Το μικρόσωμο σκυλάκι της αρχαίας Αθήνας που αγαπήθηκε πολύ. Ο κάτοχος του ζώου τίμησε τον σύντροφό του σαν άνθρωπο. Το ασυνήθιστο έκθεμα του Μουσείου
Λίγα χρόνια μετά τη βασιλεία του αυτοκράτορα Αδριανού, κατά τον 3ο αι. μ.Χ., σε μια Αθήνα που ήταν ξακουστή για το πνεύμα της, ένας άνθρωπος εξαιρετικά φιλόζωος «έχασε» τον αγαπημένο του σκύλο. Τον πένθησε σαν μέλος της οικογένειάς του, και για να τον τιμήσει, ετοίμασε μια πολυτελή ταφή: παρήγγειλε μια μικρή μαρμάρινη σαρκοφάγο με την ολόγλυφη παράσταση του σκύλου στο κάλυμμά της, ώστε να αποθέσει το νεκρό ζώο. Αυτό το μαρμάρινο γέρικο μικρόσωμο σκυλάκι, που φοράει ένα περιλαίμιο στολισμένο με πέτρες κι ένα κουδουνάκι, ακίνητο πάνω στο ριγωτό στρωσίδι της κλίνης του, κοιτούσε για χρόνια τους διαβάτες να περνούν από μπροστά του.
Ηταν εκείνοι που περπατούσαν πάνω στην αρχαία οδό, η οποία περνούσε έξω από τα τείχη της Αθήνας με κατεύθυνση προς τα Μεσόγεια. Κι επειδή οι άνθρωποι της αρχαιότητας δεν θεωρούσαν τα ταφικά μνημεία τρομακτικά αλλά ευκαιρία για μια πνευματική συνάντηση με τον κόσμο των σκιών, μάλλον βλέποντάς το θα καλοτύχιζαν τον άνθρωπο που τόσο αγάπησε το ζώο του, αλλά και εκείνο, που έδωσε και δέχτηκε τέτοια τρυφερότητα.
Αυτό το ασυνήθιστο εύρημα, ο «εξηπλωμένος μικρός κύων», αποτελεί το 18ο κατά σειράν αντικείμενο που βγαίνει από τα υπόγεια του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, προκειμένου να παρουσιαστεί στη δράση «Αθέατο Μουσείο».
Πρόκειται για την μικρή μαρμάρινη σαρκοφάγο ρωμαϊκών χρόνων με την ολόγλυφη μορφή ενός μικρού σκύλου στο κάλυμμά της, που αποτελεί ένα σπάνιο ταφικό μνημείο. Σκοπός της είναι να αποκαλυφθούν στο κοινό μερικά από τα εκατοντάδες χιλιάδες ευρήματα που φυλάσσονται στις αποθήκες του, το τεράστιο «μουσείο» που βρίσκεται κάτω από το μουσείο. Αυτός ο μικρός σκύλος είναι το μοναδικό παρόμοιο μνημείο στην Αττική και, σύμφωνα με το Ευρετήριο του μουσείου, έφτασε εδώ τον χειμώνα του 1937 από τον αρχαιολόγο Φοίβο Σπυρόπουλο.
Κανείς δεν ξέρει πώς ήρθε στα χέρια του, γνωρίζουμε όμως ότι βρέθηκε στη βόρεια πλευρά του Εθνικού Κήπου, απέναντι από το τότε Λύκειο Μεταξά, κοντά στον αρχαίο δρόμο που βρισκόταν στην πορεία των σημερινών οδών Βασιλίσσης Σοφίας και Κηφισίας. Μπήκε στην αποθήκη και ξεχάστηκε, μέχρι σήμερα που ξαναβγαίνει στο φως.
Ο «εξηπλωμένος μικρός κύων» εντοπίστηκε το χειμώνα του 1937 στον Εθνικό Κήπο της Αθήνας και μεταφέρθηκε στις αποθήκες του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου.
Στο περίφημο palazzo της Πέγκι Γκούγκενχαϊμ στη Βενετία, μια μαρμάρινη ανάγλυφη επιγραφή στον αύλειο χώρο δηλώνει ότι εκεί κείτεται η ιδιοκτήτρια του οικήματος και τα 14 «μωρά» της, όπως ονόμαζε τα αγαπημένα της σκυλιά. Είναι η έκφραση μιας τέτοιας φιλοζωίας υπερβολική, σημείο μιας εύρωστης εποχής όπως το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα;
Η αρχαιολογία δεν αποφαίνεται για το παρόν, παραθέτει ευρήματα και συνάγει συμπεράσματα. Κατά τη διάρκεια των ανασκαφών για την κατασκευή του μετρό της Αθήνας, ήλθαν στο φως στον χώρο του σταθμού Συντάγματος αρκετοί ρωμαϊκοί τάφοι ζώων, χωρίς όμως επιτύμβια σήματα. Βρέθηκε μάλιστα και μια ιδιαίτερα επιμελημένη ταφή σκύλου με κτερίσματα δύο γυάλινα μυροδοχεία. Ο κάτοχος του ζώου τίμησε τον σύντροφό του σαν άνθρωπο, επιβεβαιώνοντας την ομοιότητα της ρωμαϊκής εποχής με το παρόν ως προς την ελευθερία της προσωπικής έκφρασης στην αγάπη και στο πένθος.
Αν υπήρξε ένας εκκεντρικός πλούσιος με όρους του παρόντος, δεν μπορούμε να το ξέρουμε. Ξέρουμε όμως ότι στον αρχαίο κόσμο, από την κλασική εποχή και ακόμη νωρίτερα, οι άνθρωποι αγαπούσαν και τιμούσαν τα οικόσιτα ζώα, τους σκύλους και τα άλογά τους. Οι γυναίκες και τα μικρά παιδιά απεικονίζονται συχνά σε επιτύμβιες στήλες αγκαλιά με τα μικρά τους σκυλάκια, ενώ οι έφηβοι και οι άνδρες έχουν δίπλα τους τα λαγωνικά τους βγαίνοντας για κυνήγι.
Οσο για τις γάτες, φαίνεται ότι υπήρξαν σπάνιες μέχρι τα κλασικά τουλάχιστον χρόνια, μια «πολυτελής» συνήθεια που ήρθε από την Αίγυπτο.
Πηγή
Λίγα χρόνια μετά τη βασιλεία του αυτοκράτορα Αδριανού, κατά τον 3ο αι. μ.Χ., σε μια Αθήνα που ήταν ξακουστή για το πνεύμα της, ένας άνθρωπος εξαιρετικά φιλόζωος «έχασε» τον αγαπημένο του σκύλο. Τον πένθησε σαν μέλος της οικογένειάς του, και για να τον τιμήσει, ετοίμασε μια πολυτελή ταφή: παρήγγειλε μια μικρή μαρμάρινη σαρκοφάγο με την ολόγλυφη παράσταση του σκύλου στο κάλυμμά της, ώστε να αποθέσει το νεκρό ζώο. Αυτό το μαρμάρινο γέρικο μικρόσωμο σκυλάκι, που φοράει ένα περιλαίμιο στολισμένο με πέτρες κι ένα κουδουνάκι, ακίνητο πάνω στο ριγωτό στρωσίδι της κλίνης του, κοιτούσε για χρόνια τους διαβάτες να περνούν από μπροστά του.
Ηταν εκείνοι που περπατούσαν πάνω στην αρχαία οδό, η οποία περνούσε έξω από τα τείχη της Αθήνας με κατεύθυνση προς τα Μεσόγεια. Κι επειδή οι άνθρωποι της αρχαιότητας δεν θεωρούσαν τα ταφικά μνημεία τρομακτικά αλλά ευκαιρία για μια πνευματική συνάντηση με τον κόσμο των σκιών, μάλλον βλέποντάς το θα καλοτύχιζαν τον άνθρωπο που τόσο αγάπησε το ζώο του, αλλά και εκείνο, που έδωσε και δέχτηκε τέτοια τρυφερότητα.
Αυτό το ασυνήθιστο εύρημα, ο «εξηπλωμένος μικρός κύων», αποτελεί το 18ο κατά σειράν αντικείμενο που βγαίνει από τα υπόγεια του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, προκειμένου να παρουσιαστεί στη δράση «Αθέατο Μουσείο».
Πρόκειται για την μικρή μαρμάρινη σαρκοφάγο ρωμαϊκών χρόνων με την ολόγλυφη μορφή ενός μικρού σκύλου στο κάλυμμά της, που αποτελεί ένα σπάνιο ταφικό μνημείο. Σκοπός της είναι να αποκαλυφθούν στο κοινό μερικά από τα εκατοντάδες χιλιάδες ευρήματα που φυλάσσονται στις αποθήκες του, το τεράστιο «μουσείο» που βρίσκεται κάτω από το μουσείο. Αυτός ο μικρός σκύλος είναι το μοναδικό παρόμοιο μνημείο στην Αττική και, σύμφωνα με το Ευρετήριο του μουσείου, έφτασε εδώ τον χειμώνα του 1937 από τον αρχαιολόγο Φοίβο Σπυρόπουλο.
Κανείς δεν ξέρει πώς ήρθε στα χέρια του, γνωρίζουμε όμως ότι βρέθηκε στη βόρεια πλευρά του Εθνικού Κήπου, απέναντι από το τότε Λύκειο Μεταξά, κοντά στον αρχαίο δρόμο που βρισκόταν στην πορεία των σημερινών οδών Βασιλίσσης Σοφίας και Κηφισίας. Μπήκε στην αποθήκη και ξεχάστηκε, μέχρι σήμερα που ξαναβγαίνει στο φως.
Ο «εξηπλωμένος μικρός κύων» εντοπίστηκε το χειμώνα του 1937 στον Εθνικό Κήπο της Αθήνας και μεταφέρθηκε στις αποθήκες του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου.
Τα 14 «μωρά»
Στο περίφημο palazzo της Πέγκι Γκούγκενχαϊμ στη Βενετία, μια μαρμάρινη ανάγλυφη επιγραφή στον αύλειο χώρο δηλώνει ότι εκεί κείτεται η ιδιοκτήτρια του οικήματος και τα 14 «μωρά» της, όπως ονόμαζε τα αγαπημένα της σκυλιά. Είναι η έκφραση μιας τέτοιας φιλοζωίας υπερβολική, σημείο μιας εύρωστης εποχής όπως το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα;
Η αρχαιολογία δεν αποφαίνεται για το παρόν, παραθέτει ευρήματα και συνάγει συμπεράσματα. Κατά τη διάρκεια των ανασκαφών για την κατασκευή του μετρό της Αθήνας, ήλθαν στο φως στον χώρο του σταθμού Συντάγματος αρκετοί ρωμαϊκοί τάφοι ζώων, χωρίς όμως επιτύμβια σήματα. Βρέθηκε μάλιστα και μια ιδιαίτερα επιμελημένη ταφή σκύλου με κτερίσματα δύο γυάλινα μυροδοχεία. Ο κάτοχος του ζώου τίμησε τον σύντροφό του σαν άνθρωπο, επιβεβαιώνοντας την ομοιότητα της ρωμαϊκής εποχής με το παρόν ως προς την ελευθερία της προσωπικής έκφρασης στην αγάπη και στο πένθος.
Τιμή στα οικόσιτα
Αν υπήρξε ένας εκκεντρικός πλούσιος με όρους του παρόντος, δεν μπορούμε να το ξέρουμε. Ξέρουμε όμως ότι στον αρχαίο κόσμο, από την κλασική εποχή και ακόμη νωρίτερα, οι άνθρωποι αγαπούσαν και τιμούσαν τα οικόσιτα ζώα, τους σκύλους και τα άλογά τους. Οι γυναίκες και τα μικρά παιδιά απεικονίζονται συχνά σε επιτύμβιες στήλες αγκαλιά με τα μικρά τους σκυλάκια, ενώ οι έφηβοι και οι άνδρες έχουν δίπλα τους τα λαγωνικά τους βγαίνοντας για κυνήγι.
Οσο για τις γάτες, φαίνεται ότι υπήρξαν σπάνιες μέχρι τα κλασικά τουλάχιστον χρόνια, μια «πολυτελής» συνήθεια που ήρθε από την Αίγυπτο.
Πηγή