Οἱ ἀγαθοὶ εὐαπάτητοι.
|
Οἱ καλοὶ εὔκολα ἐξαπατῶνται.
|
Μήτε εὐήθης ἴσθι μήτε κακοήθης.
|
Οὔτε ἀγαθιάρης νὰ εἶσαι, οὔτε κακοήθης.
|
Ὃ ἂν ἕλῃ, βεβαίως τηρῶν διάμενε.
|
Ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο ἤθελες ἐκλέξει νὰ κανείς, συνέχισέ το σταθερά.
|
Βραδέως ἐγχείρει τοῖς πραττομένοις. Ἐγχειρίσας δὲ πρᾶττε βεβαίως.
|
Νὰ ἐπιχειρεῖς ἀργὰ (καὶ κατόπιν σκέψεως) αὐτὰ τὰ ὁποῖα πρόκειται νὰ
κάνεις. Ὅταν ὅμως τὰ ξεκινήσεις νὰ ἐνεργεῖς μὲ ἀποφασιστικότητα.
|
Βραδέως ἐγχείρει, ὃ δ᾿ ἂν ἄρξῃ διαβεβαιοῦ.
|
Βραδέως νὰ ἐπιχειρεῖς κάτι. Ἐκεῖνο ὅμως που θὰ ἀρχίσεις νὰ κανεὶς νὰ τὸ
παρακολουθεῖς ὅτι θὰ γίνει.
|
Ἀτυχῆ εἶναι τὸν ἀτυχίαν μὴ φέροντα.
|
Ἀτυχὴς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ ὑποφέρει τὴν ἀτυχία.
|
Τὸ γνῶθι σαυτὸν χρήσιμον εἰς νουθεσίαν τῶν ἀλαζόνων, οἳ ὑπὲρ τὴν ἑαυτῶν
δύναμιν φλυαροῦσιν.
|
Τὸ νὰ γνωρίσει κανεὶς τὸν ἑαυτό του εἶναι ὠφέλιμο στους ἀλαζόνες, οἱ
ὁποῖοι φλυαροῦν ὑπερβάλλοντες τὴν δύναμη τους.
|
Ἀφροσύνην μὴ προσδέχου.
|
Τὴν ἀφροσύνη νὰ μὴν τὴν παραδέχεσαι.
|
Φρόνησιν ἀγάπα.
|
Νὰ ἀγαπᾷς τὴν σύνεση.
|
Δοκεῖ ἔνδοξος γενέσθαι καὶ βασιλεὺς καὶ τύραννος εἰ τρόποις χρῶτο τοῖς
νόμοις τῆς πατρίδος.
|
Εἶναι φανερὸ ὅτι θὰ γινόταν ἔνδοξος καὶ Βασιλεὺς καὶ Τύραννος, ἐὰν
συμπεριφερόταν σύμφωνα μὲ τοὺς Νόμους τῆς Πατρίδας.
|
Ἄρχεσθαι μαθών, ἄρχειν ἐπιστήσῃ.
|
Ἂν μάθεις πρῶτα νὰ κυβερνάσαι, θὰ μάθεις καὶ νὰ κυβερνᾷς.
|
Κρατίστην εἶναι δημοκρατίαν ἐν ᾗ πάντες ὡς τύραννον φοβοῦνται τὸν νόμον.
|
Ἡ πλέον καλὴ ἀπὸ ὄλες τις δημοκρατίες, εἶναι ἐκείνη στην ὁποία ὅλοι σὰν
τύραννο φοβοῦνται τὸν νόμο.
|
Τί γλυκὺ ἀνθρώποις; Ἐλπίς.
|
Τί εἶναι γλυκὸ στοὺς ἀνθρώπους; Ἡ Ἐλπίδα.
|
Ἀνάξιον ἄνδρα μὴ ἐπαίνει διὰ πλοῦτον.
|
Τὸν ἀνάξιο ἄνδρα μὴν τὸν ἐπαινεῖς για τὰ πλούτη του.
|
Νόσος ψυχῆς, τὸ τῶν ἀδυνάτων ἐρᾶν.
|
Εἶναι ἀρρώστεια τῆς ψυχῆς, τὸ νὰ ἐπιθυμεῖ κανεὶς τὰ ἀδύνατα.
|
Τῶν θανάτων κακός ἐστιν ὁ ἀπὸ τῶν νόμων ἐπαγόμενος.
|
Ἀπὸ τοὺς θανάτους κακὸς εἶναι ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος προκαλεῖται ἀπὸ τὴν
ἐπιβολὴ τοῦ Νόμου.
|
Ζῆν κρίττόν ἐστι ἐπὶ στοιβάδος κατακείμενον καὶ θαρρεῖν ἢ ταράττεσθαι
χρυσὴν ἔχοντα κλίνην.
|
Εἶναι προτιμότερο νὰ ζει κανεὶς ξαπλωμένος πάνω σὲ στρῶμα φτωχικὸ καὶ νὰ
διατηρεὶ τὸ θάρρος του, παρὰ νὰ ἀγωνιᾶ πάνω σὲ χρυσὸ κρεβάτι.
|
Περὶ θεῶν λέγε, ὥς εἰσιν.
|
Γιὰ τοὺς θεοὺς νὰ μιλᾶς ὅπως τοὺς ἁρμόζει.
|
Τῶν ζῴων χαλεπώτατόν ἐστι, τῶν μὲν ἀγρίων ὁ τύραννος, τῶν δὲ ἡμέρων ὁ
κόλαξ.
|
Ἀπὸ ὅλα τὰ ζῷα τὰ χειρότερα εἶναι, ἀπὸ τὰ μὲν ἄγρια ὁ τύραννος, ἀπὸ τὰ δὲ
ἥμερα ὁ κόλακας.
|
Λάλει καίρια.
|
Νὰ λὲς τὰ σωστά.
|
Μὴ ταχὺ λάλει. Μανίαν γὰρ ἐμφαίνει.
|
Νὰ μὴν βιάζεσαι νὰ μιλᾶς. Γιατὶ αὐτὸ δείχνει ἄνθρωπο μανιακό.
|
Φίλει μὲν ὡς ὁ μισήσων, μίσει δὲ ὡς φιλήσων.
|
Νὰ ἀγαπᾷς, σὰν νὰ πρόκειται νὰ μισήσεις, καὶ νὰ μισεῖς σὰν νὰ πρόκειται
νὰ ἀγαπήσεις.
|
Ἄριστον δοκεῖν, οἶκον εἶναι ἐν ᾧ τοιοῦτός ἐστιν ὁ δεσπότης δι᾿ αὐτόν,
οἷος ἔξω διὰ τὸν νόμον.
|
Ἀρίστη μοῦ φαίνεται ἡ οἰκία στην ὁποία ὁ οἰκοδεσπότης της μέσα σὲ αὐτὴν
συμπεριφέρεται μὲ τὸν ἴδιο τρόπο ἐπειδὴ τὴν σέβεται, ὅπως συμπεριφέρεται κι
ἔξω ἐπειδὴ σέβεται τὸν νόμον.
|
Τὸ μὲν ἰσχυρὸν γενέσθαι, τῆς φύσεως ἔργον. Τὸ δὲ λέγειν δύνασθαι τὰ
συμφέροντα τῇ πατρίδι, ψυχῆς ἴδιον καὶ φρονήσεως.
|
Τὸ νὰ εἶναι κανεὶς ἰσχυρὸς εἶναι ἔργο τῆς φύσῃς. Τὸ νὰ μπορεῖ νὰ λέει
ὅμως αὐτά ποὺ συμφέρουν τὴν πατρίδα εἶναι γνώρισμα τῆς ψυχῆς καὶ τῆς σύνεσης.
|
Πείσας λαβέ, μὴ βιασάμενος.
|
Νὰ παίρνεις ὅταν ἔχεις πείσει τὸν ἄλλον, ὄχι μὲ τὴν βία.
|
Νόει τὸ πραττόμενον.
|
Νὰ κατανοεῖς αὐτὸ τὸ ὁποῖο κάνεις.
|
Ὅ,τι ἂν ἀγαθὸν πράττῃς, Θεοὺς μὴ σεαυτὸν αἰτιῶν.
|
Ὅ,τι καλὸ κάνεις, νὰ τὸ ἀποδίδεις στοὺς θεοὺς ὄχι στον ἑαυτό σου.
|
Κτῆσαι ἐν μὲν νεότητι εὐπραξίαν, ἐν δὲ τῷ γήρᾳ σοφίαν.
|
Νὰ ἀποκτᾶς στὴν μὲν νεότητά σου τὴν εὐτυχία ἀπὸ τὶς σωστὲς πράξεις, στὴν
γεροντική σου δὲ ἡλικία, σοφία.
|
Ἐφόδιον ἀπὸ νεότητος εἰς γήρας ἀναλαμβάνε σοφίαν. Βεβαιότερον γὰρ τοῦτο
ἄλλων κτημάτων.
|
Ἀπὸ τῇ νεανικῇ σοῦ ἡλικίᾳ νὰ παίρνεις σὰν ἀναγκαῖο ἐφόδιο για τὰ γηρατειὰ
τὴν σοφία. Γιατὶ αὐτὴ εἶναι τὸ σταθερότερο ἀπόκτημα ἀπὸ ὅλα τὰ ἄλλα.
|
Ὧν ἡ τύχη κυρία δοῦναι καὶ ἀφελέσθαι, οὐ δεήσει οὐδενός.
|
Δὲν ἔχεις ἀνάγκη κανενὸς πράγματος, ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ ἡ τύχη ἔχει τὸ
δικαίωμα νὰ σοῦ τὰ δίδει ἢ νὰ σοῦ τὰ ἀφαιρεῖ.
|
ΘΑΛΗΣ
Πῶς ἄν τις ἀτυχίαν ῥάστα φέρει; Εἰ τοὺς ἐχθροὺς χεῖρον πράσσοντας βλέποι.
|
Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ ὑποφέρει κανεὶς τὴν ἀτυχία πιὸ εὔκολα; Ἂν βλέπει
τοὺς ἐχθρούς του νὰ δυστυχοῦν περισσότερο ἀπὸ ἐκεῖνον.
|
Τί δύσκολον; Τὸ ἑαυτὸν γνῶναι.
|
Τί εἶναι δύσκολο; Τὸ νὰ γνωρίσει κανεὶς τὸν ἑαυτό του.
|
Εὐδαιμονίαν ἄρχοντος νομίζειν, εἰ τελευτήσειε γηράσας κατὰ φύσιν.
|
Νὰ θεωρεῖς εὐτυχισμένο τὸν ἄρχοντα ὁ ὁποῖος θὰ κατορθώσει πρῶτ᾿ ἀπ᾿ ὅλα
νὰ γεράσει, καὶ ἔπειτα νὰ πεθάνει ἀπὸ φυσικὸ θάνατο.
|
Τί δύσκολον θεᾶσαι; γέροντα τύραννον.
|
Τί εἶναι δύσκολο νὰ δεῖ κανεὶς ; Τύραννο ποὺ πρόφτασε νὰ γεράσει.
|
Γεωργοῦ αὔρας καὶ ὀνωνίδας ἀντὶ πυρῶν καὶ κριθῶν συγκομίζειν ἐθέλοντος,
οὐδὲν διαφέρει τύραννος ἀνδραπόδων μᾶλλον ἄρχειν ἢ ἀνδρῶν βουλόμενος.
|
Ὁ τύραννος ποὺ θέλει νὰ κυβερνᾷ περισσότερο δούλους παρὰ ἀνθρώπους
ἐλευθέρους, δὲν διαφέρει καθόλου ἀπὸ τὸν γεωργό που προτιμᾷ νὰ συγκομίζει
ἥρας καὶ παράσιτα παρὰ σιτάρι καὶ κριθάρι.
|
Κρατίστην εἶναι δημοκρατίαν τὴν μήτε πλουσίους ἄγαν μήτε πένητας ἔχουσαν
πολίτας.
|
Ἀρίστη εἶναι ἡ Δημοκρατία ἐκείνη ἡ ὁποία δὲν ἔχει, οὔτε ὑπερβολικὰ
πλουσίους οὔτε ὑπερβολικὰ φτωχοὺς πολίτες.
|
Τί κοινότατον; Ἐλπίς. καὶ γὰρ οἷς ἄλλο μηδέν, αὕτη παρέστη.
|
Τί εἶναι τὸ πιὸ κοινὸ σὲ ὅλους; Ἡ Ἐλπίδα. Γιατὶ καὶ τίποτα ἄλλο νὰ μὴν
ὑπάρχει, αὐτὴ παρευρίσκεται.
|
Τί πρεσβύτερον; Θεός. Ἀγέννητον γάρ ἐστιν.
|
Τί εἶναι πρεσβύτερον; Ὁ Θεός. Γιατὶ εἶναι ἀγέννητος (προϋπάρχει).
|
Πιστὸν γῆ, ἄπιστον θάλασσα, ἄπληστον κέρδος.
|
Ἀσφαλὴς εἶναι ἡ στεριά, ἐπισφαλὴς ἡ θάλασσα, ἀχόρταγο τὸ κέρδος.
|
Ἀγάπα τὸν πλησίον.
|
Νὰ ἀγαπᾷς τὸν πλησίον σου.
|
Τί ἰσχυρότατον; Ἀνάγκη. Μόνον γὰρ ἀνίκητον.
|
Τί εἶναι ἰσχυρότατο; Ἡ ἀνάγκη. Γιατὶ μόνο αὐτὴ δὲν νικᾶται.
|
Τῆς γῆς ἀναιρεσθείσης σύγχυσιν τὸν ὅλον ἕξειν κόσμον.
|
Ἂν ἡ γῆ καταστραφεῖ, ὁλόκληρος ὁ κόσμος (Σύμπαν) θὰ ἀναστατωθεῖ.
|
Γεώδη τὰ ἄστρα.
|
Τὰ ἄστρα ἀποτελοῦνται ἀπὸ τὰ ἴδια συστατικὰ μὲ τὴν γῆ.
|
Εἰρήνην ἀγάπα.
|
Νὰ ἀγαπᾷς τὴν εἰρήνη.
|
Καιρὸν γνῶθι.
|
Νὰ γνωρίζεις τὴν ἀξία τοῦ καιροῦ.
|
Τί σοφώτερον; Χρόνος. Τὰ μὲν γὰρ εὕρηκεν οὖτος ἤδη, τὰ δ᾿ εὑρήσει.
|
Τί εἶναι τὸ πιὸ σοφό; Ὁ χρόνος. Γιατὶ αὐτὰ μὲν αὐτὸς τὰ ἔχει ἀνακαλύψει
ἤδη, τὰ ἄλλα δὲ θὰ τὰ ἀνακαλύψει στο μέλλον.
|
Τί βλαβερώτατον; Κακία. Καὶ γὰρ τὰ χρηστὰ βλάπτει παραγενομένη.
|
Τί εἶναι τὸ πιὸ βλαβερό; Ἡ κακία. Γιατὶ βλάπτει καὶ τὰ καλὰ ὅταν τὰ πλησιάσει.
|
Τί κάλλιστον; Κόσμος. Πᾶν γὰρ τὸ κατὰ τάξιν τούτου μέρος ἐστί.
|
Τί εἶναι ὡραιότατο; Ὁ Κόσμος. Γιατὶ ὀτιδήποτε γίνεται μὲ τάξη, εἶναι δικό
του μέρος.
|
Κάλλιστον Κόσμος. Ποίημα γὰρ Θεοῦ.
|
Τὸ ὡραιότερο πρᾶγμα εἶναι ὁ Κόσμος. Γιατὶ εἶναι ἔργο τοῦ Θεοῦ.
|
Τί τάχιστον; Νοῦς. Διὰ παντὸς γὰρ τρέχει.
|
Τί εἶναι ταχύτατο; Ὁ Νοῦς. Γιατὶ τρέχει διὰ μέσου ὅλων.
|
Ἀπραγοῦντας μὴ ὀνειδίζε. Ἐπὶ γὰρ τούτους νέμεσις Θεῶν κάθηται.
|
Τοὺς ὀκνηροὺς μὴν τοὺς κατηγορεῖς. Γιατὶ πάνω τους κάθεται ἀπὸ τώρα ἡ
τιμωρία τῶν θεῶν.
|
Οὐ χεῖρον μοιχείας ἐπιορκία.
|
Ἡ καταπάτηση τοῦ ὅρκου δὲν εἶναι λιγότερο ἀνήθικη πράξη ἀπὸ τὴν μοιχεία.
|
Τὸ παρὸν εὖ ποίει.
|
Νὰ καθιστᾶς εὐχάριστο τὸν παρόντα καιρό σου.
|
Ὅσα νεμεσᾷς τῷ πλησίῳ, αὐτὸς μὴ ποίει.
|
Ὅσα μισεῖς στὸν διπλανό σου, ἐσὺ ὁ ἴδιος μὴν τὰ κάνεις.
|
Μὴ διαβαλλέτω σὲ λόγος πρὸς τοὺς πίστεως κεκοινωνηκότας.
|
Ἡ συκοφαντία νὰ μὴ σὲ κάνει νὰ χάνεις τὴν ἐμπιστοσύνη σου, ἀπὸ ἐκείνους
μὲ τοὺς ὁποίους συναλλάσσεσαι.
|
Τί εὔκολον; Τὸ ἄλλῳ ὑποτίθεσθαι.
|
Τί εἶναι εὔκολο; Τὸ νὰ συμβουλεύει κανεὶς τὸν ἄλλον.
|
Φίλων παρόντων καὶ ἀπόντων μεμνῆσθαι.
|
Πρέπει νὰ ἐνθυμούμεθα τοὺς φίλους ὄχι μόνο ὅταν εἶναι παρόντες ἀλλὰ καὶ
ὅταν εἶναι ἀπόντες.
|
Τὸν φίλον κακῶς μὴ λέγε, μὴ δ᾿ εὖ τὸν ἐχθρόν. Ἀσυλλόγιστον γὰρ τὸ
τοιοῦτον.
|
Τὸν φίλο σου νὰ μὴν τὸν κακολογεῖς, οὔτε καὶ νὰ ἐπαινεῖς τὸν ἐχθρό. Γιατὶ
αὐτὸ εἶναι ἀνόητο.
|
ΧΙΛΩΝ
Ἀτυχοῦντα μὴ ἐπιγελᾷν.
|
Ἐκεῖνον ποὺ ἀτύχησε νὰ μὴν τὸν περιγελοῦμε.
|
Γνῶθι σαὑτόν.
|
Νὰ γνωρίζεις τὸν ἑαυτό σου.
|
Χαλεπώτατον τὸ γνώσκειν ἑαυτόν. Πολλὰ γὰρ ὑπὸ φιλαυτίας ἕκαστον ἑαυτῷ
προστιθέναι.
|
Δυσκολότατο εἶναι νὰ γνωρίσει κανεὶς τὸν ἑαυτό του. Διότι κάθε ἕνας, λόγῳ
τοῦ ἐγωισμοῦ του, προσθέτει πολλὰ καλὰ στο ἄτομό του (ποὺ δὲν τὰ ἔχει).
|
Κάλλιστον εἶναι βασιλέα τὸν μὴ μόνον τοῦ φοβερὸν εἶναι φροντίζοντα.
|
Παρὰ πολὺ κακὸς εἶναι ὁ βασιλιὰς ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος φροντίζει νὰ μὴν
προξενεῖ μόνο φόβο.
|
Τὸν ἄρχοντα χρῆναι μηδὲν φρονεῖν θνητὸν ἀλλὰ πάντ᾿ ἀθάνατα.
|
Ὁ Ἄρχων πρέπει τίποτα νὰ μὴν σκέπτεται σὰν θνητός, ἀλλὰ σὰν ἀθάνατος.
|
Τὸν τεθνηκότα μὴ κακολογεῖν.
|
Ἐκεῖνον ποὺ ἔχει πεθάνει νὰ μὴν τὸν κακολογεῖς.
|
Ζημίαν αἱρεῖσθαι μᾶλλον, ἢ κέρδος αἰσχρόν. Ἡ μὲν ἅπαξ ἐλύπησε. Τὸ δὲ διὰ
παντός.
|
Νὰ προτιμᾷς τὴν ζημία, ἀπὸ τὸ αἰσχρὸ κέρδος. Γιατὶ ἡ μὲν ζημία μία φορὰ
προξενεῖ λύπη, ἐνῶ τὸ τέτοιου εἴδους κέρδος σὲ λυπεῖ συνεχῶς.
|
Γλώττης κρατεῖν καὶ μάλιστα ἐν συμποσίῳ.
|
Νὰ συγκρατεῖς τὴν γλῶσσά σου καὶ προπάντων σὲ συμπόσια.
|
Γλῶττα μὴ προτρεχέτω τοῦ νοῦ.
|
Νὰ μὴν προτρέχει ἡ γλῶσσα τῆς σκέψης.
|
Ἐν λιθίναις ἀκόναις ὁ χρυσὸς ἐξετάζεται διδοὺς βάσανον φανεράν. Ἐν δὲ
χρυσῷ ἀνδρῶν ἀγαθῶν τε κακῶν τε νοῦς ἔδωκ᾿ ἔλεγχον.
|
Ὁ χρυσὸς ἐλέγχεται πάνω σὲ πέτρινα ἀκόνια, δίδοντας ἔτσι ἀποδείξη τῆς
γνησιότητάς του. Πάνω ὅμως στὸν χρυσό, ἡ λογικὴ ἐλέγχει τὸν χαρακτῆρα τῶν
καλῶν καὶ τῶν κακῶν ἀνθρώπων.
|
Χρόνου φείδου.
|
Νὰ κάνεις οἰκονομία στὸν χρόνο σου.
|
ΚΛΕΟΒΟΥΛΟΣ
Εὐδαιμονίαν ἄρχοντος νομίζειν εἰ μηδενὶ πιστεύοι τῶν συνόντων.
|
Νὰ θεωρεῖτε ὡς εὐτυχῆ τὸν ἄρχοντα ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος δὲν ἔχει ἐμπιστοσύνη
σὲ κανένα ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ τὸν περιβάλλουν.
|
Εὐποροῦντα μὴ ὑπερήφανον εἶναι, ἀποροῦντα μὴ ταπεινοῦσθαι.
|
Ὅταν εἶσαι πλούσιος νὰ μὴν εἶσαι ὑπερήφανος, ὅταν δὲ εἶσαι φτωχὸς νὰ μὴν
ταπεινώνεσαι.
|
Ὅταν τις ἐξιῇ τῆς οἰκίας ζητείτω, πρώτερον τί μέλλει πράσσειν καὶ ὅταν
εἰσέλθῃ πάλιν ζητείτω τί ἔπραξε.
|
Ὅταν κάποιος ἐξέρχεται ἀπὸ τὸ σπίτι του ἂς ἐξετάζει τί πρόκειται νὰ κάνει
καὶ ὅταν εἰσέλθει πάλι ἂς ἐξετάζει τί ἔκανε.
|
Ὀψιμανθῆ εἶναι μᾶλλον ἢ ἀμαθῆ.
|
Καλλίτερα νὰ μαθαίνεις ἔστω καὶ ἀργὰ παρὰ νὰ παραμένεις ἀμαθής.
|
Ἀρετῆς οἰκεῖον εἶναι, κακίας ἀλλότριον.
|
Γνώρισμα τῆς ἀρετῆς εἶναι, κάθετί που εἶναι ξένο στὴν κακία.
|
Λόγων τε πλῆθος. Ἀλλ᾿ ὁ καιρὸς ἀρκέσει.
|
Ἀπὸ λόγια ὑπάρχουν πλῆθος. Ἀλλὰ ὁ καιρὸς θὰ δείξει.
|
Γυναικὶ μὴ φιλοφρονεῖσθαι, μηδενὶ μάχεσθαι, ἀλλοτρίων παρόντων. Τὸ μὲν
γὰρ ἄνοιαν, τὸ δὲ μανίαν σημαίνειν.
|
Πρὸς τὴν γυναῖκα σου μπροστὰ σὲ ξένους οὔτε πολλὲς φιλοφρονήσεις νὰ τῆς
κάμεις, οὔτε νὰ εἶσαι ἐριστικὸς μαζί της. Γιατὶ τὸ μὲν πρῶτο φανερώνει μωρία,
τὸ δὲ δεύτερο παραφροσύνη.
|
Βία μηδὲν πράττειν.
|
Τίποτα μὴν κάνεις μὲ τὴν βία.
|
Μὴ ματαίως ἄχαρις γινέσθω.
|
Νὰ μὴν γίνεσαι δυσάρεστος χωρὶς λόγο.
|
Ἔχθραν διαλύειν.
|
Νὰ διαλύεις τὴν ἔχθρα ποὺ ἔχεις μὲ κάποιον.
|
Δεῖ παιδεύεσθαι καὶ τὰς παρθένους.
|
Πρέπει νὰ μορφώνονται καὶ τὰ κορίτσια.
|
Τὸν τοῦ δήμου ἐχθρὸν πολέμιον νομίζειν.
|
Τὸν ἐχθρὸ τοῦ λαοῦ νὰ τὸν θεωρεῖς καὶ δικό σου ἐχθρό.
|
Φρόνει τὸ κεδνόν.
|
Νὰ σκέπτεσαι κάτι πολύτιμο (ποὺ νὰ ἀξίζει).
|
ΠΕΡΙΑΝΔΡΟΣ
Τοὺς μέλλοντας ἀσφαλῶς τυραννήσειν, δεῖ τῇ εὐνοίᾳ δορυφορεῖσθαι καὶ μὴ
τοῖς ὅπλοις.
|
Ἐκεῖνοι ποὺ θέλουν νὰ διατηρήσουν μὲ βεβαιότητα τὴν ἐξουσία, πρέπει νὰ
μὴν τὴν ἐπιβάλλουν μὲ τὴ βία ἀλλὰ μὲ τὴν καλοσύνη.
|
Τῷ κατ᾿ ἀνάγκην ἄρχοντα καὶ τὸ ἑκουσίως ἀποστῆναι κίνδυνον φέρει.
|
Σὲ ἐκεῖνον ποὺ κυβερνᾷ μὲ τὴν βία καὶ ἡ ἑκούσια ἀκόμη ἀπομάκρυνσή του ἀπὸ
τὴν ἀρχή, περιέχει κινδύνους.
|
Κέρδος αἰσχρὸν βαρὺ κειμήλιον.
|
Τὸ ἀνήθικο κέρδος εἶναι βαρειὰ κληρονομιά.
|
Λοιδόρει ὡς ταχὺ φίλος ἐσόμενος.
|
Ὅταν κατηγορεῖς κάποιον, νὰ τὸ κάνεις σὰν νὰ πρόκειται σύντομα νὰ γίνεις
φίλος του.
|
Ἐλευθερία ἐστὶ ἀγαθὴ συνείδησις.
|
Ἐλευθερία εἶναι ἡ ἤρεμη συνείδηση.
|
Καιρὸν πρόσμενε.
|
Περίμενε τὸν κατάλληλο καιρό.
|
Φίλοις εὐτυχοῦσι καὶ ἀτυχοῦσιν ὁ αὐτὸς ἴσθι.
|
Στοὺς φίλους νὰ συμπεριφέρεσαι τὸ ἴδιο καὶ ἂν εὐτυχοῦν καὶ ἂν δυστυχοῦν.
|
Ἀληθείας ἔχου.
|
Νὰ λὲς τὴν ἀλήθεια.
|
Θνητὰ φρόνει.
|
Νὰ σκέπτεσαι ὅπως ἁρμόζει σὲ θνητούς.
|
Σαυτοῦ μὴ ἀμελεῖ.
|
Νὰ μὴν παραμελεῖς τὸν ἑαυτό σου.
|
Δυστυχῶν, κρύπτε, ἵνα μὴ τοὺς ἐχθροὺς εὐφράνῃς.
|
Ὅταν δυστυχεῖς ἀπόκρυβε τὴν δυστυχία σου, για νὰ μὴν εὐχαριστήσεις τοὺς
ἐχθρούς σου.
|
Ἔριν μίσει.
|
Νὰ μισεῖς τις φιλονικίες.
|
Μελέτα τὸ πᾶν.
|
Νὰ ἐρευνᾷς τὰ πάντα.
|
Χάριν ἀπόδος.
|
Νὰ ἀνταποδίδεις μιὰ χάρη ποὺ σοῦ ἔκαναν.
|
Εὐεργέτας τίμα.
|
Νὰ τιμᾶς τοὺς εὐεργέτες σου.
|
Λόγων ἀπορρήτων ἐκφορὰς μὴ ποιοῦ.
|
Νὰ μὴν ἀποκαλύπτεις μυστικὰ λόγια.
|
Μὴ ἐπὶ παντὶ λυποῦ.
|
Νὰ μὴν λυπάσαι για τὸ κάθε τι.
|
Ἁμαρτὼν μεταβουλεύου.
|
Ἐὰν κάμεις κάποιο σφάλμα νὰ τὸ ἀναγνωρίζεις καὶ νὰ μετανοεῖς.
|
Φθονέεσθαι κρέσσον ἐστὶν ἢ οἰκτείρεσθαι.
|
Εἶναι καλύτερα νὰ σὲ φθονοῦν παρὰ νὰ σὲ λυποῦνται.
|
Θνῇσκε ὑπὲρ Πατρίδος.
|
Νὰ πεθαίνεις γιὰ τὴν Πατρίδα σου.
|
Χόλου κρατέειν.
|
Νὰ κυριαρχεῖς τοῦ θυμοῦ σου.
|
Ἐπισφαλὴς προπέτεια.
|
Ἡ ἀπερισκέπτη βιασύνη εἶναι ἐπικίνδυνη.
|
Ἱκέτας ἐλέει.
|
Νὰ συγχωρεῖς αὐτοὺς ποὺ σὲ παρακαλοῦν.
|
Διαβολὴν μίσει.
|
Νὰ μισεῖς τὶς διαβολές.
|
Σοφοῖς χρῴ.
|
Νὰ συναναστρέφεσαι τοὺς σοφούς.
|
Μὴ μόνον τοὺς ἁμαρτάνοντας κόλαζε ἀλλὰ καὶ τοὺς μέλλοντας κωλῦε.
|
Νὰ μὴν ἀρκεῖσαι στο νὰ τιμωρεῖς αὐτούς που διαπράττουν σφάλματα ἀλλὰ νὰ
ἐμποδίζεις καὶ ἐκείνους ποὺ πρόκειται νὰ τὸ κάνουν.
|
Ὃ ἂν ὁμολογήσῃς, διατήρει.
|
Ἐκεῖνο για τὸ ὁποῖο θὰ συμφωνήσεις, νὰ τὸ διαφυλάτεις (νὰ κρατᾶς τὸν λόγο
σου).
|
ΠΙΤΤΑΚΟΣ
Ἀτυχίαν μὴ ὀνειδίζειν, νέμεσιν αἰδούμενον.
|
Τὴν ἀτυχία νὰ μὴν τὴν κοροϊδεύεις, σεβόμενος τὴν θεία δικαιοσύνη.
|
Σωφροσύνην φιλεῖν.
|
Νὰ ἀγαπᾷς τὴν σωφροσύνη.
|
Οὐδὲν ἄγαν.
|
Τίποτα μὴν κάνεις σὲ ὑπερβολικὸ βαθμό (δίχως μέτρο).
|
Ἀρχὴ ἄνδρα δείκνυσιν.
|
Ἡ ἐξουσία δείχνει τὸν ἄνδρα.
|
Ἄρχων, κόσμει σαυτόν.
|
Ὅταν κυβερνᾷς νὰ στολίζεσαι (μὲ ἀρετές).
|
Τοὺς ὑπηκόους ὁ ἄρχων παρασκευάσειε φοβεῖσθαι μὴ αὐτὸν ἀλλ᾿ ὑπὲρ αὐτοῦ.
|
Ὁ ἄρχων πρέπει νὰ κάνει τοὺς ὑπηκόους του νὰ φοβοῦνται ὄχι αὐτὸν ἀλλὰ
μήπως αὐτὸς πάθει τίποτα.
|
Κρατίστην εἶναι δημοκρατίαν ὅπου τοῖς πονηροῖς οὐκ ἔξεστιν ἄρχειν καὶ
τοῖς ἀγαθοῖς οὐκ ἔξεστιν μὴ ἄρχειν.
|
Ἰσχυροτάτη εἶναι ἡ δημοκρατία ἐκείνη ὅπου στοὺς μὲν πονηροὺς δὲν
ἐπιτρέπεται νὰ κυβερνοῦν, στους δὲ καλοὺς δὲν ἐπιτρέπεται νὰ μὴν κυβερνοῦν.
|
Ἀργὸς μὴ ἴσθι, μήδ᾿ ἂν πλουτῇς.
|
Μὴν μένεις χωρὶς ἐργασία ἄκομα καὶ ἂν εἶσαι πλούσιος.
|
Ἀνάγκα δ᾿ οὐδὲ θέοι μάχονται.
|
Ἐναντίον τῆς ἀνάγκης, οὔτε καὶ οἱ Θεοὶ μποροῦν νὰ δώσουν μάχη.
|
Χαλεπὸν τὸ εὖ γνῶναι.
|
Εἶναι δύσκολο πρᾶγμα νὰ ξέρεις τί εἶναι τὸ σωστό.
|
Μὴ πᾶσι πίστευε.
|
Νὰ μὴν πιστεύεις σὲ ὅλους.
|
Φοβοῦ τὰ αἰσχρά.
|
Νὰ φοβάσαι αὐτὰ ποὺ εἶναι ἀνήθικα.
|
Κάτοπτρον εἴδους χαλκός ἐστιν, οἶνος δὲ νοῦ.
|
Ὁ χαλκὸς εἶναι καθρέπτης τοῦ προσώπου, ὁ οἶνος δὲ τοῦ μυαλοῦ.
|
Διδάσκε καὶ μανθάνε τὸ ἄμεινον.
|
Νὰ διδάσκεις καὶ νὰ μαθαίνεις ὅ,τι εἶναι τὸ καλύτερο.
|
Μὴ πλούτει κακῶς.
|
Νὰ μὴν ἀποκτὰς πλούτη μὲ κακὸ τρόπο.
|
ΣΟΛΩΝ
Ἄρχεσθαι μαθών, ἄρχειν ἐπιστήσῃ.
|
Ἂν μάθεις πρῶτα νὰ κυβερνᾶσαι, θὰ μάθεις καὶ νὰ κυβερνᾷς.
|
Μετριώτερον ἄρχοντα ποιεῖ καὶ τύραννον ἐπιεικέστερον ὁ πείθων ὡς ἄμεινον
εἴη τὸ μὴ ἄρχειν ἢ τὸ ἄρχειν.
|
Μετριοπαθέστερο κάνει τὸν ἄρχοντα καὶ ἐπιεικέστερο τὸν τύραννο, ἐκεῖνος
ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ τοὺς πείσει ὅτι προτιμότερο θὰ ἦταν νὰ μὴν κυβερνοῦν παρὰ
νὰ κυβερνοῦν.
|
Ἀνδρῶν δ᾿ ἐκ μεγάλων πόλις ὄλλυται.
|
Ἡ πατρίδα ἀπὸ τοὺς μεγάλους ἄνδρες καταστρέφεται.
|
Ὁ τῶν περισσῶν ζῆλος, εὐθὺς ἀκολουθεῖ καὶ συνοικίζεται τῇ χρείᾳ τῶν
ἀναγκαίων.
|
Ἡ σφοδρὴ ἐπιθυμία για τὴν ἀποκτήση περιττῶν πραγμάτων, ἀκολουθεῖ εὐθὺς
ἀμέσως μετὰ τὴν ἀποκτήση τῶν ἀναγκαίων.
|
Μηδένα πρὸ τοῦ τέλους μακάριζε.
|
Κανένα νὰ μὴν καλοτυχίζεις πρὶν νὰ δεῖς τὸ τέλος τῆς ζωῆς του.
|
Χρῲ τοῖς Θεοῖς.
|
Νὰ χρησιμοποιεῖς (ἐπικαλεῖσαι) τοὺς θεούς.
|
Πάντη δ᾿ ἀθανάτων ἀφανὴς νόος ἀνθρώποισιν.
|
Ἡ σκέψη τῶν ἀθανάτων θεῶν εἶναι ἀνεξερεύνητη ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους.
|
Τὸ Θεῖον φθονερὸν καὶ ταραχῶδες.
|
Οἱ Θεοὶ εἶναι γεμάτοι φθόνο καὶ δημιουργοῦν ταραχές.
|
Τὸν λόγον εἴδωλον εἶναι τῶν ἔργων.
|
Ὁ λόγος εἶναι ἡ εἰκόνα τῶν ἔργων.
|
Ὅσον ἐν πολέμῳ δύναται σίδηρος τοσοῦτον ἐν πολιτείᾳ λόγος εὖ ἔχων ἰσχύει.
|
Ὅση δύναμη ἔχει στον πόλεμο ὁ σίδηρος, ἄλλη τόση δύναμη ἔχει στην
Πολιτεία ὁ λόγος.
|
Τοῖς σεαυτοῦ πρᾶος ἴσθι.
|
Στοὺς δικούς σου ἀνθρώπους νὰ εἶσαι πρᾶος.
|
Γηράσκων δ᾿ αἰεὶ πολλὰ διδασκόμενος.
|
Γηράσκω συνεχῶς καὶ πάντοτε μαθαίνοντας.
|
Τὰ σπουδαῖα μελέτα.
|
Νὰ μελετᾷς ὅ,τι ἀξίζει νὰ μελετηθεῖ.
|
Ἔργασιν ἐν μεγάλοις, πᾶσιν ᾄδειν χαλεπόν.
|
Σὲ μεγάλα ἔργα εἶναι δύσκολο νὰ εἶναι ὅλοι εὐχαριστημένοι.
|
Συμβούλευε μὴ τὰ ἥδιστα, ἀλλὰ τὰ βέλτιστα.
|
Νὰ συμβουλεύεις ὄχι τὰ πιὸ εὐχάριστα, ἀλλὰ τὰ πιὸ ὠφέλιμα.
|
Φίλους μὴ ταχὺ κτῷ, οὖς δ᾿ ἂν κτήσῃ, μὴ ταχὺ ἀποδοκίμαζε.
|
Φίλους νὰ μὴν ἀποκτᾶς σύντομα, ἐκείνους ὅμως ποὺ θὰ ἀποκτήσεις νὰ μὴν
τοὺς ἀποδοκιμάζεις εὔκολα.
|
Μὴ ψεύδου, ἀλλ᾿ ἀλήθευε.
|
Νὰ μὴν λες ψεύδη, ἀλλὰ τὴν ἀλήθεια.
|