Έχετε μήπως ακουστά για τα «Αρπάλεια χρήματα»; Ήταν αυτά που εξευτέλισαν τον περίφημο ρήτορα της αρχαιότητας Δημοσθένη, ηγέτη της αντι-Μακεδονικής πτέρυγας στην Αθήνα. Οι συμπατριώτες τον κατηγόρησαν ότι έβαλε το χεράκι του στο πουγκί και τσίμπησε μερικά απ’ αυτά. Τον Άρπαλο έστω, τον θυμάστε απ’ το σχολείο; Ήταν ένας από τους μεγαλύτερους καταχραστές της αρχαιότητας, ο οποίος κατάκλεψε τον Αλέξανδρο τον Μέγα.
Ο Άρπαλος ήταν παιδικός φίλος του Αλέξανδρου από την Μακεδονία, τον ακολούθησε στην εκστρατεία κατά των Περσών, αλλά επειδή είχε κάποια αναπηρία και δεν μπορούσε να πολεμήσει, ο βασιλιάς τον έκανε υπουργό οικονομικών. Στα συστήματα εξουσίας, πάντα υπάρχουν θέσεις για έναν έμπιστο άνθρωπο, ακόμα κι αν δεν είναι τόσο ηρωικές όσο άλλες.
Κατακτώντας την Περσία ο Αλέξανδρος βρήκε στο Περσικό θησαυροφυλάκιο θησαυρούς που ήταν πέραν πάσης φαντασίας. Έφυγε λοιπόν για την Ινδία, αφήνοντας στην Περσέπολη τον φίλο του τον Άρπαλο να διαχειρίζεται το χρήμα. Αυτός άρχισε να το ξοδεύει ασύστολα, πιστεύοντας ότι ο βασιλιάς δεν θα ξαναγύριζε από τις ερημιές της Ασίας, όμως την πάτησε.
Μετά από δυο χρόνια έμαθε ότι ο Αλέξανδρος επιστρέφει. Είτε διότι οι καταχρήσεις και σπατάλες του ήταν εξόφθαλμες, είτε διότι ο βασιλιάς είχε ενημερωθεί από ρουφιάνους που πάντα υπάρχουν στις βασιλικές αυλές, ο Άρπαλος κατάλαβε ότι δεν θα την γλύτωνε. Πήρε λοιπόν ένα μικρό μέρος του βασιλικού θησαυρού και μ’ ένα μισθοφορικό σώμα που πλήρωνε από τα ξένα λεφτά έφθασε στην Αθήνα. Είχε μαζί του 7.000 τάλαντα.
Το νούμερο δεν ακούγεται τόσο τρομερό. Για να δούμε όμως: Ο Αλέξανδρος βρήκε στην Περσέπολη 120.000 τάλαντα κατά τον Διόδωρο και 180.000 τάλαντα κατά τον Στράβωνα. Ο Πλούταρχος λέει ότι για να μεταφέρει αυτό το χρυσάφι και το ασήμι, χρησιμοποίησε 20.000 μουλάρια και 5.000 καμήλες. Αν βάλουμε το ποσό στη μέση, δηλαδή 150.000 τάλαντα, τότε κάθε μουλάρι κουβαλούσε 6 τάλαντα.
Άρα, φεύγοντας ο Άρπαλος με τα 7.000 τάλαντα, πήρε μαζί του 1.200 μουλάρια φορτωμένα ως επάνω με χρυσό και ασήμι. Πως σας φαίνεται το ποσό; Μικρό; Για βάλτε 1.200 μουλάρια βαρυφορτωμένα με σημερινές χρυσές λίρες Αγγλίας και υπολογίστε το νούμερο. Αν και ήταν μια υποδιαίρεση του ποσού που είχε αρπάξει απ’ τους Πέρσες ο Αλέξανδρος, επρόκειτο πάλι για μυθικό ποσό. Φθάνοντας στην Αθήνα, ο Άρπαλος είχε μαζί του μόλις 700 τάλαντα από τα 7.000. Τι είχε κάνει τα υπόλοιπα είναι άγνωστο. Του τα έκλεψαν, τα είχε φάει, τα είχε κρύψει, κανείς δεν ξέρει.
Για να τον δεχτούν οι Αθηναίοι που φοβούνταν την εκδίκηση του Αλέξανδρου, ο Άρπαλος άρχισε τις δωροδοκίες. Μοίραζε χρυσάφι. Με τη μέθοδο αυτή και μετά από εισήγηση του Δημοσθένη, οι Αθηναίοι τον δέχτηκαν σαν προσωπικό ικέτη, υπό την προϋπόθεση να καταθέσει τα χρήματα του στην Ακρόπολη ως εγγύηση.
Ο Άρπαλος το έκανε, αλλά λίγο αργότερα τον έκλεισαν φυλακή. Φοβούμενος για την ζωή του το έσκασε για την Κρήτη, όπου και δολοφονήθηκε. Όταν όμως οι Αθηναίοι μέτρησαν το ποσό που είχε αφήσει πίσω του, είδαν έκπληκτοι ότι υπήρχαν μόνο 350 τάλαντα. Τα υπόλοιπα, δηλαδή 350 τάλαντα, είχαν μοιραστεί σε δωροδοκίες.
Ο Άρειος Πάγος έκανε έρευνα κι έφτιαξε έναν κατάλογο από επιφανείς πολίτες που τα ‘χαν αρπάξει από τον Άρπαλο. Πρώτο στην λίστα ήταν το όνομα του Δημοσθένη, ο οποίος τσίμπησε 20 τάλαντα, δηλαδή τρία με τέσσερα μουλάρια φορτωμένα χρυσάφι. Διόλου κακό μεροκάματο για να βγάλει έναν λόγο στην εκκλησία του Δήμου υπέρ του να δοθεί άσυλο στον Άρπαλο.
Ο μεγάλος ρήτορας τα επέστρεψε βέβαια στο δημόσιο ταμείο, αλλά οι Αθηναίοι τον εξευτέλισαν και τον εξόρισαν στην Αίγινα κι ας τον δέχτηκαν τον επόμενο χρόνο πίσω με τιμές μόλις πέθανε ο Αλέξανδρος. Τα 350 αυτά τάλαντα της δωροδοκίας που έψαχναν οι Αθηναίοι, ονόμασαν τότε «Αρπάλεια χρήματα».
Μία σταγόνα ιστορία από τον Δημήτρη Καμπουράκη.
Πηγή
Πηγή
Ο Άρπαλος ήταν παιδικός φίλος του Αλέξανδρου από την Μακεδονία, τον ακολούθησε στην εκστρατεία κατά των Περσών, αλλά επειδή είχε κάποια αναπηρία και δεν μπορούσε να πολεμήσει, ο βασιλιάς τον έκανε υπουργό οικονομικών. Στα συστήματα εξουσίας, πάντα υπάρχουν θέσεις για έναν έμπιστο άνθρωπο, ακόμα κι αν δεν είναι τόσο ηρωικές όσο άλλες.
Κατακτώντας την Περσία ο Αλέξανδρος βρήκε στο Περσικό θησαυροφυλάκιο θησαυρούς που ήταν πέραν πάσης φαντασίας. Έφυγε λοιπόν για την Ινδία, αφήνοντας στην Περσέπολη τον φίλο του τον Άρπαλο να διαχειρίζεται το χρήμα. Αυτός άρχισε να το ξοδεύει ασύστολα, πιστεύοντας ότι ο βασιλιάς δεν θα ξαναγύριζε από τις ερημιές της Ασίας, όμως την πάτησε.
Μετά από δυο χρόνια έμαθε ότι ο Αλέξανδρος επιστρέφει. Είτε διότι οι καταχρήσεις και σπατάλες του ήταν εξόφθαλμες, είτε διότι ο βασιλιάς είχε ενημερωθεί από ρουφιάνους που πάντα υπάρχουν στις βασιλικές αυλές, ο Άρπαλος κατάλαβε ότι δεν θα την γλύτωνε. Πήρε λοιπόν ένα μικρό μέρος του βασιλικού θησαυρού και μ’ ένα μισθοφορικό σώμα που πλήρωνε από τα ξένα λεφτά έφθασε στην Αθήνα. Είχε μαζί του 7.000 τάλαντα.
Το νούμερο δεν ακούγεται τόσο τρομερό. Για να δούμε όμως: Ο Αλέξανδρος βρήκε στην Περσέπολη 120.000 τάλαντα κατά τον Διόδωρο και 180.000 τάλαντα κατά τον Στράβωνα. Ο Πλούταρχος λέει ότι για να μεταφέρει αυτό το χρυσάφι και το ασήμι, χρησιμοποίησε 20.000 μουλάρια και 5.000 καμήλες. Αν βάλουμε το ποσό στη μέση, δηλαδή 150.000 τάλαντα, τότε κάθε μουλάρι κουβαλούσε 6 τάλαντα.
Άρα, φεύγοντας ο Άρπαλος με τα 7.000 τάλαντα, πήρε μαζί του 1.200 μουλάρια φορτωμένα ως επάνω με χρυσό και ασήμι. Πως σας φαίνεται το ποσό; Μικρό; Για βάλτε 1.200 μουλάρια βαρυφορτωμένα με σημερινές χρυσές λίρες Αγγλίας και υπολογίστε το νούμερο. Αν και ήταν μια υποδιαίρεση του ποσού που είχε αρπάξει απ’ τους Πέρσες ο Αλέξανδρος, επρόκειτο πάλι για μυθικό ποσό. Φθάνοντας στην Αθήνα, ο Άρπαλος είχε μαζί του μόλις 700 τάλαντα από τα 7.000. Τι είχε κάνει τα υπόλοιπα είναι άγνωστο. Του τα έκλεψαν, τα είχε φάει, τα είχε κρύψει, κανείς δεν ξέρει.
Για να τον δεχτούν οι Αθηναίοι που φοβούνταν την εκδίκηση του Αλέξανδρου, ο Άρπαλος άρχισε τις δωροδοκίες. Μοίραζε χρυσάφι. Με τη μέθοδο αυτή και μετά από εισήγηση του Δημοσθένη, οι Αθηναίοι τον δέχτηκαν σαν προσωπικό ικέτη, υπό την προϋπόθεση να καταθέσει τα χρήματα του στην Ακρόπολη ως εγγύηση.
Ο Άρπαλος το έκανε, αλλά λίγο αργότερα τον έκλεισαν φυλακή. Φοβούμενος για την ζωή του το έσκασε για την Κρήτη, όπου και δολοφονήθηκε. Όταν όμως οι Αθηναίοι μέτρησαν το ποσό που είχε αφήσει πίσω του, είδαν έκπληκτοι ότι υπήρχαν μόνο 350 τάλαντα. Τα υπόλοιπα, δηλαδή 350 τάλαντα, είχαν μοιραστεί σε δωροδοκίες.
Ο Άρειος Πάγος έκανε έρευνα κι έφτιαξε έναν κατάλογο από επιφανείς πολίτες που τα ‘χαν αρπάξει από τον Άρπαλο. Πρώτο στην λίστα ήταν το όνομα του Δημοσθένη, ο οποίος τσίμπησε 20 τάλαντα, δηλαδή τρία με τέσσερα μουλάρια φορτωμένα χρυσάφι. Διόλου κακό μεροκάματο για να βγάλει έναν λόγο στην εκκλησία του Δήμου υπέρ του να δοθεί άσυλο στον Άρπαλο.
Ο μεγάλος ρήτορας τα επέστρεψε βέβαια στο δημόσιο ταμείο, αλλά οι Αθηναίοι τον εξευτέλισαν και τον εξόρισαν στην Αίγινα κι ας τον δέχτηκαν τον επόμενο χρόνο πίσω με τιμές μόλις πέθανε ο Αλέξανδρος. Τα 350 αυτά τάλαντα της δωροδοκίας που έψαχναν οι Αθηναίοι, ονόμασαν τότε «Αρπάλεια χρήματα».
Μία σταγόνα ιστορία από τον Δημήτρη Καμπουράκη.
Πηγή
Πηγή