Πέμπτη 18 Απριλίου 2019

Άγνωστες ιστορίες του Τρωικού Πολέμου!..

Πώς ένας πόλεμος, για τα μάτια μιας ωραίας Ελένης στοίχισε στον Ελληνισμό τόσες πολύχρονες θυσίες και μάλιστα από άγνωστα περιστατικά, που θα θέλαμε να θυμίσουμε στο ταπεινό μας αφιέρωμα. Ένα μονάχα: Και μόνο το γεγονός όι υπήρξε μία Ελληνίδα, η Επιπόλη, που πήγε να πολεμήσει στην Τροία, αλλά είχε τραγικό τέλος, όπως αναφέρει ο Φώτιος, αρκεί για να αναφερθούμε στα άγνωστα αυτά γεγονότα!...



Η ιστορία του Αγαμέμνονας (Αγαμέμνων, όνος)


ΙΣΩΣ είναι άγνωστο στο ευρύ αναγνωστικό κοινό, ότι ο Αγαμέμνονας εμφανίζεται στη μυθική πα­ράδοση ως ο κατεξοχήν βασιλιάς που στην Ιλιά­δα ανέλαβε τη γενική διοίκηση του στρατού των Αχαιών!. Ανάλογα με τα ονόματα των προγόνων του ονομάζεται άλλοτε Ατρείδης, άλλοτε Πελοπίδης και άλλοτε Τανταλίδης.

Στην Ιλιάδα είναι βασιλιάς του Άργους και μερικές φορές των Μυκηνών και τότε δίνει το θρόνο του 'Αργους στον Διομήδη (αυτή η παραλλαγή βρίσκεται στον Κατάλογο των πλοίων, τμήμα παρέμβλητο, που είναι νεότερο από το υπόλοιπο ποίημα). Τέλος, στη μεταγενέ­στερη παράδοση, ο Αγαμέμνονας θεωρείται βα­σιλιάς της χώρας των Λακεδαιμονίων με πρω­τεύουσα τις Αμυκλές (!!)

Ο Αγαμέμνονας ήταν παντρεμένος με την Κλυταιμνήστρα, η οποία παίζει σπουδαίο ρόλο στην ιστορία του. Η Κλυταιμνήστρα, αδελφή της Ελένης, κόρη και αυτή της Λήδας και του Τυνδάρεου, είχε αρχικά παντρευτεί τον Τάνταλο, το γιο του Θυέστη· ο Αγαμέμνο­νας όμως σκότωσε τον Τάνταλο και ταυτόχρονα και ένα νεογέννητο, γιο του Τάνταλου και της Κλυταιμνήστρας.

Έπειτα από αυτή τη διπλή δο­λοφονία και το γάμο με τον Αγαμέμνονα, που η Κλυταιμνήστρα τον δέχτηκε με βαριά καρδιά, οι Διόσκουροι Κάστορας και Πολυδεύκης, τα αδέλφια της Κλυταιμνήστρας, καταδίωξαν τον Αγαμέμνονα, ο οποίος βρήκε άσυλο κοντά στον πεθερό του Τυνδάρεο.

Στο τέλος ο Κάστορας και ο Πολυδεύκης συγκατένευσαν να συμφιλιω­θούν με τον Αγαμέμνονα. Ο γάμος όμως της Κλυταιμνήστρας, που άρχισε με ένα έγκλημα, ήταν καταραμένος, όπως το δείχνει η συνέχεια του μύθου.

Από την Κλυταιμνήστρα ο Αγαμέμνονας απο­κτά τρεις κόρες, τη Χρυσόθεμη, τη Λαοδίκη και την Ιφιάνασσα, και ένα γιο, το στερνοπαίδι του, τον Ορέστη. Αυτή είναι η πρώτη μορφή του μύ­θου.

Έπειτα εμφανίζεται μία κόρη, η Ιφιγένεια, που είναι άλλη από την Ιφιάνασσα, και τέλος στη θέση της Λαοδίκης οι τραγικοί ποιητές ανα­φέρουν την Ηλέκτρα, που είναι τελείως άγνω­στη στον ποιητή της Ιλιάδας. Από τα παιδιά αυ­τά οι τραγικοί γνωρίζουν κυρίως την Ιφιγένεια, την Ηλέκτρα και τον Ορέστη.

Τι ξέρουμε για τα θεϊκά σημάδια στον Τρωϊκό πόλεμο;


Τη στιγμή που ένα πλή­θος μνηστήρες ζητούσαν για γυναίκα την Ελέ­νη, ο Τυνδάρεος, με συμβουλή του Οδυσσέα, τους δέσμευσε με όρκο, σύμφωνα με τον οποίο υπόσχονταν να σεβαστούν την απόφαση της Ελένης και να μην αμφισβητήσουν από το μνη­στήρα που αυτή θα διάλεγε το δικαίωμα να την έχει γυναίκα του. Και μάλιστα, αν κινδύνευε από κάποια επίθεση, οι άλλοι θα έπρεπε να τον βοηθήσουν.

Όταν ο Πάρης έκλεψε την Ελένη, ο Μενέλαος ήρθε να ζητήσει τη βοήθεια του Αγα­μέμνονα. Αυτός θύμισε στους αρχηγούς τον όρ­κο τους και έτσι σχηματίστηκε ο πυρήνας του στρατού, που επρόκειτο να εκστρατεύσει στην Τροία.

Όλοι διάλεξαν αρχιστράτηγο τον Αγα­μέμνονα είτε λόγω της προσωπικής του αξίας είτε ύστερα από επιδέξια προεκλογική εκστρα­τεία. Tα στρατεύματα συγκεντρώθηκαν στην Αυλίδα. Στην Ιλιάδα ο Δίας στέλνει αμέσως ευ­νοϊκό οιωνό' έπειτα από θυσία στον Απόλλωνα, ένα φίδι όρμησε από το βωμό σε ένα διπλανό δέντρο και έφαγε στη φωλιά τους οκτώ μικρά σπουργίτια και τη μάνα τους, στο σύνολο δηλα­δή εννιά πουλιά. Ύστερα το φίδι μεταμορφώθη­κε σε πέτρα.

Ο Κάλχας τότε είπε πως ο Δίας ήθελε να δείξει έτσι ότι η Τροία θα έπεφτε ύστε­ρα από διάστημα δέκα χρόνων. Ο Αισχύλος γνωρίζει έναν άλλο οιωνό· μια κουνέλα έγκυα που την ξεσχίζουν δύο αετοί. Ο Κάλχας ερμή­νευσε το σημάδι αυτό λέγοντας ότι η Τροία θα χανόταν, η Άρτεμη όμως θα ήταν εχθρική στους Έλληνες!

Σύμφωνα με ένα ποίημα μεταγενέστερο από την Ιλιάδα (προφανώς τα Κύπρια έπη), οι Έλλη­νες, που δε γνώριζαν το δρόμο για την Τροία, προσάραξαν την πρώτη φορά στη Μυσία και έπειτα από διάφορες συμπλοκές σκορπίστηκαν από θαλασσοταραχή και ο καθένας τους γύρισε πίσω στην πατρίδα του.

Οκτώ χρόνια αργότερα από την αποτυχία αυτή οι Έλ­ληνες συγκεντρώνονται και πάλι στην Αυλίδα. Η θάλασσα όμως δεν είναι ανοιχτή για τα ελλη­νικά πλοία, επειδή επικρατεί επίμονη άπνοια. Ο μάντης Κάλχας, όταν ρωτήθηκε, απάντησε πως η άπνοια οφειλόταν στο θυμό της Άρτεμης.

Ο θυμός αυτός είχε πολλές αιτίες· είτε γιατί ο Αγα­μέμνονας, σκοτώνοντας ένα ελάφι, καυχήθηκε ότι η Άρτεμη δε θα τα κατάφερνε καλύτερα είτε γιατί παλαιότερα ο Ατρέας δε θυσίασε στη θεά το χρυσό αρνί· είτε ακόμη γιατί ο Αγαμέμνονας είχε υποσχεθεί στη θεά να της προσφέρει θυσία το καλύτερο προϊόν της χρονιάς, κατά την οποία γεννήθηκε η κόρη του Ιφιγένεια, και δε θυσίασε την κοπέλα.

Για όλους αυτούς τους λόγους η θεά ζητούσε μια θυσία, τη θυσία της Ιφιγένειας. Ο Αγαμέμνονας συγκατένευσε από φιλοδοξία ή από έγνοια για το κοινό καλό· το γεγονός όμως αυτό μεγάλωσε ακόμη περισσότερο τα παράπο­να της Κλυταιμνήστρας εναντίον του.

Όταν επιτέλους άρχισε η εκστρατεία, ο στό­λος αγκυροβόλησε στην Τένεδο και εκεί, για πρώτη φορά, φάνηκε η κρυφή έχθρα ανάμεσα στον Αχιλλέα και τον Αγαμέμνονα σε μια φιλο­νικία που προοιωνίζει εκείνη που θα ακολουθή­σει μπροστά στην Τροία και που θα θέσει τους Έλληνες σε κίνδυνο. Τον ίδιο περίπου καιρό ο Αγαμέμνονας θα εγκαταλείψει στη Λήμνο τον Φιλοκτήτη, γιατί η πληγή του σκόρπιζε φοβερή δυσοσμία και οι κραυγές του τάραζαν τις θυσίες!

Έπειτα πέρασαν τα εννιά χρόνια της πολιορ­κίας. Στο δέκατο ο Αγαμέμνονας συμμετέχει με τον Αχιλλέα σε διάφορες ληστρικές επιδρομές στις γύρω πόλεις της περιοχής. Από τα λάφυρα που κέρδισαν ο Αχιλλέας πήρε τη Βρισηίδα και ο Αγαμέμνονας τη Χρυσηίδα, την κόρη του ιε­ρέα του Απόλλωνα Χρύση.

Ο Χρύσης πρόσφερε λύτρα και ζητούσε την κόρη του. Ο Αγαμέμνο­νας αρνήθηκε και ο Απόλλωνας, για να τον τι­μωρήσει, έστειλε θανατηφόρα επιδημία στο στρατό των Ελλήνων. Από το σημείο αυτό αρχί­ζει η αφήγηση της Ιλιάδας.

Η συνέλευση των στρατιωτών υποχρεώνει τον Αγαμέμνονα να δώσει πίσω τη Χρυσηίδα, ο βασιλιάς όμως ζητά­ει για αντάλλαγμα από τον Αχιλλέα τη Βρισηί­δα. Αυτό αποτελεί την αιτία του θυμού του Αχιλ­λέα· αρνιέται και αποσύρεται στη σκηνή του. Ο Αγαμέμνονας τότε ζητεί επίσημα τη Βρισηίδα με δύο κήρυκες, τον Ταλθύβιο και τον Ευρυβάτη.

Ο Αχιλλέας δεν μπορεί να κάμει διαφορετι­κά και δίνει πίσω την κόρη, αρνιέται όμως να πολεμήσει. Με παράκληση της Θέτιδας ο Δίας στέλνει στον Αγαμέμνονα ένα παραπλανητικό όνειρο, που τον κάνει να πιστέψει ότι θα μπορέ­σει να πάρει την Τροία χωρίς τον Αχιλλέα. Άλ­λωστε ένας παλιός χρησμός είχε κάμει γνωστό στον Αγαμέμνονα ότι η Τροία θα έπεφτε, μόλις επικρατούσε η διχόνοια στο στρατόπεδο των Αχαιών.

Ο αγώνας αρχίζει!..


Ο Αγαμέμνονας επεμβαίνει προσωπικά και πραγματοποιεί λαμπρά κατορ­θώματα. Τραυματίζεται όμως και υποχρεώνεται να αποσυρθεί από τη μάχη. Ακολουθεί επίθεση στο στρατόπεδο των Ελλήνων βλέποντας ότι όλα ήταν χαμένα, αν δεν ξαναγύριζε ο Αχιλλέας να πολεμήσει, συμφιλιώνεται μαζί του, του στέλνει πίσω τη Βρισηίδα και του υπόσχεται για γυναίκα μια από τις κόρες του και πολύτιμα δώ­ρα. Από το σημείο αυτό δε γίνεται πια λόγος για τον Αγαμέμνονα στην Ιλιάδα, ενώ όλο το ενδια­φέρον συγκεντρώνεται στον Αχιλλέα.

Tα μεταγενέστερα έπη διηγούνται και άλλες επεμβάσεις του Αγαμέμνονα στα γεγονότα που ακολούθησαν το θάνατο του Έκτορα και του Αχιλλέα, συγκεκριμένα στις μάχες που έγιναν γύρω από το πτώμα του Αχιλλέα και τις φιλονι­κίες για το ποιος θα πάρει τα όπλα του ήρωα.  Η Οδύσσεια διηγείται πως ύστερα από την άλω­ση της Τροίας πήρε στο μερίδιο του την κόρη του Πρίαμου Κασσάνδρα, τη μάντισσα. Αυτή του έδωσε δύο παιδιά δίδυμα, τον Τηλέδαμο και τον Πέλοπα.

Η αναχώρηση του Αγαμέμνονα από την Τρω­άδα και η επιστροφή του στην πατρίδα είχαν αποτελέσει θέμα επικών αφηγήσεων. Στην Οδύσσεια γίνεται ήδη υπαινιγμός σε μια φιλονι­κία ανάμεσα στον Αγαμέμνονα και το Μενέλαο, όταν ο Μενέλαος θέλησε να φύγει, μόλις τελεί­ωσε ο πόλεμος, ενώ ο Αγαμέμνονας επιθυμούσε να μείνει ακόμη, όσο του χρειαζόταν, για να συμφιλιωθεί με την Αθηνά προσφέροντας δώρα.

Οι Νόστοι αφηγούνταν επίσης πώς, τη στιγμή που πήγαινε να μπει στο καράβι, φάνηκε μπρο­στά του η σκιά του Αχιλλέα και προσπάθησε να τον συγκρατήσει προμαντεύοντάς του όλα τα δεινά που θα επακολουθούσαν. Ταυτόχρονα η σκιά του ζήτησε να θυσιάσει την Πολυξένη, μια από τις κόρες του Πρίαμου (!).

Το τέλος του Αγαμέμνονα


Τον Αγαμέμνονα, όταν έφτασε στην πατρίδα του, τον παραμόνευε ένας κατάσκοπος, τον οποίο είχε βάλει ο Αίγισθος, ο εραστής της γυ­ναίκας του. Ο Αίγισθος προσκαλεί τον Αγαμέ­μνονα σε μεγάλο συμπόσιο και τον σκοτώνει μαζί με τους συντρόφους του με τη βοήθεια εί­κοσι αντρών, που είχαν κρυφτεί στην αίθουσα της γιορτής.

'Αλλες παραλλαγές του μύθου δεί­χνουν την Κλυταιμνήστρα να συμμετέχει στη δολοφονία και να σκοτώνει επίσης την Κασ­σάνδρα, την αντίπαλο της. Ο Πίνδαρος προσθέ­τει ότι μέσα στο μίσος για το σόι του άντρα της ήθελε να σκοτώσει και τον Ορέστη, τον ίδιο της το γιο.

Στους τραγικούς ποιητές τα περιστατικά ποικίλλουν ο Αγαμέμνονας άλλοτε, όπως και στον Όμηρο, δέχεται τα χτυπήματα στο τραπέ­ζι, άλλοτε σκοτώνεται στο λουτρό, τη στιγμή που δεν μπορούσε να αμυνθεί, εμποδισμένος από το πουκάμισο που του είχε δώσει η γυναίκα του και του οποίου είχε ραμμένα τα μανίκια.

Ο Υγίνος λέει πως παρακινητής του φόνου στάθη­κε ο Οίακας, ο αδελφός του Παλαμήδη, που ζη­τούσε έτσι να πάρει εκδίκηση για το λιθοβολι­σμό του αδελφού του, τον οποίο είχε διατάξει ο Αγαμέμνονας.

Ο Οίακας ίσως είπε στην Κλυ­ταιμνήστρα ότι ο Αγαμέμνονας ετοιμαζόταν να δώσει τη θέση της στην Κασσάνδρα, πράγμα που έκαμε την Κλυταιμνήστρα να αποφασίσει το έγκλημα. Πιθανότατα να τον χτύπησε με τσε­κούρι την ώρα που θυσίαζε και να σκότωσε ταυ­τόχρονα και την Κασσάνδρα. Αυτή η παραλλα­γή θυμίζει πολύ την ιστορία της Αιγιαλείας και του Διομήδη.

Είναι γνωστό με ποιο τρόπο αργότερα εκδική­θηκε το θάνατο του Αγαμέμνονα ο γιος του ο Ορέστης.

Τι άλλο να πει κανείς; Τι άλλο;

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

Ευρ., Ιφιγ. στην Αυλ., passim, ιδιαίτερα 1149 κ.ε. 337 κ.ε. κτλ. Απολλόδ., Επιτ. 2, 15. 3, 7. Παυσ. 2, 18, 2. 2, 22, 2 κ.ε. Υγίν., Fab. 88. "Oμ., Ι 142 κ.ε. Σοφ., Ηλ. 157. Ευρ., Ορ. 23. Όμ., Β 299-300. Κικ., De div. 2,30. Οβίδ., Μετ. 12, 11-23. Αισχ., Αγαμ., passim. Σχόλ. στον Όμ., Α 59. Απολλόδ., Επιτ. 3,17 κ.ε. Σοφ., Ηλ. 566 κ.ε. Υγίν., Fab. 98. Ευρ., Ιφιγ. στην Αυλ. 88. Σχόλ. στον Όμ., Α 108. Τζέτζ., Σχόλ. στον Λυκόφρ. 183. Σοφ., Φιλ.. passim. Όμ., Α, 366 κ.ε., θ 75 κ.ε., Β 1 κ.ε., Λ 92, 101, 122, Τ 56 κ.ε., λ 422, 547 κ.ε., γ 141 κ.ε. Πρβ. Παυσ. 2, 16, 6. Όμ., γ 263 κ.ε., δ 524, λ 421 κ.ε. Πίνδ., Πυθ. 11, 17 κ.ε. Αισχ., Αγαμ. 1417. Σοφ., Ηλ. 530. Απολλόδ., Επιτ. 6,23. Σεν., Agam. 875 κ.ε. Σέρβ., Σχόλ. στον Βιργ., Αιν. 11, 268 κ.ε. κτλ. Υγίν., Fab. 117. Πρβ., μεταξύ άλλων έργων, NILSSON, Ho­mer and Mycenae, Λονδίνο, 1933. LEAF, Homer and History, Λονδίνο, 1915 και την εισαγωγή του P. MΑ-ΖΟΝ στην έκδοση του της Ιλιάδας, Παρίσι, 1949. L. MARRIE, «Zeus Agamemnon in Sparta», ARW, 23, 359 κ.ε.


Πηγή