Πέμπτη 26 Απριλίου 2018

Σαράντος Ι. Καργάκος για την Αμφίπολη

Θεωρούσα ότι θα ήταν δύσκολο να γράψω και να συζητήσω με ένα «ογκόλιθο» της λογοτεχνίας, της φιλολογίας και της ίδιας της σύγχρονης ιστορίας.

Αλλά οι πιο «μεγάλοι» άνδρες, όλοι όσοι δεν έχουν να αποδείξουν τίποτα και σε κανένα, κατά κανόνα είναι οι  πιο απλοί, οι πιο καταδεκτικοί και παράλληλα οι πιο ευγενείς. Τέτοιος είναι και ο Σαράντος Καργάκος, που σε «σκλαβώνει» με την ευγένεια, την καταδεκτικότητα και την συνέπεια μικρού μαθητή!

Αφού λοιπόν έδωσε χαιρετίσματα σε όλους τους φίλους του στην Μακεδονία, που δεν είναι και λίγοι, μας προέτρεψε να διαλέξουμε μόνοι μας τον τρόπο που θα ζήσουμε την ζωή μας.
Άλλωστε το ίδιο δεν κάνει σταθερά και ο ίδιος; Μόνο που δεν συμφωνεί με την γενική παραδοχή ότι η Ελλάδα τρώει τα παιδιά της, αλλά επιμένει ότι κάποια από τα παιδιά της έφαγαν την ίδια την Ελλάδα!

Και δεν έχει άδικο!

Όσο για το «πέσιμο της αυλαίας» στην Αμφίπολη την θεωρεί όχι απλά πολιτική, αλλά κακομοίρικα μικροκομματική!

Όσο για την ουσία, το ποιος είναι τελικά θαμμένος στην Αμφίπολη;

Μα θα μπορούσε ποτέ να αλλάξει γνώμη αυτός που έδειξε από την αρχή το πρόσωπο του Αλέξανδρου; Για ποιον άλλο θα μπορούσε να γίνει εκτός από τον τύμβο και το μνημειώδες έργο, ο Λέων της Αμφιπόλεως;

Σίγουρα πάντως όχι για τον Αριστόνους, που στάθηκε ο πιο ικανός συμπαραστάτης της Ολυμπιάδας, δεν αναμείχθηκε στις διαμάχες των διαδόχων και ήταν υπεύθυνος για την ταφή του Αλέξανδρου και βρέθηκε περιέργως (;) διοικητής στην Αμφίπολη.


S.P.: Κύριε Καργάκο διαβάζοντας τα έργα σας βλέπουμε ότι πάντα επιμένατε ότι ο τάφος του Μεγάλου Αλεξάνδρου, αφού δεν βρέθηκε στην Αίγυπτο, πρέπει να αναζητηθεί στην Μακεδονία και θεωρείτε ως περισσότερο πιθανή τοποθεσία την Αμφίπολη. Που βασίζετε αυτήν σας την άποψη;

Σ.Κ.: Πρώτον, στη διαίσθηση που δεν με γέλασε ποτέ. Δεύτερον, στην ευαισθησία που είχα ως κυνηγός. Ως κυνηγός υδροβίων πτηνών γνώρισα την Αμφίπολη το 1965 και το 1966. Το 1967 μου πήραν το όπλο. Ο κυνηγός δεν βλέπει μόνο με τα μάτια,  βλέπει και με την ακοή, βλέπει και με το πέλμα. Στον κακώς λεγόμενο λόφο Καστά ένιωσα ότι πατούσα σε έδαφος τεχνητό, ότι κάτι κρύβεται μέσα σ’ αυτόν. Δεν έπεσα έξω.

Έβγαλα τότε μια φωτογραφία των δύο παρακείμενων λόφων, που περιέργως χάθηκε μέσα στο χάος των χαρτιών μου, όταν τυπωνόταν η Ολυμπιάδα. Τρίτον, στο ότι η θυελλώδης αυτή γυναίκα, δεν θ’ άφηνε το γυιό της να θαφτεί σε ξένη γη. Τέταρτον, ο Αριστόνους, που δεν αναμείχθηκε στις διαμάχες των διαδόχων, υπεύθυνος για την ταφή, βρέθηκε περιέργως (;) στην Αμφίπολη και στάθηκε ο ποιό ικανός συμπαραστάτης της Ολυμπιάδας. Να ήλθε, άραγε με άδεια χέρια; Πέμπτον όσα έχουν γράψει οι αρχαίοι για την ταφή είναι αντικρουόμενα.

Άλλο λέει ο Αιμιανός κι άλλο ο Αρριανός, που αντλεί το υλικό του από τον Πτολεμαίο, που φυσικά ήθελε το λείψανο του Αλεξάνδρου κτήμα δικό του; Γιατί δεν έχουμε περιγραφή του τάφου του; Άν το λείψανο του Αλεξάνδρου το πήρε όντως ο Πτολεμαίος, θα έπρεπε γι’ αυτό να στήσει μνημείο μεγαλοπρεπές, προσκύνημα των πάντων.

S.P.:Σαφώς κύριε Καργάκο η Ολυμπιάδα θα έκανε τα αδύνατα δυνατά για να φέρει το λείψανο του γιού της στην Μακεδονία, αλλά δεν θα υπήρχε έστω μια μικρή αναφορά σε κάποιο κείμενο για τον τάφο του Αλέξανδρου στην Μακεδονία;

Σ.Κ.: Για κανενός Μακεδόνος βασιλιά (πριν και μετά τον Αλέξανδρο) τον τάφο δεν έχουμε γραπτή μαρτυρία.

Ειδικά για τον Αλέξανδρο, λόγω του φόβου του Κασσάνδρου, η ταφή θα έγινε κρυφά και βιαστικά, όταν μάλιστα φάνηκε βέβαιη η επικράτησή του. Κι αν υπήρχε μνημείο αυτό θα καταστράφηκε.

Ώστόσο, όπως γράφω στην εισαγωγή και στον πρόλογο της «Ολυμπιάδας», υπάρχει μια γραπτή, εύγλωττη μαρτυρία. Είναι η τραγωδία «Ρήσσος» του Ευριπίδη, που αν δεν γράφτηκε από αυτόν, όπως πιστεύεται, έχω τη βάσιμη υποψία ότι πίσω από τον Ρήσσο που η Μούσα, η μητέρα του, τον έθαψε υπό τον βράχο του Παγγαίου, κάποιος άλλος επιφανής νεκρός εμμέσως υποδεικνύεται. Όποιος νοούσε, νοούσε, για ποιόν γράφτηκαν οι στίχοι, όπως λέει ο Κων. Καβάφης.

S.P.: Όταν ξεκίνησαν οι ανασκαφές με ευγένεια θα έλεγα υποδείξατε ότι τα δύο χρόνια θα είναι πολύ μικρό χρονικό διάστημα για να τελειώσει η ανασκαφή. Δύο χρόνια μετά βλέπουμε ότι ακόμα είμαστε στην αρχή. Ποιος φταίει άραγε;

Σ.Κ.: Φταίει σαφώς κυβέρνηση, που έδωσε βλακωδώς στίγμα πολιτικό στην ανασκαφή, αντί να την νοσφισθεί. Υπάρχει ακόμη και εξωγενής πίεση: να μην ξυπνήσει στην ψυχή των Ελλήνων του Αλεξάνδρου η πνοή και να μένουν οι Έλληνες χθαμαλοί.

Γιατί καλώς ή κακώς όλοι σχεδόν οι Έλληνες ταύτισαν την ανασκαφή με τον τάφο –έστω- κενοτάφιο του Αλεξάνδρου. Δεν παραβλέπω ακόμη και το φθόνο των αρχαιολόγων. Γιατί ξεχάστηκε και η άλλη ανακοίνωση για ενδεχόμενη εύρεση στα Στάγειρα ταφικού μνημείου του Αριστοτέλη;

S.P.: Έχετε υποδείξει δύο σημεία στα οποία θεωρείτε ότι κρύβουν τεράστια μυστικά, που όμως δεν έχουν εντρυφήσει οι αρχαιολόγοι. Ο λόφος 131 και ο λόφος πίσω από την θέση του σημερινού λεονταριού. Γιατί δεν σας ακούνε οι αρχαιολόγοι;

Σ.Κ.: Αυτό είναι κάτι που το ξέρουν αυτοί αλλά δεν το ξέρω εγώ. Πιθανώς κάποιοι φοβούνται μήπως δοξασθώ εγώ! Ωστόσο, δεν αποκλείω ποσώς να δικαιωθεί η άποψη της κ.Περιστέρη, ότι δηλαδή ο ανασκαφείς από αυτή χώρος στον κακώνυμο λόφο είναι τάφος του Ηφαιστίωνος, που έγινε με εντολή του Αλεξάνδρου. Αν τούτο επαληθευθεί, τότε πλάι ή αντίκρυ πρέπει να υπάρχει και άλλος ταφικός χώρος του Αλεξάνδρου.

Φρονώ, άλλωστε, ότι ο Αλέξανδρος, που μαχόταν πάντα στην πρώτη γραμμή, μετά το θάνατο του επιστήθιου φίλου του θα είχε φροντίσει για ένα δικό του ταφικό μνημείο, όπως φρόντισε και για τον Βουκεφάλα, το ενδοξότερο άλογο της ιστορίας. Αλλά πού θα ήθελε να ταφεί; Ασφαλώς στη γη των προγόνων του. Ήταν κάτι αυτονόητο.

S.P.: Διαβάζοντάς σας, βλέπω ότι λέτε «στη συνείδηση του απλού λαού ο Αλέξανδρος εξακολουθεί να ζει σαν ένας αγαθοποιός θρύλος». Στις δύσκολες ημέρες που περνάμε άραγε ποιόν άλλο χρειαζόμαστε εκτός από τον Αλέξανδρο και την Κυρά Καλώ, για να δούμε… καλό;

Σ.Κ.: Θα έλεγα έναν Καποδίστρια. Προτιμώ όμως έναν Καραϊσκάκη αλλά που η αθυροστομία του να μη στραφεί μόνο κατά των πολιτικών αλλά και κατά των πολιτών, που γίνονται αθύρματα των δημαγωγών. Ίσως κι ένας Ντε Γκωλ

S.P.: Εδώ και πολλά χρόνια στην Αθήνα ο ανδριάντας του Αλεξάνδρου παραμένει …αποθηκευμένος. Αυτόν τον «Αθηναίο» Αλέξανδρο, ποιος τελικά θα τον ξεθάψει;

Σ.Κ.: Ασφαλώς η βοή λαού που θα γινόταν οργή Θεού. Αλλά δυστυχώς στην Αθήνα –κι όχι μόνο σ’ αυτή- η βοή ακούγεται μόνο για τις ομάδες. Ατυχώς, η πόλη της Παλλάδος δεν ευτύχησε να έχει ψυχωμένους δημάρχους. Και η κάποτε «Χρυσή Νεολαία» περί άλλων σήμερα τυρβάζεται. Εξ άλλου, υπάρχει φόβος να βεβηλώσουν τον ανδριάντα κάποια «επαναστατικοειδή» που «μανιπουλάρονται» από ινστρούχτορες του διάσημου Σόρος –και όχι μόνον.

Ο ανδριάντας θα στηθεί, όταν η Ελλάδα θα επανέλθει στον…τόπο της. Διότι η Ελλάδα ως ιδέα έχει εξορισθεί. Λένε κάποιοι ότι η Ελλάδα τρώει τα παιδιά της. Όχι! Κάποια παιδιά της έφαγαν την Ελλάδα!

S.P.: Πριν τρία χρόνια ζήσαμε την άνοδο της Αμφίπολης. Σήμερα ζούμε την πτώση της.

Είναι δυνατόν η όποια απόφαση για την ανασκαφή στην Αμφίπολη να είναι καθαρά πολιτική;

Σ.Κ.: Η Αμφίπολη δεν είναι κάποια πολιτική παράταξη, που μπορεί να πέσει και να ξεπέσει. Είναι ένας χώρος με μακραίωνη ιστορία, ένας χώρος με τον οποίο συνδέονται οι Ήδωνες, οι Πέρσες κατακτητές, οι Αθηναίοι με τον Κίμωνα και τον Άγνωνα, οι Λακεδαιμόνιοι με τον Βρασίδα, οι Μακεδόνες με τον Φίλιππο, τον Αλέξανδρο, την Ολυμπιάδα, τον Αριστόνουν. Τέλος, ας μην ξεχνάμε ότι στην πόλη αυτή κατέφυγε αλλά αιχμαλωτίστηκε ο τελευταίος βασιλιάς της Μακεδονίας, ο Περσέας.

Ασφαλώς, η τελευταία ανασκαφική έρευνα της κ.Περιστέρη τερματίστηκε όχι απλώς άκομψα, τερματίστηκε άγαρμπα. Δυστυχώς, ένα εθνικό θέμα το κάναμε κομματικό. Η απόφαση για το πέσιμο της αυλαίας δεν ήταν πολιτική, ήταν κακομοίρικα μικροκομματική. Όταν το πληροφορήθηκα, επανέλαβα τη φράση του σπουδαίου Δασκάλου του Γένους Βενιαμίν Λεσβίου: «Ώ πόσο νήπιοι και ψοφοδεείς είμαστε»! Αλλά τα κόμματα μπορεί να θάβονται, η φωνή που έρχεται από το χθες δεν θάβεται. Η Αμφίπολη έχει πολλά στόματα, που κάποτε θα μιλήσουν.

S.P.: Πολλοί λίγοι είναι αυτοί που γνωρίζουν την προσωπική σας σχέση σας με την Αμφίπολη. Αλήθεια τι σημαίνει για σας η Μακεδονία και η ίδια η Αμφίπολη;

Σ.Κ.: Την ξέρουν πολλοί αλλά κάποιοι επιτηδείως την αποσιωπούν. Αφότου αφυπηρέτησα (στρατιώτης του 504 Τ.Π. που είχε έδρα τη Βεύη και το Αμύνταιο) δεν υπήρξε χρονιά που να μην επισκεφθώ την Μακεδονία και τη Θράκη.

Η σύζυγός μου κρατά από τη γενιά του Καπετάν Κόττα. Έχω γράψει πολλά βιβλία για τη Θράκη και την Μακεδονία και κανένα για την ιδιαίτερη πατρίδα μου την Μάνη. Χωρίς οι συμπατριώτες μου να παραπονεθούν. Κάθε μανιάτικη οικογένεια έχει 2 και 3 νεκρούς «φυτεμένους» στα μακεδονικά, ηπειρωτικά και θρακικά χώματα. Η Μακεδονία είναι σάρκα μας. Κι έρχομαι στην Αμφίπολη. Για μένα από το 1965 λειτούργησε σαν μαγνήτης.

Ο χώρος έχει κάτι ειδυλλιακό αλλά αποπνέει μυστήριο. Θαρρείς ότι ακούς παντού φωνές, όταν φυσικά τη διασχίζεις μόνος. Οι φωνές δεν είναι ακόμη αναγνωρίσιμες. Τα ευρήματα δεν έχουν σχεδόν όλα ταυτοποιηθεί.

Η επάργυρη λειψανοθήκη με το αριστουργηματικό χρυσό στεφάνι είναι άραγε του Βρασίδα ή μήπως κάποιου άλλου επιφανέστερου; Και, τέλος πάντων, για ποιόν ή για ποιό μνημείο ή ποιό γεγονός μνημειώδες ο Λέων της Αμφιπόλεως; Τον αισθάνομαι σαν μια Σφίγγα που κρύβει κάποιο μυστικό. Κάποτε η αρχαιολογική σκαπάνη θα το αποκαλύψει.

S.P.: Ποια θεωρείτε ότι θα έπρεπε να είναι εξ αρχής η στάση της τοπικής Δημοτικής Αρχής και τι σημαίνει για σας μια περιοχή να ζει και να ελπίζει στην ανάπτυξη, με βάση το μνημείο;

Σ.Κ.: Δυστυχώς η τοπική Δημοτική Αρχή έχασε ή μάλλον, την υποχρέωσαν να χάσει μια χρυσή ευκαιρία. Υπέδειξα στον κ.Δήμαρχο που μου έκανε την τιμή να με οδηγήσει ως το χώρο της ανασκαφής, τουλάχιστον κατά τους θερινούς μήνες να στηθεί έξω από το χώρο αυτό μια εξέδρα και να προβάλλεται επί οθόνης όλη η ανασκαφική πορεία του έργου από τα χρόνια του Ορλάνδου μέχρι σήμερα. Θα έκοβε 300 εισιτήρια τη βραδιά.

Θα υπήρχε συρροή τουριστών ολοχρονίς, αν υπήρχε δρόμος βατός ως την περιοχή των ανασκαφών. Εκείνο που φοβάμαι είναι τούτο –και το είπα συχνά από το ραδιόφωνο και την τηλοψία: Μήπως γίνει η Αμφίπολη ό,τι έγινε κ αι η κάποτε μαγευτική Λούτσα της Αττικής. Κάποιοι να κτίζουν εδώ κι εκεί ό,τι θέλουν και όπως θέλουν.

Χρειάζεται νέο ρυμοτομικό σχέδιο. Χρειάζεται μια συγκεκριμένη αρχιτεκτονική γραμμή. Χρειάζεται ανάδειξη όχι μόνο των αρχαιοτήτων αλλά και της τοπικής αγροτικής και βιοτεχνικής παραγωγής. Χρειάζεται ένα εργαστήριο για την παραγωγή αντιγράφων του υπέροχου μουσείου. Κι ακόμη χρειάζεται μια μεγάλη ξενοδοχειακή μονάδα που να μη σκιάζει όμως τον αρχαιολογικό χώρο. Ο επισκέπτης να έρχεται, να βλέπει αλλά και να μένει.

Τότε και κάτι ασφαλώς θα αγοράσει. Π.χ. ένα μπουκάλι κρασί με την ένδειξη της Αμφιπόλεως (έχει θαυμάσια σταφύλια η περιοχή) ή ένα δοχείο με εξαίρετο τοπικό λάδι. Ως παλαιός κυνηγός, θα ήθελα κι έναν αυστηρά ελεγχόμενο κυνηγότοπο. Τέλος, στο γειτονικό Παγγαίο, υπάρχουν αρχαίες στοές.

Κάποιες από αυτές πρέπει να γίνουν επισκέψιμες. Στην Κρακοβία κόβουν καθημερινά άφθονη «μονέδα» από την αξιοποίηση ενός αλατωρυχείου. Εμείς, γιατί όχι;



ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΘΕΜΗΣ ΠΕΤΑΛΩΤΗΣ



Πηγή