Οι απόγονοι του Ηρακλή με αρχηγό τον Ύλλο πάντα επιθυμούσαν να επιστρέψουν στα πάτρια εδάφη και να διεκδικήσουν το θρόνο, έτσι συμμάχησαν με τους Αθηναίους και πολέμησαν εναντίον του Ευρυσθέα, τον φόνευσαν και κατέστρεψαν τον στρατό του.
Με οδηγό τον Ύλλο κατέλαβαν όλες τις πόλεις της Πελοποννήσου, αλλά μετά από ένα χρόνο εμφανίζεται μία θανατηφόρα επιδημία. Οι Ηρακλειδείς βλέποντας την επιδημία, καταφεύγουν στο Μαντείο των Δελφών, από το οποίο ζήτησαν χρησμό. Ο χρησμός ανέφερε πως η επιδημία εμφανίστηκε λόγω «θείας οργής», επειδή είχαν επιστρέψει πριν από τον προκαθορισμένο από το πεπρωμένο χρόνο.Οι Ηρακλειδείς υπάγονταν στο θέλημα των θεών εγκατέλειψαν την Πελοπόννησο και ξαναγύρισαν στην Αττική όπου εγκαταστάθηκαν στο Μαραθώνα. Μόλις εξαφανίστηκε η επιδημία ο Ύλλος κατέφυγε και πάλι στο Μαντείο των Δελφών και ζήτησε νέο χρησμό για το πότε θα πρέπει να γυρίσουν στην Πελοπόννησο, τότε του δόθηκε νέος χρησμός ότι ο καταλληλότερος χρόνος επιστροφής είναι μετά το τρίτο θέρος ή μετά την τρίτη σοδειά.
Ο Ύλλος ήταν πραγματικός κληρονόμος του Ηρακλή, ήταν αυτός που είχε ζήσει περισσότερο μαζί του, και είχε ανατραφεί κοντά του, για τους λόγους αυτούς ο Ύλλος είχε αναγνωριστεί από όλους τους Ηρακλειδείς ως αρχηγός τους.
Αμέσως μετά το χρίστηκε επικεφαλής των αδερφών και επιχείρησε να περάσει τον Ισθμό της Κορίνθου, όμως εκεί συνάντησε το στρατό του Εχέμου, του βασιλιά της Τεγέας, αντί για μάχη προτιμήθηκε μία μονομαχία μεταξύ των δύο αρχηγών. Στην μονομαχία αυτή ο Ύλλος σκοτώθηκε και έτσι Ηρακλειδείς αναγκάστηκαν να επιστρέψουν πίσω.
Ο τάφος του Ύλλου βρίσκεται κάπου στα Μέγαρα. Ηρώο του βρίσκεται και στην Αθήνα βόρεια από την Ακρόπολη, κοντά στο ιερό του Αχελώου. ο Ύλλος λατρευόταν επίσης στη Σπάρτη, στο Άργος και στην Τροιζήνα.
....ἐνθαῦτα ἐν τῇ διατάξι ἐγένετο λόγων πολλῶν ὠθισμὸς Τεγεητέων τε καὶ Ἀθηναίων· ἐδικαίευν γὰρ αὐτοὶ ἑκάτεροι ἔχειν τὸ ἕτερον κέρας, καὶ καινὰ καὶ παλαιὰ παραφέροντες ἔργα. τοῦτο μὲν οἱ Τεγεῆται ἔλεγον τάδε. 2 “ἡμεῖς αἰεί κοτε ἀξιεύμεθα ταύτης τῆς τάξιος ἐκ τῶν συμμάχων ἁπάντων, ὅσαι ἤδη ἔξοδοι κοιναὶ ἐγένοντο Πελοποννησίοισι καὶ τὸ παλαιὸν καὶ τὸ νέον, ἐξ ἐκείνου τοῦ χρόνου ἐπείτε Ἡρακλεῖδαι ἐπειρῶντο μετὰ τὸν Εὐρυσθέος θάνατον κατιόντες ἐς Πελοπόννησον· 3 τότε εὑρόμεθα τοῦτο διὰ πρῆγμα τοιόνδε. ἐπεὶ μετὰ Ἀχαιῶν καὶ Ἰώνων τῶν τότε ἐόντων ἐν Πελοποννήσῳ ἐκβοηθήσαντες ἐς τὸν Ἰσθμὸν ἱζόμεθα ἀντίοι τοῖσι κατιοῦσι, τότε ὦν λόγος Ὕλλον ἀγορεύσασθαι ὡς χρεὸν εἴη τὸν μὲν στρατὸν τῷ στρατῷ μὴ ἀνακινδυνεύειν συμβάλλοντα, ἐκ δὲ τοῦ Πελοποννησίου στρατοπέδου τὸν ἂν σφέων αὐτῶν κρίνωσι εἶναι ἄριστον, τοῦτόν οἱ μουνομαχῆσαι ἐπὶ διακειμένοισι. 4 ἔδοξέ τε τοῖσι Πελοποννησίοισι ταῦτα εἶναι ποιητέα καὶ ἔταμον ὅρκιον ἐπὶ λόγῳ τοιῷδε, ἢν μὲν Ὕλλος νικήσῃ τὸν Πελοποννησίων ἡγεμόνα, κατιέναι Ἡρακλείδας ἐπὶ τὰ πατρώια, ἢν δὲ νικηθῇ, τὰ ἔμπαλιν Ἡρακλείδας ἀπαλλάσσεσθαι καὶ ἀπάγειν τὴν στρατιὴν ἑκατόν τε ἐτέων μὴ ζητῆσαι κάτοδον ἐς Πελοπόννησον. 5 προσκρίθη τε δὴ ἐκ πάντων τῶν συμμάχων ἐθελοντὴς Ἔχεμος ὁ Ἠερόπου τοῦ Φηγέος στρατηγός τε ἐὼν καὶ βασιλεὺς ἡμέτερος, καὶ ἐμουνομάχησέ τε καὶ ἀπέκτεινε Ὕλλον.... -