Τρίτη 2 Ιανουαρίου 2018

Ο σκοπός των συμποσίων για τους αρχαίους Έλληνες

Στην αρχαία Ελλάδα το συμπόσιο (συν+πίνειν) ήταν μια διαδεδομένη συνήθεια. Ο Όμηρος τα αποκαλεί «εράνους», ενώ γνωστές είναι οι αρχαίες σχετικές φράσεις «δειπνείν από συμβολών», ή «δείπνον από σπυρίδος». Σκοπός των συμποσίων για τους αρχαίους Έλληνες ήταν η «διά λόγων συναστροφή», η οποία φυσικά τότε ευχαριστεί και ψυχαγωγεί, όταν γίνεται μέτρια χρήση οίνου, οπότε ανοίγονται οι καρδιές και άρχιζαν φιλολογικές και φιλοσοφικές συζητήσεις.

Στην Αρχαία Ελλάδα το κρασί το έπιναν με κύλικες, τα οποία  ήταν κύπελλα από πηλό, και οι  προπόσεις και οι ανακοινώσεις ευχών αποτελούσαν επιδιωκόμενες τελετουργικές διαδικασίες κατά τη διάρκεια των συμποσίων. Το κρασί των αρχαίων Ελλήνων ήταν  πολύ πιο δυνατό από αυτό που πίνουμε σήμερα για αυτό και συνήθιζαν να το ανακατεύουν με νερό, ώστε να μην τους μεθάει και να το απολαμβάνουν σιγά -σιγά. Κατά τα συμπόσια, ο οινοχόος συνεκεράνυε μεθ’ ύδατος (ανακάτευε με νερό) τον οίνον, τον οποίον σπάνια έπιναν άκρατον.

Το ρήμα που σημαίνει «ανακατεύω» στα αρχαία είναι το «κεράννυμι». Η μετοχή του παρακειμένου μας δίνει τον τύπο «εκραμένος» (αυτός που έχει ανακατευθεί), ενώ το ουσιαστικό που παράγεται είναι η «κρᾶσις».  Από εδώ   προέκυψε η ρίζα της λέξεως (ΚΡΑ); Κι έτσι έχουμε: «κρα – σί», αλλά και Κρατήρας: Είναι το αρχαίο σκεύος (δοχείο), στο οποίο ανακατευότανε ο οίνος και το ύδωρ (= νερό).

Όπως προαναφέρθηκε, η πόση του κρασιού γινόταν από  έναν  κύλικα που περιφερόταν από άτομο σε άτομο της ομήγυρης. Αυτός ο τρόπος πόσης δημιουργεί πολύ πιο έντονα και ανάγλυφα την αίσθηση της συντροφικότητας, σε σχέση με το  να πίνει ο καθένας από το δικό του κύπελλο, κάτι που συναντάται  σχεδόν παντού στην αρχαιότητα, όταν και  κατά την διάρκεια των  τελετουργιών οι  συμμετέχοντες έπιναν από το ίδιο δοχείο, το οποίο αποκαλούνταν «δοχείο της αγάπης».

Σύμφωνα με την  αρχαία Ελληνική μυθολογία  αυτός που εφηύρε το κρασί (οίνο) και δίδαξε την καλλιέργεια της αμπέλου είναι ο Θεός Διόνυσος, ο οποίος γεννήθηκε στη Βοιωτία και μεγάλωσε στο όρος Νύσα, ένα βουνό που βρίσκεται κάπου μακριά της Φοινίκης και κοντά στην Αίγυπτο. Ο ίδιος εφεύρε και το ζύθο ή λατινικά μπύρα από το κριθάρι και στη συνέχεια περιόδευσε σε όλο τον κόσμο, για τα μετάδωσε. Ο Εύβουλος παρουσιάζει τον Διόνυσο να λέγει  σχετικά με την ποσότητα κατανάλωσης του κρασιού: 

«Κρατήρες για τους φρόνιμους τρεις έχω στην χρήση και ανακατέβω το κρασί. Τον ένα τον έκανε για την υγεία, που πρώτα πίνουν όλοι, τον δεύτερο για τον έρωτα και για την ηδονή. Τον τρίτο για τον ύπνο. Και οι καλεσμένοι μόλις πιουν στο σπίτι τους γυρίζουν σαν άνθρωποι σοφοί. Αν λες και για τον τέταρτο, δεν είναι δικός μας, αυτός ανήκει στις βρισιές, όπως και ο πέμπτος στις φωνές και ο έκτος στο τρίκλισμα και το άτακτο τραγούδι. Ο έβδομος τα μούτρα σπάει. Ο όγδοος για δίκη στο δικαστήριο καλεί, ο ένατος εξάπτει (και στο θυμό ξεσπάει), ο δέκατος στην τρέλα, αυτή που γίνεται αφορμή και να σε ρίξει κάτω. Γιατί άμα χυθεί πολύς (οίνος) σε ένα μικρό αγγείο (εννοεί το στομάχι) βάζει εύκολα τρικλοποδιά σ’ εκείνους που τον ήπιαν».

Την ώρα του συμποσίου ο Θαλής ανάμεσα στα άλλα ανέφερε ότι οι Αιγύπτιοι στα συμπόσια τοποθετούσαν μπροστά στους συμπότες ένα σκελετό για να τους θυμίζει ότι γρήγορα θα γίνουν έτσι, παρόλο που έρχεται σαν ένας δυσάρεστος συμπότης, έχει και το καλό του: τους προτρέπει όχι στο πιοτό και στις αλόγιστες απολαύσεις, αλλά στη φιλία και στο να αγαπιούνται μεταξύ τους. Και τους συμβουλεύει ακόμα, τη ζωή που είναι τόσο σύντομη, να μην την μακραίνουν με κακές πράξεις.

Πρόσφατα, αρχαιολόγοι ανακάλυψαν στην Τουρκία ένα μοναδικό αρχαιοελληνικό μωσαϊκό ηλικίας 2.400 ετών, κατά τη διάρκεια ανασκαφών στην επαρχία Χατάι, κοντά στα τουρκο-συριακά σύνορα. Σε αυτό απεικονίζεται ένας... σκελετός που χαλαρώνει, έχοντας δίπλα του έναν αμφορέα με κρασί και ψωμί και ο οποίος στέλνει στους ζωντανούς ένα αισιόδοξο μήνυμα. Η λέξη «ευφρόσυνος» είναι γραμμένη στην επιγραφή, και σημαίνει «αυτός που χαίρεται την ζωή».

Το τσούγκρισμα  των ποτηριών έγινε κοινωνικό έθιμο από τότε που επινοήθηκε και εξαπλώθηκε το γυαλί, ιδίως μετά τα πρώτα χρόνια της Ρωμαιοκρατίας. Πιστεύεται όμως πως το εν λόγω εθιμοτυπικό, με την σφοδρή σύγκρουση των ποτηριών έχει τις ρίζες του στον μεσαίωνα, και πιο συγκεκριμένα ήταν «έμπνευση» της αριστοκρατίας της εποχής, βασιλέων  και λοιπών. 

Τότε οι κούπες σερβίρονταν ξέχειλες από  κρασί, και μάλιστα  δεν τσούγκριζαν απλά τα ποτήρια ώστε να ακουστεί μόνο ο ήχος του γυαλιού, αλλά γινόταν με δύναμη και τα ποτά αναπηδούσαν μέσα και έξω από την κούπα.  Σκοπός στην ουσία  του τσουγκρίσματος  ήταν ουσιαστικά να πέσει λίγο ποτό από το ένα ποτήρι στο άλλο, να γίνει μία «ανταλλαγή» οίνου δηλαδή.  Με αυτόν τον τρόπο,  και οι δύο συν-πότες έπιναν και μία μικρή ποσότητα από το κρασί του φίλου τους.

Αλλά γιατί γινόταν αυτό;  Για… λόγους ασφαλείας. Λόγω  της υψηλής κοινωνικής τους θέσης τους πολλοί πίστευαν πως κάποιοι ίσως έριχναν δηλητήριο στο κρασί  τους. Με  το τσούγκρισμα και την ανταλλαγή  του οίνου, ήταν σίγουροι  πως  ο οικοδεσπότης δεν θα προσπαθούσε να τους δηλητηριάσει, εφόσον όλοι  θα έπιναν  από το ίδιο κρασί!

Στην Ελλάδα όταν πίνουμε χρησιμοποιούμε την  ευχή «εις υγείαν», τσουγκρίζοντας τα ποτήρια, κάποιες φορές όμως,  χρησιμοποιούμε επίσης  και το επιφώνημα  «εβίβα», που επίσης  ανταλλάσσεται συχνά μεταξύ των συμποτών, η οποία όσο και αν μοιάζει, δεν είναι λατινική, αλλά μάλλον αρχαία Ελληνική. Πιο συγκεκριμένα, προέρχεται από τη συναίρεση του βακχικού - διονυσιακού επιφωνήματος «ευοί-ευάν».  Για τους αρχαίους σήμαινε κάτι ανάλογο με το υγίαινε ή χαίρε.

Παρόλο που κάποιοι ισχυρίζονται ότι η έκφραση αυτή δεν μπορεί να αναλυθεί ετυμολογικά επειδή είναι επιφώνημα, σε λεξικά των αρχαίων ελληνικών μπορούμε να βρούμε ότι η λέξη ευάζω σημαίνει φωνάζω «ευοί ευάν» προς τιμή του Βάκχου, το δε ευοί πιθανό να προέρχεται από το ευ=καλά και το ει = ζω. Ο Ευριπίδης αναφέρει αυτό το επιφώνημα μερικές φορές στις Βάκχες. 

Η  κατανάλωση κρασιού από την αρχαιότητα ήταν  συνδεδεμένη με ποικίλα τελετουργικά έθιμα. Τα έθιμα αυτά, ήταν και  είναι εκφράσεις του συλλογικού ασυνειδήτου των ανθρώπων. Με τη χειρονομία της πρόποσης,  εκτός της σύσφιξης των κοινωνικών σχέσεων,  δίδεται η ευκαιρία να πει κανείς μια ευχή που αφορά ένα άτομο,  ή  το κοινό καλό.

Και έτσι έφτασε ως τις μέρες μας, ως παράδοση και ακόμα τσουγκρίζουμε  τα ποτήρια μας πριν πιούμε, κάνοντας ευχές …!



Πηγή