Πέμπτη 28 Ιουλίου 2016

Λέξεις της Αγγλικής γλώσσας με Ομηρική προέλευση

Ο Γ. Μπαμπινιώτης αναλύει την ετυμολογική προέλευση λέξεων της σύγχρονης αγγλικής γλώσσας οι οποίες, σε μια πρώτη εξέταση, δείχνουν ότι ουδεμία σχέση μπορεί να έχουν με τα ελληνικά
Και όμως είναι ελληνικές

Αν σας ρωτήσει κανείς, θέλοντας να ελέγξει τις ετυμολογικές γνώσεις σας στην Αγγλική ή στην Ελληνική, αν λέξεις όπως λ.χ. butter «βούτυρο», paper «χαρτί», church «εκκλησία», sketch «σκαρίφημα - θεατρικό σκετς», bomb «βόμβα», clergy «κληρικός» και clerk «υπάλληλος», chart «χάρτης» και card «κάρτα», calm «νηνεμία, γαλήνη», pain «πόνος», pirate «πειρατής», diploma «δίπλωμα», chanel «δίαυλος», priest «ιερέας», buffalo «βουβάλι», monk «μοναχός», bishop «επίσκοπος» κ.ά. προέρχονται από την Ελληνική ή είναι αμιγώς αγγλικές, μη βιαστείτε να απαντήσετε ότι δεν σας φαίνονται ελληνικές. Η πραγματικότητα είναι ότι περνώντας μέσα από διάφορους, συχνά δαιδαλώδεις και σκολιούς, γλωσσικούς δρόμους οι λέξεις αυτές έφτασαν στην Αγγλική, έχοντας ξεκινήσει από την ελληνική γλώσσα. Είναι δάνειες λέξεις τής Αγγλικής από την Ελληνική. Μια ματιά σε έγκυρα λεξικά τής Αγγλικής (Webster, Random House, Longman, Oxford κ.ά.) μπορεί να σας πείσει.

Το αρχ. ελληνικό βούτυρον / βούτυρος (βους + τυρός), μέσω τού λατιν. butyrum, έδωσε το αρχ., αγγλ. butere, απ' όπου το σύγχρονο αγγλ. butter (και τα γερμ. Butter, γαλλ. beurre, ιταλ. burro κ.ά.). Το αρχ. ελλην. πάπυρος, που δήλωσε την πρώτη μορφή γραφικής ύλης από το ομώνυμο φυτό το οποίο ευδοκιμούσε στην Αίγυπτο, έδωσε το αγγλ. paper (γαλλ. papier, γερμ. Papier κ.ά.) μέσω τού λατιν. papyrum, απ' όπου το μεσαιων. γαλλ. papier και το μεσαιων. αγγλ. papir. Πιο σύνθετη είναι η προέλευση τής λέξης που δήλωσε στην Αγγλική «την εκκλησία», τής λ. church. Ξεκίνησε από το ελληνιστ. κυριακόν (δώμα) «ο οίκος τού Κυρίου» (από το Κύριος), το οποίο, μέσω τού αρχ. γερμ. kirihha (απ' όπου το νέο γερμ. Kirche «εκκλησία») και των αρχ. αγγλ. cirice και μεσαιων. αγγλ. chirche, έδωσε το νέο αγγλ. church. Οι ίδιοι οι Ελληνες χριστιανοί χρησιμοποίησαν το αρχ. εκκλησία (εκκλησία τού δήμου «η συγκέντρωση του λαού / των πολιτών ως θεσμικό όργανο») με νέο περιεχόμενο: χώρος όπου συγκεντρώνονται οι πιστοί για να λατρεύσουν τον Θεό (ενώ οι αρχαίοι Ελληνες χρησιμοποιούσαν τη λ. ναός, με την αντίληψη ότι αποτελεί χώρο όπου ναίουν, όπου κατοικούν οι θεοί).

Ενδιαφέρον έχει, για τις περιπέτειές της, η λέξη sketch «σκαρίφημα - θεατρικό σκετς». Ποιος το φαντάζεται, εκ πρώτης όψεως, ότι προέρχεται από την ελλην. λ. σχέδιο; Η αρχαία ελλ. λ. σχέδιον (από το αρχ. σχέδιος που σήμαινε «προσωρινός, αυτοσχέδιος», προερχόμενη από τη λ. σχεδόν κι αυτή από το έχω), μέσω τού λατιν. schedium, έδωσε το ιταλ. schizzo, που πέρασε στα ολλανδικά ως schets, από όπου το αγγλ. sketch. Το περίεργο για τη ζωή των λέξεων είναι ότι το ελλην. σχέδιο επανήλθε στους νεότερους χρόνους στην Ελληνική, δηλ. ως «αντιδάνειο» (ως δάνειο δανείου!...), μέσα από δύο ξένες γλώσσες: από την Ιταλική ως σκίτσο και από την Αγγλική ως σκετς. Ανάλογη είναι η περίπτωση τού αγγλ. scene «σκηνή». Προέρχεται από το ελλην. σκηνή, μέσω τού λατιν. scaena / scena. Από το υποκοριστικό τού λατιν. scene, από το scenarium, προήλθε το ιταλ. scenario που πέρασε σε διάφορες γλώσσες (αγγλ. scenario, γαλλ. scenario κ.ά.) και επανήλθε στα Ελληνικά ως σενάριο (αντιδάνειο). Από το θέμα σχ- (τού έχω, πβ. κατά-σχ-ω, παρά-σχ-ω, σχ-εδόν) που είδαμε και στο σχέδιο, προήλθε και η λ. σχήμα που έδωσε, μέσω τού λατιν. schema, το αγγλ. scheme.

Μια λέξη που θα ξάφνιαζε ίσως όταν κανείς διαπιστώσει ότι είναι ελληνική, είναι η αγγλική λ. pain «πόνος». Η λέξη αυτή προήλθε από την ελλην. λ. ποινή που σήμαινε αρχικά «τιμή αίματος, εκδίκηση (για έγκλημα)» και μετά «τιμωρία». Μέσω τού λατ. poena, που έδωσε το γαλλ. peine (αρχικά σήμαινε «τα βασανιστήρια των μαρτύρων τής πίστεως»), προήλθε το αγγλ. pain με τη σημ. «πόνος» ως απόρροια των πόνων από τα βασανιστήρια και ως επακόλουθο τής τιμωρίας γενικότερα. Εξίσου ίσως θα ξάφνιαζε και η αγγλική λ. calm «κάλμα, νηνεμία».

Κι αυτή προήλθε από ελληνική λέξη, το αρχ. καύμα, που δήλωνε τον καύσωνα και το θέρος, οδηγώντας συνεκδοχικά στη σημ. τής ηρεμίας τής θάλασσας, τής έλλειψης δυνατών ανέμων. Στην Αγγλική έφτασε η λέξη από το ιταλ. calma που ανάγεται σε όψιμο λατιν. cauma από το καύμα. Οτι η λ. ξαναγύρισε στην Ελληνική μέσω τής Ιταλικής ως κάλμα, δηλ. ως αντιδάνειο, είδαμε ότι αποτελεί συχνό φαινόμενο. Το αρχ. πειρώμαι «προσπαθώ, αποπειρώμαι, τολμώ» έδωσε στη μεταγενέστερη Ελληνική τη λ. πειρατής που προφανώς θα σήμαινε αρχικά αυτόν που αποτολμά παράτολμα και παράνομα εγχειρήματα. Μέσω τού λατιν. pirata η λ. έδωσε το αγγλ. pirate.

Στην εκκλησιαστική γλώσσα μια σειρά από αγγλικές λέξεις προέρχονται από την Ελληνική, χωρίς αυτό να είναι αμέσως αισθητό στον μη ειδικό. Τέτοιες είναι οι αγγλικές λέξεις priest, clergy (και clerc), bishop, monk κ.ά. Συγκεκριμένα το ελλην. πρεσβύτερος (αρχική σημ. «γεροντότερος») έδωσε το όψιμο λατ. presbyter. Από αυτό, με ορισμένες μεταβολές, προήλθε το αρχ. αγγλ. preost και κατόπιν το μεσαιων. αγγλ. preist, που έδωσε το νεότ. αγγλ. priest. Το ελλην. κληρικός (από τη λ. κλήρος) «αυτός που τού πέφτει ο κλήρος, που τού ανατίθεται ένα έργο» έδωσε το όψιμο λατιν. clericus απ' όπου τα αρχ. αγγλ. cleric και clerc. Από αυτά προήλθε το αγγλ. clerk «λόγιος» - «υπάλληλος εξουσιοδοτημένος με συγκεκριμένο έργο» - «απλός υπάλληλος». Το αρχ. αγγλ. clerc έδωσε και τον εκκλησιαστικό όρο clergy «κληρικός, ιερωμένος». Το ελλην. επίσκοπος είναι η λέξη απ' όπου προήλθε το αγγλ. bishop «επίσκοπος», μέσω τού όψιμου λατιν. episcopus, απ' όπου τα αρχ. αγγλ. bisceop και μεσαιων. αγγλ. bishhop που προηγήθηκαν τού νεότερου αγγλικού bishop. Ως προς το αγγλ. monk «μοναχός» προήλθε από το μεταγεν. ελλην. μοναχός μέσω τού όψιμου λατιν. monachus, απ' όπου το αρχ. αγγλ. munuc και μετέπειτα το νεοτ. αγγλ. monk.

Το αγγλ. chart «χάρτης» αλλά και το card «κάρτα» προήλθαν από το ελλην. χάρτης. Το bomb «βόμβα» από το αρχ. ελλην. βόμβος. Το «πολύ αμερικάνικο» buffalo από το ελλην. βούβαλος. Το ελλην. δίπλωμα (από διπλώνω, διπλούς) με τη σημ. «επίσημο έγγραφο» έδωσε το diploma και από αυτό το diplomat «διπλωμάτης» κ.ο.κ.

Οπως έγινε, ελπίζω, φανερό, ένα πλήθος από ξένες λέξεις, εν προκειμένω αγγλικές, έλκουν την καταγωγή τους από την ελληνική γλώσσα, απευθείας ή, πιο συχνά, μέσω τής λατινικής γλώσσας. Οσα γράφονται εδώ δεν δίδονται για να αποτελέσουν αφορμή κομπασμού αλλά ως νύξεις για γλωσσική αυτογνωσία και περίσκεψη, για το πόσα έχει κανείς να κερδίσει από μια ετυμολογική περιδιάβαση στους δρόμους τής γλώσσας μας.

Λέξεις της Αγγλικής γλώσσας με Ομηρική προέλευση.


«Η Ομηρική (Ελληνική) Γλώσσα, αποτελεί τη βάση επάνω στην οποία στηρίχτηκαν πλήθος σύγχρονων γλωσσών. Ακόμα κι αν δεν υπήρχε καμία άλλη αναφορά, ακόμα κι αν δεν είχε διασωθεί κανένα προκατακλυσμιαίο μνημείο, θα αρκούσε η Ελληνική Γλώσσα ως απόδειξη της ύπαρξης στο παρελθόν, μίας εποχής μεγάλου πολιτισμού. Στη γλώσσα μας είναι εμφυτευμένη όλη η γνώση που κατέκτησε ο άνθρωπος, έως την παρούσα στιγμή. Κάθε ελληνική λέξη-όρος φέρει ένα βαρύ φορτίο νόησης, φορτίο που οι προγενέστεροι 'εξόδευσαν', για να κατακτήσουν γνωστικά τη συγκεκριμένη έννοια και να την 'βαπτίσουν' με το συγκεκριμένο όνομα-λέξη».
Παραδείγματα:

AFTER = Από το ομηρικό αυτάρ= μετά. Ο Όμηρος λέει: ''θα σας διηγηθώ τι έγινε αυτάρ''.
AMEN = λατινικά: amen. Το γνωστό αμήν προέρχεται από το αρχαιότατο ή μήν = αληθώς, (Ιλιάδα Ομήρου β291-301), ημέν. Η εξέλιξη του ημέν είναι το σημερινό αμέ!
BANK = λατινικά pango από το παγιώ, πήγνυμι. Οι τράπεζες πήραν την ονομασία τους από τα πρώτα 'τραπέζια' (πάγκους) της αγοράς.
BAR = λατινικά: barra από το μάρα = εργαλείο σιδηρουργού.
BOSS = από το πόσσις = ο αφέντης του σπιτιού.
BRAVO = λατινικό, από το βραβείο.
BROTHER = λατινικά frater από το φράτωρ.
CARE = από το καρέζω.
COLONIE από το κολώνεια = αποικιακή πόλη.
DAY = Οι Κρητικοί έλεγαν την ημέρα 'δία'. Και: ευδιάθετος = είναι σε καλή μέρα.
DISASTER = από το δυσοίωνος + αστήρ
DOLLAR = από το τάλλαρον = καλάθι που χρησίμευε ως μονάδα μέτρησης στις ανταλλαγές. π.χ. «δώσε μου 5 τάλλαρα σιτάρι». Παράγωγο είναι το τάλληρο, αλλά και το τελλάρo!
DOUBLE = από το διπλούς - διπλός.
EXIST = λατινικά ex+sisto από το έξ+ίστημι= εξέχω, προέχω.
EXIT = από το έξιτε = εξέλθετε
EYES = από το φάεα = μάτια.
FATHER = από το πάτερ (πατήρ).
FLOWER = λατινικά flos από το φλόος.
FRAPPER = από το φραγκικό hrappan που προέρχεται από το (F)ραπίζω = κτυπώ (F= δίγαμμα).
GLAMOUR = λατινικό gramo ur από το γραμμάριο. Οι μάγοι παρασκεύαζαν τις συνταγές τους με συστατικά μετρημένα σε γραμμάρια και επειδή η όλη διαδικασία ήταν γοητευτική και με κύρος, το gramo ur -glamou r , πήρε την σημερινή έννοια.
HEART, CORE = από το κέαρ = καρδιά.
HUMOR = από το χυμόρ = χυμός (Στην ευβοϊκή διάλεκτο, όπως αναφέρεται και στον Κρατύλο του Πλάτωνος, το τελικό 'ς' προφέρεται ως 'ρ'. Π.χ. σκληρότηρ αντί σκληρότης).
I = από το εγώ ή ίω, όπως είναι στην βοιωτική διάλεκτο.
ILLUSION = από το λίζει = παίζει.
ΙS = από το είς.
KARAT = εκ του κεράτιον, (μικρό κέρας για τη στάθμιση βάρους).
KISS ME = εκ του κύσον με = φίλησέ με (...είπε ο Οδυσσέας στην Πηνελόπη).
LORD = εκ του λάρς. Οι Πελασγικές Ακροπόλεις ονομάζονταν Λάρισσες και ο διοικητής τους λάρς ή λαέρτης. Όπως: Λαέρτης - πατέρας του Οδυσσέα).
LOVE = λατινικό: love από το 'λάFω'. Το δίγαμμα (F) γίνεται 'αυ' και 'λάF ω ' σημαίνει ''θέλω πολύ''.
MARMELADE = λατινικά melimelum από το μελίμηλον = κυδώνι.
MATRIX = από το μήτρα.
MATURITY = λατινικά: maturus από το μαδαρός= υγρός.
MAXIMUM = λατινικά: maximum από το μέγιστος.
MAYONNAISE = από την πόλη Mayon, που πήρε το όνομά της από το Μάχων = ελληνικό όνομα και αδελφός του Αννίβα.
ME = από το με.
MEDICINE = λατινικά :medeor από το μέδομαι, μήδομαι = σκέπτομαι, πράττω επιδέξια. Και μέδω = φροντίζω, μεδέων = προστάτης.
MENACE = από το μήνις.
MENTOR = από το μέντωρ.
MINE = από το Μινώαι (= λιμάνια του Μίνωα, όπου γινόταν εμπόριο μεταλλευμάτων. «Κρητών λιμένες, Μίνωαι καλούμεναι». (Διοδ.Σικελ.Ε'84,2).
MINOR = λατινικά: minor από το μινύς = μικρός. Στα επίσημα γεύματα είχαν το μινύθες γραμμάτιον, ένα μικρό κείμενο στο οποίο αναγραφόταν τι περιελάμβανε το γεύμα. Παράγωγο το... menu!
MODEL = από το μήδος= σχέδιο (η ίδια ρίζα με τη μόδα (= moda ).
MOKE = από το μώκος = αυτός που χλευάζει.
MONEY = λατινικό: moneta από το μονία = μόνη επωνυμία της Θεάς Ήρας: Ηραμονία. Στο προαύλιο του ναού της Θεάς στη Ρώμη ήταν το νομισματοκοπείο και τα νομίσματα έφεραν την παράστασή της, (monetae).
MOTHER = από το μάτηρ, μήτηρ.
MOVE = από το ομηρικό αμείβου = κουνήσου!
MOW = από το αμάω = θερίζω.
NIGHT = από το νύχτα.
NO = λατινικό: non, ne εκ του εκ του νη: αρνητικό μόριο (''νέ τρώει, νέ πίνει''), ή ( νηπενθής = απενθής, νηνεμία = έλλειψη ανέμου.
PAUSE = από το παύση.
RESISTANCE = από το ρά + ίστημι.
RESTAURANT = από το ρά + ίσταμαι = έφαγα και στηλώθηκα.
RESTORATION = λατινικά restauro από το ρά+ίστημι, όπου το ρά δείχνει συνάρτηση, ακολουθία, π.χ. ρά-θυμος, και ίστημι = στήνομαι.
SERPENT = λατινικά serpo από το έρπω (ερπετό). H δασεία (') προφέρεται ως σ = σερπετό.
SEX = από το έξις. Η λέξη δασύνεται και η δασεία μετατρέπεται σε σίγμα και = s + έξις.
SIMPLE = από το απλούς (η λέξη δασύνεται).
SPACE = από το σπίζω = εκτείνω διαρκώς.
SPONSOR από το σπένδω = προσφέρω ( σπονδή).
TRANSFER από το τρύω (διαπερνώ) + φέρω. Transatlantic = διαπερνώ τον Ατλαντικό.
TURBO = από το τύρβη = κυκλική ταραχώδης κίνηση.
YES = από το γέ = βεβαίως.
WATER = από το Ύδωρ (νερό), με το δ να μετατρέπεται σε τ.

ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΛΕΞΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΓΓΛΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ


A. abyss, academy, acme = ακμή, δόξα, acrobat, acropolis, aegis, aerial, aerodrome, aeronautics, aeroplane, aesthetic, air, all, allegory, allergy, alphabet, amalgam, ambrosia, amethyst, amnesia, amphibian, amphitheatre, amphora, anachronism, anaemia, anagram, analogy, analysis, anarchism, anathema, anatomy, angel, anomalous, antagonism, anorexia, anthology, anticyclone, aorta, apathetic, aphorism, apocalypse, apologise, apoplexy, apostasy, apostle, apostrophe, apothecary, archaeology, archbishop, archdeacon, archipelago, architect, arctic, aristocratic, arithmetic, aroma, arsenic, asbestos, ascetic, asphyxia, asthma, astrology, astronaut, astronomy, asylum, atheism, athlete, atmosphere, atom, atrophy, aura, austere authentic, autobiography, autocrat, automatic, autograph, autonomous, autopsy, axiom.

B. bacterium, baptism, barbarian, baritone, barometer, basic, basil, bathos, basis, Bible, bibliography, bigamy, biochemistry, biography, biology, biplane, blasphemy, botany.

C.call = καλώ, calando, callus, calyx, canon, captain, card, cartography, castor, cataclysm, catacombs, catalogue, catalyst, catapult, cataract, catarrh, catastrophe, catechism, category, cathedral, cathode, catholic, caustic, cell, cemetery, cenotaph, centre, ceramic, chameleon, chaos, character, chart, chasm, chimera, chiropractor, choir, chiropodist, chord choreography, chorus, Christ, chromatic, chromosome, chronic, chronicle, chronological, chronometer, chrysalis, chrysanthemum, cinema, cirrhosis, claustrophobia, cleric, climacteric, climate, climax, clinic, code, colossal. Comedy, comic, comma, cosmos, cosmetic, cosmonaut, cost, crisis, criterion, criticism, crypt, crystal, cybernetics, cycle, cyclone, cyclopaedia, cyclotron, cylinder, cymbal, cynic, cyst.

D.deacon = διάκων, decade, Decalogue, delta, demagogic, democracy, demography, demon, demotic, dermatology, diabetes, diabolic, diadem diaeresis (διαλυτικά), diagnosis, diagonal, diagram, dialect, dialogue, diameter, diamond, diaphanous, diaphragm, diatribe, dichotomy, dictator, didactic, diet, dilemma, dinosaur, dioxide, diorama, diphtheria, diphthong, diploma, diplomat, disaster, disc, dolphin, dose, double, draconian, dragon, drama, drastic, dynamic, dynamite, dynasty, dyspepsia, disharmony&

E.eccentric, ecclesiastic, echo, eclectic, eclipse, ecology, economic, ecstasy, ecumenical, ecumenical, eczema, egoism, elastic, electric, elegiac, elephant, elliptic, emblem, embryo, emetic, emphasis, empiric, emporium, encyclopaedia, endemic, energy, enigma, enthrone, enthusiasm, entomology, enzyme, ephemeral, epidemic, epigram, epilepsy, epilogue, epiphany, episode, epistle, epistyle, epitaph, epithet, epitome, epoch, erotic, esoteric, ether, ethic, ethnic, ethos, etymology, eucalyptus, Eucharist, eugenics, eulogize, eunuch, euphemism, euphony, euphoria, Eurasia, eureka, evangelic, exodus, exorcize, exotic&&

F.fable=φαύλος-μύθος, fanatic, fantasy, father, frenetic=φρενήρης&..

G.galaxy, gastronomy, general, genesis, genus, genitive = γενική, George, geo, geography, geometry, geocentric, geophysics, geopolitics, geology, geometry, gerontology, gigantic, glycerine, gyro, government, grammatical, gramophone, graphic, gymnasium, Gregorian, gynaecology&..

H.hagiology, halcyon = αλκυών, harmony = αρμονία, hecatomb, hectare, hedonism, hegemony, helicopter, heliotrope, helium, helot, hemisphere, haemorrhage=αιμορραγία, haemorrhoids, hepatitis, heretic, hermaphrodite, hermetic, hermit, hero, heroin, Hesperus, heterodox, heterogeneous, heterosexual, hexagon, hexameter, hierarchy, hieroglyph, hilarious, hippopotamus, hippodrome, history, holocaust, holograph, homeopathy, homogeneous, homonym, homophone, hour = ώρα, (χώρα), horizon, hymen, hyperbole, hypnosis, hypocrisy, hypotenuse, hysteria, homosexual, horde, horizon, hormone, hour, hydrostatics, hydrophobia, hyena, hygiene, hymn, hypertrophy, hypochondria, hypodermic, hypothesis.

I. iamb, icon, iconoclast, idea, ideogram, ideology, idiot, idiolect, idiom, idiosyncrasy, idyllic, ironic, isobar, isosceles, isotope, isthmus.

K.kaleidoscope, kilo, kilocycle, kilogram, kilometre, kilolitre, kinetic, kleptomania&...

l. labyrinth, laconic, laic, lachrymal = δάκρυσμα, larynx, lava, lesbian, lethargy, leukaemia, lexical, lithography, logarithm, logic, logistics, lynx, lyre, lyric &..

M.macrobiotic, macrocosm, magic, magnet, mania, mathematics, mechanic, medal, megacycle, megalith, megalomania, megaphone, megaton, meiosis, melancholia, melodic, melodrama, meningitis, menopause, metabolism, metallic, metallurgy, metamorphosis, metaphor, metaphysics, meteor, meteorite, meteorology, meter, metre, metric, metronome, metropolis, miasma, microbe, microbiology, microelectronics, micrometer, micron, micro organism, microphone, microscope, mimeograph, mimetic, monarch, monastery, monogamy, monogram, monolith, monologue, monomania, monoplane, monopoly, monosyllable, monotheism, monotone, morphology, museum, music, myopia, myriad, mysterious, mystic, myth&..

N.narcissism, narcotic, nautical, nautilus, necromancy, necropolis, nectar, nemesis, Neolithic, neologism, neon, news, nerve, neoplasm, nephritis, neuralgia, neurasthenia, nominative = ονομαστική, nostalgia, nymph.

O.oasis, ocean, octagon, octane, octave, octogenarian, octopus, ode (ωδή), odyssey, oesophagus, Oedipus complex, orgy, oligarchy, Olympiad, Olympic, onomatopoeia, ontology, ophthalmic, optic (optimist, option), orchestra, orchid, organ, organic, organism, organize, orgasm, orphan, orthodox, orthographic, orthopaedic, osteopath, ouzo, oxide, oxygen. &..

P.pachyderm, pagan=παγανιστής-ειδωλολάτρης, Paleolithic, paleontology, palm, panacea, panchromatic, pancreas, pandemic, pandemonium, panegyric=πανηγυρικήομιλία, panic, panoply, panorama, pantechnicon, pantheism, pantheon, panther, parabola=παραβολή, paradigm, paradox, paragon=παράγων-υπόδειγμα, paragraph, parallel, paralysis, paranoia, paraphrase, paraplegia, parasite, paratyphoid, parenthesis, pariah=παρίας, parody, paroxysm, patter, pathetic, pathology, pathos, patriarch, patriot, patronymic, pedagogue, pederasty, pediatrics, pedometer=βηματομετρητής, pentagon, pentameter, Pentateuch, pentathlon, Pentecost, Pepsis, perihelion=περιήλιο, perimeter, period, peripatetic, periphrasis, periphery, periscope, peristyle, peritonitis, petal=πέταλοάνθους, phalanx, phallus=φαλλός, phantasm, pharmacology, pharmacy, pharynx, phase, phenomenon, philanthropy, philately, philharmonic, philology, philosophy, philter, phlebitis, phlegm, phobia, phoenix, phone, phoneme=φώνημα, phonetic, phonograph, phonology, phosphorous, photo, photoelectric, photogenic, photograph, photolithography, photometer, phrase, phrenology, phthisis, physics, physiognomy, physiology, physiotherapy, planet, plasma, plasma, plastic, plectrum=πλήκτρο, pleonasm, plethora, plural, πλήθος, πληθυντικός, plutocracy, plutonium, pneumatic, pneumonia, pole=πόλος, polemic, policy, police, politics, polyandry, polygamy, polyglot, polygon, polymorphous, polyphony, polypus, polysyllable, polytechnic, polytheism, porn, practice, pragmatism, presbyter, prism, problem, prognosis, programmer, prologue, prophecy, prophylactic, proscenium=προσκήνιο, proselyte, prosody, protagonist, protocol, proton, protoplasm, protozoa, prototype, psalm, pseudonym, psyche, psychedelic, psychic, psychoanalysis, psychology, psychopath, psychosis, psychotherapy, pterodactyl, pylon=πυλώνας, pyramid, pyre=πυρά, pyrites, pyrotechnics=πυροτέχνημα, python&..

Q = k: qoppa Kappa &

R. radio, Reyna, rhyme, rhythm&..

S. sandal, sarcasm, sarcophagus, sardonic, satyr, scene, skeptic, schematic, schism, schizophrenia, scholar, scholastic, school, scoria, scorpion, Scylla, seismic, semantic, semaphore=σηματοφόρος, septicemia=σηψαιμία, serial, sir, solecism=σολοικισμός, sophism, spasm, sphinx, stadium, stalactite, stalagmite, star, static, statistics, stereophonic, stereoscopic, sternum, stigma, stoic, stomach, strategy, stratagem, stratosphere, streptococcus, streptomycin, strophe, sycophant, syllogism, syllable, symbol, symmetry, sympathetic, symphony, symposium, symptom, synagogue, synchronize, syncope, syndrome, synod, synonym, synopsis, syntax, synthesis, syphilis, syringe, system&..

T.tactic, talent, tantalize = Τάνταλος, tartar, tautology, taxidermy, technique, technocracy, technology, telegram, telegraph, telemetry, teleology, telepathy, telephone, telephoto, telescope, theatre, theism, theme, theocracy, theology, theorem, theoretic, theory, theosophy, therapeutic, therapy, thermo, thermal, thermion, thermometer, thermos, thesaurus, thesis, tone, topography, Trapeze, tragedy, tragicomedy, tremor, trigonometry, trilogy, tripod, trireme = τριήρη, triple, trophy, tropic, typhoon, typo, typical, typography, tyranny&..

U. unanimous, anonymous, Uranus, uranium&&

V = W = B(β): basic, barbarian..

X.xenophobe, xylophone, xenia, xenon &..

y. hypo - hyper , super = υπό - υπέρ&..

Z. Zeus = Ζευς, zephyr, zeugma, zodiac, zone, zoology&..




Πηγή1 / Πηγή2 / Πηγή3