Παρασκευή 6 Δεκεμβρίου 2019

Πως ένα τσουνάμι «έσωσε» τους θησαυρούς της Αρχαίας Ολυμπίας από τον Βρετανό αρχαιοκάπηλο Κόκερελ. Τα μνημεία αποκαλύφθηκαν μετά την απελευθέρωση

Μέχρι το 1875 ο αμύθητος αρχαιολογικός θησαυρός της αρχαίας Ολυμπίας παρέμενε θαμμένος στη γη. Η αποκάλυψή του έγινε από Γερμανούς επιστήμονες και αποτέλεσε σημείο καμπής στα παγκόσμια αρχαιολογικά χρονικά. Έως τότε, τα χώματα και τα βράχια που τον είχαν καταπλακώσει, κράτησαν μακρυά τους επίδοξους αρχαιοκάπηλους που τον αναζητούσαν.

Μια τέτοια ομάδα «αρχαιολατρών» έφτασε στην τουρκοκρατούμενη Ελλάδα τον Απρίλιο του 1811 με επικεφαλής έναν 23χρονο βρετανό αριστοκράτη, ονόματι Τσαρλς Ρόμπερτ Κόκερελ. Ο Κόκερελ και οι συνεργάτες του επισκέφθηκαν πρώτα το Ναό της Αφαίας στην Αίγινα, από όπου άρπαξαν τα γλυπτά των αετωμάτων, κι έπειτα έστησαν εργοτάξιο στο Ναό του Επικούριου Απόλλωνα στην Ηλεία, απ’ όπου άρπαξαν γλυπτά τμήματα της ζωφόρου.

Στον αρχαίο ναό, που βρίσκεται κοντά στην Φιγαλεία, οι ευρωπαίοι περιηγητές έφθασαν μετά από μια άκαρπη αναζήτηση των θρυλούμενων μνημείων της αρχαίας Ολυμπία. Έχοντας διαβάσει πολλά για την εντυπωσιακή ιστορία της περιοχής, ο Βρετανός ήταν πεπεισμένος ότι η λεία που θα έβρισκε εκεί θα ήταν αμύθητης αξίας.

 Γι’ αυτό και η απογοήτευσή του ήταν μεγάλη όταν έφτασε στο σημείο και το μόνο που αντίκρισε ήταν μία αχανής ερημωμένη έκταση.

Έπειτα από σύντομες και επιφανειακές έρευνες που δεν κατέληξαν πουθενά, ο Κόκερελ και η ομάδα του εγκατέλειψαν την προσπάθεια να βρουν το ναό του Δία, το Στάδιο και τα άλλα σπουδαία μνημεία που αναφέρονταν στα βιβλία, αλλά κανείς δεν είχε δει για αιώνες.

Η ανασκαφή της Ολυμπίας


Στην πραγματικότητα, ο θησαυρός που αναζητούσαν βρισκόταν «κάτω από τη μύτη τους». Η αρχαία Ολυμπία ήταν θαμμένη πολλά μέτρα κάτω από τη γη. Από το 393 π.Χ. όποτε και τελέστηκαν οι τελευταίοι Ολυμπιακοί Αγώνες, το αρχαίο ιερό είχε αφεθεί στην τύχη του.

Με το πέρασμα των αιώνων, διαδοχικοί σεισμοί και πλημμύρες το βύθιζαν όλο και πιο βαθιά στο έδαφος. Η επικρατούσα θεωρία υποστηρίζει ότι το τελειωτικό χτύπημα στις αρχαιότητες της Ολυμπίας δόθηκε από ένα σαρωτικό τσουνάμι, το οποίο έφτασε μέχρι την αρχαία πολιτεία και την έθαψε ολοσχερώς.

Οι γερμανικές ανασκαφές


Ανά περιόδους, διάσπαρτα αρχαιολογικά ευρήματα είχαν βγει στην επιφάνεια. Ποτέ, όμως, δεν είχαν δρομολογηθεί οργανωμένες έρευνες. Η πρώτη ανασκαφή στο χώρο διεξήχθη το 1829 από τη Γαλλική Επιστημονική Αποστολή στην Πελοπόννησο, με επικεφαλή το στρατηγό N. J. Maison.

Τότε αποκαλύφθηκε μέρος του ναού του Δία και τμήματα των μετοπών που τον κοσμούσαν, πολλά από τα οποία μεταφέρθηκαν στο Μουσείο του Λούβρου. Η συστηματική έρευνα του ιερού άρχισε το 1875 από το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο.

Τη χρονιά εκείνη, το γερμανικό κράτος χρηματοδότησε μία μεγάλη ανασκαφή προκειμένου να αποκαλυφθούν όλα τα κρυμμένα μυστικά της περιοχής. Η αποστολή αυτή σηματοδότησε ένα πριν κι ένα μετά στα παγκόσμια αρχαιολογικά χρονικά.

Μέχρι τότε, η αρχαιολογία θύμιζε περισσότερο κυνήγι θησαυρού. Αντίθετα, οι γερμανικές ανασκαφές στην Ολυμπία διήρκεσαν έξι χρόνια, έγιναν βασιζόμενες σε σύγχρονες επιστημονικές μεθόδους και ήταν πλήρως στοχευμένες. Βέβαια, το πιο σημαντικό ήταν ότι είχαν το επιθυμητό αποτέλεσμα.

Χάρη στις ανασκαφές αυτές ήρθαν στο φως πάνω από 14.000 αντικείμενα τεράστιας αρχαιολογικής σημασίας, όπως η Νίκη του Παιωνίου και ο Ερμής του Πραξιτέλους. Ανασκάφηκε επίσης το κεντρικό μέρος του ιερού της Άλτεως, συμπεριλαμβανομένου του Ναού του Δία, του Ναού της Ήρας, του Μητρώου, του Βουλευτηρίου, της Στοάς της Ηχούς, των Θησαυρών, του Πρυτανείου και της Παλαίστρας. «Επί εξ αλλεπάλληλα έτη 300 εργάται ειργάζοντο εις το κολοσιαίον τούτο έργον». Το ποσό που δαπάνησε συνολικά η Γερμανία για το έργο υπολογίζεται σε 800.000 με 900.000 χρυσά φράγκα.

Ωστόσο, η συμφωνία που είχε συναφθεί με το ελληνικό κράτος είχε μερικά τρωτά σημεία. Σύμφωνα με τους όρους, οι Γερμανοί είχαν το δικαίωμα να πάρουν στην κατοχή τους όσα ανασκαφικά ευρήματα ήταν διπλά, τριπλά ή όμοια.

Οι Έλληνες ήταν εξαιρετικά καχύποπτοι απέναντί τους. Η ανάμνηση του Έλγιν και της βρετανικής αρχαιοκαπηλίας ήταν πολύ πρόσφατη και είχε ταράξει σημαντικά την εμπιστοσύνη προς κάθε ξένο που ενδιαφερόταν για τον αρχαιοελληνικό πλούτο.

Παρόλα αυτά, η ιστορία έχει αναγνωρίσει τις γερμανικές ανασκαφές ως σημείο καμπής για την παγκόσμια αρχαιολογία, καθώς δημιούργησαν ένα νέο υπόδειγμα επιστημονικών ανασκαφών.

Μάλιστα, είκοσι χρόνια μετά την άφιξη των Γερμανών αρχαιολόγων στην Ελλάδα και την αποκάλυψη της θαμμένης Ολυμπίας, αναβίωσε και ο ιστορικός θεσμός. Το 1896 τελέστηκαν στην Αθήνα οι πρώτοι σύγχρονοι Ολυμπιακοί Αγώνες, που από τότε καθιερώθηκαν ως η μεγαλύτερη εκδήλωση.



Πηγή