«…Όταν στη γη επικράτησε υπερβολική ασέβεια, ο Δίας αποφάσισε να καταστρέψει τον κόσμο με γενικό κατακλυσμό. Βροχές τρομερές κατέκλυσαν την Ελλάδα. Ο Δευκαλίωνας, όμως, γιος του Προμηθέα και της Πανδώρας, μαζί με την γυναίκα του Πύρρα, κόρη του Επιμηθέα, σώθηκαν μέσα σε μια κιβωτό που κατασκεύασαν κατά προτροπή του Προμηθέα.
Παιδιά του Έλληνα ήταν ο Δώρος, ο Αίολος και ο Ξούθος, από τον οποίο γεννήθηκαν ο Ίωνας και ο Αχαιός. Απόγονοι τους ήταν οι Δωριείς, Αιολείς, Ίωνες και Αχαιοί. Ένα γένος των Δωριέων, οι Μακεδνοί ή Μακεδόνες που κατοικούσαν, κατά τον Ηρόδοτο, αρχικά στη Φθιώτιδα μετακινήθηκε προς τον βορρά, στην «Πινδική χώρα». Από το ελληνικό αυτό γένος πήρε και την ονομασία η γύρω από τον «Άνω» Αλιάκμονα και τον Αξιό περιοχή, που από τότε λέγεται Μακεδονία.
Τρεις απόγονοι του Τημένου, ο Γαυάνης, ο Αέροπος και ο Περδίκκας, ξεκίνησαν από το Άργος της Πελοποννήσου και αφού περιπλανήθηκαν στην Ιλλυρία, εγκαταστάθηκαν στην αρχαία «Άνω Μακεδονία» όπου δημιούργησαν τη βασιλική δυναστεία των Αργεαδών και των Τημενιδών». Αυτά αναφέρονται στην Ελληνική Μυθολογία για την προέλευση των Μακεδόνων. Ιστορικά, η πραγματικότητα είναι παρόμοια.
Το 2.000 π.Χ. σημειώνεται η κάθοδος των πρώτων ελληνικών φυλών στη Βαλκανική χερσόνησο. Οι Έλληνες που κατέβηκαν κατά κύματα από το βορρά, προωθούνταν βαθμιαία προς τα παράλια του νότου. Τελευταίο κύμα ήταν οι Δωριείς. Η κάθοδός τους, κατά την παράδοση, προσδιορίζεται 60 χρόνια μετά τα «τρωικά». Οι Δωριείς εγκαταστάθηκαν στην περιοχή της Κεντρικής Στερεάς (Δωρίδα), από όπου στη συνέχεια προωθήθηκαν στην Πελοπόννησο.
Ένα τμήμα των Δωριέων δεν ακολούθησε την κύρια μάζα των ομοφύλων τους και παρέμεινε στην ορεινή περιοχή της Μακεδονίας. Πρόκειται για τους Μακεδόνες, που έδωσαν και το όνομα στην περιοχή αυτή, η οποία έγινε ο γεωγραφικός πυρήνας της Μακεδονίας των ιστορικών χρόνων. Οι Μακεδόνες αποκόπηκαν από τον κύριο κορμό της φυλής τους και για μεγάλο χρονικό διάστημα έζησαν απομονωμένοι στα δυσπρόσιτα βουνά κάτω από συνθήκες καθόλου ειρηνικές, αφού το γειτόνεμα τους με άλλους βόρειους λαούς τους ανάγκαζε να βρίσκονται συνεχώς σε εμπόλεμη κατάσταση.
Ο Ηρόδοτος με το έργο του, διέσωσε και την παράδοση με βάση την οποία καθιερώθηκε ο «ήλιος της Βεργίνας» ως σύμβολο της βασιλικής δυναστείας των Μακεδόνων. Σύμφωνα με τα γραφόμενά του, όταν οι τρεις νέοι, απόγονοι των Αργεαδών ή Τημενιδών του Άργους της Πελοποννήσου, Γαυάνης, Αέροπος και Περδίκκας, έφυγαν από το Άργος κατέληξαν, έπειτα από περιπλανήσεις, στην υπηρεσία του βασιλιά της πόλης Λεβαία της Ιλλυρίας αναλαμβάνοντας να φυλάνε τα άλογα, τα βόδια και τα πρόβατα του.
Ένα σημάδι όμως, έκανε το βασιλιά να φοβηθεί, καθώς πίστεψε πως οι τρεις νέοι προορίζονται να αναλάβουν μεγάλη θέση. Τους κάλεσε και τους έδωσε εντολή να φύγουν από τη χώρα του, χωρίς μάλιστα να πληρωθούν για τη δουλειά που έκαναν. Οι νέοι διαμαρτυρήθηκαν και εκείνος τους υπέδειξε να πάρουν ως «μισθό»… τον ήλιο που εκείνη την ώρα έριχνε τις ακτίνες του στο δάπεδο του σπιτιού του μέσα από την καπνοδόχο.
Οι μεγαλύτεροι από τους τρεις νέους, ο Γαυάνης και ο Αεροπός ξαφνιάστηκαν με τα λόγια του. Ο πιο μικρός όμως, ο Περδίκκας, αποδέχτηκε την πρόταση του. Έβγαλε το μαχαίρι του, χάραξε στο δάπεδο τρεις φορές τον ήλιο με τις ακτίνες του, έκοψε το κομμάτι από το δάπεδο, το έβαλε στον κόρφο του και έφυγε μαζί με τους άλλους, καταλήγοντας έπειτα από περιπέτειες στη Μακεδονία. Εκεί εγκαταστάθηκαν γύρω από τους κήπους του Μίδα, γιου του Γορδίου, όπου στον κήπο τους φύτρωναν μόνα τους εξηντάφυλλα τριαντάφυλλα με διαφορετικό και πιο έντονο άρωμα το ένα από το άλλο.
Με πληροφορίες από το βιβλίο «Η ιστορία της Θεσσαλονίκης», του Απόστολου Παπαγαννόπουλου – εκδόσεις ΡΕΚΟΣ.
Πηγή
Από τον Δευκαλίωνα και την Πύρρα γεννήθηκε ο Έλληνας.
Τρεις απόγονοι του Τημένου, ο Γαυάνης, ο Αέροπος και ο Περδίκκας, ξεκίνησαν από το Άργος της Πελοποννήσου και αφού περιπλανήθηκαν στην Ιλλυρία, εγκαταστάθηκαν στην αρχαία «Άνω Μακεδονία» όπου δημιούργησαν τη βασιλική δυναστεία των Αργεαδών και των Τημενιδών». Αυτά αναφέρονται στην Ελληνική Μυθολογία για την προέλευση των Μακεδόνων. Ιστορικά, η πραγματικότητα είναι παρόμοια.
Το 2.000 π.Χ. σημειώνεται η κάθοδος των πρώτων ελληνικών φυλών στη Βαλκανική χερσόνησο. Οι Έλληνες που κατέβηκαν κατά κύματα από το βορρά, προωθούνταν βαθμιαία προς τα παράλια του νότου. Τελευταίο κύμα ήταν οι Δωριείς. Η κάθοδός τους, κατά την παράδοση, προσδιορίζεται 60 χρόνια μετά τα «τρωικά». Οι Δωριείς εγκαταστάθηκαν στην περιοχή της Κεντρικής Στερεάς (Δωρίδα), από όπου στη συνέχεια προωθήθηκαν στην Πελοπόννησο.
Ένα τμήμα των Δωριέων δεν ακολούθησε την κύρια μάζα των ομοφύλων τους και παρέμεινε στην ορεινή περιοχή της Μακεδονίας. Πρόκειται για τους Μακεδόνες, που έδωσαν και το όνομα στην περιοχή αυτή, η οποία έγινε ο γεωγραφικός πυρήνας της Μακεδονίας των ιστορικών χρόνων. Οι Μακεδόνες αποκόπηκαν από τον κύριο κορμό της φυλής τους και για μεγάλο χρονικό διάστημα έζησαν απομονωμένοι στα δυσπρόσιτα βουνά κάτω από συνθήκες καθόλου ειρηνικές, αφού το γειτόνεμα τους με άλλους βόρειους λαούς τους ανάγκαζε να βρίσκονται συνεχώς σε εμπόλεμη κατάσταση.
«O ήλιος της Βεργίνας» σύμβολο της βασιλικής δυναστείας των Μακεδόνων
Ο Ηρόδοτος με το έργο του, διέσωσε και την παράδοση με βάση την οποία καθιερώθηκε ο «ήλιος της Βεργίνας» ως σύμβολο της βασιλικής δυναστείας των Μακεδόνων. Σύμφωνα με τα γραφόμενά του, όταν οι τρεις νέοι, απόγονοι των Αργεαδών ή Τημενιδών του Άργους της Πελοποννήσου, Γαυάνης, Αέροπος και Περδίκκας, έφυγαν από το Άργος κατέληξαν, έπειτα από περιπλανήσεις, στην υπηρεσία του βασιλιά της πόλης Λεβαία της Ιλλυρίας αναλαμβάνοντας να φυλάνε τα άλογα, τα βόδια και τα πρόβατα του.
Ένα σημάδι όμως, έκανε το βασιλιά να φοβηθεί, καθώς πίστεψε πως οι τρεις νέοι προορίζονται να αναλάβουν μεγάλη θέση. Τους κάλεσε και τους έδωσε εντολή να φύγουν από τη χώρα του, χωρίς μάλιστα να πληρωθούν για τη δουλειά που έκαναν. Οι νέοι διαμαρτυρήθηκαν και εκείνος τους υπέδειξε να πάρουν ως «μισθό»… τον ήλιο που εκείνη την ώρα έριχνε τις ακτίνες του στο δάπεδο του σπιτιού του μέσα από την καπνοδόχο.
Οι μεγαλύτεροι από τους τρεις νέους, ο Γαυάνης και ο Αεροπός ξαφνιάστηκαν με τα λόγια του. Ο πιο μικρός όμως, ο Περδίκκας, αποδέχτηκε την πρόταση του. Έβγαλε το μαχαίρι του, χάραξε στο δάπεδο τρεις φορές τον ήλιο με τις ακτίνες του, έκοψε το κομμάτι από το δάπεδο, το έβαλε στον κόρφο του και έφυγε μαζί με τους άλλους, καταλήγοντας έπειτα από περιπέτειες στη Μακεδονία. Εκεί εγκαταστάθηκαν γύρω από τους κήπους του Μίδα, γιου του Γορδίου, όπου στον κήπο τους φύτρωναν μόνα τους εξηντάφυλλα τριαντάφυλλα με διαφορετικό και πιο έντονο άρωμα το ένα από το άλλο.
Με πληροφορίες από το βιβλίο «Η ιστορία της Θεσσαλονίκης», του Απόστολου Παπαγαννόπουλου – εκδόσεις ΡΕΚΟΣ.
Πηγή