Παρασκευή 14 Δεκεμβρίου 2018

Οι Πέντε (5) Ιερές πόλεις της Αρχαίας Ελλάδας

Κατά την αρχαιότητα η Ελευσίνα αποτελούσε μαζί με την Αθήνα, την Ολυμπία, τους Δελφούς και τη Δήλο τις 5 ιερές πόλεις της Αρχαίας Ελλάδος και σε αυτήν κατέληγε η Ιερά Οδός. Η λέξη Ελευσίς-ίνος αναφέρεται για πρώτη φορά στον Ορφικό ύμνο «Δήμητρος θυμίαμα». Επιπλέον, ο Ησύχιος μας αναφέρει ότι το παλαιότερο όνομα της Ελευσίνας ήταν Σαισαρία. Σύμφωνα με το μύθο, η Σαισαρία ήταν η μικρότερη κόρη του βασιλιά Κελεού.

Ο Κελεός αναφέρεται ως ο πρώτος Ιεροφάντης και ότι πρώτος χειροτόνησε τις κόρες του Ιέρειες της θεάς Δήμητρας. Ο Κελεός ήταν ο οικιστής της Ελευσίνας, ο οποίος για να τιμήσει τον πατέρα, τον ήρωα Ελευσίνα, έδωσε το όνομά του στην πόλη.

Η λέξη Ελευσίνα είναι ομιλούν όνομα και προέρχεται από το ρήμα ελεύθω = έρχομαι. Δηλαδή ο τόπος της αφίξεως, του ερχομού, της παρουσίας, της αποκάλυψης. Σε όλα τα αρχαία κείμενα η λέξη Ελευσίς δεν υπάρχει παρά μόνο σε συνάρτηση με τη θεά Δήμητρα ή στα Ελευσίνια Μυστήρια. Έτσι έγινε γνωστή η Ελευσίνα στην αρχαιότητα κι έτσι μένει για πάντα. Σαισαρία, η Ελευσίνα, από την ιέρεια Σαισάρα. Ελευσίνα, από τον ήρωα της τον Ελευσίνα. Ελευσίς, από την έλευση της θεάς Δήμητρας. Στην ελληνιστική εποχή από την πόλη άποικοι ίδρυσαν μια ομώνυμη πόλη πλάι στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου και ένα χωριό Ελευσίς στην όαση του Φαγιούμ. 

Τα Ελευσίνια ήταν γιορτή και μυστηριακή τελετή που πραγματοποιούνταν στην Ελευσίνα της Αττικής προς τιμήν της θεάς Δήμητρας και της Περσεφόνης. Επρόκειτο για την ιερότερη και πιο σεβαστή τελετή από όλες τις γιορτές της αρχαίας Ελλάδας:  έχοντας ξεκινήσει από τη Σαμοθράκη και τα Καβείρια Μυστήρια μεταφέρθηκαν στην Ελευσίνα από Θράκες αποίκους. Άρχισαν να αποκτούν μεγάλη φήμη κατά τον καιρό του Πεισίστρατου και έφτασαν στο απόγειο της ακμής τους κατά το χρυσό Αιώνα του Περικλή.

Η αρχαία Αθήνα (Αθηναι) ήταν πόλη-κράτος της αρχαίας Ελλάδας και μία από τις σημαντικότατες πόλεις του αρχαίου κόσμου γενικότερα. Τα όρια της περιλάμβαναν το μεγαλύτερο τμήμα της σημερινής Αττικής. Οι Αθηναίοι πέρα από την Αττική κυριαρχούσαν μέσω του ισχυρού τους στόλου σε έναν μεγάλο αριθμό ιωνικών αποικιών στα νησιά του Αιγαίου και στα παράλια της Μικράς Ασίας. Η Αττική άλλωστε αποτελούσε και την μητρόπολη των περισσότερων ιωνικών αποικιών.

Οι Αθηναίοι συνόρευαν βόρεια με τους Βοιωτούς και δυτικά με τους Μεγαρείς, με τους οποίους βρίσκονταν συχνά σε σύγκρουση. Η αρχαία Αθήνα πρωταγωνίστησε στους Περσικούς πολέμους, ηγήθηκε της συμμαχίας της Δήλου, καθώς και της μιας από τις δύο συμμαχίες οι οποίες συγκρούστηκαν κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο. Η Αττική ήταν από τις λίγες περιοχές της Ελλάδας που δεν έγινε εγκατάσταση Δωριέων καθώς εκεί οι Δωριείς αποκρούστηκαν (μύθος του βασιλιά Κόδρου). Στην Αττική σταδιακά διαμορφώθηκε μία ξεχωριστή διάλεκτος της ιωνικής, η αττική διάλεκτος που έγινε η γλώσσα των γραμμάτων και των τεχνών στην αρχαιότητα.

Στην περιοχή της Αττικής υπήρχε έντονη ανθρώπινη παρουσία από την νεολιθική εποχή. Πρώτος μυθικός βασιλιάς της Αθήνας ήταν ο Κέκροπας στον οποίο αποδίδεται η επιλογή της θεάς Αθηνάς ως προστάτιδας θεάς της πόλης. Τα πρώιμα χρόνια της εποχής του χαλκού οι Αθηναίοι φαίνεται να βρίσκονταν υποταγμένοι στους Κρήτες, όπως φαίνεται και από τον μύθο του Θησέα. Το σημαντικότερο γεγονός, μετά την εξόντωση τουΜινώταυρου από τον Θησέα, ίσως και αλληγορικός μύθος, για την μελλοντική εξέλιξη της πόλης στάθηκε η συνένωση των δώδεκα οικισμών, που είχαν ιδρυθεί στην περιοχή της Αττικής, σε ένα κράτος, με την Αθήνα ως κεντρική εστία.

Την Μυκηναϊκή περίοδο οι Αθηναίοι βρίσκονταν στην σκιά των ισχυρών Μυκηναϊκών κέντρων της περιόδου. Ο Όμηρος αναφέρει συμμετοχή της Αθήνας στον Τρωικό πόλεμο, με 50 πλοία και αρχηγό τον Μενεσθέα. Την περίοδο της καθόδου των Δωριέων οι Αθηναίοι αντιστάθηκαν με επιτυχία. Σε καμία άλλη πόλη της αρχαίας Ελλάδας δεν αναπτύχθηκαν τόσο πολύ οι τέχνες και τα γράμματα όσο στην αρχαία Αθήνα καθώς εκεί αναπτύχθηκαν οι κατάλληλες συνθήκες για να υπάρξει αυτό το αξιοθαύμαστο πολιτιστικό δημιούργημα. Οι λόγοι που αυτό συνέβη ιδιαίτερα στην Αθήνα ήταν η ύπαρξη δημοκρατικού πολιτεύματος, η μεγάλη εισροή πλούτου στην πόλη, αλλά και η έντονη συναναστροφή και ανταλλαγή ιδεών με ξένους λαούς και πολιτισμούς μέσω του ιδιαίτερα ανεπτυγμένου Αθηναϊκού εμπορίου.

Το μεγαλύτερο μέρος του πολιτιστικού δημιουργήματος της αρχαίας Ελλάδας οφείλεται στην Αθήνα. Εκεί δημιουργήθηκε το θέατρο, πρωτοεφαρμόστηκε το δημοκρατικό πολίτευμα, αναπτύχθηκε η φιλοσοφία, η ιστοριογραφία, η ρητορική, η γλυπτική, η αρχιτεκτονική κ.α. Από την Αθήνα ήταν μερικές από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες των γραμμάτων και των τεχνών της αρχαιότητας, όπως οι Δραματικοί ποιητές Αισχύλος, Σοφοκλής, Ευριπίδης και Αριστοφάνης, οι φιλόσοφοι Σωκράτης και Πλάτωνας, οι ιστορικοί Θουκυδίδης και Ξενοφώντας, οι ρήτορες Λυσίας, Ισοκράτης και Δημοσθένης ο γλύπτης Φειδίας κ.α.

Επίσης οι φιλόσοφοι Αριστοτέλης, Αναξαγόρας, Επίκουρος και Ζήνων έζησαν το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους στην Αθήνα. Στην Αθήνα λειτούργησαν και οι μεγάλες φιλοσοφικές σχολές της αρχαιότητας, όπως η Ακαδημία Πλάτωνος και το Λύκειο του Αριστοτέλη και αργότερα η σχολή των Επικούρειων φιλοσόφων και των Στωικών. Στον χώρο της Αττικής υπήρχαν μερικοί από τους σημαντικότερους λατρευτικούς χώρους της αρχαίας Ελλάδας.

Ο σημαντικότερος λατρευτικός χώρος ήταν η Ακρόπολη στον οποίο λατρευόταν η θεά Αθηνά. Η ακρόπολη ήταν ο σημαντικότερος λατρευτικός χώρος της θεάς Αθηνάς στην αρχαία Ελλάδα. Μετά την αποχώρηση των Περσών το 479 π.Χ. ανοικοδομήθηκαν στην Ακρόπολη εντυπωσιακά μνημεία κάτω από την επίβλεψη των σημαντικότερων αρχιτεκτόνων και γλυπτών της αρχαιότητας όπως του Φειδία, του Ικτίνου, του Καλλικράτη κ.α.

Πολύ σημαντικός λατρευτικός χώρος ήταν το Σούνιο, αφιερωμένος στον θεό Ποσειδώνα. Στο Σούνιο υπήρχε σημαντικός ναός αφιερωμένος στον Ποσειδώνα που σώζεται μέχρι σήμερα. Στην Ελευσίνα λατρευόταν η θεά Δήμητρα και η περιοχή ήταν από τους σημαντικότερους λατρευτικούς χώρους στην αρχαία Αθήνα. Εκεί διεξάγονταν κάθε χρόνο τα Ελευσίνια Μυστήρια σημαντική γιορτή προς τιμήν της θεάς Δήμητρας.

Στην ανατολική Αττική υπήρχαν άλλοι τρεις σημαντικοί λατρευτικοί χώροι. Η Βραυρώνα στην περιοχή του αρχαίου Αθηναϊκού δήμου της Αραφήνος, που ήταν λατρευτικός χώρος της Άρτεμης, ο Ραμνούντας, στην περιοχή του αρχαίου Αθηναϊκού δήμου του Μαραθώνα, όπου λατρευόταν η θεά Νέμεση και το Αμφιαράειο στα σύνορα με την Βοιωτία, σημαντικό μαντείο αφιερωμένο τον μυθικό ήρωα Αμφιάραο.

Η Δήλος, είναι μικρή νήσος των Κυκλάδων, δυτικά της Μυκόνου. Στην αρχαιότητα υπήρξε ιδιαίτερα διάσημη ως γενέτειρα του θεού Απόλλωνα, εξ ου και η επωνυμία του Δήλιος και εκ τούτου σπουδαίο θρησκευτικό κέντρο που εξελίχθηκε ομοίως και σε εμπορικό. Ο κάτοικος της Δήλου καλείται Δήλιος, ή Δηλιεύς (΄΄Δήλιοι ή Δηλιείς). Όταν η Ήρα έμαθε ότι η Λητώ ήταν έγκυος από το Δία, απαγόρευσε στη Λητώ να γεννήσει σε στεριά και σε οποιοδήποτε μέρος κάτω από τον ήλιο. 

Ή γέννησή του Απολλωνα αναφέρει πως αυτή πραγματοποιήθηκε στο νησί Ορτυγία Δήλος) από τη Λητώ που υπήρξε σύζυγος του Δία πριν από την Ήρα. Λόγω της μεγάλης ζήλιας της Ήρας για την Λητώ, κανένας τόπος δεν τη δεχόταν να γεννήσει εκτός από την Ορτυγία. Ήταν ένα νησί που έως τότε έπλεε ελεύθερο στα κύματα κι έτσι ήταν δύσκολο η Ήρα να ανιχνεύσει την τοποθεσία στην οποία η Λητώ είχε καταφύγει. Αργότερα, ο Δίας σταθεροποίησε το νησί προκειμένου να πραγματοποιηθεί η γέννηση του Απόλλωνα. Οι πόνοι του τοκετού διήρκεσαν εννιά μέρες και εννιά νύχτες και τότε η Ειλείθυια, η μαμή, που η Ήρα κρατούσε επίτηδες κοντά της, μπόρεσε να διαφύγει ώστε να βοηθήσει την ετοιμόγεννη Λητώ. Πρώτη γεννήθηκε η Άρτεμις και ύστερα ο Απόλλωνας.

Η Ορτυγία ονομάστηκε Δήλος επειδή εκεί αποκαλύφθηκε (δήλος, δηλαδή φανερός) ο θεός Απόλλωνας. Η Ολυμπία, υπήρξε το πιο δοξασμένο ιερό της αρχαίας Ελλάδας αφιερωμένο στον Δία, πατέρα των θεών και των ανθρώπων. Ήταν ο τόπος διεξαγωγής των Ολυμπιακών Αγώνων οι οποίοι τελούνταν στο πλαίσιο των Ολυμπίων, της πιο σημαντικής εορτής των Ελλήνων κατά το μεγαλύτερο διάστημα της αρχαιότητας.

Αντίστοιχες γιορτές ήταν τα Πύθια που διοργανώνονταν προς τιμήν του Απόλλωνος στους Δελφούς, τα Ίσθμια προς τιμήν του Ποσειδώνος στον Ισθμό της Κορίνθου και τα Νέμεα, επίσης προς τιμήν του Διός στο ιερό του στη Νεμέα. Στην Ολυμπία, εντός του μεγαλοπρεπούς ναού του θεού, βρισκόταν το χρυσελεφάντινο άγαλμα του Διός, έργο του Φειδία, το οποίο ήταν γνωστό στην αρχαιότητα ως ένα από τα επτά θαύματα του κόσμου.

Η αφετηρία των Ολυμπιακών Αγώνων τοποθετείται στο 776 π.Χ. και τελούνταν κάθε τέσσερα χρόνια. ΤηνΕλληνιστική περίοδο ανεγέρθηκαν αρκετά οικοδομάματα, κυρίως κοσμικού χαρακτήρα, όπως το γυμνάσιο και η παλαίστρα, και στα ρωμαϊκά χρόνια έγιναν μετασκευές στα ήδη υπάρχοντα. Οικοδομήθηκαν επίσης θέρμες, πολυτελείς κατοικίες και το υδραγωγείο.

Η λειτουργία του ιερού χώρου συνεχίσθηκε κανονικά τα πρώτα χριστιανικά χρόνια επί Μεγάλου Κωνσταντίνου. Το 393 μ.Χ. έγιναν οι τελευταίοι Ολυμπιακοί Αγώνες και λίγο αργότερα ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου Θεοδόσιος Α΄, με διάταγμά του απαγόρευσε οριστικά την τέλεσή τους γιατί θεωρούνταν παγανιστικοί, ενώ επί Θεοδοσίου Β΄, επήλθε η οριστική καταστροφή του ιερού (426 μ.Χ.).

Οι Δελφοί ήταν αρχαία ελληνική πόλη στην οποία λειτούργησε το σημαντικότερο μαντείο του αρχαιοελληνικού κόσμου. Η πόλη αναφέρεται από τους ομηρικούς χρόνους με την ονομασία Πυθώ. Στην αρχή των ιστορικών χρόνων ήταν μία από τις πόλεις της αρχαίας Φωκίδας, αλλά σταδιακά ο ρόλος της πόλης ενισχύθηκε και εξελίχθηκε σε πανελλήνιο κέντρο και ιερή πόλη των αρχαίων Ελλήνων. Αποτέλεσε επίσης κέντρο της Δελφικής Αμφικτυονίας.

Οι Δελφοί διατήρησαν τη σημαντική τους θέση μέχρι τα τέλη του 4ου αιώνα μ.Χ., οπότε δόθηκε οριστικό τέλος στη λειτουργία του μαντείου με διάταγμα του αυτοκράτορα Θεοδοσίου Α΄. Τους επόμενους αιώνες η πόλη παρήκμασε και εγκαταλείφθηκε οριστικά την περίοδο των σλαβικών επιδρομών στον μεσαίωνα (570-780μ.χ).

Στην περιοχή των Δελφών υπήρχε ιερό αφιερωμένο στη γυναικεία θεότητα τηςΓαίας και φύλακάς του είχε τοποθετηθεί ο φοβερός δράκοντας Πύθων. Κύριος του ιερού έγινε ο Απόλλωνας όταν σκότωσε τον Πύθωνα. Στη συνέχεια ο θεός μεταμορφωμένος σε δελφίνι μετέφερε στην περιοχή Κρήτες, οι οποίοι ίδρυσαν το ιερό του. Ο μύθος αυτός σχετικά με την κυριαρχία του Απόλλωνα επιβίωσε σε εορταστικές αναπαραστάσεις στις τοπικές γιορτές, όπως τα Σεπτήρια, τα Δελφίνια, τα Θαργήλια, τα Θεοφάνεια, και τα Πύθια.

Τα παλαιότερα ευρήματα στην περιοχή των Δελφών έχουν εντοπιστεί στο Κωρύκειο Άντρο και χρονολογούνται στη νεολιθική εποχή (4000 π.Χ.) Στο ξεκίνημα της Μυκηναϊκής περιόδου εγκαταστάθηκαν στο χώρο των Δελφών Αχαιοί προερχόμενοι από τη Θεσσαλία και ίδρυσαν οργανωμένη πόλη. Από την πόλη αυτή έχουν βρεθεί κατάλοιπα μυκηναϊκού οικισμού και νεκροταφείου. Πιστεύεται πως αντιστοιχεί στην πόλη που αναφέρεται στον κατάλογο των Νεών της Ιλιάδας, με το όνομα Πυθώ.

Η Πυθώ ήταν μία από τις εννέα Φωκικές πόλεις που συμμετείχαν στον Τρωικό πόλεμο, στο πλευρό των υπολοίπων Αχαιών. Με το τέλος της Μυκηναϊκής περιόδου η πόλη εγκαταλείφθηκε, όπως και πολλά ακόμα Μυκηναϊκά κέντρα της ηπειρωτικής Ελλάδας. Για τους επόμενους τέσσερις αιώνες δεν παρατηρήθηκε καμία σημαντική εγκατάσταση στην περιοχή.

Τα ευρήματα από την περιοχή παρέμειναν ελάχιστα και πολύ αποσπασματικά μέχρι τον 8ο αι. π.Χ., οπότε και επικράτησε οριστικά η λατρεία του Απόλλωνα και άρχισε η ανάπτυξη του ιερού και του μαντείου. Προς το τέλος του 7ου αι. π.Χ. οικοδομήθηκαν οι πρώτοι λίθινοι ναοί, αφιερωμένοι ο ένας στον Απόλλωνα και ο άλλος στην Αθηνά, που λατρευόταν επίσημα, με την επωνυμία «Προναία» ή «Προνοία» και είχε δικό της τέμενος.


Πηγή