Η αρχαία ξύλινη γέφυρα της Αμφίπολης έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην οικονομική και εμπορική ανάπτυξη της αρχαίας Αμφίπολης, μιας και συνέδεε τον ποταμό Στρυμόνα με την πόλη. Η Αμφίπολη, ήταν πόλη στρατηγικής σημασίας όχι μόνο λόγω της ναυπηγήσιμης ξυλείας που προσέφερε η περιοχή αλλά και επειδή βρισκόταν κοντά στα χρυσορυχεία του Παγγαίου. Η εξέχουσα σημασία της γέφυρας έγκειται στο γεγονός ότι για πρώτη φορά έχουμε μαρτυρίες για τον τρόπο κατασκευής της υποδομής και της διάταξης των πασσάλων μιας τυπικής, ξύλινης γέφυρας των κλασικών χρόνων.
Η γέφυρα χρονολογείται στα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ. με βάση τα κινητά ευρήματα. Με βάση τις ιστορικές πηγές η πρώτη αναφορά για την ξύλινη γέφυρα της Αμφίπολης έγινε από τον Θουκυδίδη. Συγκεκριμένα, επισημαίνει πως ο Σπαρτιάτης στρατηγός Βρασίδας, το έτος 422 π.Χ. στην μάχη με τον Κλέωνα, όντας ο νικητής της μάχης, κατέλαβε την γέφυρα, η οποία και συνέδεε την πόλη της Αμφίπολης με το λιμάνι της. Αναφορές επίσης για την γέφυρα έχουμε και από τον Ευριπίδη, τον Χάρωνα, τον Αρριανό και τον Ηρόδοτο.
Η αρχαία ξύλινη γέφυρα είχε μήκος 275μ. και βρίσκεται βόρεια της πύλης Γ΄ προς την κατεύθυνση του ποταμού. Σήμερα έχουν σωθεί μόνο 101 πάσσαλοι, που αποτελούσαν την υποδομή της γέφυρας. Eπάνω σ’αυτούς θα πρέπει να είχε αναπτυχθεί ένα σύστημα διαδοκιδώσεως, όπου και θα στερεωνόταν το ξύλινο κατάστρωμα της γέφυρας. Οι πάσσαλοι τοποθετούνται χρονολογικά τόσο στους κλασικούς, ρωμαϊκούς αλλά και στους βυζαντινούς χρόνους. Δυστυχώς όμως εξαιτίας καταστροφών δεν γνωρίζουμε τη συνέχεια της γέφυρας μέσα στο ρεύμα του ποταμού, καθώς επίσης και στην απέναντι όχθη.
Ο τύμβος Καστά στην αρχαία Αμφίπολη μπορεί να μην αποκάλυψε ακόμη τον ένοικο ή τους ενοίκους του. «Αποκάλυψε» όμως τον ανασκαφέα της περιοχής. Τον άγνωστο έως τώρα στους πολλούς, αρχαιολόγο Δημήτρη Λαζαρίδη (1917-1985). Το «Έθνος» εξασφάλισε και φέρνει στο φως για το ευρύ κοινό, τα κυριότερα αποσπάσματα από τις ετήσιες απολογιστικές σημειώσεις του, στα Πρακτικά της Αρχαιολογικής Εταιρείας (1956-1983), που είναι συγκλονιστικές στον πυρήνα τους. Ακολουθεί το απόσπασμα με τίτλο «1976-1980: Η ξύλινη γέφυρα στις όχθες του Στρυμόνα»...
1976-1980 : Η ξύλινη γέφυρα στις όχθες του Στρυμόνα
1976 : Η εξακρίβωση της πορείας του τείχους
Τη χρονιά αυτή οι ανασκαφές κάλυψαν σχετικά μεγάλα χρονικά διαστήματα και ολοκληρώθηκαν στις 22 Δεκεμβρίου. Σταμάτησαν μόνο «λόγω του ενσκήψαντος χειμώνος και των δυσμενεστάτων καιρικών συνθηκών».
«1) εις την διαπίστωσιν της πορείας και του σχήματος του αναφερομένου υπό του Θουκυδίδου «μακρού τείχους» (το κλασικό τείχος), 2) εις την διακρίβωσιν της υπάρξεως δευτέρου τείχους της άνω πόλεως ή ακροπόλεως (επαληθεύτηκε αργότερα), 3) εις την έρευναν του δυτικοτέρου τομέως του βορείου τείχους, 4) εις την συνέχισιν της ερεύνης εις τον υπερμεγέθη τύμβον της θέσεως Καστά...
Εξηκριβώθη η πορεία του τείχους, καθ' όλον σχεδόν το μήκος του. Τα αποτελέσματα των ερευνών ήσαν συναρπαστικά, όχι μόνον διά την διαπίστωσιν της τεραστίας εκτάσεως των οχυρώσεων της Αμφιπόλεως και την μνημειώδη και λίαν εντυπωσιακήν εικόνα τμημάτων τινών των τειχών της, άλλά και διότι διά πρώτην φοράν καθίσταται γνωστόν, ότι το μακρόν τείχος δεν είχε σχήμα χορδής τόξου, όπως εδέχοντο οι επιστήμονες οι ασχοληθέντες με την μάχην και τας οχυρώσεις της πόλεως (Groto, Kromayor, Gomme κ.ά.), εκκινούντος εκ του ποταμού και απολήγοντος εις τον ποταμόν, αλλά μορφήν περιβόλου, μήκους 7.450 μ. περίπου, περικλείοντος σχεδόν ολόκληρον την έκτασιν του οχυρού συμπλέγματος των λόφων, επί των οποίων ιδρύθη η πόλις. Εις δεσπόζουσας θέσεις του τείχους διεπιστώθησαν επτά πύργοι, τετραγώνου ή κυκλικού σχήματος...».
Στον λόφο Καστά βρέθηκαν σε βάθος μέχρι 8 μ. έξι ακόμη «κιβωτιόσχημοι τάφοι ανήκοντες εις υστεροαρχαϊκούς χρόνους». Συγκεντρώθηκαν πολλά ευρήματα. «Το πλέον αξιόλογον ήτο λίαν ενδιαφέρουσα ερμαϊκή στήλη (με κεφαλή του Ερμή), ύψους 0,56 μ. (το κάτω μέρος βρέθηκε τον Φεβρουάριο και το κεφάλι τον Οκτώβριο)...
1977 : Οι έρευνες έδειξαν το πεδίο της μάχης
«Συνεχίσθηκαν κατά το1977 σε μεγάλη κλίμακα, οι ανασκαφές της Αρχαιολογικής Εταιρείας στην αρχαία Αμφίπολη, υπό τη διεύθυνση του υπογραφομένου με την πολύτιμη βοήθεια της αρχαιολόγου - επιστημονικής βοηθού δ. Σταυρούλας Σαμαρτζίδου, που εργάσθηκε επί μήνες, κάτω από δύσκολες συνθήκες, με αξιέπαινο ζήλο.
Στην αντιμετώπιση των διαφόρων θεμάτων και προβλημάτων, πρόθυμη και πολύτιμη ήταν πάντα η βοήθεια της προϊσταμένης της Εφορείας κλασικών αρχαιοτήτων Καβάλας κ. Χάιδως Κουκούλη- Χρυσανθάκη. Η αρχιτέκτων κ. Αναστασία Λαζαρίδου - Μητσοπούλου εξεπόνησε τα σχέδια του μεγάλου τμήματος των οχυρώσεων...
Οι συντηρητές αρχαίων του Μουσείου Καβάλας κ.κ. Γεώργιος Ξυλαπετσίδης και Παναγιώτης Τζανετάκης, εργάστηκαν με ζήλο για τη συντήρηση των ξύλων, σύμφωνα με τις οδηγίες του χημικού της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας κ. Νίκου Μπελογιάννη, που σε αλλεπάλληλες μεταβάσεις του από την Αθήνα στην Αμφίπολη, εξέτασε την κατάσταση διατήρησης των ξύλων και με ιδιαίτερη ευσυνειδησία μελέτησε το θέμα της συντήρησής τους....
Ιδιαίτερο επιστημονικό ενδιαφέρον και ξεχωριστή σημασία για την τοπογραφία της πόλης είχε η ανεύρεση στην ανατολική όχθη εντυπωσιακού και μοναδικού τμήματος της ξύλινης γέφυρας του Στρυμόνος που επανειλημμένα αναφέρει ο Θουκυδίδης (IV. 103, 108), μιας μεγάλης οχυρής πύλης (πύλη Γ), μπροστά στην οποία κατέληγε η γέφυρα, καθώς και μεγάλου αριθμού πασσάλων, κορμών δέντρων και δοκών (1.200 περίπου), που χρησιμοποιήθηκαν κατά διάφορες εποχές σε συστάδες, είτε για την κατασκευή της γέφυρας, είτε για την ενίσχυση του αμμώδους εδάφους της κοίτης του ποταμού και της διατήρησης κάποιου περάσματος, είτε για τη στερέωση και εξασφάλιση του τμήματος των τειχών, που ήταν πολύ κοντά στο ποτάμι.
Το εύρημα των ξύλινων πασσάλων και κορμών δέντρων θα είναι μοναδικό και κατά τούτο, αν με την πρόοδο της έρευνας αποδειχθεί πως μερικοί από αυτούς ανήκουν στο οχυρωματικό έργο «σταύρωμα, που αναφέρει ο Θουκυδίδης (V.10) και που τον τρόπο κατασκευής του περιγράφει ο ιστορικός στα Πλαταιικά (II. 75).
Η αποκάλυψη αυτού του βόρειου τμήματος των οχυρώσεων της πόλης, όπως και της γέφυρας, ρίχνουν καινούργιο φως στη μελέτη της τοπογραφίας και των κινήσεων των δύο αντιπάλων Κλέωνος και Βρασίδα πριν και κατά τη μάχη, όπως και στον καθορισμό του πεδίου της φονικής σύγκρουσης...
Οι εργασίες αποχωμάτωσης και οι ανασκαφές διενεργήθηκαν σε δύο περιόδους, την άνοιξη και το φθινόπωρο, με ολική διάρκεια 4,5 μήνες περίπου και απέβλεπαν: 1) στην έρευνα και αποκάλυψη του δυτικότερου τομέα του βόρειου τείχους, που διαπιστώθηκε στις εργασίες του 1976 2) στη συνέχιση της έρευνας του μεγάλου τύμβου στη θέση «Καστά», 3) στην έρευνα και αποκάλυψη τείχους στη θέση «Κούκλες και 4) στην έρευνα της κλασικής πύλης του βόρειου τείχους ...»
Αφού απαριθμεί και αξιολογεί τα νέα ευρήματα ο Λαζαρίδης περιγράφει τη συνέχιση της έρευνας στη θέση Καστά.
«Επειτα από κοπιαστική και επικίνδυνη προσπάθεια, εξαιτίας των επανειλημμένων κατολισθήσεων αποκαλύφτηκαν νέοι τάφοι της εποχής του Σιδήρου και των υστεροαρχαϊκών χρόνων. Στη θέση Κούκλες (ανατολικά της πόλης) διαπιστώθηκε ότι το τείχος επισκευάζεται σε διαφορετικές εποχές (από τα κλασικά χρόνια ως τα βυζαντινά). Η θέση αυτή ήταν γνωστή σε αρχαιοκάπηλους από το πλήθος των ειδωλίων και άλλων αρχαιοτήτων, που ανευρίσκοντο τυχαία, υπέφερε από την καταστροφική και βάρβαρη δραστηριότητα...»
1978 : Η εμφάνιση της Κ. Περιστέρη
Τη χρονιά αυτή ο Λαζαρίδης γράφει για πρώτη φορά περί «γενναίας χρηματοδότησης» από τον ΕΟΤ. Η Αικατερίνη Περιστέρη συγκαταλέγεται ανάμεσα στους βοηθούς και τους άλλους συνεργάτες, που «πρόσφεραν πολύτιμες υπηρεσίες». Περιγράφει τη συνέχιση των ερευνών για την αρχαία γέφυρα , τους πύργους του τείχους, την ίδια την οχύρωση και τον «αταύτιστο» ναό της γυναικείας θεότητας (αποκαλύφτηκε το 1975).
Για το λόφο Καστά σημειώνει:
«Τόσο στο βόρειο τμήμα του τύμβου, όσο και στο νότιο, έγιναν μεγάλες τομές μήκους 40 μ., πλάτους 15-25 μ. και βάθους ±6 μ. με σκοπό την ανεύρεση σημαντικής ταφικής οικοδομής έγιναν στο βαθύτερο στρώμα των τομών δοκιμαστικές έρευνες, που προχώρησαν σε βάθος ±4 μ., δυστυχώς δίχως αποτέλεσμα....,»
1979 : Η πύλη εισόδου στην Αμφίπολη
Δυο μήνες κράτησαν οι ανασκαφές και προκειμένου να χρηματοδοτηθούν ο Λαζαρίδης απευθύνεται σε διάφορους φορείς. Αφού περιγράφει τ' αποτελέσματα στην ανατολική όχθη του Στρυμόνα, της «μεγάλης κλασικής οικοδομής» εκεί αναλύει τα ευρήματα από δοκιμαστική τομή «στο νότιο τμήμα της αρχαίας περιβόλου, στις πλαγιές λόφου και σε απόσταση ενός περίπου χιλιομέτρου από το μνημείο του Λέοντος της Αμφιπόλεως. Αποκαλύφθηκε εδώ σε άριστη κατάσταση μια αξιόλογη πύλη... Φαίνεται ότι (στα ρωμαϊκά χρόνια) συνδεόταν με την Εγνατία (οδό) ήταν η κύρια είσοδος στην πόλη και χρησίμευε ως τόπος ανίδρυσης δημοσίων μνημείων για ανώτατα πρόσωπα του ρωμαϊκού κράτους».
Εκεί βρέθηκαν και βάθρα με «τιμητικές επιγραφές, το ένα για τον Αύγουστο, που αποκαλείται κτίστης της πόλης και το άλλο για τον ύπατο Λεύκιο Καλπόρνιο Πείσωνα, πάτρωνα και ευεργέτη της Αμφιπόλεως...»
Στη θέση Καστά η έρευνα ήταν περιορισμένη σε έκταση... Αποκαλύφθηκε κιβωτιόσχημος τάφος (ανήκε σε γυναίκα)...
1980 : Το «ευχαριστώ» στους συνεργάτες
Οι έρευνες άρχισαν 28 Αυγούστου και τερματίστηκαν στις 2 Οκτωβρίου. Δεν συνεχίστηκαν, όμως στον λόφο Καστά. Ο Λαζαρίδης πλέκει το εγκώμιο των ανθρώπων που συμμετείχαν:
«Συνεχίστηκαν κατά το 1980 στην Αμφίπολη οι ανασκαφές της Αρχαιολογικής Εταιρείας από τον υπογράφοντα με τη βοήθεια των αρχαιολόγων-επιστημονικών βοηθών δ. Αικ. Περιστέρη και κ. Μ. Οτατζή, του ενθουσιώδους και πολύ ικανού αρχιφύλακα του χώρου κ. Αλ. Κοχλιαρίδη και του ακαταπόνητου φύλακα αρχαιοτήτων κ. Νικ. Κοχλιαρίδη. *Η αρχαιολόγος δ. Ελση Σπαθάρη έκανε και το χρόνο αυτό τα σχέδια των ανασκαφών. Στην αντιμετώπιση των εξόδων των ερευνών, που διάρκεσαν από 28 Αύγούστου έως 2 Οκτωβρίου, έκτος από την Αρχαιολογική Εταιρεία συνέβαλε και το «Ιδρυμα Ψύχα».
Ο κύριος τομέας των ανασκαφών ήταν η ανατολική πλευρά του «μακρού τείχους» του Θουκυδίδη. Οι έρευνες που έγιναν εδώ σε έκταση μήκους 400 μ. περίπου, αποκάλυψαν αξιόλογα τμήματα των οχυρώσεων, που θα συμπληρώσουν το γενικό τοπογραφικό σχέδιο της Αμφιπόλεως...»
Η αποκάλυψη της οχύρωσης
Η ολοκλήρωση της αποκάλυψης των οχυρώσεων της Αμφίπολης, με τις αλλεπάλληλες επισκευές από τα κλασικά χρόνια ως τη βυζαντινή εποχή, ήταν ένα από τα μεγάλα επιτεύγματα του Λαζαρίδη. Ο εντοπισμός των πυλών εισόδου αλλά και η γέφυρα που συνέδεε την πόλη με τον Στρυμόνα έδωσαν μια πλήρη εικόνα της αρχαίας Αμφίπολης (στη φωτογραφία σχεδιάγραμμα της πύλης με την αρχή της περίφημης γέφυρας).
Πηγή1 / Πηγή2
Η γέφυρα χρονολογείται στα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ. με βάση τα κινητά ευρήματα. Με βάση τις ιστορικές πηγές η πρώτη αναφορά για την ξύλινη γέφυρα της Αμφίπολης έγινε από τον Θουκυδίδη. Συγκεκριμένα, επισημαίνει πως ο Σπαρτιάτης στρατηγός Βρασίδας, το έτος 422 π.Χ. στην μάχη με τον Κλέωνα, όντας ο νικητής της μάχης, κατέλαβε την γέφυρα, η οποία και συνέδεε την πόλη της Αμφίπολης με το λιμάνι της. Αναφορές επίσης για την γέφυρα έχουμε και από τον Ευριπίδη, τον Χάρωνα, τον Αρριανό και τον Ηρόδοτο.
Η αρχαία ξύλινη γέφυρα είχε μήκος 275μ. και βρίσκεται βόρεια της πύλης Γ΄ προς την κατεύθυνση του ποταμού. Σήμερα έχουν σωθεί μόνο 101 πάσσαλοι, που αποτελούσαν την υποδομή της γέφυρας. Eπάνω σ’αυτούς θα πρέπει να είχε αναπτυχθεί ένα σύστημα διαδοκιδώσεως, όπου και θα στερεωνόταν το ξύλινο κατάστρωμα της γέφυρας. Οι πάσσαλοι τοποθετούνται χρονολογικά τόσο στους κλασικούς, ρωμαϊκούς αλλά και στους βυζαντινούς χρόνους. Δυστυχώς όμως εξαιτίας καταστροφών δεν γνωρίζουμε τη συνέχεια της γέφυρας μέσα στο ρεύμα του ποταμού, καθώς επίσης και στην απέναντι όχθη.
Ο τύμβος Καστά στην αρχαία Αμφίπολη μπορεί να μην αποκάλυψε ακόμη τον ένοικο ή τους ενοίκους του. «Αποκάλυψε» όμως τον ανασκαφέα της περιοχής. Τον άγνωστο έως τώρα στους πολλούς, αρχαιολόγο Δημήτρη Λαζαρίδη (1917-1985). Το «Έθνος» εξασφάλισε και φέρνει στο φως για το ευρύ κοινό, τα κυριότερα αποσπάσματα από τις ετήσιες απολογιστικές σημειώσεις του, στα Πρακτικά της Αρχαιολογικής Εταιρείας (1956-1983), που είναι συγκλονιστικές στον πυρήνα τους. Ακολουθεί το απόσπασμα με τίτλο «1976-1980: Η ξύλινη γέφυρα στις όχθες του Στρυμόνα»...
1976-1980 : Η ξύλινη γέφυρα στις όχθες του Στρυμόνα
1976 : Η εξακρίβωση της πορείας του τείχους
Τη χρονιά αυτή οι ανασκαφές κάλυψαν σχετικά μεγάλα χρονικά διαστήματα και ολοκληρώθηκαν στις 22 Δεκεμβρίου. Σταμάτησαν μόνο «λόγω του ενσκήψαντος χειμώνος και των δυσμενεστάτων καιρικών συνθηκών».
«1) εις την διαπίστωσιν της πορείας και του σχήματος του αναφερομένου υπό του Θουκυδίδου «μακρού τείχους» (το κλασικό τείχος), 2) εις την διακρίβωσιν της υπάρξεως δευτέρου τείχους της άνω πόλεως ή ακροπόλεως (επαληθεύτηκε αργότερα), 3) εις την έρευναν του δυτικοτέρου τομέως του βορείου τείχους, 4) εις την συνέχισιν της ερεύνης εις τον υπερμεγέθη τύμβον της θέσεως Καστά...
Εξηκριβώθη η πορεία του τείχους, καθ' όλον σχεδόν το μήκος του. Τα αποτελέσματα των ερευνών ήσαν συναρπαστικά, όχι μόνον διά την διαπίστωσιν της τεραστίας εκτάσεως των οχυρώσεων της Αμφιπόλεως και την μνημειώδη και λίαν εντυπωσιακήν εικόνα τμημάτων τινών των τειχών της, άλλά και διότι διά πρώτην φοράν καθίσταται γνωστόν, ότι το μακρόν τείχος δεν είχε σχήμα χορδής τόξου, όπως εδέχοντο οι επιστήμονες οι ασχοληθέντες με την μάχην και τας οχυρώσεις της πόλεως (Groto, Kromayor, Gomme κ.ά.), εκκινούντος εκ του ποταμού και απολήγοντος εις τον ποταμόν, αλλά μορφήν περιβόλου, μήκους 7.450 μ. περίπου, περικλείοντος σχεδόν ολόκληρον την έκτασιν του οχυρού συμπλέγματος των λόφων, επί των οποίων ιδρύθη η πόλις. Εις δεσπόζουσας θέσεις του τείχους διεπιστώθησαν επτά πύργοι, τετραγώνου ή κυκλικού σχήματος...».
Στον λόφο Καστά βρέθηκαν σε βάθος μέχρι 8 μ. έξι ακόμη «κιβωτιόσχημοι τάφοι ανήκοντες εις υστεροαρχαϊκούς χρόνους». Συγκεντρώθηκαν πολλά ευρήματα. «Το πλέον αξιόλογον ήτο λίαν ενδιαφέρουσα ερμαϊκή στήλη (με κεφαλή του Ερμή), ύψους 0,56 μ. (το κάτω μέρος βρέθηκε τον Φεβρουάριο και το κεφάλι τον Οκτώβριο)...
1977 : Οι έρευνες έδειξαν το πεδίο της μάχης
«Συνεχίσθηκαν κατά το1977 σε μεγάλη κλίμακα, οι ανασκαφές της Αρχαιολογικής Εταιρείας στην αρχαία Αμφίπολη, υπό τη διεύθυνση του υπογραφομένου με την πολύτιμη βοήθεια της αρχαιολόγου - επιστημονικής βοηθού δ. Σταυρούλας Σαμαρτζίδου, που εργάσθηκε επί μήνες, κάτω από δύσκολες συνθήκες, με αξιέπαινο ζήλο.
Στην αντιμετώπιση των διαφόρων θεμάτων και προβλημάτων, πρόθυμη και πολύτιμη ήταν πάντα η βοήθεια της προϊσταμένης της Εφορείας κλασικών αρχαιοτήτων Καβάλας κ. Χάιδως Κουκούλη- Χρυσανθάκη. Η αρχιτέκτων κ. Αναστασία Λαζαρίδου - Μητσοπούλου εξεπόνησε τα σχέδια του μεγάλου τμήματος των οχυρώσεων...
Οι συντηρητές αρχαίων του Μουσείου Καβάλας κ.κ. Γεώργιος Ξυλαπετσίδης και Παναγιώτης Τζανετάκης, εργάστηκαν με ζήλο για τη συντήρηση των ξύλων, σύμφωνα με τις οδηγίες του χημικού της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας κ. Νίκου Μπελογιάννη, που σε αλλεπάλληλες μεταβάσεις του από την Αθήνα στην Αμφίπολη, εξέτασε την κατάσταση διατήρησης των ξύλων και με ιδιαίτερη ευσυνειδησία μελέτησε το θέμα της συντήρησής τους....
Ιδιαίτερο επιστημονικό ενδιαφέρον και ξεχωριστή σημασία για την τοπογραφία της πόλης είχε η ανεύρεση στην ανατολική όχθη εντυπωσιακού και μοναδικού τμήματος της ξύλινης γέφυρας του Στρυμόνος που επανειλημμένα αναφέρει ο Θουκυδίδης (IV. 103, 108), μιας μεγάλης οχυρής πύλης (πύλη Γ), μπροστά στην οποία κατέληγε η γέφυρα, καθώς και μεγάλου αριθμού πασσάλων, κορμών δέντρων και δοκών (1.200 περίπου), που χρησιμοποιήθηκαν κατά διάφορες εποχές σε συστάδες, είτε για την κατασκευή της γέφυρας, είτε για την ενίσχυση του αμμώδους εδάφους της κοίτης του ποταμού και της διατήρησης κάποιου περάσματος, είτε για τη στερέωση και εξασφάλιση του τμήματος των τειχών, που ήταν πολύ κοντά στο ποτάμι.
Το εύρημα των ξύλινων πασσάλων και κορμών δέντρων θα είναι μοναδικό και κατά τούτο, αν με την πρόοδο της έρευνας αποδειχθεί πως μερικοί από αυτούς ανήκουν στο οχυρωματικό έργο «σταύρωμα, που αναφέρει ο Θουκυδίδης (V.10) και που τον τρόπο κατασκευής του περιγράφει ο ιστορικός στα Πλαταιικά (II. 75).
Η αποκάλυψη αυτού του βόρειου τμήματος των οχυρώσεων της πόλης, όπως και της γέφυρας, ρίχνουν καινούργιο φως στη μελέτη της τοπογραφίας και των κινήσεων των δύο αντιπάλων Κλέωνος και Βρασίδα πριν και κατά τη μάχη, όπως και στον καθορισμό του πεδίου της φονικής σύγκρουσης...
Οι εργασίες αποχωμάτωσης και οι ανασκαφές διενεργήθηκαν σε δύο περιόδους, την άνοιξη και το φθινόπωρο, με ολική διάρκεια 4,5 μήνες περίπου και απέβλεπαν: 1) στην έρευνα και αποκάλυψη του δυτικότερου τομέα του βόρειου τείχους, που διαπιστώθηκε στις εργασίες του 1976 2) στη συνέχιση της έρευνας του μεγάλου τύμβου στη θέση «Καστά», 3) στην έρευνα και αποκάλυψη τείχους στη θέση «Κούκλες και 4) στην έρευνα της κλασικής πύλης του βόρειου τείχους ...»
Αφού απαριθμεί και αξιολογεί τα νέα ευρήματα ο Λαζαρίδης περιγράφει τη συνέχιση της έρευνας στη θέση Καστά.
«Επειτα από κοπιαστική και επικίνδυνη προσπάθεια, εξαιτίας των επανειλημμένων κατολισθήσεων αποκαλύφτηκαν νέοι τάφοι της εποχής του Σιδήρου και των υστεροαρχαϊκών χρόνων. Στη θέση Κούκλες (ανατολικά της πόλης) διαπιστώθηκε ότι το τείχος επισκευάζεται σε διαφορετικές εποχές (από τα κλασικά χρόνια ως τα βυζαντινά). Η θέση αυτή ήταν γνωστή σε αρχαιοκάπηλους από το πλήθος των ειδωλίων και άλλων αρχαιοτήτων, που ανευρίσκοντο τυχαία, υπέφερε από την καταστροφική και βάρβαρη δραστηριότητα...»
1978 : Η εμφάνιση της Κ. Περιστέρη
Τη χρονιά αυτή ο Λαζαρίδης γράφει για πρώτη φορά περί «γενναίας χρηματοδότησης» από τον ΕΟΤ. Η Αικατερίνη Περιστέρη συγκαταλέγεται ανάμεσα στους βοηθούς και τους άλλους συνεργάτες, που «πρόσφεραν πολύτιμες υπηρεσίες». Περιγράφει τη συνέχιση των ερευνών για την αρχαία γέφυρα , τους πύργους του τείχους, την ίδια την οχύρωση και τον «αταύτιστο» ναό της γυναικείας θεότητας (αποκαλύφτηκε το 1975).
Για το λόφο Καστά σημειώνει:
«Τόσο στο βόρειο τμήμα του τύμβου, όσο και στο νότιο, έγιναν μεγάλες τομές μήκους 40 μ., πλάτους 15-25 μ. και βάθους ±6 μ. με σκοπό την ανεύρεση σημαντικής ταφικής οικοδομής έγιναν στο βαθύτερο στρώμα των τομών δοκιμαστικές έρευνες, που προχώρησαν σε βάθος ±4 μ., δυστυχώς δίχως αποτέλεσμα....,»
1979 : Η πύλη εισόδου στην Αμφίπολη
Δυο μήνες κράτησαν οι ανασκαφές και προκειμένου να χρηματοδοτηθούν ο Λαζαρίδης απευθύνεται σε διάφορους φορείς. Αφού περιγράφει τ' αποτελέσματα στην ανατολική όχθη του Στρυμόνα, της «μεγάλης κλασικής οικοδομής» εκεί αναλύει τα ευρήματα από δοκιμαστική τομή «στο νότιο τμήμα της αρχαίας περιβόλου, στις πλαγιές λόφου και σε απόσταση ενός περίπου χιλιομέτρου από το μνημείο του Λέοντος της Αμφιπόλεως. Αποκαλύφθηκε εδώ σε άριστη κατάσταση μια αξιόλογη πύλη... Φαίνεται ότι (στα ρωμαϊκά χρόνια) συνδεόταν με την Εγνατία (οδό) ήταν η κύρια είσοδος στην πόλη και χρησίμευε ως τόπος ανίδρυσης δημοσίων μνημείων για ανώτατα πρόσωπα του ρωμαϊκού κράτους».
Εκεί βρέθηκαν και βάθρα με «τιμητικές επιγραφές, το ένα για τον Αύγουστο, που αποκαλείται κτίστης της πόλης και το άλλο για τον ύπατο Λεύκιο Καλπόρνιο Πείσωνα, πάτρωνα και ευεργέτη της Αμφιπόλεως...»
Στη θέση Καστά η έρευνα ήταν περιορισμένη σε έκταση... Αποκαλύφθηκε κιβωτιόσχημος τάφος (ανήκε σε γυναίκα)...
1980 : Το «ευχαριστώ» στους συνεργάτες
Οι έρευνες άρχισαν 28 Αυγούστου και τερματίστηκαν στις 2 Οκτωβρίου. Δεν συνεχίστηκαν, όμως στον λόφο Καστά. Ο Λαζαρίδης πλέκει το εγκώμιο των ανθρώπων που συμμετείχαν:
«Συνεχίστηκαν κατά το 1980 στην Αμφίπολη οι ανασκαφές της Αρχαιολογικής Εταιρείας από τον υπογράφοντα με τη βοήθεια των αρχαιολόγων-επιστημονικών βοηθών δ. Αικ. Περιστέρη και κ. Μ. Οτατζή, του ενθουσιώδους και πολύ ικανού αρχιφύλακα του χώρου κ. Αλ. Κοχλιαρίδη και του ακαταπόνητου φύλακα αρχαιοτήτων κ. Νικ. Κοχλιαρίδη. *Η αρχαιολόγος δ. Ελση Σπαθάρη έκανε και το χρόνο αυτό τα σχέδια των ανασκαφών. Στην αντιμετώπιση των εξόδων των ερευνών, που διάρκεσαν από 28 Αύγούστου έως 2 Οκτωβρίου, έκτος από την Αρχαιολογική Εταιρεία συνέβαλε και το «Ιδρυμα Ψύχα».
Ο κύριος τομέας των ανασκαφών ήταν η ανατολική πλευρά του «μακρού τείχους» του Θουκυδίδη. Οι έρευνες που έγιναν εδώ σε έκταση μήκους 400 μ. περίπου, αποκάλυψαν αξιόλογα τμήματα των οχυρώσεων, που θα συμπληρώσουν το γενικό τοπογραφικό σχέδιο της Αμφιπόλεως...»
Η αποκάλυψη της οχύρωσης
Η ολοκλήρωση της αποκάλυψης των οχυρώσεων της Αμφίπολης, με τις αλλεπάλληλες επισκευές από τα κλασικά χρόνια ως τη βυζαντινή εποχή, ήταν ένα από τα μεγάλα επιτεύγματα του Λαζαρίδη. Ο εντοπισμός των πυλών εισόδου αλλά και η γέφυρα που συνέδεε την πόλη με τον Στρυμόνα έδωσαν μια πλήρη εικόνα της αρχαίας Αμφίπολης (στη φωτογραφία σχεδιάγραμμα της πύλης με την αρχή της περίφημης γέφυρας).
Πηγή1 / Πηγή2