Τετάρτη 24 Αυγούστου 2016

Περί της γεννήσεως της «γαλέρας» στην Μυκηναϊκή Εποχή


Στις 17 Φεβρουαρίου 2010 δόθηκε μια διάλεξη στο κέντρο Ελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Harvard, στο Ναύπλιο, με θέμα «Περί της γέννησης της γαλέρας στη Μυκηναϊκή εποχή».  Τη διάλεξη έδωσε ο Michael Wedde καθηγητής Ελληνικής Αρχαιολογίας, Ιστορίας και Ιστορίας της Τέχνης στο Κέντρο Ελληνικού Πολιτισμού στην Αθήνα.

Παραβρέθηκα λοιπόν για να ακούσω τι είχε να μας πει ο καθηγητής κος Michael Wedde. Πραγματικά ο κος καθηγητής είχε κάνει μια πολύ καλή εργασία πάνω στο θέμα το οποίο αναφερόταν. Οι παρευρισκόμενοι  με πολύ προσοχή άκουγαν επί μιάμιση ώρα την ανάλυση που έκανε πάνω στο θέμα.

Αναφέρθηκε στο πως ξεκίνησε ο άνθρωπος και δει ο Μυκηναίος να κατασκευάζει «γαλέρες», ποια ήταν η εξέλιξή τους, τι στοιχεία έχομε πάνω στην εξέλιξη της «γαλεροποιϊας» και από πού και πολλά άλλα. Ήταν μια εμπεριστατωμένη μελέτη με πολλά ευρήματα από θραύσματα πίθων που έχουν βρεθεί διάσπαρτα στον Ελληνικό χώρο. Ο κύριος καθηγητής μιλούσε σχεδόν άπταιστα Ελληνικά και αυτό προσωπικά με εξέπληξε γιατί η ορολογία που χρησιμοποιούσε ήταν πράγματι δύσκολη. Όμως αν και το θέμα είναι πολύ δύσκολο, γιατί αναφερόμαστε σε μια πολύ μακρινή εποχή, τα ευρήματα δύσκολα, οι γνώμες διίστανται τις περισσότερες φορές και ειδικά ως προς τη χρονική περίοδο, που πάντα, δεν ξέρω για ποιους λόγους, αλλά είναι μικρότερη των πραγματικών, εγώ είχα  μια απορία που μου τριγυρνούσε το μυαλό όση ώρα παρακολουθούσα την διάλεξη.
Βεβαίως ο κύριος καθηγητής δέχτηκε ερωτήσεις στο πέρας της διάλεξης, οπότε είχα την ευκαιρία, αλλά και την τιμή, όπως και όλοι οι παρευρισκόμενοι  να λύσουν κάποιες απορίες που τους είχαν δημιουργηθεί πάνω στο θέμα, γιατί παρευρίσκονταν εκπαιδευτικοί, αρχαιολόγοι, αλλά και απλοί πολίτες που ενδιαφέρονται για τέτοια θέματα.

Ρώτησα το κύριο καθηγητή γιατί χρησιμοποιεί τη λέξη «γαλέρα», και όχι την πραγματική που γνωρίζουμε εμείς οι Έλληνες, «πλοίο» και ποιο σωστά κατά την αρχαία μας γλώσσα «ναύς». Και δεύτερον γιατί μιλούσε για το 1200~1100 πχ. (απαρχή του μονόξυλου) και όχι πρωϊμότερα; Η ερώτησή μου είναι σε συνάρτηση με το γεγονός ότι ο κύριος καθηγητής μιλά για μονόξυλα που εξελίχθηκαν εκείνη την περίοδο και αργότερα.
Η απάντησή του βεβαίως με εξέπληξε. Μου απάντησε πως χρησιμοποιεί αυτή τη λέξη γιατί αυτή αναφέρουν οι Αμερικανοί και οι Γερμανοί Αρχαιολόγοι στα λεξικά τους.  Δηλαδή κύριε καθηγητά δεν ανατρέξατε στα Ελληνικά λεξικά καθόλου; Δεν ψάξατε να βρείτε τη λέξη πλοίο (το) ουσ.(αρχ. πλοίον < πλέω) κατά το Ελληνικό λεξικό Τεγόπουλου-Φυτράκη, εξού και  πλοήγηση, πλοηγία, πλοηγός, πλοιάριο κ.α.;

Και γιατί δεν αναφέρετε τη λέξη «ναύς» [αρχαίων πλοίο] και κατ΄επ’ έκταση τις λέξεις που απορρέουν απ΄αυτή, δηλ. το πρώτο συνθετικό σ΄αυτή τη περίπτωση το «ναυ-» όπως ναυάγιο, ναυαγοσώστης, ναυαγώ, ναυαρχείο, ναυαρχία, ναύαρχος, ναυβάτης (ο) ουσ. θηλ. -τις, -ιδος αρχ. [ναυβάτης <ναυς + βαίνω] ο επιβάτης πλοίου, ναύδετο (το) ουσ. [αρχ. ναύδετον <ναύς + δέω] (ναυτ.) σημαδούρα στην οποία δένεται ένα πλοίο χωρίς να χρειάζεται να ρίξει άγκυρα, ναύκληρος (ο) ουσ. [<αρχ. ναύκληρος <ναύς + κλήρος] ο πρώτος του πληρώματος δηλ. ο λοστρόμος, ναύλος, ναύλοχος (ο) ους. [αρχ. επίθ. ναύλοχος <ναύς + λόχος (παραμονή)] αραξοβόλι ή καραβοστάσι, ναυμαχία (η) ους. [αρχ. ναυμαχία <ναυς + μάχη] μάχη μεταξύ πλοίων,…………………………και πολλές άλλες λέξεις με αυτό το συνθετικό; Και τέλος γαλέρα (η) ους. [ιταλικό galera, λατινικό galea] παλιό κωπήλατο πολεμικό πλοίο. Απ΄όσο γνωρίζουμε οι γαλέρες είναι πλοία που χρησιμοποιήθηκαν στη ρωμαϊκή και τη μεσαιωνική εποχή, με την ακμής της το (13ο – 17ομ.χ.) αιώνα στη Μεσόγειο.

Δεν το γνωρίζατε αυτό;
Δόξα το θεό η Ελληνική γλώσσα είναι από τις μοναδικές στον κόσμο, αν όχι η μοναδική  που έχει 6 εκατομμύρια λήμματα (κατά άλλους 90 εκ.).  Η Αγγλική μετά βίας φτάνει τις 450 χιλιάδες λέξεις. Πως λοιπόν με τέτοιο πλούτο λέξεων διαλέξατε την Αμερικανογερμανική μετάφραση κύριε καθηγητά;
Δυο τινά υπάρχουν. Ή να σας ήταν πιο εύκολο λόγω της γλώσσας που γνωρίζετε να κάνετε αυτή την μετάφραση ή το δεύτερο  να είναι κακόβουλο και να ενέχει δόλο (που δεν θα ήθελα να το δεχτώ).
Και για να συνεχίσουμε στο δεύτερο σκέλος ως προς τις χρονολογίες, παραθέτω την εξής απορία. Πως μιλάτε για μονόξυλα και απαρχή της γαλέρας το 1100πχ. με όποια εξέλιξη και να έχει αργότερα;

Στην περιοχή μας υπάρχει το ναυάγιο του ακρωτηρίου των Ιρίων που το ΙΕΝΑΕ (Ινστιτούτο Εναλίων

Αρχαιολογικών Ερευνών) το χρονολογεί το 1200πχ. Βρέθηκε το 1962, στο βυθό κοντά στο Ακρωτήριο των Ιρίων, στη νότια ακτή της Αργολίδας. Ο Νίκος Τσούχλος εντόπισε ένα ναυαγισμένο φορτίο πήλινων αγγείων, σε απόσταση περίπου 15 μέτρων από τη βραχώδη ακτή και σε βάθος από 12 έως 27 μέτρα.

Με βάση τα δεδομένα της ανασκαφής το φορτίο ανήκε σε πλοίο που το μήκος του δεν ξεπερνούσε τα 10 μέτρα. Η ναυπήγησή του θα είχε γίνει με την «κελυφική» τεχνική, σύμφωνα με την οποία πρώτα τοποθετούνταν οι σανίδες του κελύφους και μετά συμπληρωνόταν ο σκελετός του σκάφους. Το φορτίο του αποτελούσαν πήλινα αγγεία μικτής προέλευσης, όπως συμβαίνει στα περισσότερα αρχαία ναυάγια. Διατηρήθηκαν 25 από αυτά, που θα αποτελούσαν τον κύριο όγκο του φορτίου προερχόμενα από τρεις περιοχές της Ανατολικής Μεσογείου, πίθοι από την Κύπρο, αμφορείς από την Πελοπόννησο, καθώς και ψευδόστομοι αμφορείς από την Κρήτη, για την αποθήκευση και τη μεταφορά λαδιού και κρασιού. Ένα μονόξυλο δεν θα μπορούσε να μεταφέρει εμπορεύματα και ανθρώπινο δυναμικό.

Το κεραμικό σύνολο των Ιρίων αποτελεί πολύτιμη απτή μαρτυρία για το θαλάσσιο διαμετακομιστικό εμπόριο στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου στο τέλος ακριβώς του 13 ου αιώνα π.Χ. Το εμπορικό πλοίο των Ιρίων ακολουθούσε, ίσως, με ενδιάμεσο σταθμό την Κρήτη ή άλλα νησιά του Αιγαίου, ένα δρομολόγιο από την Κύπρο προς την Αργολίδα.
Η ιδιαίτερη σημασία του ναυαγίου για την μελέτη των εμπορικών σχέσεων μεταξύ Κύπρου και Αιγαίου οδήγησε τους ανασκαφείς στην ολοκλήρωση της μελέτης και της συντήρησης του αρχαιολογικού υλικού σε τέσσερα μόλις χρόνια μετά το πέρας της ενάλιας έρευνας. Η παρουσίασή του αποτέλεσε αντικείμενο διεθνούς επιστημονικής συνάντησης που οργάνωσε το ΙΕΝΑΕ στις Σπέτσες τον Σεπτέμβριο του 1998, ενώ το φορτίο του πλοίου εκτίθεται μόνιμα στο Μουσείο Σπετσών. (Πηγή: ΙΕΝΑΕ Ινστιτούτο Εναλίων  Αρχαιολογικών Ερευνών).
Σημ: Τη σχέση και το ρόλο που η παραγωγή και εμπορία του χαλκού διαδραμάτισε στην ανάπτυξη της κυπριακής ναυτιλίας κατά την αρχαιότητα φανερώνει το «αρχαίο ναυάγιο» (14ος-13ος αι. π.Χ.) που ανακαλύφθηκε το 1982 κοντά στις νότιες ακτές της Μ. Ασίας, κάπου ανάμεσα στην Κύπρο και στη Ρόδο. Το πλοίο φαίνεται πως είχε ξεκινήσει από την Κύπρο μεταφέροντας ένα μεγάλο φορτίο, το οποίο αποτελείτο από 200 πλάκες χαλκού, που είναι πιθανό να είχαν εξορυχτεί από τα μεταλλεία της Κύπρου, κυπριακά αγγεία, εργαλεία, όπλα, ασημένια και χρυσά αντικείμενα. Το χρυσό μετάλιον, η χρυσή καρφίτσα και κυρίως το ολόχρυσο κύπελλο, που βρέθηκαν στο ναυάγιο, οδήγησαν στην υπόθεση ότι το βασιλικό αυτό φορτίο είχε σταλεί από κάποιο Κύπριο βασιλιά. Ο χαλκός που μετέφερε το πλοίο ζύγιζε συνολικά έξι τόνους.

Δοκός. Το Αρχαιότερο Ναυάγιο στον Κόσμο, 2200 π.Χ.

Το ενάλιο εύρημα του Δοκού αποτελεί πολυτιμότατη απτή μαρτυρία για τη ναυσιπλοΐα, το θαλάσσιο ανταλλακτικό εμπόριο, το τεχνολογικό επίπεδο και την οικονομία στο Αιγαίο κατά τους ύστερους χρόνους της 3ης χιλιετίας π.Χ.

Η νήσος Δοκός, ανάμεσα στην Ύδρα και την Αργολική ακτή, ονομαζόταν στην αρχαιότητα Απεροπία. Είναι άγονη και με λίγες πηγές νερού αλλά έχει στρατηγική θέση στις ναυτικές πορείες από και προς τον Αργολικό Κόλπο και τις ανατολικές ακτές της Λακωνίας. Κατοικήθηκε κατά την Νεολιθική εποχή (4η χιλιετία π.Χ.) αλλά η ανθρώπινη παρουσία αυξήθηκε κατά την 3 η χιλιετία π.Χ. όταν αναπτύχθηκε η ναυσιπλοΐα. Στον 13 ο αι. π.Χ. αναπτύχθηκαν οικισμοί στις περιοχές Μύτη Κομμένη και Λέδεζα. Αργότερα, η Δοκός, έχασε τη σημασία του αλλά κατά διαστήματα, σε ιστορικές περιόδους, χρησιμοποιήθηκε ως ασφαλές αγκυροβόλιο ή ως στρατηγικό σημείο παρακολούθησης του θαλασσίου περάσματος.

Στις 23 Αυγούστου του 1975, ο Peter Throckmorton, πρωτοπόρος ερευνητής των βυθών και ιδρυτικό μέλος του ΙΕΝΑΕ, εντόπισε μία μεγάλη συγκέντρωση σπασμένης κεραμικής στο βυθό της νήσου Δοκός, σε βάθος 20 μέτρων.

Αργότερα, ο Throckmorton επέστρεψε στο Δοκό με τον αρχαιολόγο και Πρόεδρο του ΙΕΝΑΕ Γιώργο Παπαθανασόπουλο και η κεραμική χρονολογήθηκε στην Πρωτοελλαδική εποχή. Επίσης διαπιστώθηκε ότι πιθανώς επρόκειτο για ναυάγιο του 2200 π.Χ. περίπου. Ακολούθησαν δύο διερευνητικές αποστολές το 1975 και 1977 με την επιστημονική επίβλεψη του Γιώργου Παπαθανασόπουλου και την τεχνική οργάνωση του Νίκου Τσούχλου, στη διάρκεια των οποίων το εύρημα χρονολογήθηκε ακριβέστερα το  2700-2200/2100 π.Χ.. Επίσης, οριοθετήθηκε η έκτασή του στο βυθό σε βάθη 15-30 μέτρων. Επρόκειτο, αναμφίβολα, για το αρχαιότερο ναυάγιο στον κόσμο.
 
Λόγω της σπανιότητας του ευρήματος αλλά και της σημασίας του για την μελέτη της προϊστορικής ναυσιπλοΐας το ΙΕΝΑΕ άρχισε να προγραμματίζει τη συστηματική ανασκαφή του. Αυτή στάθηκε δυνατόν να αρχίσει το 1989 και διήρκεσε τέσσερα έτη.
Το κεραμικό φορτίο που ανελκύστηκε από το βυθό του Δοκού και αποτελούσε εμπόρευμα πλοίου για διανομή, χρονολογείται με ασφάλεια  γύρω στο 2200 π.Χ. Πρόκειται για μία από τις μεγαλύτερες γνωστές συγκεντρώσεις κεραμικής της Πρωτοελλαδικής ΙΙ περιόδου και υποδηλώνει το υψηλό επίπεδο της κεραμικής τεχνολογίας της εποχής. Περιλαμβάνει πλήθος πήλινων αγγείων και σκευών καθημερινής χρήσης, σε μεγάλη ποικιλία σχημάτων, γνωστών από τις ανασκαφές των μεγάλων παραλιακών κέντρων της Λέρνας και της Τίρυνθας και από τους μικρότερους οικισμούς της ευρύτερης περιοχής.
 
Σημαντικότατο και σπάνιο είναι το ναυάγιο 3.200 ετών (Εποχή του Χαλκού 13ος-12ος αι. π.Χ.) που ερευνά το Ινστιτούτο Εναλίων Αρχαιολογικών Ερευνών (ΙΕΝΑΕ) στη νησίδα Μόδι (Πόρος). Το ναυάγιο στο Μόδι είναι μόλις το δεύτερο της Ύστερης Εποχής του Χαλκού που εντοπίζεται από το ΙΕΝΑΕ στον Αργοσαρωνικό. Το πρώτο ήταν του Ακρωτηρίου των Ιρίων (1200 π.Χ.), το φορτίο του οποίου εκτίθεται στο Μουσείο Σπετσών και ερευνήθηκε από το Ινστιτούτο τη δεκαετία του 1990.
Από το φορτίο του πλοίου ανελκύστηκαν δύο πιθαμφορείς σε θραύσματα (ο ένας φέρει διακόσμηση), πέντε υδρίες (οι τρεις βρέθηκαν μέσα στους πιθαμφορείς, στοιχείο που δίνει μία εικόνα για τη διάταξη του φορτίου), μία πρόχου και πολλά άλλα όστρακα κεραμικής.
 
Τα ευρήματα παρουσιάζουν χρονολογική και τυπολογική ομοιογένεια, στοιχεία που επιβεβαιώνουν την ύπαρξη του ναυαγίου και παραπέμπουν σε κοινή προέλευση, που πιθανότατα είναι κάποιο κέντρο της Αργολίδας. Μαζί με τα άλλα θραύσματα (βάσεις, χείλη και λαβές) που έχουν εντοπιστεί μέχρι σήμερα, ο αριθμός των μεταφορικών αγγείων του φορτίου ανέρχεται σε είκοσι τουλάχιστον. Χρονολογούνται στο 12ο αι. π.Χ., μία περίοδο ιδιαίτερα κρίσιμη για την Αιγαιακή προϊστορία, λόγω των ριζικών ανακατατάξεων που συντελούνται στη δομή του μυκηναϊκού κόσμου.
Περισσότερα στοιχεία και ασφαλέστερα συμπεράσματα για το μέγεθος του πλοίου και του φορτίου του, την προέλευσή του και την ακριβέστερη χρονολόγησή του, αναμένονται να προκύψουν με τη συνέχιση της συστηματικής ανασκαφής και μελέτης του ναυαγίου.
Όλα αυτά δεν τα γνωρίζατε; Ή τα γνωρίζατε και τα αγνοήσατε; Και ποιοί οι λόγοι;
Για άλλη μια φορά νοιώθω ότι  καρατομείται μέσω αυτών των ενεργειών η ιστορία μας, η γλώσσα μας, ο πολιτισμός μας. Ας είμαστε όλοι πιο προσεκτικοί και ας μην υποτιμούμε ότι έχομε αποκτήσει.

Κύριε καθηγητά σας αφιερώνω την άποψη του  Φρίντριχ Σίλερ (1759-1805, Γερμανού συγγραφέα και ποιητή) που είχε πει για τον Έλληνα.

"Καταραμένε Έλληνα"-Όπου να γυρίσω τη σκέψη μου, όπου και να στρέψω τη ψυχή μου, μπροστά μου σε βρίσκω.-Τέχνη λαχταρώ, ποίηση, θέατρο, αρχιτεκτονική, εσύ μπροστά μου, πρώτος κι αξεπέραστος.-Επιστήμη αναζητώ, μαθηματικά, φιλοσοφία, ιατρική, κορυφαίος και ανυπέρβλητος.-Για δημοκρατία διψώ, ισονομία και ισοπαλία, εσύ μπροστά μου, ασυναγώνιστος κι ανεπισκίαστος.-Καταραμένε Έλληνα, καταραμένη γνώση.-Γιατί να σ’ αγγίξω;-Για να αισθανθώ πόσο μικρός είμαι, ασήμαντος, μηδαμινός;-Γιατί δεν μ’ αφήνεις στη δυστυχία μου και στην ανεμελιά μου;

   Την Ελλάδα κύριε καθηγητά θα την βρίσκετε μπροστά σας όπου και να πάτε ότι και να κάνετε, γιατί όπως προείπα έχει αυτό που δεν έχει κανένα έθνος πάνω στη γη… τη γλώσσα της, αδιαίρετη και αέναη δια μέσου των αιώνων. Και γλώσσα δεν εννοούμε μόνο την καθομιλουμένη, αλλά τις τέχνες, το θέατρο, τη φιλοσοφία, τη σκέψη.


Κατσούρης Σωτ. Δημήτριος


Πηγή