Κάποιοι διατείνονταν με στόμφο δέκα καρδιναλλίων, ότι η Αττική ήταν… ακατοίκητος μέχρι που ήρθαν οι… Ινδοευρωπαίοι (λαός-πλάσμα αρρωστημένης φαντασίας), περί την…2α χιλιετία π.Χ. και την κατοίκησαν… Και από εκεί ξεκινούσε, έλεγαν, η ιστορία της Ακτικής/Αττικής…
Όταν όμως ήρθαν τα πρώτα ευρήματα της νεολιθικής εποχής της Αττικής, άρχισαν να καταπίνουν τα λόγια τους…
Όταν, ήρθε και το μεγάλο ράπισμα: Κατοίκηση εδώ και 42.000 χρόνια (και) στην Αττική…
Ας δούμε τι ακριβώς γράφει η επεξηγηματική πινακίδα στο (ας το πούμε) «Αρχαιολογικό Μουσείο» του Λαυρίου:
«Το Σπήλαιο του Κίτσου βρίσκεται στην ανατολική πλευρά, του λόφου Μικρό Ριμπάρι, κοντά στην Καμάριζα / Άγιο Κωνσταντίνο της Λαυρεωτικής. Στο εσωτερικό του σπηλαίου και στην γύρω πλαγιά διαπιστώθηκαν ίχνη ανθρώπινης παρουσίας που φτάνουν έως την Παλαιολιθική περίοδο (40.000 π.Χ.).
Στο σπήλαιο οδηγούσε ένα στενό ανηφορικό μονοπάτι. Η είσοδος ήταν κρυμμένη πίσω από μεγάλους βράχους.
Η κύρια εγκατάσταση χρονολογείται στην Νεώτερη Νεολιθική περίοδο (5300-4500 π.Χ.), όταν χρησιμοποιήθηκε ως καταφύγιο ποιμένων και κυνηγών, που ζούσαν σ’ αυτό αρκετούς μήνες τον χρόνο. Στο εσωτερικό του βρέθηκαν πολλά αγγεία, εργαλεία και κοσμήματα, σπόροι, οστά ζώων και πουλιών. Ευρήματα της κλασσικής και ελληνιστικής περιόδου βεβαιώνουν ότι το σπήλαιο συνέχισε να χρησιμοποιείται για περιοδική εγκατάσταση. Ανάμεσα στα νεώτερα ευρήματα υπάρχει και ένα κύπελλο κυπελλώσεως για την τήξη λιθαργύρου.
Στα νεώτερα χρόνια (1860-1870) το Σπήλαιο υπήρξε καταφύγιο του γνωστού λήσταρχου Κίτσου, με τον οποίο συναντήθηκε ο J. Serpieri, όταν ήρθε στο Λαύριο για να αρχίσει την επανεκμετάλλευση των μεταλλείων, Η προστασία του ισχυρού τότε ληστή ήταν απαραίτητη για την επαναλειτουργία των μεταλλείων.
Το Σπήλαιο ερευνήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1970 από ομάδα επιστημόνων διαφόρων ειδικοτήτων υπό την διεύθυνση της Ν. Lambert».
Ευρέθησαν, μεταξύ άλλων:
Αιχμές βελών και δοράτων από οψιανό, αντικείμενα από όστρεα και αλάβαστρο, περιδέραιο από μαρμάρινες χάντρες, κοκκάλινα αιχμηρά εργαλεία και βελόνες για ράψιμο δερμάτων, λίθινο δακτυλιόσχημο περίοπτο από σχιστόλιθο, λίθινο περίαπτο, ομοίωμα ανδρικών οργάνων. (Ήταν για τον κάτοχό του φυλαχτό ή μαγικό σύμβολο γονιμότητας και αναπαραγωγής). Περίαπτο από όστρακο spondylus gaederopus σε μορφή άρκτου. Μοναδικό κόσμημα – πιθανώς φυλακτό για τον εξευμενισμό του μεγάλου ζώου!
Το υπ. Πολιτισμού υπερθεματίζει: «Το Σπήλαιο Κίτσου βρίσκεται(…) σε απόσταση 6 χλμ. από το Λαύριο. Σχηματίζεται σε υψόμετρο 288 μ., με κύρια είσοδο προσανατολισμένη ανατολικά. Δεύτερη, μικρότερη είσοδος ανοίγεται λίγο ψηλότερα. Το σπήλαιο διαθέτει τρεις αίθουσες. Εκτός αυτού, σε απόσταση 10-50 μ. προς τα βόρεια, σχηματίζονται τρία ακόμα μικρά σπηλαιώδη ανοίγματα (βραχοσκεπές).
Το σπήλαιο ανασκάφηκε κατά τη διάρκεια των ετών 1968-1978 από τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή Αθηνών, υπό την διεύθυνση της Nicole Lambert. Τα ευρήματά του υποδηλώνουν ότι χρησιμοποιήθηκε κατά διαστήματα, ήδη από την Παλαιολιθική περίοδο (40.000 χρόνια πριν από σήμερα) και κυρίως κατά την Νεολιθική (αρχές της 5ης και 4η χιλιετία π.Χ.).
Η θέση του σπηλαίου και η θέα του προς την παράκτια νότια και νοτιοανατολική Αττική και τις δυτικές Κυκλάδες, ενδεχομένως το καθιστούσαν ιδανικό καταφύγιο και έξοχο παρατηρητήριο ειδικά για την Νεολιθική περίοδο, οπότε παρατηρείται εποχική χρήση του από πληθυσμούς που ασχολούνταν με την κτηνοτροφία αιγοπροβάτων και χοίρων και το κυνήγι.
Η επόμενη φάση έντονης χρήσης του σπηλαίου φαίνεται ότι έχει λατρευτικό χαρακτήρα και χρονολογείται κατά τον 5ο και 4ο αιώνα π.Χ. Τον 19ο αιώνα αποτέλεσε λημέρι του λήσταρχου Κίτσου».
Και φυσικά «το σπήλαιο δεν αποτελεί οργανωμένο αρχαιολογικό χώρο. Επιλογή των ευρημάτων του εκτίθεται σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο Λαυρίου».
Ερωτήσεις:
Του Γιώργου Λεκάκη
Πηγή
Όταν όμως ήρθαν τα πρώτα ευρήματα της νεολιθικής εποχής της Αττικής, άρχισαν να καταπίνουν τα λόγια τους…
Όταν, ήρθε και το μεγάλο ράπισμα: Κατοίκηση εδώ και 42.000 χρόνια (και) στην Αττική…
Ας δούμε τι ακριβώς γράφει η επεξηγηματική πινακίδα στο (ας το πούμε) «Αρχαιολογικό Μουσείο» του Λαυρίου:
«Το Σπήλαιο του Κίτσου βρίσκεται στην ανατολική πλευρά, του λόφου Μικρό Ριμπάρι, κοντά στην Καμάριζα / Άγιο Κωνσταντίνο της Λαυρεωτικής. Στο εσωτερικό του σπηλαίου και στην γύρω πλαγιά διαπιστώθηκαν ίχνη ανθρώπινης παρουσίας που φτάνουν έως την Παλαιολιθική περίοδο (40.000 π.Χ.).
Στο σπήλαιο οδηγούσε ένα στενό ανηφορικό μονοπάτι. Η είσοδος ήταν κρυμμένη πίσω από μεγάλους βράχους.
Η κύρια εγκατάσταση χρονολογείται στην Νεώτερη Νεολιθική περίοδο (5300-4500 π.Χ.), όταν χρησιμοποιήθηκε ως καταφύγιο ποιμένων και κυνηγών, που ζούσαν σ’ αυτό αρκετούς μήνες τον χρόνο. Στο εσωτερικό του βρέθηκαν πολλά αγγεία, εργαλεία και κοσμήματα, σπόροι, οστά ζώων και πουλιών. Ευρήματα της κλασσικής και ελληνιστικής περιόδου βεβαιώνουν ότι το σπήλαιο συνέχισε να χρησιμοποιείται για περιοδική εγκατάσταση. Ανάμεσα στα νεώτερα ευρήματα υπάρχει και ένα κύπελλο κυπελλώσεως για την τήξη λιθαργύρου.
Στα νεώτερα χρόνια (1860-1870) το Σπήλαιο υπήρξε καταφύγιο του γνωστού λήσταρχου Κίτσου, με τον οποίο συναντήθηκε ο J. Serpieri, όταν ήρθε στο Λαύριο για να αρχίσει την επανεκμετάλλευση των μεταλλείων, Η προστασία του ισχυρού τότε ληστή ήταν απαραίτητη για την επαναλειτουργία των μεταλλείων.
Το Σπήλαιο ερευνήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1970 από ομάδα επιστημόνων διαφόρων ειδικοτήτων υπό την διεύθυνση της Ν. Lambert».
Ευρέθησαν, μεταξύ άλλων:
Αιχμές βελών και δοράτων από οψιανό, αντικείμενα από όστρεα και αλάβαστρο, περιδέραιο από μαρμάρινες χάντρες, κοκκάλινα αιχμηρά εργαλεία και βελόνες για ράψιμο δερμάτων, λίθινο δακτυλιόσχημο περίοπτο από σχιστόλιθο, λίθινο περίαπτο, ομοίωμα ανδρικών οργάνων. (Ήταν για τον κάτοχό του φυλαχτό ή μαγικό σύμβολο γονιμότητας και αναπαραγωγής). Περίαπτο από όστρακο spondylus gaederopus σε μορφή άρκτου. Μοναδικό κόσμημα – πιθανώς φυλακτό για τον εξευμενισμό του μεγάλου ζώου!
Το υπ. Πολιτισμού υπερθεματίζει: «Το Σπήλαιο Κίτσου βρίσκεται(…) σε απόσταση 6 χλμ. από το Λαύριο. Σχηματίζεται σε υψόμετρο 288 μ., με κύρια είσοδο προσανατολισμένη ανατολικά. Δεύτερη, μικρότερη είσοδος ανοίγεται λίγο ψηλότερα. Το σπήλαιο διαθέτει τρεις αίθουσες. Εκτός αυτού, σε απόσταση 10-50 μ. προς τα βόρεια, σχηματίζονται τρία ακόμα μικρά σπηλαιώδη ανοίγματα (βραχοσκεπές).
Το σπήλαιο ανασκάφηκε κατά τη διάρκεια των ετών 1968-1978 από τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή Αθηνών, υπό την διεύθυνση της Nicole Lambert. Τα ευρήματά του υποδηλώνουν ότι χρησιμοποιήθηκε κατά διαστήματα, ήδη από την Παλαιολιθική περίοδο (40.000 χρόνια πριν από σήμερα) και κυρίως κατά την Νεολιθική (αρχές της 5ης και 4η χιλιετία π.Χ.).
Η θέση του σπηλαίου και η θέα του προς την παράκτια νότια και νοτιοανατολική Αττική και τις δυτικές Κυκλάδες, ενδεχομένως το καθιστούσαν ιδανικό καταφύγιο και έξοχο παρατηρητήριο ειδικά για την Νεολιθική περίοδο, οπότε παρατηρείται εποχική χρήση του από πληθυσμούς που ασχολούνταν με την κτηνοτροφία αιγοπροβάτων και χοίρων και το κυνήγι.
Η επόμενη φάση έντονης χρήσης του σπηλαίου φαίνεται ότι έχει λατρευτικό χαρακτήρα και χρονολογείται κατά τον 5ο και 4ο αιώνα π.Χ. Τον 19ο αιώνα αποτέλεσε λημέρι του λήσταρχου Κίτσου».
Και φυσικά «το σπήλαιο δεν αποτελεί οργανωμένο αρχαιολογικό χώρο. Επιλογή των ευρημάτων του εκτίθεται σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο Λαυρίου».
Ερωτήσεις:
- Γιατί το σημαντικότατο αυτό σπήλαιο, για την ιστορία της Αττικής, και όχι μόνο, δεν αποτελεί οργανωμένο αρχαιολογικό χώρο; Και δεν είναι ούτε καν επισκέψιμο; Ούτε καν προσβάσιμο;
- Γιατί μόνο μια «επιλογή των ευρημάτων του εκτίθεται σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο Λαυρίου»; Πού είναι τα υπόλοιπα ευρήματα;
- Έχουν γίνει ανασκαφές στα «τρία άλλα μικρά σπηλαιώδη ανοίγματα (βραχοσκεπές)»;
Του Γιώργου Λεκάκη
Πηγή