Η τραγωδία μας των Ελλήνων σήμερα είναι ότι αντιλαμβανόμαστε τα όσα συμβαίνουν όχι με τη λογική μας, την κριτική λειτουργία του νου μας, αλλά με την παθητική κατανάλωση εντυπώσεων. Αυτή η απλή φρασούλα, που μπορεί να την εκλάβει κανείς σαν «σχήμα λόγου» ή έκφραση ρητορική, συνοψίζει μια συλλογική συμφορά.
Όσοι αναλαμβάνουν, χρυσοπληρωμένοι, να μετασκευάσουν αυτά που πραγματικά συμβαίνουν σε τεχνουργημένες «εντυπώσεις», με αντεστραμμένη την εικόνα της πραγματικότητας, είναι σπουδαγμένοι παραχαράκτες, περιζήτητοι στην «αγορά» –χάρη σε αυτούς οι παραγωγικές και ανταλλακτικές σχέσεις έχουν μετασχηματιστεί σε αρένα πολυμήχανης πανουργίας και απατεωνίας.
Έχουν την ικανότητα (και τις τεχνικές) να παρουσιάζουν το «αρνητικό» της φωτογραφίας σαν να είναι το θετικό: το άσπρο μαύρο, το μαύρο άσπρο. Εξουσιάζουν οι απατεώνες τις τηλεοπτικές οθόνες παραμυθιάζοντας με τερατώδη καμουφλαρισμένα ψεύδη, εκατομμύρια πολιτών, έγκαιρα ευνουχισμένων από τη σχολική τους «παιδεία». Οι τηλεοπτικές εντυπώσεις «μεταβολίζονται» άσκεπτα, άκριτα, παθητικά, σε «πολιτικές πεποιθήσεις».
Έτσι, η πιο χοντροκομμένη αναλήθεια παγιώνεται στις συνειδήσεις σαν ραφινάτη αλήθεια. Ακούνε οι Έλληνες τον κυρίως αυτουργό της πρόσφατης ιεροσυλίας (ασέλγειας στην ελληνικότητα της Μακεδονίας), πρωθυπουργό Τσίπρα, ή τους νηπιακά μωρόπιστους, προσήλυτους στην ιεροσυλία, βουλευτές (των ΑΝΕΛ ή του «ποτάμιου» αλαλούμ), τους ακούνε να αγλαΐζουν, με διθυραμβικές κενολογίες, την καθοδηγούμενη αυτοχειρία του Ελληνισμού. Και είναι σαν να διαβάζουν την Ιστορία τους με αντεστραμμένους τους ρόλους των ηρώων της:
Είναι σαν να ακούει ο πολίτης τον Κολοκοτρώνη «να τα βρίσκει» με τον Δράμαλη ή τον Ιμπραήμ κερδίζοντας τον δόλιο έπαινο της Ιερής Συμμαχίας και την «καλή γειτονία» με τους αδίστακτους Οθωμανούς.
Σαν να ακούει τον Ιωάννη Μεταξά να λέει ευπροσήγορο «ναι» στον Μουσολίνι και η Ελλάδα να αυτοπροσφέρεται στον «Άξονα» για να είναι αρεστή στους επικαιρικά ισχυρούς κερδίζοντας αύξηση του κατά κεφαλήν εισοδήματος. Ή σαν να ακούει ο Έλληνας σήμερα, ακόμα πιο πίσω, τον μακρινό Λεωνίδα να χλευάζει κάθε ενδεχόμενο αντίστασης στις Θερμοπύλες, αφού το ΝΑΤΟ και το Βερολίνο «επί τέλους θα διαβούνε».
Δεν είναι ρομαντική εικονολογία όλα αυτά – η συλλογική αξιοπρέπεια δεν προσφέρεται για ψυχολογική κατανάλωση. Ζούμε για πολλοστή φορά, τα ψηλαφητά συμπτώματα αρρώστιας μολυσματικής, σωστής λοιμικής, που την λέμε αρχομανία, εξουσιολαγνεία.
Προσοντούχοι συνάνθρωποι, αλλά και αδικημένες από τη φύση μετριότητες, κερδίζουν στη λοταρία της εμπορευματοποιημένης «δημοκρατίας» το λαχείο των εντυπώσεων και καταλαμβάνουν πόστο εξουσίας. Γεύονται την ηδονή και τη μέθη της δημοσιότητας, των τιμών, του πλούτου. Και υπερ-φρονούν ή παρα-φρονούν: αρρωσταίνουν βαρειά. Δέσμιοι εξάρτησης από τα παραισθησιογόνα της ανεξέλεγκτης ισχύος, δεν συστέλλονται όταν αυτοδιασύρονται με εξευτελιστικές παλινωδίες, βδελυρές ασυνέπειες, σαρδανάπαλες αλλαξοπιστίες.
Τιτλοφορούνται «ριζοσπαστικοί» Αριστεριστές, αλλά δεν διστάζουν ούτε στιγμή «να γλείψουν εκεί που έφτυναν»: Να ξεπουλήσουν ιδεολογίες, δόγματα και επαναστατικές παντιέρες, να αλλάξουν πολιτική ταυτότητα μέσα σε μια νύχτα, να αγνοήσουν λαϊκό δημοψήφισμα που οι ίδιοι προκάλεσαν, να μεταμορφωθούν, με ιλιγγιώδη αδιαντροπιά, σε χαμερπείς λακέδες των «Αγορών» και του ΝΑΤΟ, σε «φιλαράκια» της Μέρκελ. Και όλος αυτός ο αυτεξευτελισμός, μόνο για την ηδονή της εξουσίας.
Θα μπορούσαν να έχουν τον οίκτο μας, τη συμπόνια που γεννάει ένα τέτοιο κατάντημα συνανθρώπων μας. Αλλά, όταν για το αλκοολίκι τους και μόνο ξεπουλάνε με άθλια τεχνάσματα πατρώα γη και προγονική ιστορία, όταν ατιμάζουν ένα πανανθρώπινο θησαύρισμα πολιτισμού, η όποια ανοχή μας γίνεται συνενοχή. Είναι λογικά ξεκάθαρο, κραυγαλέα πρόδηλο:
Αν «αναγνωρίζουμε» την ύπαρξη «μακεδονικής» εθνότητας και γλώσσας, αναγνωρίζουμε αυτονόητα τη Θεσσαλονίκη πρωτεύουσα των «Μακεδόνων» και τα σύνορα του σλαβο-αλβανικού κρατικού συμπιλήματος, στη Μελούνα. Αναγνωρίζουμε αυτονόητο κρατικό σύμβολο το άγαλμα του Μεγαλέξανδρου στην κεντρική πλατεία των Σκοπίων και το αστέρι της Βεργίνας στη σημαία τους.
Στα πλαίσια του παγκοσμιοποιημένου σήμερα πολιτισμού των «προκάτ» εντυπώσεων, η Ιστορία γράφεται όχι από συνεχιστές του Θουκυδίδη, αλλά από «οργανικούς διανοούμενους» μισθωμένους μανδαρίνους των «Αγορών» και του ΝΑΤΟ. Οι Ελλαδικοί, ανίατα εθελότυφλοι, παθιαζόμαστε μανιασμένοι, για να επανεκλεγεί ο επιδεικτικά εξαγορασμένος Τσίπρας ή ο κραυγαλέα ανεπαρκής Κυριάκος. Φώφη, Σταύρος, Χρυσαυγίτες και ανίατοι σταλινικοί συμπληρώνουν το σκηνικό της νεκροπομπής.
Περίπου ανάλογο ήταν το σκηνικό και όταν παραδίδαμε την Ανατολική Θράκη στους Τούρκους (μάλλον χωρίς να μας ζητηθεί), τη Βόρεια Ήπειρο στους Αλβανούς, την Ανατολική Ρωμυλία στους Βουλγάρους, τη Βόρεια Κύπρο στους Τούρκους. Πάντοτε έντεχνα πολωμένοι σε «ενδοτικούς» και «συνεπείς πατριώτες», πάντοτε παθιασμένοι από τη φανατισμένη πίστη μας σε «προκάτ» εντυπώσεις.
Η διακυβέρνησή μας από συμπολίτες μας με αρρωστημένο ψυχισμό ήταν συχνά προφανής. Σήμερα εξόφθαλμη.
ΧΡ. ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ, 20.1.2019.
Πηγή
Όσοι αναλαμβάνουν, χρυσοπληρωμένοι, να μετασκευάσουν αυτά που πραγματικά συμβαίνουν σε τεχνουργημένες «εντυπώσεις», με αντεστραμμένη την εικόνα της πραγματικότητας, είναι σπουδαγμένοι παραχαράκτες, περιζήτητοι στην «αγορά» –χάρη σε αυτούς οι παραγωγικές και ανταλλακτικές σχέσεις έχουν μετασχηματιστεί σε αρένα πολυμήχανης πανουργίας και απατεωνίας.
Έχουν την ικανότητα (και τις τεχνικές) να παρουσιάζουν το «αρνητικό» της φωτογραφίας σαν να είναι το θετικό: το άσπρο μαύρο, το μαύρο άσπρο. Εξουσιάζουν οι απατεώνες τις τηλεοπτικές οθόνες παραμυθιάζοντας με τερατώδη καμουφλαρισμένα ψεύδη, εκατομμύρια πολιτών, έγκαιρα ευνουχισμένων από τη σχολική τους «παιδεία». Οι τηλεοπτικές εντυπώσεις «μεταβολίζονται» άσκεπτα, άκριτα, παθητικά, σε «πολιτικές πεποιθήσεις».
Έτσι, η πιο χοντροκομμένη αναλήθεια παγιώνεται στις συνειδήσεις σαν ραφινάτη αλήθεια. Ακούνε οι Έλληνες τον κυρίως αυτουργό της πρόσφατης ιεροσυλίας (ασέλγειας στην ελληνικότητα της Μακεδονίας), πρωθυπουργό Τσίπρα, ή τους νηπιακά μωρόπιστους, προσήλυτους στην ιεροσυλία, βουλευτές (των ΑΝΕΛ ή του «ποτάμιου» αλαλούμ), τους ακούνε να αγλαΐζουν, με διθυραμβικές κενολογίες, την καθοδηγούμενη αυτοχειρία του Ελληνισμού. Και είναι σαν να διαβάζουν την Ιστορία τους με αντεστραμμένους τους ρόλους των ηρώων της:
Είναι σαν να ακούει ο πολίτης τον Κολοκοτρώνη «να τα βρίσκει» με τον Δράμαλη ή τον Ιμπραήμ κερδίζοντας τον δόλιο έπαινο της Ιερής Συμμαχίας και την «καλή γειτονία» με τους αδίστακτους Οθωμανούς.
Σαν να ακούει τον Ιωάννη Μεταξά να λέει ευπροσήγορο «ναι» στον Μουσολίνι και η Ελλάδα να αυτοπροσφέρεται στον «Άξονα» για να είναι αρεστή στους επικαιρικά ισχυρούς κερδίζοντας αύξηση του κατά κεφαλήν εισοδήματος. Ή σαν να ακούει ο Έλληνας σήμερα, ακόμα πιο πίσω, τον μακρινό Λεωνίδα να χλευάζει κάθε ενδεχόμενο αντίστασης στις Θερμοπύλες, αφού το ΝΑΤΟ και το Βερολίνο «επί τέλους θα διαβούνε».
Δεν είναι ρομαντική εικονολογία όλα αυτά – η συλλογική αξιοπρέπεια δεν προσφέρεται για ψυχολογική κατανάλωση. Ζούμε για πολλοστή φορά, τα ψηλαφητά συμπτώματα αρρώστιας μολυσματικής, σωστής λοιμικής, που την λέμε αρχομανία, εξουσιολαγνεία.
Προσοντούχοι συνάνθρωποι, αλλά και αδικημένες από τη φύση μετριότητες, κερδίζουν στη λοταρία της εμπορευματοποιημένης «δημοκρατίας» το λαχείο των εντυπώσεων και καταλαμβάνουν πόστο εξουσίας. Γεύονται την ηδονή και τη μέθη της δημοσιότητας, των τιμών, του πλούτου. Και υπερ-φρονούν ή παρα-φρονούν: αρρωσταίνουν βαρειά. Δέσμιοι εξάρτησης από τα παραισθησιογόνα της ανεξέλεγκτης ισχύος, δεν συστέλλονται όταν αυτοδιασύρονται με εξευτελιστικές παλινωδίες, βδελυρές ασυνέπειες, σαρδανάπαλες αλλαξοπιστίες.
Τιτλοφορούνται «ριζοσπαστικοί» Αριστεριστές, αλλά δεν διστάζουν ούτε στιγμή «να γλείψουν εκεί που έφτυναν»: Να ξεπουλήσουν ιδεολογίες, δόγματα και επαναστατικές παντιέρες, να αλλάξουν πολιτική ταυτότητα μέσα σε μια νύχτα, να αγνοήσουν λαϊκό δημοψήφισμα που οι ίδιοι προκάλεσαν, να μεταμορφωθούν, με ιλιγγιώδη αδιαντροπιά, σε χαμερπείς λακέδες των «Αγορών» και του ΝΑΤΟ, σε «φιλαράκια» της Μέρκελ. Και όλος αυτός ο αυτεξευτελισμός, μόνο για την ηδονή της εξουσίας.
Θα μπορούσαν να έχουν τον οίκτο μας, τη συμπόνια που γεννάει ένα τέτοιο κατάντημα συνανθρώπων μας. Αλλά, όταν για το αλκοολίκι τους και μόνο ξεπουλάνε με άθλια τεχνάσματα πατρώα γη και προγονική ιστορία, όταν ατιμάζουν ένα πανανθρώπινο θησαύρισμα πολιτισμού, η όποια ανοχή μας γίνεται συνενοχή. Είναι λογικά ξεκάθαρο, κραυγαλέα πρόδηλο:
Αν «αναγνωρίζουμε» την ύπαρξη «μακεδονικής» εθνότητας και γλώσσας, αναγνωρίζουμε αυτονόητα τη Θεσσαλονίκη πρωτεύουσα των «Μακεδόνων» και τα σύνορα του σλαβο-αλβανικού κρατικού συμπιλήματος, στη Μελούνα. Αναγνωρίζουμε αυτονόητο κρατικό σύμβολο το άγαλμα του Μεγαλέξανδρου στην κεντρική πλατεία των Σκοπίων και το αστέρι της Βεργίνας στη σημαία τους.
Στα πλαίσια του παγκοσμιοποιημένου σήμερα πολιτισμού των «προκάτ» εντυπώσεων, η Ιστορία γράφεται όχι από συνεχιστές του Θουκυδίδη, αλλά από «οργανικούς διανοούμενους» μισθωμένους μανδαρίνους των «Αγορών» και του ΝΑΤΟ. Οι Ελλαδικοί, ανίατα εθελότυφλοι, παθιαζόμαστε μανιασμένοι, για να επανεκλεγεί ο επιδεικτικά εξαγορασμένος Τσίπρας ή ο κραυγαλέα ανεπαρκής Κυριάκος. Φώφη, Σταύρος, Χρυσαυγίτες και ανίατοι σταλινικοί συμπληρώνουν το σκηνικό της νεκροπομπής.
Περίπου ανάλογο ήταν το σκηνικό και όταν παραδίδαμε την Ανατολική Θράκη στους Τούρκους (μάλλον χωρίς να μας ζητηθεί), τη Βόρεια Ήπειρο στους Αλβανούς, την Ανατολική Ρωμυλία στους Βουλγάρους, τη Βόρεια Κύπρο στους Τούρκους. Πάντοτε έντεχνα πολωμένοι σε «ενδοτικούς» και «συνεπείς πατριώτες», πάντοτε παθιασμένοι από τη φανατισμένη πίστη μας σε «προκάτ» εντυπώσεις.
Η διακυβέρνησή μας από συμπολίτες μας με αρρωστημένο ψυχισμό ήταν συχνά προφανής. Σήμερα εξόφθαλμη.
ΧΡ. ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ, 20.1.2019.
Πηγή