Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου 2020

Οι Θολωτοί τάφοι στη Μεσσηνία μαρτυρούν τις σχέσεις Ελλάδας-Αιγύπτου

Tα στοιχεία αποδεικνύουν πως η πόλη διαδραμάτιζε σημαντικό ρόλο στον πρώιμο Μυκηναϊκό πολιτισμό Δύο μεγάλους θολωτούς τάφους που ανακαλύφθηκαν μετά από ανασκαφές στην αρχαία πόλη της Πύλου, στη Μεσσηνία, αποδεικνύουν πως η πόλη διαδραμάτιζε σημαντικό ρόλο στον πρώιμο Μυκηναϊκό πολιτισμό.

Αν και οι θολωτοί τάφοι είχαν λεηλατηθεί κατά την αρχαιότητα, οι αρχαιολόγοι ανέφεραν την Τρίτη πως έχουν ανακαλύψει και περισώσει χιλιάδες λεπτά κομμάτια χρυσού που κάποτε στόλιζαν τα πατώματα των τάφων, παρέχοντας μια θεαματική λάμψη στους σκοτεινούς θαλάμους.

Ο μεγαλύτερος τάφος έχει διάμετρο 39 πόδια και ο μικρότερος 28 πόδια. Και τα δύο κατασκευάστηκαν αρχικά με θόλους, οι οποίοι ωστόσο κατέρρευσαν, αναφέρει η «New York Times», σε εκτενές δημοσίευμά της.

Οι αρχαιολόγοι βρήκαν, επίσης, χάντρες από κεχριμπάρι, καρνεϊνό και μαλαχίτη, καθώς και ένα χρυσό μενταγιόν που απεικονίζει το κεφάλι της αιγυπτιακής θεάς Αθωρ (ή και Αθώρ ή Ησατ), την οποία οι Ελληνες ταύτιζαν με την Αφροδίτη. Αυτά τα στοιχεία υποδεικνύουν ότι η Πύλος, μια πόλη με θαυμάσιο λιμάνι, είχε εμπορικές διασυνδέσεις άγνωστες μέχρι τώρα, με την Αίγυπτο και την Εγγύς Ανατολή γύρω στα 1500 π.Χ., την εποχή που οι τάφοι χρησιμοποιούνταν.

Τα δύο νέα ταφικά μνημεία ανακαλύφθηκαν από τους Τζακ Ντέιβις (Jack L. Davis) και Σάρον Στόκερ (Sharon R. Stocker), σύζυγοι και αρχαιολόγοι στο Πανεπιστήμιο του Σινσινάτι (University of Cincinnati), οι οποίοι εργάζονταν στο αρχαιολογικό πεδίο από το 1992.

Τα δύο ταφικά μνημεία ανήκουν σε χρονολογημένη κλίμακα αγγειοπλαστικής σε μια περίοδο γνωστή ως Υστεροελλαδική, η οποία διήρκησε από το 1600 π.Χ. έως το 1500 π.Χ., αν και δεν αναφέρονται οι ακριβείς ημερομηνίες κατασκευής τους.

Η περίοδος έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον, καθώς θεωρείται πως τότε μορφοποιήθηκε ο Μυκηναϊκός πολιτισμός, ο οποίος διήρκησε από το 1600 π.Χ. έως το 1200 π.Χ., όταν και πολλές μεγάλες πόλεις κάηκαν για άγνωστη αιτία. Η ύστερη Μυκηναϊκή περίοδος ήταν αυτή που ενέπνευσε τον Ομηρο και τα έπη του.

Η Εφορεία Αρχαιοτήτων Μεσσηνίας πραγματοποίησε την Τρίτη συνέντευξη Τύπου στο αμφιθέατρο του υπουργείου Πολιτισμού  για τα ευρήματα των δύο θολωτών τάφων στην ανασκαφή του Άνω Εγκλιανού στην Μεσσηνία.



Οι θολωτοί τάφοι και το σημαντικό ερώτημα που προκύπτει


Αρκετά χρόνια πριν, το Υπουργείο Πολιτισμού έκανε τις απαιτούμενες νομικές διαδικασίες για την απαλλοτρίωση του αγροτεμαχίου, το οποίο βρισκόταν ακόμη σε χέρια ιδιωτών. Ο αρχαιολόγος Καρλ Μπλέγκεν, που το 1939 μαζί με τον Κωνσταντίνο Κουρουνιώτη ανακάλυψε το Ανάκτορο του Νέστορος, ζήτησε άδεια κατά τη δεκαετία του 1950 να εξερευνήσει το οικόπεδο, όμως ο ιδιοκτήτης του τότε δεν το επέτρεψε.

Παρ’ όλα αυτά, η σκαπάνη του Μπλέγκεν κατάφερε να φέρει στο φως ένα μεγάλο θολωτό τάφο στην άκρη αυτού του αγροτεμαχίου, τον οποίο ονόμασε Θολωτό Τάφο IV του Άνω Εγκλιανού. Σήμερα, ο τάφος αυτός αποτελεί σημαντικό μέρος του αρχαιολογικού χώρου και ένα δημοφιλές τουριστικό αξιοθέατο.

Το 2018, τρία χρόνια μετά την ανακάλυψη του Τάφου του Γρύπα - Πολεμιστή, και αφού ολοκληρώθηκε επιτέλους η απαλλοτρίωση, ξεκίνησε η ανασκαφή.Με στόχο την εύρεση οικιστικών καταλοίπων καθαρίστηκε η βλάστηση από το αγροτεμάχιο, που ήταν σπαρμένο με κορινθιακή σταφίδα.

Έτσι οι ανασκαφείς παρατήρησαν ότι υπήρχαν συγκεντρωμένες πέτρες στο νοτιοανατολικό τμήμα του αγροτεμαχίου, καθώς και αρκετές μεγάλες πλάκες, πλησίον του Θολωτού Τάφου IV, με κάτι που ομοίαζε με κοιλότητα κάτω από αυτές. Με γνώμονα αυτή την παρατήρηση αλλά και τα ιδιαίτερα αυτά χαρακτηριστικά, προχώρησαν στην εκσκαφή τάφρων από άκρη εις άκρη της έκτασης.

Στα τέλη Μαΐου 2018, ήταν ξεκάθαρο ότι επαναλαμβανόταν το θαύμα όπως ακριβώς συνέβη και στην περίπτωση του Τάφου του Γρύπα - Πολεμιστή το 2015: Βρέθηκαν πολύ σημαντικοί αλλά και εντελώς άγνωστοι τάφοι. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, επρόκειτο για δύο κυψελόσχημα ταφικά μνημεία που ονομάστηκαν Θολωτοί Τάφοι VI και VII.

Οι δρόμοι των Θολωτών Τάφων IV και VII του 2019, βρίσκονται παράλληλα με αυτούς του Θολωτού Τάφου IV που ανακάλυψε ο Μπλέγκεν. Ήταν φανερό ότι κατά μήκος του δρόμου που οδηγούσε από την Ακρόπολη και το Ανάκτορο του Νέστορος προς την Χώρα Τριφυλίας, είχε χτιστεί το πιο σπουδαίο νεκροταφείο από χωροταξική άποψη, την εποχή που ο Μυκηναϊκός Πολιτισμός πρωτοέπαιρνε σάρκα και οστά στην Ηπειρωτική Ελλάδα και κατά τη μετάβαση από τη Μέση στην Ύστερη Εποχή του Χαλκού.

Και οι τρεις θολωτοί τάφοι θα μπορούσαν να είχαν χρησιμοποιηθεί όταν πέθανε ο Γρύπας-Πολεμιστής, κάτι που εγείρει ένα σημαντικό ερώτημα: Γιατί άραγε αυτός είχε ενταφιαστεί ξεχωριστά από τους άλλους και μόνος του;

Στην περίπτωση του Θολωτού Τάφου VI, ο χώρος εντός του θαλάμου είναι τεράστιος. Έχει διάμετρο περίπου 12 μέτρα και οι τοίχοι του διατηρούνται σε ύψος περίπου 4,5 μέτρα πάνω από το δάπεδο του Τάφου.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ανασκαφέων περιείχε κατά προσέγγιση περίπου 1000 κυβικά μέτρα εδάφους και πετρωμάτων, τα οποία είχαν υποστεί κατολίσθηση σε διάφορες χρονικές φάσεις, καθώς ο θόλος του Τάφου είχε καταρρεύσει.

Ωστόσο, υπάρχει σημαντική στρωματογραφία εντός του θαλάμου. Έχει απομονωθεί η φάση κατά την οποία το ανώτερο τμήμα του θαλάμου κατοικούνταν στην Αρχαϊκή - Κλασική Εποχή και σε χαμηλότερο ύψος, φαίνεται να υπάρχει παρουσία κατά τους Σκοτεινούς Χρόνους.

Πιθανόν θα ξετυλιχθεί το κουβάρι της ιστορίας της Ύστερης Εποχής του Χαλκού, που σχετίζεται με αυτόν τον τάφο. Βασικός αρωγός στην προσπάθεια είναι η ποιοτική φωτογραμμετρική τεκμηρίωση σε συνδυασμό με την χωρική χαρτογράφηση με την εφαρμογή εξελιγμένων μεθόδων GIS.

Ο Θολωτός Τάφος VII είναι σημαντικά μικρότερος με διάμετρο μόλις 8,5 μέτρα περίπου, ενώ οι τοίχοι του διατηρούνται μόνο σε ύψος περίπου 2 μέτρων. Όσον αφορά την τοιχοποιία τους, οι τοίχοι αμφότερων των τάφων είναι κατασκευασμένοι με παρόμοιο τρόπο με ακατέργαστους λίθους, ενώ οι δρόμοι τους είναι χωμάτινοι.

Ωστόσο, ανεξήγητο παραμένει ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του Θολωτού Τάφου VI: στην βορειοανατολική και νοτιοανατολική πλευρά του θαλάμου, που βρέθηκαν λαξευτοί λίθοι να κείτονται στο δάπεδο του Τάφου. Η τόσο κοντινή απόσταση που έχουν με τους τοίχους φανερώνει πως δεν μπορεί να έχουν πέσει μέσα στον Τάφο από ψηλά. Μάλλον οι λίθοι είχαν μεταφερθεί από την Ακρόπολη του Ανακτόρου του Νέστορος έχοντας διασωθεί από κτίρια που είχαν προηγουμένως καταστραφεί.

Σε σχέση με προγενέστερες ανακαλύψεις, η χρονολόγηση των νέων τάφων φαίνεται ξεκάθαρη. Ο Θολωτός Τάφος IV που ανακάλυψε ο Μπλέγκεν φαίνεται ότι είχε κατασκευαστεί πρώτος και πιθανώς λειτουργούσε ως μαγνήτης για μεταγενέστερους τάφους.

Όποιος διερχόταν την πύλη του οχυρωματικού τείχους που περιέβαλλε την Ακρόπολη κατά την πρώιμη φάση της Ύστερης Εποχής του Χαλκού, θα τον έβλεπε μπροστά του! Ωστόσο, τόσο οι νέοι θολωτοί τάφοι, όσο και ο Τάφος του Γρύπα Πολεμιστή χτίστηκαν αργότερα, τον 15ο αιώνα π.Χ., κατά την Υστεροελλαδική Περίοδο. ΙΙΑ.

Τα μεγάλα δωμάτια των θαλάμων των δύο τάφων είχαν παραμείνει ασύλητα από την αρχαιότητα, καθώς προστατεύονταν από περίπου σαράντα χιλιάδες λίθους μεγέθους καρπουζιού που είχαν υποστεί κατολίσθηση στο εσωτερικό τους, όταν κατέρρευσε ο θόλος τους.

Σε αμφότερους τους τάφους, ωστόσο, σύμφωνα με το έθιμο των Μυκηναίων που θάβονταν σε τάφους που χρησιμοποιούνταν κατ’ επανάληψη, τα κατάλοιπα των προηγούμενων ταφών παραμερίζονταν ανά τακτά χρονικά διαστήματα ενώ τα κτερίσματα που τους συνόδευαν ανακυκλώνονταν και κατά καιρούς επέστρεφαν στον κόσμο των ζωντανών.

Ο συνολικός χαρακτήρας των ευρημάτων που παρέμειναν στους νέους τάφους και στους δρόμους τους μοιάζουν εξαιρετικά με τους θαλαμωτούς τάφους που απεκάλυψε μεταγενέστερα στις Μυκήνες η ανασκαφική δραστηριότητα του Χρήστου Τσούντα τον 19ο αιώνα, ιδίως ως προς το ύφος των κοσμημάτων και άλλων διάκοσμων, ενώ βρέθηκαν και στοιχεία, τα οποία απουσίαζαν στην Πύλο, και μαρτυρούν δεσμούς με την Εγγύς Ανατολή και την Αίγυπτο.

Ανάμεσα στα πιο συναρπαστικά νέα ευρήματα συγκαταλέγεται ένα χρυσό δαχτυλίδι, το οποίο απεικονίζει δύο βοοειδή που πλαισιώνονται από στάχυα κριθαριού, όπως αναγνωρίστηκε από την καθηγήτρια Ιστορίας και Αρχαιολογίας του ΑΠΘ Τάνια Βαλαμώτη, και ένα χρυσό μενταγιόν που απεικονίζει την κεφαλή της Αιγύπτιας Θεάς Άθωρ. Αυτή η ανακάλυψη παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον λαμβάνοντας υπόψη τον ρόλο που είχε στην Αίγυπτο ως προστάτιδα των νεκρών.

Η ανασκαφική δραστηριότητα και η δημοσίευση των δύο νέων τάφων - οι πρώτοι που ανακαλύφθηκαν εδώ και δεκαετίες - σε μια πολύ σπουδαία τοποθεσία με μυκηναϊκή παρουσία, δίνουν τη δυνατότητα να διασαφηνιστούν ή και να ανατραπούν πτυχές της υπάρχουσας εικόνας της Πύλου στα κρίσιμα στάδια του σχηματισμού κράτους στο Αιγαίο.

Παλαιότερα, ο Θολωτός Τάφος IV φάνταζε στα μάτια πολλών, ως ταφικός θάλαμος μιας οικογένειας που ήταν υπεύθυνη για τη δημιουργία του Μυκηναϊκού κράτους της Πύλου. Η εικόνα τώρα γίνεται πολύ πιο περίπλοκη. Εικάζεται ότι ο Γρύπας Πολεμιστής, υπό το πρίσμα τόσων πολλών εκφράσεων, τόσο στρατιωτικών όσο και θρησκευτικών συμβολισμών που αντιπροσωπεύονται στην εικονογραφία των αντικειμένων που ήταν θαμμένα μαζί του ήταν ένας Βασιλιάς (άναξ) της πρώιμης Μυκηναϊκής περιόδου και ότι εξαιτίας αυτής της ιεραρχίας εξηγείται το γεγονός του χωριστού ενταφιασμού του σε λακκοειδή τάφο, αντί για τους χώρους ταφής των Βασιλιάδων της Πύλου και των οικογενειών τους.

Αυτές οι σημαντικές οικογένειες και οι ιδιώτες είχαν βαθιές επιρροές από τον Μινωϊκό πολιτισμό. Έχτιζαν τα σπίτια τους στην Ακρόπολη με λαξευτούς λίθους επηρεασμένοι από την Μινωϊκή τεχνοτροπία και γέμιζαν τους τάφους τους με κρητικά προϊόντα ανωτέρας ποιότητας που εισήγαγαν.

Η Πύλος μοιάζει μετά τα καινούρια ευρήματα πολύ περισσότερο με τις Μυκήνες όσον αφορά στα νεκροταφεία, χωρίς αυτό να φαίνεται οπισθοδρομικό ή στενά περιορισμένο στην εποχή του Μυκηναϊκού πολιτισμού. Στην πραγματικότητα, η συνολική εικόνα των πρώιμων σταδίων της Ύστερης Εποχής του Χαλκού στην Ηπειρωτική Ελλάδα γίνεται πιο ξεκάθαρη από αυτή των Μυκηνών.

Η ανασκαφική έρευνα του Πανεπιστημίου του Cincinnati μέσω της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα, αποκαλύπτοντας τα δύο νέα θολωτά ταφικά μνημεία, εμπλουτίζει τα αρχαιολογικά δεδομένα στην περιοχή της Πυλίας, παρέχοντας πολύτιμες πληροφορίες για τους διαύλους επικοινωνίας και συναλλαγών με τη Μινωϊκή Κρήτη, την Αίγυπτο και την Εγγύς Ανατολή στις πρώιμες Μυκηναϊκές Περιόδους και ιδιαίτερα πριν από τη μεγάλη ακμή του ανακτόρου του Νέστορος.

Επιπλέον, τίθενται νέα δεδομένα και ερωτήματα σχετικά με το πολιτικό, κοινωνικό και θρησκευτικό καθεστώς στη Δυτική Μεσσηνία. Η αρχαιολογική έρευνα και η μελέτη των ευρημάτων ίσως δώσει τις κατάλληλες απαντήσεις.





Πηγή