΙΑ, ΑΠΟ ΠΛΕΥΡΑΣ ΙΝΔΩΝ


ΟΙ ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΕΣ ΔΙΟΝΥΣΟΥ ΚΑΙ ΗΡΑΚΛΕΟΥΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ

α) Τις Ινδικές παραδόσεις

Στην “Ινδική” του ο Αρριανός, μας μεταφέρει αποσπάσματα από το έργο του Μεγασθένη,του Νεάρχου,του Ονησίκριτου και άλλων συγγραφέων που έγραψαν για την Ινδία, στο οποίο αναφέρονται παραδόσεις των Ινδών,πολύ πριν από την εισβολή των Αρίων.Συγκεκριμμένα αναφέρει ότι οι ελληνικοί θρύλοι περί εκστρατείας του Διονύσου και του Ηρακλή στην Ινδία,απαντώνται και στην Ινδία: «και προ Αλεξάνδρου, Διονύσου μεν πέρι πολλός λόγος κατέχει ως και τούτου στρατεύσαντος ες Ινδούς και καταστρεψαμένου Ινδούς.Ηρακλέος δε πέρι ού πολλός» δηλ.“Προ του Αλεξάνδρου επεκράτει μεγάλη φήμη περί του Διονύσου, ότι δήθεν και αυτός εξεστράτευσε κατά των Ινδών και υπέταξε τους Ινδούς, ενώ διά τον Ηρακλή η φήμη δεν ήτο πολύ διαδεδομένη” (*) Ινδική V,8.

Στην 12η παράγραφο του ίδιου κεφαλαίου ο Αρριανός λέει ότι η περί του Ηρακλέους παράδοση είναι πιό έντονη στη φυλή των Σίβα και των Σουρασηνών (VIII,5) όπου μάλιστα θεωρείται αυτόχθων.

Στο κεφ. VIII του ίδιου βιβλίου ο Αρριανός μας μεταφέρει την πληροφορία του Μεγασθένη, ότι φεύγοντας ο Διόνυσος από την Ινδία, κατέστησε βασιλιά των Ινδών των Σπατέμβα, τον οποίο μετά από 52 χρόνια διαδέχθηκε ο γιος του Βουδύας.

Στο κεφ. ΙΧ,9, αναφέρεται ότι “Οι Ινδοί απο του Διονύσου μέχρι τον Σανδρόκοτον (σύγχρονο του Αλεξάνδρου βασιληά των Ινδιών), υπολόγιζον εκατόν πενήντα τρείς βασιλείς, εις διάστημα έξι χιλιάδων σαράντα δύο (6.042) ετών. Κατά το χρονικόν αυτό διάστημα τρείς φοράς διετέλεσαν ελεύθεροι. (Η πρώτη φορά δεν αναφέρεται λόγω απώλειας του κειμένου)...την άλλην τριακόσια έτη και την τρίτην εκατόν είκοσι έτη”.

Στην επόμενη (10η) παράγραφο του ίδιου κεφαλαίου αναφέρεται ότι “Οι Ινδοί λέγουν ότι ο Διόνυσος ήταν κατά δέκα πέντε γενεάς αρχαιότερος του Ηρακλέους”.

Κάνοντας έναν υπολογισμό, βλέπουμε ότι σύμφωνα με τις Ινδικές παραδόσεις, έχουμε μιαν εισβολή γύρω στο 6.320 π.Χ.(6042-320=6.322). Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι αυτή είναι η εισβολή των γνωστών ώς Δραβίδων, που σήμερα εντοπίζονται στη Νότια Ινδία και στοιχεία της γλώσσας τους μελετώνται με ενδιαφέρον από τους επιστήμονες.

Διαφεύγει όμως μια σημαντική λεπτομέρεια ή μάλλον ένα λάθος που έχει εμφιλοχωρήσει στο κείμενο του Αρριανού.Το λάθος στην ουσία δεν είναι του Αρριανού αλλά της πηγής από την οποία το άντλησε (Νέαρχος ή Μεγασθένης εν προκειμένω) Μπορεί να αναφέρονται 153 βασιλείς, αλλά τα 6.040 χρόνια είναι υπερβολικά. Διαιρώντας τα 6.042 χρόνια με τους 153 βασιλείς βλέπουμε ότι αντιστοιχούν 40 περίπου χρόνια βασιλείας για τον καθένα, πράγμα απίθανο και υπερβολικό.

Αν υποθέσουμε λ.χ. ότι ένας βασιλιάς ανέλαβε την βασιλεία στα 40 του χρόνια και βασίλεψε άλλα σαράντα,τότε ο γιος του θα ανέλαβε στα 60 και θα πέθανε στα 100,ο εγγονός του θα ανέλαβε στα 80 του και θα πέθανε στα 120 ,ο δισέγγονος του θα ανέλαβε στα 100 και θα θα πέθανε στα 140,δεδομένου ότι κι εκεί η βασιλεία ήταν κληρονομική.

Ας αναλογισθούμε ότι σε διάρκεια 1123 ετών, στο Βυζάντιο, βασίλεψαν 85 αυτοκράτορες, δηλ. αντιστοιχούν 13 χρόνια βασιλείας για τον καθένα. Σίγουρα υπάρχει κάποιο λάθος στον υπολογισμό του χρόνου. Προφανέστατα λοιπόν η ινδική πηγή μιλούσε με γενεές και ο Έλληνας συγγραφέας με κακό υπολογισμό απέδωσε χρόνια. Ο Αρριανός από τη δική του πλευρά, μετέφερε χωρίς να ασχοληθεί ειδικά με τον υπολογισμό, αυτούσιο το κείμενο από τον συγγραφέα που έκανε αυτόν τον εσφαλμένο υπολογισμό.

Κάθε γενεά αντιστοιχεί συνήθως σε 33 χρόνια ή διαφορετικά κάθε αιώνας περικλύει τρείς (3) γενεές. Με αυτές τις επισημάνσεις καί έναν νέο υπολογισμό πλέον, βλέπουμε ότι τα χρόνια από την εκστρατεία του Διονύσου μέχρι την εποχή του Σανδρόκοτου κατά την ινδική παράδοση, δεν είναι 6042,αλλά το 1/3 αυτών δηλ. 2014.Διαιρούντες τέλος τα χρόνια αυτά με τον αριθμό των 153 βασιλέων, βρίσκουμε ότι ο μέσος όρος βασιλείας εκάστου, είναι κάτι παρα πάνω από 13 χρόνια,πράγμα φυσιολογικό.

Αν λάβουμε υπόψη ότι ο Σανδρόκοτος ακμάζει περί το 320 π.Χ.,τότε η θρυλούμενη εισβολή του Διονύσου στην Ινδία θα συνέβη το 2.334 π.Χ.,η δε εκστρατεία του Ηρακλέους 495 χρόνια αργότερα, δηλ. το 1839 π.Χ.,αφού πάντα κατά την ινδική παράδοση που μας μεταφέρει ο Αρριανός “πρεσβύτερόν τε Διόνυσον Ηρακλέους δέκα και πέντε γενεήσιν ινδοί λέγουσιν” (Ινδική ΙΧ,10).Αυτές οι χρονολογίες βέβαια δεν πρέπει να εκληφθούν ως απολύτως ακριβείς,αλλά με αποκλίνουσα προς τα άνω και κάτω τάση περίπου 50-100 ετών.Αυτό είναι αυτονόητο.

β) Τα αρχαιολογικά δεδομένα

Ας πάμε τώρα στα πορίσματα της αρχαιολογίας. Το 1924 ο J.Marshall ανακοίνωσε (*) ότι ο Ινδός συνεργάτης του R.D.Banerji ανακάλυψε στην τοποθεσία Μοχέντζο Ντάρο της Δυτικής όχθης του κάτω Ινδού, ένα πολύ αρχαίο πολιτισμό, με αξιοθαύμαστη αρχιτεκτονική και ανεπτυγμένο επίπεδο διαβίωσης, αφού κάθε σπίτι είχε ειδικούς χώρους αποθήκευσης, λουτρό, κλιβάνους, θερμάστρες, οι δρόμοι ήσαν φαρδείς, είχε αγορά, αποχετευτικό σύστημα κλπ. Όταν βρισκόταν στην ακμή της αυτή η πόλη λέει ο Durant (*) χτίσθηκε η μεγάλη πυραμίδα του Χέοπος στην Αίγυπτο.

Οι ειδικοί επιστήμονες δεν συμφωνούν στην χρονολογία ίδρυσης της πόλης αυτής, εν πάση περιπτώσει ο μέσος όρος των προταθεισών χρονολογιών τοποθετείται περί το2.400-π.Χ.και πολλά είναι τα στοιχεία που συνδέουν αυτόν τον πολιτισμό με τους πολιτισμούς της Μεσογείου. Αποτέλεσμα αυτής της διαπίστωσης ήταν, άλλοι μεν να παραλληλίζουν τον πολιτισμό αυτό με τον Σουμεριακό, άλλοι με τον Κρητικό κλπ. και ο τελευταίος λόγος βέβαια δεν έχει ακόμα ειπωθεί.

Καθώς είπαμε και πιο πάνω όμως, από τις ανασκαφές που έχουν γίνει στα νεκροταφεία της πόλης, το λευκό μεσογειακό στοιχείο κρανίων υπερτερεί και μεταξύ αυτών βρίσκονται και μερικά αλπινικού τύπου, πράγμα που με οδήγησε στο συμπέρασμα ότι ο λαός αυτός θα πρέπει να προέρχεται από την ΒΔ Βαλκανική όπου τοποθετείται η κοιτίδα των πανάρχαιων Αρκάδων,Ιώνων,Καδμειώνων ή Καδμείων και των Δαρδανών,οι οποίοι σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία πρώτοι διεκπεραιώθηκαν στην Ασιατική ήπειρο ,την κατέκτησαν και έγιναν γενάρχες και ιδρυτές λαών και πόλεων.

Στην περιοχή αυτή και βορειότερα κατά μήκος των Δαλματικών ακτών καθώς και της αντικρινής β. Ιταλίας,μεταξύ του βασικού μεσογειακού ανθρωπολογικού τύπου συναντάται σε μικρό ποσοστό και ο αλπινικός. Αυτό αποτελεί μια πολύ σοβαρή ένδειξη, την οποία θα πρέπει να παραβάλλουμε και με τα υπόλοιπα στοιχεία και κυρίως τις Ινδικές και Ελληνικές παραδόσεις πράγμα που ήδη κάνουμε.

Αργότερα, 400 χιλιόμετρα βορειανατολικά του Μοχέντζο Ντάρο, στη Χαράπα,ανακαλύφθηκε ένας παρόμοιος οικισμός που η ίδρυσή του ανάγεται περί το 1800 π.Χ

Είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι όλοι οι επιστήμονες συμφωνούν ότι όχι μόνον ο πολιτισμός του Μοχέντζο Ντάρο και της Χαράπα,αλλά και ο κυρίαρχος πληθυσμός τους,είναι ξένος. Στη σελ. 558 του 2ου τόμου της “Ιστορίας της ανθρωπότητας”, διαβάζουμε ότι ο ανασκαφέας της Χαράπα σημειώνει για τον λαό αυτό: “ήρθε στην κοιλάδα του Ινδού με έναν αρκετά καλά ανεπτυγμένο πολιτισμό από αλλού,αφού ίχνη της αρχής του πολιτισμού αυτού δεν αποκαλύφθηκαν με τις ανασκαφές σε καμία από τις θέσεις της κοιλάδας του Ινδού”.

Στη σελ. 494 του ίδιου τόμου διαβάζουμε: Η παρουσία μεσογειακού ανθρώπου δείχνει χωρίς άλλο δυτική προέλευση καθώς και ότι από την αρχή ο λαός της Χαράπα ήταν εξοικειωμένος με την επεξεργασία του χαλκού και του ορειχάλκου,γιατί η γνώση αυτή πρέπει να προερχόταν από μια χώρα όπου θα υπήρχε ορυκτός πλούτος».

Είχαν Ακροπόλεις,κατασκευασμένες,δηλ. σε τεχνικά υψώματα και από κει ο ηγεμόνας με τους ομοφύλους του αριστοκράτες επέβαλλαν την εξουσία τους και την διοίκησή τους στους γηγενείς και αυτόχθονες,διαβάζουμε στην επόμενη σελίδα και αυτό μας παραπέμπει στο Μυκηναϊκό σύστημα οχύρωσης και διακυβέρνησης,που με τεχνικά πλέον μέσα αναπαράγεται στην κοιλάδα του Ινδού,όπου δεν υπάρχει η βαλκανική μορφολογία του κατάλληλου εδάφους, δηλ. βραχώδεις λόφοι,πάνω στους οποίους χτιζόταν η Ακρόπολη και το παλάτι του ηγεμόνα.


Πηγή