Τετάρτη 26 Ιουλίου 2017

Ο μύθος του Κανώπου

Το δεύτερο φωτεινότερο αστέρι του ουρανού ονομάζεται Κάνωπος και απέχει από τη Γη 96 ως 1.200 έτη φωτός. Πήρε το όνομά του από τον θρυλικό καπετάνιο της Σπάρτης που οδήγησε τον Μενέλαο στον Τρωικό πόλεμο. Μετά το τέλος της εκστρατείας, βρέθηκαν στην Αίγυπτο όπου έκλεψε την καρδιά της κόρης του βασιλιά. Είναι 20.000 φορές πιο λαμπερό από τον Ήλιο και έχει 275.000 φορές μεγαλύτερο όγκο από τον Ήλιο. Είναι νότιος αστέρας και αναφέρεται από τους αρχαίους αστρολόγους της Ελλάδας και της Αιγύπτου. Λατρευόταν ως «Αστέρας του  Όσιρι» και οι Άραβες τον ανέφεραν ως «Suhail». Σύμφωνα με τους αραβικούς θρύλους, ο αστερισμός Κάνωπος έδινε ωραίο χρώμα στις πολύτιμες πέτρες και ανοσία στους ανθρώπους από τις ασθένειες.



Ο μύθος του Κανώπου 


Ο αστερισμός πήρε το όνομά του από τον πλοίαρχο του βασιλιά Μενέλαου, Κάνωπο. Ο Κάνωπος ήταν ένας πανέμορφος ναυτικός που καταγόταν από τις Αμύκλες της Σπάρτης. Κατά την Τρωική εκστρατεία ανέλαβε την πλοήγηση του πλοίου του βασιλιά της Σπάρτης. Μετά την άλωση της Τροίας, ο στόλος του Μενέλαου ξεκίνησε το ταξίδι της επιστροφής στην Ελλάδα. Με κυβερνήτη τον Κάνωπο τα πλοία έφθασαν στα ανοικτά του Σουνίου. Ωστόσο, μια μεγάλη τρικυμία παρέσυρε τον στόλο στην Κρήτη, όπου πολλά πλοία έπεσαν πάνω σε βράχια και καταστράφηκαν.

Το πλοίο του Μενέλαου με καπετάνιο τον Κάνωπο παρασύρθηκε από τους ανέμους και οδηγήθηκε στην Αίγυπτο. Εκεί ο Μενέλαος με την ωραία Ελένη και τον Κάνωπο παρέμειναν πέντε χρόνια. Εκείνο το διάστημα, η Θεονόη, κόρη του Πρωτέα, βασιλιά της Αιγύπτου, ερωτεύτηκε τον Κάνωπο, ο οποίος όμως δεν ανταποκρίθηκε στον έρωτά της. Λίγο καιρό αργότερα, ένα φίδι δάγκωσε τον Κάνωπο και πέθανε. Η Ελένη και ο Μενέλαος ήταν συντετριμμένοι με τον θάνατο του καπετάνιου τους. Τον έθαψαν σε ένα νησί του Νείλου, στο οποίο έδωσαν το όνομα του για να τον τιμήσουν. Στην ίδια περιοχή υπήρχε μια πόλη που ονομάστηκε Κάνωπος και ήταν διάσημη για τα ιερά της προς τιμήν του Όσιρι. Η Κάνωπος βυθίστηκε τον 8ο αιώνα μ.Χ. έπειτα από έναν σεισμό και παλιρροϊκά κύματα και εντοπίστηκε από τους αρχαιολόγους στον κόλπο του Αμπουκίρ το 1997.



Πηγή