Αυτή την εποχή που οι πάγκοι, γεμίζουν με τα ζουμερά ρόδια, οι μέρες μικραίνουν και η νύχτα έρχεται επελαύνουσα, σαν το άρμα του Πλούτωνα, τώρα που το σκοτάδι απλώνεται και εξορίζει το φως του έμψυχου ήλιου, από τη ζωή μας, το μυαλό μου πάει στην Περσεφόνη και στον αγώνα της Δήμητρας να την κερδίσει, για να μην χαθεί για πάντα στην καταχνιά της χθόνιας γης.
Η Περσεφόνη, η Αξιόκερσα των Καβειρίων μυστηρίων, η Βενδίς των Θρακών, έγινε μέρος της τοπικής λατρείας του πάνθεου του Παγγαίου, με πρωταγωνιστές τον Άρη, το Διόνυσο Σαβάζιο και την πολυσυλλεκτική Άρτεμις. Την γνωρίσαμε ως Άρτεμις Ταυροπόλος, ως Άρτεμις Γαζωραίας, ως Παρθένας στις πλαγιές της Νεαπόλεως και της Οισύμης και ως αιώνιο αποτύπωμα στα βράχια των Φιλίππων.
Σύμφωνα με την παράδοση, στους Φιλίππους, δίπλα στον ποταμό Ζυγάκτη περνούσε ο Θεός του κάτω κόσμου, Πλούτωνας, όταν έσπασε ο άξονας του άρματος και από τότε ο ποταμός, πήρε αυτό το όνομα εις ανάμνηση του γεγονότος. Αυτά μας παραδίδει ο Ρωμαίος ιστορικός Αππιανός, ο οποίος στην περιγραφή του για τη μάχη των Φιλίππων, μέσα σε λίγες γραμμές μας δίνει χρήσιμες πληροφορίες για την τοπογραφία της περιοχής.
(καὶ ποταμὸς ἔστι Ζυγάκτης, ἐν ᾧ τοῦ θεοῦ περῶντος τὸ ἅρμα τὸν ζυγὸν ἄξαι λέγουσι καὶ τῷ ποταμῷ γενέσθαι τὸ ὄνομα. κατωφερὲς δ ‘ἐστὶ τὸ πεδίον, ὡς ἐπιδέξιον μὲν εἶναι τοῖς ἄνωθεν ὁρμῶσιν ἐκ τῶν Φιλίππων, ἄναντες δὲ τοῖς ἐξ ̓Αμφιπόλεως βιαζομένοις.)
Κατά την παράδοση, η αρπαγή της Περσεφόνης έγινε στο Νύσιο πεδίο, αλλά κανείς δεν γνωρίζει που είναι, αφού έχουν διατυπωθεί πολλές εκτιμήσεις για το που βρισκόταν… μια από αυτές, το προσδιορίζει στην περιοχή του Παγγαίου, άλλες στην Ελευσίνα, άλλες στην Σικελία κ.α..
Ωστόσο, στην περίπτωση του Παγγαίου όρους, έχουμε ορισμένα στοιχεία που συνηγορούν υπέρ αυτής της εντοπιότητας του μύθου… δηλαδή ότι εδώ ήταν το Νύσιο Πεδίο. Κατά την αρχαιότητα το μυστικιστικό όνομα του Παγγαίου ήταν Νύσα, όπως και το όνομα της τροφού του θεού Διόνυσου, (όπου το όνομα φαίνεται να είναι σύνθετο, του Διός και της Νύσας), ως εκ τούτου υπάρχει το αρχικό υπόβαθρο της ετυμολογίας της λέξης.
Ωστόσο, υπάρχει και κάτι ακόμη, που συνηγορεί υπέρ του Παγγαίου και αυτό είναι η αποκάλυψη του ψηφιδωτού της αρπαγής της Περσεφόνης και της καθόδου της στον κάτω κόσμο, στον Τύμβο Καστά, το 2014. Κάλλιστα ο Πλούτωνας θα μπορούσε να είχε βγει από την γη κοντά στον Ζυγάκτη ποταμό και να άρπαξε την Περσεφόνη την ώρα που μάζευε λουλούδια με την παρέα της και το άρμα του με βιασύνη, αφού διέσχισε όλο τον κάμπο των Φιλίππων, να έφτασε στην Αμφίπολη, στον Τύμβο Καστά.
Αυτός όμως δεν είναι ο μόνος λόγος, οι Φίλιπποι βρίσκονται βορειοανατολικά του άξονα ΑΝΑΤΟΛΗΣ – ΔΥΣΗ που διατρέχει τον ορεινό όγκο του Παγγαίου, ως εκ τούτου η ζωή και οι χαρές του πάνω κόσμου αποκτούν συμβολική οντότητα στο γεωγραφικό επίπεδο. Το άρμα με την Περσεφόνη επάνω, στην παράσταση του ψηφιδωτού, την απεικονίζει να έχει βρεθεί μέσα σε λίγα λεπτά, από την ανεμελιά της νιότης και τον περίπατο στην εξοχή για το μάζεμα ανθέων, στο να ζει την αγωνία του Θανάτου και του αγνώστου που την περιμένει, της αλλάζει την υπόσταση, αυτή η γρήγορη και δυνατή αλλαγή συναισθημάτων και αυτό το δίνει με ιδιαίτερη ένταση η εικονογράφηση του ψηφιδωτού. Γέρνει το κεφάλι από απελπισία και απλώνει το χέρι, με ένα διφορούμενο νόημα, να αποχαιρετάει τον πάνω κόσμο ή προσπαθεί από κάπου να πιαστεί; Στο πρόσωπο του Άδη ο δημιουργός του ψηφιδωτού έχει αποτυπώσει, την βεβαιότητα για το που πάει αλλά και μια βιασύνη, να μην δει κανείς την αρπαγή.
Ο Ερμής με αυτοπεποίθηση, απλώνει το βήμα και προπορεύεται, ενώ με το χέρι δείχνει το δρόμο. Η παρουσία του ψυχοπομπού Ερμή, είναι μέρος της τελετής καθόδου και του ταξιδιού από την Ανατολή στην Δύση, καθώς η Αμφίπολη βρίσκεται στο νοτιοδυτικό σημείο στον άξονα που διατρέχει το Παγγαίο. Υπό το άγρυπνο βλέμμα του Ερμή, η Περσεφόνη επάνω σε ένα άρμα που το σέρνουν δύο άλογα που καλπάζουν με κατεύθυνση από την Ανατολή προς τη Δύση είναι σαν η ψυχή να έχει ξεκινήσει μια βόλτα στην αιωνιότητα.
Με την ευκαιρία να σημειώσουμε ότι με το Παγγαίο συμβαίνει το παράδοξο, επάνω στην μορφολογία και την τοπογραφία του, να έχουν αποτυπωθεί τα βασικά θεολογικά ζητήματα της Ορφικο – διονυσιακής θεολογίας.
Μια πιο προσεκτική ματιά, οδηγεί το βλέμμα, στα κύματα και τον μαίανδρο του πλαισίου, αναπόσπαστο μέρος και αυτό της παράστασης, δεν είναι μόνο το αέναο της κίνησης και της ροής, του χρόνου και της ενέργειας, αλλά έχει τον δικό του κώδικα που κάποια στιγμή θα αναλυθεί. Είναι με άλλα λόγια ένα βιβλίο κρυμμένης γνώσης.
Ποιο στοιχείο του μνημείου, ήταν στο επίκεντρο της λειτουργίας, ως χώρος απόδοσης τιμής στο αφηρωϊσμένο νεκρό, το ταφικό όρυγμα του τρίτου θαλάμου ή το ψηφιδωτό με την αέναη κίνηση της Περσεφόνης επάνω στο άρμα; Στην πρώτη φάση χρήσης του μνημείου, ήταν το ταφικό όρυγμα, σε δεύτερη φάση χρήσης, όταν τοποθετήθηκε η μαρμάρινη θύρα, μήπως το επίκεντρο ήταν το ψηφιδωτό;
Πιστεύω ότι ούτε το ένα, αλλά ούτε και το άλλο. Και τα δύο, παρέμειναν ενεργά σε όλη την διάρκεια της χρήσης αυτού του μοιραίου μνημείου, δεμένα με μια διαλεκτική σχέση, της καθόδου στον Άδη του νεκρού ή των νεκρών και της προσμονή μιας ανόδου, σε συνδυασμό και με όλα τα υπόλοιπα στοιχεία της ζωής και των κατορθωμάτων, των δύο νεκρών που ιστορούν τα επιστήλια, όπως φυσικά και της σπείρας που δεσπόζει την οροφή, δηλωτικό της αδιάλειπτης κίνησης.
Γράφει ο Θεόδωρος Αν. Σπανέλης
Πηγή
Η Περσεφόνη, η Αξιόκερσα των Καβειρίων μυστηρίων, η Βενδίς των Θρακών, έγινε μέρος της τοπικής λατρείας του πάνθεου του Παγγαίου, με πρωταγωνιστές τον Άρη, το Διόνυσο Σαβάζιο και την πολυσυλλεκτική Άρτεμις. Την γνωρίσαμε ως Άρτεμις Ταυροπόλος, ως Άρτεμις Γαζωραίας, ως Παρθένας στις πλαγιές της Νεαπόλεως και της Οισύμης και ως αιώνιο αποτύπωμα στα βράχια των Φιλίππων.
Σύμφωνα με την παράδοση, στους Φιλίππους, δίπλα στον ποταμό Ζυγάκτη περνούσε ο Θεός του κάτω κόσμου, Πλούτωνας, όταν έσπασε ο άξονας του άρματος και από τότε ο ποταμός, πήρε αυτό το όνομα εις ανάμνηση του γεγονότος. Αυτά μας παραδίδει ο Ρωμαίος ιστορικός Αππιανός, ο οποίος στην περιγραφή του για τη μάχη των Φιλίππων, μέσα σε λίγες γραμμές μας δίνει χρήσιμες πληροφορίες για την τοπογραφία της περιοχής.
(καὶ ποταμὸς ἔστι Ζυγάκτης, ἐν ᾧ τοῦ θεοῦ περῶντος τὸ ἅρμα τὸν ζυγὸν ἄξαι λέγουσι καὶ τῷ ποταμῷ γενέσθαι τὸ ὄνομα. κατωφερὲς δ ‘ἐστὶ τὸ πεδίον, ὡς ἐπιδέξιον μὲν εἶναι τοῖς ἄνωθεν ὁρμῶσιν ἐκ τῶν Φιλίππων, ἄναντες δὲ τοῖς ἐξ ̓Αμφιπόλεως βιαζομένοις.)
Κατά την παράδοση, η αρπαγή της Περσεφόνης έγινε στο Νύσιο πεδίο, αλλά κανείς δεν γνωρίζει που είναι, αφού έχουν διατυπωθεί πολλές εκτιμήσεις για το που βρισκόταν… μια από αυτές, το προσδιορίζει στην περιοχή του Παγγαίου, άλλες στην Ελευσίνα, άλλες στην Σικελία κ.α..
Ωστόσο, στην περίπτωση του Παγγαίου όρους, έχουμε ορισμένα στοιχεία που συνηγορούν υπέρ αυτής της εντοπιότητας του μύθου… δηλαδή ότι εδώ ήταν το Νύσιο Πεδίο. Κατά την αρχαιότητα το μυστικιστικό όνομα του Παγγαίου ήταν Νύσα, όπως και το όνομα της τροφού του θεού Διόνυσου, (όπου το όνομα φαίνεται να είναι σύνθετο, του Διός και της Νύσας), ως εκ τούτου υπάρχει το αρχικό υπόβαθρο της ετυμολογίας της λέξης.
Ωστόσο, υπάρχει και κάτι ακόμη, που συνηγορεί υπέρ του Παγγαίου και αυτό είναι η αποκάλυψη του ψηφιδωτού της αρπαγής της Περσεφόνης και της καθόδου της στον κάτω κόσμο, στον Τύμβο Καστά, το 2014. Κάλλιστα ο Πλούτωνας θα μπορούσε να είχε βγει από την γη κοντά στον Ζυγάκτη ποταμό και να άρπαξε την Περσεφόνη την ώρα που μάζευε λουλούδια με την παρέα της και το άρμα του με βιασύνη, αφού διέσχισε όλο τον κάμπο των Φιλίππων, να έφτασε στην Αμφίπολη, στον Τύμβο Καστά.
Αυτός όμως δεν είναι ο μόνος λόγος, οι Φίλιπποι βρίσκονται βορειοανατολικά του άξονα ΑΝΑΤΟΛΗΣ – ΔΥΣΗ που διατρέχει τον ορεινό όγκο του Παγγαίου, ως εκ τούτου η ζωή και οι χαρές του πάνω κόσμου αποκτούν συμβολική οντότητα στο γεωγραφικό επίπεδο. Το άρμα με την Περσεφόνη επάνω, στην παράσταση του ψηφιδωτού, την απεικονίζει να έχει βρεθεί μέσα σε λίγα λεπτά, από την ανεμελιά της νιότης και τον περίπατο στην εξοχή για το μάζεμα ανθέων, στο να ζει την αγωνία του Θανάτου και του αγνώστου που την περιμένει, της αλλάζει την υπόσταση, αυτή η γρήγορη και δυνατή αλλαγή συναισθημάτων και αυτό το δίνει με ιδιαίτερη ένταση η εικονογράφηση του ψηφιδωτού. Γέρνει το κεφάλι από απελπισία και απλώνει το χέρι, με ένα διφορούμενο νόημα, να αποχαιρετάει τον πάνω κόσμο ή προσπαθεί από κάπου να πιαστεί; Στο πρόσωπο του Άδη ο δημιουργός του ψηφιδωτού έχει αποτυπώσει, την βεβαιότητα για το που πάει αλλά και μια βιασύνη, να μην δει κανείς την αρπαγή.
Ο Ερμής με αυτοπεποίθηση, απλώνει το βήμα και προπορεύεται, ενώ με το χέρι δείχνει το δρόμο. Η παρουσία του ψυχοπομπού Ερμή, είναι μέρος της τελετής καθόδου και του ταξιδιού από την Ανατολή στην Δύση, καθώς η Αμφίπολη βρίσκεται στο νοτιοδυτικό σημείο στον άξονα που διατρέχει το Παγγαίο. Υπό το άγρυπνο βλέμμα του Ερμή, η Περσεφόνη επάνω σε ένα άρμα που το σέρνουν δύο άλογα που καλπάζουν με κατεύθυνση από την Ανατολή προς τη Δύση είναι σαν η ψυχή να έχει ξεκινήσει μια βόλτα στην αιωνιότητα.
Με την ευκαιρία να σημειώσουμε ότι με το Παγγαίο συμβαίνει το παράδοξο, επάνω στην μορφολογία και την τοπογραφία του, να έχουν αποτυπωθεί τα βασικά θεολογικά ζητήματα της Ορφικο – διονυσιακής θεολογίας.
Μια πιο προσεκτική ματιά, οδηγεί το βλέμμα, στα κύματα και τον μαίανδρο του πλαισίου, αναπόσπαστο μέρος και αυτό της παράστασης, δεν είναι μόνο το αέναο της κίνησης και της ροής, του χρόνου και της ενέργειας, αλλά έχει τον δικό του κώδικα που κάποια στιγμή θα αναλυθεί. Είναι με άλλα λόγια ένα βιβλίο κρυμμένης γνώσης.
Ποιο στοιχείο του μνημείου, ήταν στο επίκεντρο της λειτουργίας, ως χώρος απόδοσης τιμής στο αφηρωϊσμένο νεκρό, το ταφικό όρυγμα του τρίτου θαλάμου ή το ψηφιδωτό με την αέναη κίνηση της Περσεφόνης επάνω στο άρμα; Στην πρώτη φάση χρήσης του μνημείου, ήταν το ταφικό όρυγμα, σε δεύτερη φάση χρήσης, όταν τοποθετήθηκε η μαρμάρινη θύρα, μήπως το επίκεντρο ήταν το ψηφιδωτό;
Πιστεύω ότι ούτε το ένα, αλλά ούτε και το άλλο. Και τα δύο, παρέμειναν ενεργά σε όλη την διάρκεια της χρήσης αυτού του μοιραίου μνημείου, δεμένα με μια διαλεκτική σχέση, της καθόδου στον Άδη του νεκρού ή των νεκρών και της προσμονή μιας ανόδου, σε συνδυασμό και με όλα τα υπόλοιπα στοιχεία της ζωής και των κατορθωμάτων, των δύο νεκρών που ιστορούν τα επιστήλια, όπως φυσικά και της σπείρας που δεσπόζει την οροφή, δηλωτικό της αδιάλειπτης κίνησης.
Γράφει ο Θεόδωρος Αν. Σπανέλης
Πηγή