Διαγόρας
Έδειξαν στον Διαγόρα τον “άθεο” τα πολλά αφιερώματα ανθρώπων που είχαν σωθεί από ναυάγια με τη βοήθεια των θεών. Ο Διαγόρας απάντησε: “Αν οι θεοί φρόντιζαν να σώσουν και όσους πνίγηκαν, τότε θα βλέπατε πολύ περισσότερα αφιερώματα”.
Διογένης
Eίπε κάποιος στον κυνικό φιλόσοφο Διογένη: «Οι συμπολίτες σου σε καταδίκασαν σε εξορία». Και ο φιλόσοφος απάντησε: «Κι εγώ τους καταδίκασα να μένουν στον τόπο τους».
Μία μέρα ο Διογένης έτρωγε ένα πιάτο φακές. Δεν υπήρχε σε όλη την Ελλάδα πιο φθηνό φαγητό από μία σούπα με φακές. Αν έτρωγες φακές σήμαινε ότι βρισκόσουν σε κατάσταση απόλυτης ανέχειας. Πέρασε τότε ένας πλούσιος φίλος του άρχοντα και του είπε: «Αχ καημένε Διογένη! Αν μάθαινες να μην είσαι ανυπότακτος και κολάκευες λιγάκι τον άρχοντα, δε θα ήσουν αναγκασμένος να τρως συνέχεια φακές».
Ο Διογένης, σήκωσε με περιφρόνηση το βλέμμα και του αποκρίθηκε: «Αχ, καημένε φίλε μου! Αν μάθαινες να τρως λίγες φακές, δεν θα ήσουν αναγκασμένος να υπακούς και να κολακεύεις συνεχώς τον άρχοντα».
Ο Διδύμων, οφθαλμίατρος της εποχής εξετάζει το μάτι μιας κοπέλας. Ο Διογένης περνώντας από δίπλα τον βλέπει. Γνωρίζοντας ο Διογένης ότι ο Διδύμων είναι τύπος ερωτύλος, του λέει: «Πρόσεξε Διδύμωνα, μήπως εξετάζοντας τον οφθαλμόν, φθείρεις την κόρην».
Ο Διογένης μια μέρα, ζητούσε ελεημοσύνη από ένα άγαλμα. Όταν οι μαθητές του τον ρώτησαν γιατί κάνει κάτι τέτοιο απάντησε: «Εξασκούμαι στο να μην απογοητεύομαι από την αναισθησία των ανθρώπων».
Ένας μοχθηρός άνθρωπος ήθελε να προφυλάξει το σπίτι του από κάθε κακό. Προς τούτο τοποθέτησε στην πόρτα μια επιγραφή που έλεγε: «Κανένα κακό μη μπει στο σπίτι αυτό». Ο Διογένης διαβάζοντας την επιγραφή παρατήρησε: «Μα ο ιδιοκτήτης του σπιτιού από που θα μπει;»
Όταν είδε ο Διογένης κρατικούς ταμίες να έχουν πιάσει κάποιον που είχε κλέψει ένα μπουκάλι, παρατήρησε: «Οι μεγάλοι κλέφτες έχουν συλλάβει το μικρό κλέφτη».
Κάποτε ο Διογένης είδε μια γυναίκα να σκύβει πάρα πολύ μπροστά στα αγάλματα των θεών. Θέλοντας να την απαλλάξει από τη θρησκοληψία, την πλησίασε και της είπε: «Μην σκύβεις τόσο πολύ κυρά μου, γιατί κάποτε ο θεός θα σταθεί πίσω σου και θα δει άσχημα πράγματα».
Ένας φαλακρός έβριζε τον Διογένη. Ο φιλόσοφος γύρισε και του είπε: «Δεν σου ανταποδίδω τις βρισιές, αλλά θα ήθελα να πω ένα “μπράβο” στις τρίχες σου, γιατί απαλλάχτηκαν από ένα κακορίζικο κεφάλι».
Κάποτε ο Διογένης φώναζε: «Ελάτε εδώ άνθρωποι!!!» Και όταν μαζεύτηκαν πολλοί, τους κυνήγησε με το μπαστούνι του λέγοντας: «Ανθρώπους κάλεσα, όχι καθάρματα!».
Κάποτε είδε βρώμικα λουτρά ο Διογένης και διατύπωσε την απορία του: «Αυτοί που λούζονται εδώ, που πάνε μετά να καθαριστούν;».
Όταν είδε ο Διογένης έναν πολύ αδέξιο τοξότη να εξασκείται, πήγε και στάθηκε κοντά στον στόχο λέγοντας: «Εδώ είναι το καλύτερο μέρος για να μη με πετύχει».
Σωκράτης
Κάποιος πολίτης αριστοκρατικής καταγωγής, αλλά μοχθηρός, υπενθύμιζε στον Σωκράτη την άσημη καταγωγή του. Ο φιλόσοφος του έδωσε την απάντηση: «Αν εγώ πρέπει να ντρέπομαι για τους άσημους προγόνους μου, τότε κι οι υπέροχοι πρόγονοί σου πρέπει να νιώθουν ντροπή για σένα, τον ανάξιο απόγονό τους».
Κάποιος χωρίς λόγο στην Αγορά κλώτσησε τον Σωκράτη, χωρίς όμως εκείνος να αντιδράσει καθόλου. Ένας μαθητής του απόρησε πώς ανέχτηκε κάτι τέτοιο κι εκείνος τον ρώτησε: «Αν σε κλωτσήσει εσένα ένας γάιδαρος θα τον πας στα δικαστήρια;».
Ένας φτωχός πλησίασε τον Σωκράτη και του είπε: «Θέλω να γίνω μαθητής σου, αλλά δεν έχω τίποτε, το μόνο που μπορώ να σου προσφέρω είναι ο εαυτός μου». Ο Σωκράτης του απαντά: «Δεν καταλαβαίνεις λοιπόν ότι μου δίνεις το πιο σπουδαίο πράγμα;».
Ρώτησε κάποιος τον Σωκράτη αν είναι Αθηναίος κι εκείνος απάντησε: Δεν είμαι ούτε Αθηναίος ούτε Ελληνας. Είμαι πολίτης του Κόσμου».
Η Ξανθίππη λέει στο Σωκράτη μετά την καταδίκη του: «Αλίμονο Σωκράτη, άδικα σε καταδίκασαν σε θάνατο». Κι ο Σωκράτης της απαντάει: «Αλίμονο κι αν η καταδίκη μου ήταν δίκαιη».
Άγης
Επαινούσαν μερικοί μπροστά στον Άγη τους Ηλείους, γιατί ήταν πολύ δίκαιοι κριτές στους Ολυμπιακούς αγώνες. Ο Άγης ρώτησε με απορία: Και είναι τόσο σπουδαίο το ότι οι Ηλείοι μια φορά στα τέσσερα χρόνια γίνονται δίκαιοι;
Αντισθένης
Ο φιλόσοφος Αντισθένης συμβούλευε τους Αθηναίους να ανακηρύξουν με την ψήφο τους τα… γαϊδούρια σε άλογα. Όταν του είπαν ότι κάτι τέτοιο είναι έξω από κάθε λογική, ο Αντισθένης παρατήρησε: «Μήπως και στρατηγούς δεν αναδεικνύετε με την ψήφο σας χωρίς να έχουν πάρει καμία απολύτως εκπαίδευση;»
Ρώτησε κάποιος τον Αντισθένη τι είδους γυναίκα θα ήταν κατάλληλη για γάμο. Ο φιλόσοφος του είπε: «Το πράγμα είναι δύσκολο. Αν παντρευτείς ωραία, θα την έχεις με άλλους κοινή, αν πάλι πάρεις άσχημη, θα είναι σαν να σου επέβαλαν ποινή».
Επαινούσαν τον Αντισθένη κάποιοι φαύλοι άνθρωποι. Ο φιλόσοφος αναρωτήθηκε: «Γιατί με επαινούν αυτοί; Μήπως έκανα κάτι κακό;».
Αριστείδης
Ρώτησαν τον Αριστείδη τον Δίκαιο τι τον στενοχωρούσε πιο πολύ στην εξορία. Εκείνος απάντησε: «Η κακή φήμη της πατρίδας μου. Όλοι την κακολογούν επειδή με εξόρισε».
Ο Αριστείδης και ο Θεμιστοκλής, πολιτικοί αντίπαλοι, στάλθηκαν πρεσβευτές σε μια πόλη. Ο Αριστείδης τότε είπε στον Θεμιστοκλή: «Θέλεις να αφήσουμε την έχθρα στα σύνορα της χώρας μας; Κι αν το κρίνεις απαραίτητο, συνεχίζουμε μόλις επιστρέφουμε στην πατρίδα».
Αρίστιππος
Είπε κάποιος στον μαθητή του Σωκράτη και φιλόσοφο Αρίστιππο ότι η Λαΐδα δεν τον αγαπά, αλλά προσποιείται. Ο Αρίστιππος ατάραχος απάντησε: «Ούτε το κρασί ή το ψάρι με αγαπούν, εγώ όμως τα απολαμβάνω».
Ένας πατέρας ζήτησε από τον Αρίστιππο να διδάξει τον γιο του. Ο φιλόσοφος ζήτησε αμοιβή 500 δραχμές. Ο πατέρας θεώρησε υπερβολικό το ποσό. «Με τόσα χρήματα», είπε, «θα μπορούσα να αγοράσω ένα ζώο». «Αγόρασε», του είπε ο Αρίστιππος, «κι έτσι θα έχεις δύο».
Αριστοτέλης
Πληροφορήθηκε ο Αριστοτέλης από κάποιον ότι μερικοί τον έβριζαν πίσω από την πλάτη του. Ο φιλόσοφος απάντησε: «Καθόλου δεν με νοιάζει. Όταν είμαι απών, δέχομαι ακόμα και να με μαστιγώνουν».
Καλοτύχιζε κάποιος τον Αριστοτέλη επειδή είχε μαθητή τον Μέγα Αλέξανδρο. Ο φιλόσοφος αντέστρεψε την πρόταση: «Εκείνον πρέπει να καλοτυχίζετε που είχε δάσκαλο τον Αριστοτέλη.»
Ρώτησαν τον Αριστοτέλη: «Τι κερδίζουν όσοι λένε ψέματα;» Ο φιλόσοφος απάντησε: «Να μην τους πιστεύει κανείς και όταν ακόμα λένε την αλήθεια».
Αρχέλαος
Ένας φλύαρος κουρέας ρώτησε τον Αρχέλαο, βασιλιά της Μακεδονίας: «Πώς θέλεις βασιλιά μου να σε κουρέψω;» Κι ο Αρχέλαος απάντησε: «Σιωπηλός!»
Δημοσθένης
Ο Δημοσθένης έλεγε ότι πολλές φορές ήθελε να ευχηθεί να χαθούν οι κακοί, φοβόταν όμως μήπως με την ευχή αυτή ερημωθεί εντελώς η πόλη.
Φίλιππος ο Μακεδών
Ο βασιλιάς της Μακεδονίας Φίλιππος, παρακολουθούσε τους Ολυμπιακούς αγώνες, οι Πελοποννήσιοι όμως αν και ευεργετημένοι απ’ αυτόν, τον γιουχάϊζαν. Όταν οι φίλοι του εξοργισμένοι από τη συμπεριφορά απευθύνθηκαν στον Φίλιππο, ο βασιλιάς τους είπε: «Αν οι Πελοποννήσιοι που τους ευεργέτησα, συμπεριφέρονται έτσι φαντάζεστε τι θα κάνουν, αν τους βλάψω;».
Παρακινούσαν τον Φίλιππο να εξορίσει κάποιον που συνεχώς τον κακολογούσε. Τότε ο Φίλιππος τους απάντησε: «Δεν θα είστε καλά! Θέλετε να τον στείλω να με κατηγορεί και σ’ άλλα μέρη;»
Κάποτε ο Φίλιππος, ο Βασιλιάς των Μακεδόνων, φιλονικούσε με την Ολυμπιάδα, τη σύζυγό του. Τη στιγμή εκείνη φτάνει στο παλάτι ως απεσταλμένος από την Κόρινθο, ο Δημάρατος και ο Φίλιππος τον ρωτά: «Πώς πάνε από ομόνοια οι Έλληνες;» Ο Δημάρατος του απαντά: «Πολύ ενδιαφέρεσαι για την ομόνοια των Ελλήνων, τη στιγμή που μέσα στο σπίτι σου δεν βλέπω να βασιλεύει ομόνοια».
Φωκίων
Ο Μ. Αλέξανδρος έστειλε στον Φωκίωνα 100 τάλαντα. Ο Αθηναίος πολιτικός ρώτησε τους ανθρώπους που του έφεραν το μεγάλο αυτό ποσό: «Γιατί ο Αλέξανδρος διάλεξε εμένα απ’ όλους τους Αθηναίους για να μου χαρίσει 100 τάλαντα;» Οι απεσταλμένοι απάντησαν: «Διότι μόνο εσένα θεωρεί έντιμο άνθρωπο.» Ο Φωκίων αρνήθηκε να δεχθεί το δώρο λέγοντας: «Ας μ’ αφήσει λοιπόν να συνεχίσω να είμαι έντιμος».
Ο Φωκίων διαφωνούσε συνήθως με όλους στα πολιτικά θέματα. Μια φορά όμως όταν μίλησε στην εκκλησία του δήμου, όλοι ασπάστηκαν τις ιδέες του. Απορημένος γύρισε προς τους φίλους του και τους ρώτησε: «Μήπως είπα σήμερα κάποια ανοησία, χωρίς να το καταλάβω;».
Πηγή
Έδειξαν στον Διαγόρα τον “άθεο” τα πολλά αφιερώματα ανθρώπων που είχαν σωθεί από ναυάγια με τη βοήθεια των θεών. Ο Διαγόρας απάντησε: “Αν οι θεοί φρόντιζαν να σώσουν και όσους πνίγηκαν, τότε θα βλέπατε πολύ περισσότερα αφιερώματα”.
Διογένης
Eίπε κάποιος στον κυνικό φιλόσοφο Διογένη: «Οι συμπολίτες σου σε καταδίκασαν σε εξορία». Και ο φιλόσοφος απάντησε: «Κι εγώ τους καταδίκασα να μένουν στον τόπο τους».
Μία μέρα ο Διογένης έτρωγε ένα πιάτο φακές. Δεν υπήρχε σε όλη την Ελλάδα πιο φθηνό φαγητό από μία σούπα με φακές. Αν έτρωγες φακές σήμαινε ότι βρισκόσουν σε κατάσταση απόλυτης ανέχειας. Πέρασε τότε ένας πλούσιος φίλος του άρχοντα και του είπε: «Αχ καημένε Διογένη! Αν μάθαινες να μην είσαι ανυπότακτος και κολάκευες λιγάκι τον άρχοντα, δε θα ήσουν αναγκασμένος να τρως συνέχεια φακές».
Ο Διογένης, σήκωσε με περιφρόνηση το βλέμμα και του αποκρίθηκε: «Αχ, καημένε φίλε μου! Αν μάθαινες να τρως λίγες φακές, δεν θα ήσουν αναγκασμένος να υπακούς και να κολακεύεις συνεχώς τον άρχοντα».
Ο Διδύμων, οφθαλμίατρος της εποχής εξετάζει το μάτι μιας κοπέλας. Ο Διογένης περνώντας από δίπλα τον βλέπει. Γνωρίζοντας ο Διογένης ότι ο Διδύμων είναι τύπος ερωτύλος, του λέει: «Πρόσεξε Διδύμωνα, μήπως εξετάζοντας τον οφθαλμόν, φθείρεις την κόρην».
Ο Διογένης μια μέρα, ζητούσε ελεημοσύνη από ένα άγαλμα. Όταν οι μαθητές του τον ρώτησαν γιατί κάνει κάτι τέτοιο απάντησε: «Εξασκούμαι στο να μην απογοητεύομαι από την αναισθησία των ανθρώπων».
Ένας μοχθηρός άνθρωπος ήθελε να προφυλάξει το σπίτι του από κάθε κακό. Προς τούτο τοποθέτησε στην πόρτα μια επιγραφή που έλεγε: «Κανένα κακό μη μπει στο σπίτι αυτό». Ο Διογένης διαβάζοντας την επιγραφή παρατήρησε: «Μα ο ιδιοκτήτης του σπιτιού από που θα μπει;»
Όταν είδε ο Διογένης κρατικούς ταμίες να έχουν πιάσει κάποιον που είχε κλέψει ένα μπουκάλι, παρατήρησε: «Οι μεγάλοι κλέφτες έχουν συλλάβει το μικρό κλέφτη».
Κάποτε ο Διογένης είδε μια γυναίκα να σκύβει πάρα πολύ μπροστά στα αγάλματα των θεών. Θέλοντας να την απαλλάξει από τη θρησκοληψία, την πλησίασε και της είπε: «Μην σκύβεις τόσο πολύ κυρά μου, γιατί κάποτε ο θεός θα σταθεί πίσω σου και θα δει άσχημα πράγματα».
Ένας φαλακρός έβριζε τον Διογένη. Ο φιλόσοφος γύρισε και του είπε: «Δεν σου ανταποδίδω τις βρισιές, αλλά θα ήθελα να πω ένα “μπράβο” στις τρίχες σου, γιατί απαλλάχτηκαν από ένα κακορίζικο κεφάλι».
Κάποτε ο Διογένης φώναζε: «Ελάτε εδώ άνθρωποι!!!» Και όταν μαζεύτηκαν πολλοί, τους κυνήγησε με το μπαστούνι του λέγοντας: «Ανθρώπους κάλεσα, όχι καθάρματα!».
Κάποτε είδε βρώμικα λουτρά ο Διογένης και διατύπωσε την απορία του: «Αυτοί που λούζονται εδώ, που πάνε μετά να καθαριστούν;».
Όταν είδε ο Διογένης έναν πολύ αδέξιο τοξότη να εξασκείται, πήγε και στάθηκε κοντά στον στόχο λέγοντας: «Εδώ είναι το καλύτερο μέρος για να μη με πετύχει».
Σωκράτης
Κάποιος πολίτης αριστοκρατικής καταγωγής, αλλά μοχθηρός, υπενθύμιζε στον Σωκράτη την άσημη καταγωγή του. Ο φιλόσοφος του έδωσε την απάντηση: «Αν εγώ πρέπει να ντρέπομαι για τους άσημους προγόνους μου, τότε κι οι υπέροχοι πρόγονοί σου πρέπει να νιώθουν ντροπή για σένα, τον ανάξιο απόγονό τους».
Κάποιος χωρίς λόγο στην Αγορά κλώτσησε τον Σωκράτη, χωρίς όμως εκείνος να αντιδράσει καθόλου. Ένας μαθητής του απόρησε πώς ανέχτηκε κάτι τέτοιο κι εκείνος τον ρώτησε: «Αν σε κλωτσήσει εσένα ένας γάιδαρος θα τον πας στα δικαστήρια;».
Ένας φτωχός πλησίασε τον Σωκράτη και του είπε: «Θέλω να γίνω μαθητής σου, αλλά δεν έχω τίποτε, το μόνο που μπορώ να σου προσφέρω είναι ο εαυτός μου». Ο Σωκράτης του απαντά: «Δεν καταλαβαίνεις λοιπόν ότι μου δίνεις το πιο σπουδαίο πράγμα;».
Ρώτησε κάποιος τον Σωκράτη αν είναι Αθηναίος κι εκείνος απάντησε: Δεν είμαι ούτε Αθηναίος ούτε Ελληνας. Είμαι πολίτης του Κόσμου».
Η Ξανθίππη λέει στο Σωκράτη μετά την καταδίκη του: «Αλίμονο Σωκράτη, άδικα σε καταδίκασαν σε θάνατο». Κι ο Σωκράτης της απαντάει: «Αλίμονο κι αν η καταδίκη μου ήταν δίκαιη».
Άγης
Επαινούσαν μερικοί μπροστά στον Άγη τους Ηλείους, γιατί ήταν πολύ δίκαιοι κριτές στους Ολυμπιακούς αγώνες. Ο Άγης ρώτησε με απορία: Και είναι τόσο σπουδαίο το ότι οι Ηλείοι μια φορά στα τέσσερα χρόνια γίνονται δίκαιοι;
Αντισθένης
Ο φιλόσοφος Αντισθένης συμβούλευε τους Αθηναίους να ανακηρύξουν με την ψήφο τους τα… γαϊδούρια σε άλογα. Όταν του είπαν ότι κάτι τέτοιο είναι έξω από κάθε λογική, ο Αντισθένης παρατήρησε: «Μήπως και στρατηγούς δεν αναδεικνύετε με την ψήφο σας χωρίς να έχουν πάρει καμία απολύτως εκπαίδευση;»
Ρώτησε κάποιος τον Αντισθένη τι είδους γυναίκα θα ήταν κατάλληλη για γάμο. Ο φιλόσοφος του είπε: «Το πράγμα είναι δύσκολο. Αν παντρευτείς ωραία, θα την έχεις με άλλους κοινή, αν πάλι πάρεις άσχημη, θα είναι σαν να σου επέβαλαν ποινή».
Επαινούσαν τον Αντισθένη κάποιοι φαύλοι άνθρωποι. Ο φιλόσοφος αναρωτήθηκε: «Γιατί με επαινούν αυτοί; Μήπως έκανα κάτι κακό;».
Αριστείδης
Ρώτησαν τον Αριστείδη τον Δίκαιο τι τον στενοχωρούσε πιο πολύ στην εξορία. Εκείνος απάντησε: «Η κακή φήμη της πατρίδας μου. Όλοι την κακολογούν επειδή με εξόρισε».
Ο Αριστείδης και ο Θεμιστοκλής, πολιτικοί αντίπαλοι, στάλθηκαν πρεσβευτές σε μια πόλη. Ο Αριστείδης τότε είπε στον Θεμιστοκλή: «Θέλεις να αφήσουμε την έχθρα στα σύνορα της χώρας μας; Κι αν το κρίνεις απαραίτητο, συνεχίζουμε μόλις επιστρέφουμε στην πατρίδα».
Αρίστιππος
Είπε κάποιος στον μαθητή του Σωκράτη και φιλόσοφο Αρίστιππο ότι η Λαΐδα δεν τον αγαπά, αλλά προσποιείται. Ο Αρίστιππος ατάραχος απάντησε: «Ούτε το κρασί ή το ψάρι με αγαπούν, εγώ όμως τα απολαμβάνω».
Ένας πατέρας ζήτησε από τον Αρίστιππο να διδάξει τον γιο του. Ο φιλόσοφος ζήτησε αμοιβή 500 δραχμές. Ο πατέρας θεώρησε υπερβολικό το ποσό. «Με τόσα χρήματα», είπε, «θα μπορούσα να αγοράσω ένα ζώο». «Αγόρασε», του είπε ο Αρίστιππος, «κι έτσι θα έχεις δύο».
Αριστοτέλης
Πληροφορήθηκε ο Αριστοτέλης από κάποιον ότι μερικοί τον έβριζαν πίσω από την πλάτη του. Ο φιλόσοφος απάντησε: «Καθόλου δεν με νοιάζει. Όταν είμαι απών, δέχομαι ακόμα και να με μαστιγώνουν».
Καλοτύχιζε κάποιος τον Αριστοτέλη επειδή είχε μαθητή τον Μέγα Αλέξανδρο. Ο φιλόσοφος αντέστρεψε την πρόταση: «Εκείνον πρέπει να καλοτυχίζετε που είχε δάσκαλο τον Αριστοτέλη.»
Ρώτησαν τον Αριστοτέλη: «Τι κερδίζουν όσοι λένε ψέματα;» Ο φιλόσοφος απάντησε: «Να μην τους πιστεύει κανείς και όταν ακόμα λένε την αλήθεια».
Αρχέλαος
Ένας φλύαρος κουρέας ρώτησε τον Αρχέλαο, βασιλιά της Μακεδονίας: «Πώς θέλεις βασιλιά μου να σε κουρέψω;» Κι ο Αρχέλαος απάντησε: «Σιωπηλός!»
Δημοσθένης
Ο Δημοσθένης έλεγε ότι πολλές φορές ήθελε να ευχηθεί να χαθούν οι κακοί, φοβόταν όμως μήπως με την ευχή αυτή ερημωθεί εντελώς η πόλη.
Φίλιππος ο Μακεδών
Ο βασιλιάς της Μακεδονίας Φίλιππος, παρακολουθούσε τους Ολυμπιακούς αγώνες, οι Πελοποννήσιοι όμως αν και ευεργετημένοι απ’ αυτόν, τον γιουχάϊζαν. Όταν οι φίλοι του εξοργισμένοι από τη συμπεριφορά απευθύνθηκαν στον Φίλιππο, ο βασιλιάς τους είπε: «Αν οι Πελοποννήσιοι που τους ευεργέτησα, συμπεριφέρονται έτσι φαντάζεστε τι θα κάνουν, αν τους βλάψω;».
Παρακινούσαν τον Φίλιππο να εξορίσει κάποιον που συνεχώς τον κακολογούσε. Τότε ο Φίλιππος τους απάντησε: «Δεν θα είστε καλά! Θέλετε να τον στείλω να με κατηγορεί και σ’ άλλα μέρη;»
Κάποτε ο Φίλιππος, ο Βασιλιάς των Μακεδόνων, φιλονικούσε με την Ολυμπιάδα, τη σύζυγό του. Τη στιγμή εκείνη φτάνει στο παλάτι ως απεσταλμένος από την Κόρινθο, ο Δημάρατος και ο Φίλιππος τον ρωτά: «Πώς πάνε από ομόνοια οι Έλληνες;» Ο Δημάρατος του απαντά: «Πολύ ενδιαφέρεσαι για την ομόνοια των Ελλήνων, τη στιγμή που μέσα στο σπίτι σου δεν βλέπω να βασιλεύει ομόνοια».
Φωκίων
Ο Μ. Αλέξανδρος έστειλε στον Φωκίωνα 100 τάλαντα. Ο Αθηναίος πολιτικός ρώτησε τους ανθρώπους που του έφεραν το μεγάλο αυτό ποσό: «Γιατί ο Αλέξανδρος διάλεξε εμένα απ’ όλους τους Αθηναίους για να μου χαρίσει 100 τάλαντα;» Οι απεσταλμένοι απάντησαν: «Διότι μόνο εσένα θεωρεί έντιμο άνθρωπο.» Ο Φωκίων αρνήθηκε να δεχθεί το δώρο λέγοντας: «Ας μ’ αφήσει λοιπόν να συνεχίσω να είμαι έντιμος».
Ο Φωκίων διαφωνούσε συνήθως με όλους στα πολιτικά θέματα. Μια φορά όμως όταν μίλησε στην εκκλησία του δήμου, όλοι ασπάστηκαν τις ιδέες του. Απορημένος γύρισε προς τους φίλους του και τους ρώτησε: «Μήπως είπα σήμερα κάποια ανοησία, χωρίς να το καταλάβω;».
Πηγή