Τρίτη 29 Οκτωβρίου 2019

Ο έρωτας του Διόνυσου για την Αφροδίτη- Πρίαπος- Υμέναιος

Ποιος θα μπορούσε ν’ αντισταθεί στη θεά της ομορφιάς; Εξάλλου η πανέμορφη θεά έσμιξε ερωτικά σχεδόν με όλους τους θεούς. Έτσι, μια φορά η Αφροδίτη ερωτεύτηκε τον ωραιότατο Διόνυσο και, χωρίς να χάσει καιρό, έσμιξε μαζί του. Αυτό πρέπει να έγινε στην Λάμψακο, όπως υποστηρίζουν οι περισσότεροι μυθογράφοι. Ο θεός όμως έφυγε σε λίγο για τις μακρινές Ινδίες. Κατά τη διάρκεια της απουσίας του ερωτεύτηκε τον Άδωνη.

Σαν γύρισε ο Διόνυσος από την εκστρατεία του, τον υποδέχτηκε η θεά της ομορφιάς, η οποία στην κοιλιά της είχε τον καρπό της ένωσής τους. Τον στεφάνωσε με λουλούδια της άνοιξης, αλλά δεν μπόρεσε να τον ακολουθήσει μιας και είχε πολύ βαρύνει από την εγκυμοσύνη και αποσύρθηκε στην Λάμψακο για να γεννήσει.

Η Ήρα, που μισούσε τόσο τον Διόνυσο όσο και την Αφροδίτη, γιατί ήσαν παιδιά του άντρα της Δία, αλλά από άλλες γυναίκες, άγγισε στην κοιλιά την Αφροδίτη με μαγικό τρόπο. Λένε πως εμφανίστηκε με τη μορφή γριά μαμής και πριν τη γέννα ψηλάφισε την κοιλιά της ετοιμόγεννης. Αντί, λοιπόν, να γεννηθεί ένα ωραιότατο παιδί, καρπός των ονομαστών για την ομορφιά γονιών του, την έκανε να γεννήσει τον άσκημο και ξεδιάντροπο θεό της γονιμότητας, τον Πρίαπο.

Το βρέφος, που γεννήθηκε ήταν κακόπλαστο, με μεγάλη γλώσσα και κοιλιά, αλλά και υπερβολικά μεγάλο αιδοίο. . Μόλις η μάνα του το αντίκρισε, φρίκη την κατέλαβε και εγκατέλειψε το νεογέννητο. Φοβόταν τα γέλια των άλλων θεών και τα πειράγματα, να είναι η ωραιότερη θεά και να γεννήσει τέτοιο κακόμορφο παιδί. Το εγκαταλειμμένο κακόμορφο βρέφος, που είχε εκτεθεί στο βουνό, βρήκε ένας βοσκός, που το περιμάζεψε.

Στον τόπο της εγκατάλειψης αργότερα θεμελιώθηκε η πόλη Απαρνήτιδα, γιατί η θεά απαρνήθηκε το μωρό της. Αργότερα η πόλη ονομάστηκε Αβαρνίδα.

Υπάρχει και η παραλλαγή του μύθου, κατά την οποία ο Πρίαπος είναι ο καρπός της ένωσης του κεραυνορίχτη Δία και της Αφροδίτης, μόλις αυτή γύρισε από την Αιθιοπία. Η ζηλιάρα Ήρα ακούμπησε την κοιλιά της εγκυμονούσας Αφροδίτης, γιατί φοβόταν τη γέννηση ενός παιδιού με την ομορφιά της μάνας του και τις αρετές του πατέρα του, που θα διαδεχόταν στη βασιλεία του κόσμου τον Δία και όχι τα παιδιά της, με αποτέλεσμα η θεά να γεννήσει τον δύσμορφο Πρίαπο.

Ο Πρίαπος μεγάλωσε στη Λάμψακο, και πίστευαν πως ο ίδιος θεμελίωσε την πόλη. Κάποιοι, από αντίζηλες προς τη Λάμψακο πόλεις, έλεγαν ότι οι συμπατριώτες του Πρίαπου τον είχαν διώξει, λόγω του υπερφυσικού του πέους. Όμως, αργότερα αναγκάστηκαν να τον θεοποιήσουν για να του αποδώσουν λατρευτικές τελετές.

Ο Πρίαπος θεωρούνταν θεός της γονιμότητας- με την γονιμότητα συνδεόταν πάντοτε ο φαλλός- προστάτης και φύλακας των αγροτικών ζώων, των δέντρων που δίνουν φρούτα, των κήπων, των αμπελιών, των λειμώνων, των κοπαδιών, του πολλαπλασιασμού των ιχθύων και των κυψελών των μελισσών, των ανδρικών γεννητικών οργάνων.

Άλλοι, αντίθετα, έλεγαν πως όταν διώχτηκε ο Διόνυσος από την Ήρα, τον ακολούθησε κι ο γιος του Πρίαπος. Σ’ αυτές τις περιηγήσεις φορούσε έναν χιτώνα ολοπόρφυρο, δώρο της μητέρας του Αφροδίτης για να κρύβει την ασχήμια του ή που να ταιριάζει στης μάνας του την ομορφιά. Έτσι ο Πρίαπος εμφανίζεται στην ακολουθία του Διόνυσου.

Κάποτε ο Πρίαπος συνάντησε σε γιορτή του Διόνυσου έναν γάϊδαρο, που ο θεός τον προίκισε μ’ ανθρώπινη φωνή, γιατί τον είχε καβαλήσει, καθώς ήταν κουρασμένος, για πάει σε κάποιο μέρος. Ο Πρίαπος προκάλεσε το ζώο να συγκρίνουν τα γεννητικά τους όργανα. Σαν φάνηκε πως το ζώο υστερούσε σε μέγεθος, ο Πρίαπος το σκότωσε. Άλλοι λένε πως ο γάϊδαρος υπερτερούσε κι ο Πρίαπος το σκότωσε από ζήλια.

Όπως και να’ χει το θέμα, ο θεός από συμπάθεια προς το άτυχο ζώο, το έκανε αστερισμό. Κάποιοι λένε πως ήταν άλλη η αιτία του σκοτωμού του ζώου. Κάποτε ο Πρίαπος συνάντησε μια Νύμφη, που κοιμόταν, κι θέλησε να την κάνει δικιά του βιάζοντάς την.

Τη στιγμή, που ήταν έτοιμος να της επιτεθεί ο γάϊδαρος γκάρισε, ξυπνώντας τη Νύμφη, κι εκείνη τράπηκε σε φυγή, ματαιώνοντας την πραγμάτωση του λάγνου σχεδίου του. Έτσι ο Πρίαπος σκότωσε το ζωντανό, πάνω στο θυμό του, αφού αυτό του ματαίωσε το σχέδιο.

Όπως ο Διόνυσος, έτσι κι ο Πρίαπος φέρει στο κεφάλι στεφάνι από κισσό και κλήματα, ενώ στο ένα χέρι κρατάει το θύρσο και στο άλλο κύπελλο. Λεγόταν πως στα πρώτα χρόνια η λέξη Πρίαπος ήταν επωνυμία του Διόνυσου.

Η σύνδεση του Πρίαπου με το Διόνυσο μας κάνει να ανατρέξουμε στις ομοειδείς λατρείες τους, που είναι λατρείες αναφερόμενες στη βλάστηση και στη γονιμότητα. Ιδίως στα Διονυσιακά Μυστήρια η λατρεία του ιθυφαλλικού (= σε στύση ) θεού, που συμβόλιζε τη γονιμοποιό δύναμη της φύσης, έφτασε στο απόγειό της.

Τον θεωρούσαν σαν καθολική αρχή του σύμπαντος, τον δημιουργό και χορηγό κάθε αγαθού. Ο υπερμεγέθης φαλλός, ήταν το σύμβολο της θεϊκής δημιουργού δύναμης και της τάσης για αναπαραγωγή.

Ο Πρίαπος κάποτε ερωτεύτηκε τη νύμφη Λωτίδα. Εκείνη, όμως αρνιόταν πεισματικά τον έρωτά του. Συχνά την καταδίωκε, αλλά η νύμφη κατάφερνε να του ξεγλιστρά. Είναι γνωστό πως τον πατέρα του Πρίαπου, τον Διόνυσο τον συνόδευαν οι Νύμφες και οι Μαινάδες, όπως και ο ίδιος ο Πρίαπος

Κάποια νύχτα , που η συνοδεία του Διόνυσου ξεκουραζόταν στην εξοχή, μετά από μια κοπιαστική μέρα διονυσιακών χορών και τελετών, μπόρεσε να την πλησιάσει καθώς κοιμόταν ανάμεσα στις Μαινάδες. Πίστευε πως θα την αιφνιδιάσει μέσα στον ύπνο της και θα σμίξει μαζί της. Μα γκάρισε το γαϊδούρι του Σειληνού και η Λωτίδα ξύπνησε.

 Κατάφερε, λοιπόν, να ξεφύγει από το αγκάλιασμα του Πρίαπου και να το βάλει στα πόδια. Σάστισε από το πάθημά του ο Πρίαπος και το θέαμα της μάταιας επίθεσης προκάλεσε το γέλιο σε όλη την ακολουθία.

Η Λωτίδα για ν’ αποφύγει την επίμονη πολιορκία του Πρίαπου παρακάλεσε τους θεούς να την κάνουν φυτό. Εισακούστηκε και ο θάμνος με τα κόκκινα άνθη που ονομάζουμε λωτό. Αυτή η μεταμόρφωση παρακίνησε τον Οβίδιο να γράψει:

Μάθε συ ότι, καθώς το λένε και τώρα ακόμη νωθροί αγρότες,η Λωτίς, Νύμφη, για ν’ αποφύγει του θεού Πρίαπου σαρκική σμίξη,άλλαξε όψη σε λωτό, τούτη διατηρώντας το όνομά της. 
(Οβίδιος, Μεταμορφώσεις, βιβλ. ΙΧ, 346- 348).

Αυτός ο μύθος είναι ανάλογος του μύθου του άλλου ακόλουθου του θεού Διόνυσου, του Πάνα με τη Σύριγγα, που μεταμορφώθηκε σε καλάμι.

Ο Διόνυσος και η Αφροδίτη απέκτησαν κι άλλο γιο, τον Υμέναιο. Γι’ αυτόν τον Υμέναιο έλεγαν πως έχασε την φωνή και τη ζωή του τραγουδώντας στον γάμο του Διόνυσου και της Αριάδνης.

Ο Υμέναιος είναι θεός – προστάτης του γάμου. Το όνομά του αναφερόταν στα γαμήλια τραγούδια, που τραγουδούσαν οι φίλες και οι υπηρέτριες της νύφης καθώς την οδηγούσαν στο σπίτι του γαμπρού.  Υπάρχουν κι άλλες παραλλαγές του μύθου. Μία μας αναφέρει ότι ήταν γιος του Απόλλωνα και μιάς από τις Μούσες, την Καλλιόπη, ο οποίος τη μέρα του γάμου του καταλήφθηκε από μανία κι από τότε επιζητούσε αιώνια να ξαναπαντρεύεται.

Κάποια άλλη παραλλαγή μας μεταφέρει ότι ήταν ένας πολύ όμορφος νέος από το Άργος, που απελευθέρωσε μια νέα Αθηναία, που είχαν απαγάγει οι Πελασγοί. Αυτή την κοπέλα παντρεύτηκε και ζούσαν τόσο ευτυχισμένα, ώστε η ευτυχία τους να τραγουδιέται στα γαμήλια άσματα και το όνομα του Υμέναιου να συνδεθεί μ’ αυτά.



Πηγή