Ο Ηρόδοτος ανέφερε ότι ήταν ο μεγαλύτερος ναός στην Ελλάδα. Είχε 155 γιγάντιους κίονες ύψους 20 μέτρων και ήταν αφιερωμένος στη θεά Ήρα, η οποία σύμφωνα με έναν από τους μύθους, γεννήθηκε στη Σάμο κάτω από μια ιτιά στις όχθες του ποταμού Ιμβράσου.
Οι Σάμιοι έχτισαν προς τιμήν της το Ηραίο της Σάμου, το οποίο ήταν ξακουστό σε όλο τον κόσμο. Οι πιστοί ταξίδευαν στη Σάμο από τις περιοχές της Αιγύπτου, της Συρίας, της Ασσυρίας, της Βαβυλώνας, της Μεσοποταμίας και της Περσίας και προσέφεραν αναθήματα στον ναό.
Ο ναός χτίστηκε το 570-560 π.Χ από τον αρχιτέκτονα Ροίκου και τον καλλιτέχνη Θεόδωρο και ολοκληρώθηκε κατά τη τυραννία του Πολυκράτη. Είχε 55,16 μέτρα πλάτος και 108,63 μ. μήκος και βρισκόταν νότια της Σάμου. Το κέντρο της λατρείας ήταν ο Βωμός, ο οποίος ήταν διακοσμημένος με παραστάσεις θηριομαχιών και Σφιγγών. Οι κίονες ήταν κατασκευασμένοι από μάρμαρο και το υπόλοιπο κτήριο ήταν από πωρόλιθο. Σήμερα μόνο ένας από τους κίονες στέκεται ακόμα όρθιος.
Σύμφωνα με τους μελετητές, ο ναός δεν ολοκληρώθηκε, καθώς πέθανε ο Πολυκράτης και ξεκίνησαν οι διαμάχες των διαδόχων.
Στα ελληνιστικά χρόνια λειτουργούσε ως χώρος συνάθροισης των Σαμίων πολιτικών, ενώ την περίοδο της ρωμαϊκής κυριαρχίας μετατράπηκε σε αποθήκη παλαιότερων αναθημάτων. Τον 3ο αιώνα μ.Χ. οικοδομήθηκε ένας επιπλέον ναός στον χώρο και διαμορφώθηκε η Ιερά Οδός, μήκους 6 χλμ, που ένωνε το ιερό με την αρχαία πόλη και περιβαλλόταν από μεγάλα αγάλματα Κούρων. Ακολούθησε ένας μεγάλος σεισμός που κατέστρεψε κτίρια της περιοχής, που σε συνδυασμό με τις επιδρομές γερμανικών φύλων ο οικισμός ερημώθηκε.
Πολλά κτίρια κατεδαφίστηκαν και τα οικοδομικά υλικά τους πωλήθηκαν στη Μικρά Ασία. Οι ανασκαφές που πραγματοποιήθηκαν τέλη του 19ου αιώνα έφεραν στο φως μικρότερους ναούς, βωμούς, σπίτια και σημαντικά ευρήματα από την περίοδο ακμής του νησιού και σήμερα το ιερό συγκαταλέγεται στα μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO.
Πηγή
Οι Σάμιοι έχτισαν προς τιμήν της το Ηραίο της Σάμου, το οποίο ήταν ξακουστό σε όλο τον κόσμο. Οι πιστοί ταξίδευαν στη Σάμο από τις περιοχές της Αιγύπτου, της Συρίας, της Ασσυρίας, της Βαβυλώνας, της Μεσοποταμίας και της Περσίας και προσέφεραν αναθήματα στον ναό.
Ο ναός χτίστηκε το 570-560 π.Χ από τον αρχιτέκτονα Ροίκου και τον καλλιτέχνη Θεόδωρο και ολοκληρώθηκε κατά τη τυραννία του Πολυκράτη. Είχε 55,16 μέτρα πλάτος και 108,63 μ. μήκος και βρισκόταν νότια της Σάμου. Το κέντρο της λατρείας ήταν ο Βωμός, ο οποίος ήταν διακοσμημένος με παραστάσεις θηριομαχιών και Σφιγγών. Οι κίονες ήταν κατασκευασμένοι από μάρμαρο και το υπόλοιπο κτήριο ήταν από πωρόλιθο. Σήμερα μόνο ένας από τους κίονες στέκεται ακόμα όρθιος.
Σύμφωνα με τους μελετητές, ο ναός δεν ολοκληρώθηκε, καθώς πέθανε ο Πολυκράτης και ξεκίνησαν οι διαμάχες των διαδόχων.
Στα ελληνιστικά χρόνια λειτουργούσε ως χώρος συνάθροισης των Σαμίων πολιτικών, ενώ την περίοδο της ρωμαϊκής κυριαρχίας μετατράπηκε σε αποθήκη παλαιότερων αναθημάτων. Τον 3ο αιώνα μ.Χ. οικοδομήθηκε ένας επιπλέον ναός στον χώρο και διαμορφώθηκε η Ιερά Οδός, μήκους 6 χλμ, που ένωνε το ιερό με την αρχαία πόλη και περιβαλλόταν από μεγάλα αγάλματα Κούρων. Ακολούθησε ένας μεγάλος σεισμός που κατέστρεψε κτίρια της περιοχής, που σε συνδυασμό με τις επιδρομές γερμανικών φύλων ο οικισμός ερημώθηκε.
Πολλά κτίρια κατεδαφίστηκαν και τα οικοδομικά υλικά τους πωλήθηκαν στη Μικρά Ασία. Οι ανασκαφές που πραγματοποιήθηκαν τέλη του 19ου αιώνα έφεραν στο φως μικρότερους ναούς, βωμούς, σπίτια και σημαντικά ευρήματα από την περίοδο ακμής του νησιού και σήμερα το ιερό συγκαταλέγεται στα μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO.
Πηγή