Ο καρκίνος αποτελεί τη δεύτερη αιτία θανάτου στις ανεπτυγμένες χώρες μετά τα καρδιαγγειακά νοσήματα, ενώ μόνο στη χώρα μας, κάθε χρόνο, πεθαίνουν περίπου 30.000 άνθρωποι. Τι είναι, όμως, ο καρκίνος;
Τα κύτταρα ενός οργανισμού αναπτύσσονται με έναν συγκεκριμένο ρυθμό, έτσι ώστε να αντικαθιστούν αυτά που πεθαίνουν. Υπάρχουν, ωστόσο, περιπτώσεις στις οποίες ο οργανισμός παράγει περισσότερα κύτταρα από εκείνα που πραγματικά χρειάζεται. Η συγκέντρωση αυτών των παραπάνω κυττάρων έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία όγκων. Οι περισσότεροι απ' αυτούς είναι συνήθως αβλαβείς.
Για να γίνει ένας όγκος επικίνδυνος πρέπει τα κύτταρα που τον αποτελούν να εισβάλουν σε ιστούς και να μεταφερθούν σε άλλα μέρη του σώματος. Ουσιαστικά, δηλαδή, με τον όρο «καρκίνος» περιγράφεται μια ομάδα νοσημάτων, των οποίων η αιτία εντοπίζεται στην υπερβολική ανάπτυξη κυττάρων που μέχρι εκείνη τη στιγμή συμπεριφέρονταν φυσιολογικά.
Όπως τονίζουν οι ειδικοί, ο καρκίνος δεν είναι ένα τοπικό πρόβλημα αλλά μια γενικευμένη κατάσταση, τόσο σωματική όσο και ψυχική. Πρέπει να γίνει σαφές ότι οφείλεται στην κακή αιμάτωση των κυττάρων και έχει σχέση με ψυχολογικούς παράγοντες, με τη διατροφή και τον ανθυγιεινό τρόπο ζωής.
Η συμπτωματολογία της βασίστηκε στη θεώρηση του Ιπποκράτη το 460-370 π. Χ. για τους τέσσερις χυμούς: αίμα, φλέγμα, κίτρινη και μαύρη χολή: σε φυσιολογικές συνθήκες, οι χυμοί αυτοί βρίσκονται σε ισορροπία, όταν όμως συσσωρεύεται υπερβολική ποσότητα μαύρης χολής σε συγκεκριμένα μέρη του σώματος, δημιουργείται ο καρκίνος.
Υπάρχουν πάνω από 200 διαφορετικά είδη καρκίνου και δεν αντιμετωπίζονται όλα με τον ίδιο τρόπο. Για καθένα υπάρχει ξεχωριστή θεραπεία.
Είναι χαρακτηριστικό, πάντως, ότι οι περισσότεροι θεωρούν πως ο καρκίνος αποτελεί μια ασθένεια που σχετίζεται με τον σύγχρονο τρόπο ζωής και εμφανίστηκε στους νεότερους χρόνους.
Πριν από λίγο καιρό, σε συνέδριο που διοργανώθηκε στο Λονδίνο από την Ευρωπαϊκή Εταιρεία Ογκολογίας, επίκεντρο της επιστημονικής συζήτησης ήταν η «αρχαιότητα» του καρκίνου, καθώς και η ιστορία της ογκολογίας σε διάφορες περιοχές του πλανήτη.
Ο γιατρός και μελετητής της ιατρικής στην Αρχαία Ελλάδα, Σπύρος Ρέτσας, υπενθύμισε ότι ο Ιπποκράτης ήταν αυτός που πρώτος ονόμασε την πάθηση και παρομοίασε τον όγκο με τον κάβουρα (αλλιώς, καρκίνος).
Σύμφωνα με τα επιστημονικά δεδομένα, έχουν ανακαλυφθεί στοιχεία για έναν τύπο καρκίνου των οστών, το οστεοσάρκωμα, σε οστά του κεφαλιού και του αυχένα σε μούμιες στην αρχαία Αίγυπτο. Επίσης, έχει βρεθεί περιγραφή της νόσου σε πάπυρο που χρονολογείται στο 1600 π.Χ.
Ειδικότερα, στον πάπυρο αναφέρονται οκτώ περιπτώσεις όγκων ή ελκών στο στήθος που αντιμετωπίζονταν με τη μέθοδο του καυτηριασμού, τη λεγόμενη και «τρυπάνι της φωτιάς». Παράλληλα, στον πάπυρο αναφέρεται ότι η νόσος δεν είχε θεραπεία και για τους αρχαίους Αιγυπτίους ο καρκίνος αποτελούσε την τιμωρία των θεών για τους ασεβείς και τις αμαρτωλές πράξεις.
Τα ιπποκρατικά κείμενα, όμως, είναι εκείνα που καταγράφουν τη νόσο ως καρκίνο. «Γυναικί εν Αβδήροισι καρκίνωμα εγένετο περί το στήθος και διά της θηλής έρρεεν ιχώρ ύφαιμος, επιληφθείσης δε της ρύσιος απέθανεν» έγραφε ο πατέρας της Ιατρικής.
Μάλιστα, η συμπτωματολογία της βασίστηκε στη θεώρηση του Ιπποκράτη το 460-370 π. Χ. για τους τέσσερις χυμούς: αίμα, φλέγμα, κίτρινη και μαύρη χολή: σε φυσιολογικές συνθήκες, οι χυμοί αυτοί βρίσκονται σε ισορροπία, όταν όμως συσσωρεύεται υπερβολική ποσότητα μαύρης χολής σε συγκεκριμένα μέρη του σώματος, δημιουργείται ο καρκίνος.
Όπως έχει επισημάνει ο ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Νικόλαος Παυλίδης, στις συνταγές του Ιπποκράτη εξέχουσα θέση κατείχε η πικραγγουριά, της οποίας τον χυμό χορηγούσε για τους καρκίνους του πεπτικού συστήματος, ενώ η «ψίχα της κολοκύνθης» ή ενός «σικύου», άγριου αγγουριού, αναμεμειγμένη με κερήθρα και νερό, αποτελούσε φάρμακο τοπικής χρήσης για τον καρκίνο της μήτρας.
Σημαντική συμβολή όσον αφορά την εμφάνιση και αντιμετώπιση του καρκίνου στην αρχαιότητα αποτελεί το εξαιρετικό βιβλίο του καθηγητή και ακαδημαϊκού Αριστοτέλη Κούζη, «Ο καρκίνος παρά τοις αρχαίοις Έλλησιν ιατροίς», το οποίο κυκλοφόρησε το 1902 και επανεκδόθηκε το 2004.
Ο πατέρας της Ιστορίας Ηρόδοτος (484-426 π. Χ. ) αναφέρει ότι η Άτοσσα, η μητέρα του βασιλιά των Περσών, Δαρείου, έπασχε από καρκίνο του μαστού και τη θεράπευσε ο Έλληνας γιατρός Δημοκήδης, όταν υπηρετούσε στην περσική αυλή (520 π.Χ.). Στη συνέχεια, έγινε περιζήτητος.
Όσον αφορά τα είδη του καρκίνου, αυτά διακρίνονταν στον «κρυπτό» και στον «επιφανειακό», στον «εν τω βάθει» και στον «επιπολής», στον «ανέλκωτο» και στον «ηλκωμένο», στον «σύμφυτον» και «μη σύμφυτον».
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι αρχαίοι Έλληνες γιατροί υποστήριζαν πως ο καρκίνος προερχόταν από τη «μέλαινα χολή» και τον «μελαγχολικό χυμό». Η θεωρία των χυμών έφτασε στη Ρωμαϊκή Εποχή, οπότε την υιοθέτησε και τη διέδωσε ο διάσημος γιατρός Γαληνός. Όπως επισημαίνεται, διατηρήθηκε για πολλά χρόνια λόγω του ότι το συγκεκριμένο διάστημα απαγορευόταν αυστηρά η μελέτη του ανθρώπινου για θρησκευτικούς λόγους.
Ο Γαληνός θεωρείται ο εισηγητής του όρου «όγκος» και της διατήρησής του στην επιστημονική ορολογία, αφού, υποδηλώνοντας το φορτίο και το βάρος, στον καρκίνο γίνεται αντιληπτός ως το φορτίο που κουβαλά το σώμα.
Στο πολύ ενδιαφέρον βιβλίο του κ. Κούζη διαβάζουμε ότι ο καρκίνος ήταν «ανώμαλος, σκληρός και οχθώδης». Συγκεκριμένα, ο Γαληνός υποστήριζε ότι, όπως στον καρκίνο (κάβουρα) τα πόδια είναι εκατέρωθεν του κορμού του, κατά τον ίδιο τρόπο «στον μαστό της γυναικός, από τον παρά φύσιν όγκο, οι φλέβες είναι διογκωμένες και καταφανείς και παρομοιάζονταν με τα πόδια του καβουριού. Από κει και πέρα, ο όρος αυτός γενικεύθηκε για όλες τις νεοπλασίες του σώματος και χρησιμοποιείται από όλους τους αρχαίους Έλληνες ιατρούς, ενώ παράλληλα απαντάται και ο όρος "καρκίνωμα". Οι όροι αυτοί έφθασαν μέχρι τις ημέρες μας και καθιερώθηκαν στη διεθνή ιατρική ορολογία, ενώ και οι μορφές του καρκίνου είναι παρόμοιες με αυτές που υπάρχουν σήμερα, όπως των γεννητικών οργάνων, του πνεύμονα, των εντέρων και του μαστού».
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι τρόποι θεραπείας του καρκίνου. Κάποια βότανα που χρησιμοποιούνταν ήταν τα: ασκληπιάς, ακαλύφη ή κνίδη, αριστολοχία, δρακοντιά, ερύσιμον, ερέβινθος, ελλέβορος, ερίκης καρπός, ελατήριον ή σίκυς άγριος στρύχνου χυλός και επίθυμον. Επίσης, ως αντικαρκινικά φάρμακα χρησιμοποιούνταν οι ποτάμιοι καρκίνοι, η καδμεία, ο λιθάργυρος, ο μόλυβδος και η χαλκίτις.
Σε περίπτωση που αποτύγχανε η θεραπεία με τις φαρμακευτικές ουσίες, οι αρχαίοι Έλληνες γιατροί κατέφευγαν σε εγχείρηση. Βέβαια, ο Γαληνός πρότεινε τη χειρουργική θεραπεία μόνον για τους καρκίνους «επιπολής». Πριν από αυτήν χορηγούνταν τα κατάλληλα φάρμακα για την κάθαρση του μελαγχολικού χυμού και στη συνέχεια αφαιρούνταν ο όγκος «ξυραφίοις πεπυρωμένοις ομού τέμνουσι και διακαίουσιν», δηλαδή με ένα είδος θερμοκαυτήρος, ώστε να αποφεύγεται η αιμορραγία.
Ωστόσο, η επίγνωση των υποτροπών μετά την επέμβαση φαίνεται από τη φράση του Ιπποκράτη που έλεγε: «Θεραπευόμενοι γαρ απόλλυνται ταχέως, μη θεραπευόμενοι δε πολύν χρόνον διατελέουσι».
Επίσης, ένας άλλος τρόπος αντιμετώπισης του καρκίνου, σύμφωνα πάντα με τον Ιπποκράτη, ήταν με τη χρήση κολπικών πεσσών, τους οποίους κάλυπτε με διάφορα βότανα και τους τοποθετούσε στον κόλπο της γυναίκας ασθενούς. Μάλιστα, η θερμότητα των πεσσών είχε και καταπραϋντικές ιδιότητες, αφού μείωνε τον πόνο. Επίσης, πηγές αναφέρουν ότι ο Ιπποκράτης χρησιμοποιούσε μεταλλικά αντικείμενα που διέστελλαν τον τράχηλο της μήτρας.
Ο καρκίνος είναι μια πάθηση που ταλαιπωρεί την ανθρωπότητα από πολύ παλιά. Για την ακρίβεια, όπως γράφει στο βιβλίο του ο κ. Αριστοτέλης Κούζης: «Κατά φυσικήν συνέπειαν και η πρώτη εμφάνισις του καρκίνου παρά τω ανθρώπω δύναται αναμφιλέκτως ν' αναχθή εις τους παλαιοτάτους χρόνους, πρέπει δε πάντως να παραδεχθώμεν ότι ο καρκίνος υφίσταται ως νόσος αφ' ης εποχής υφίσταται και η ανθρωπότης».
Το βιβλίο του Αριστοτέλη Κούζη «Ο καρκίνος παρά τοις αρχαίοις Έλλησιν ιατροίς» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αθ. Σταμούλης.
Πηγή
Τα κύτταρα ενός οργανισμού αναπτύσσονται με έναν συγκεκριμένο ρυθμό, έτσι ώστε να αντικαθιστούν αυτά που πεθαίνουν. Υπάρχουν, ωστόσο, περιπτώσεις στις οποίες ο οργανισμός παράγει περισσότερα κύτταρα από εκείνα που πραγματικά χρειάζεται. Η συγκέντρωση αυτών των παραπάνω κυττάρων έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία όγκων. Οι περισσότεροι απ' αυτούς είναι συνήθως αβλαβείς.
Για να γίνει ένας όγκος επικίνδυνος πρέπει τα κύτταρα που τον αποτελούν να εισβάλουν σε ιστούς και να μεταφερθούν σε άλλα μέρη του σώματος. Ουσιαστικά, δηλαδή, με τον όρο «καρκίνος» περιγράφεται μια ομάδα νοσημάτων, των οποίων η αιτία εντοπίζεται στην υπερβολική ανάπτυξη κυττάρων που μέχρι εκείνη τη στιγμή συμπεριφέρονταν φυσιολογικά.
Όπως τονίζουν οι ειδικοί, ο καρκίνος δεν είναι ένα τοπικό πρόβλημα αλλά μια γενικευμένη κατάσταση, τόσο σωματική όσο και ψυχική. Πρέπει να γίνει σαφές ότι οφείλεται στην κακή αιμάτωση των κυττάρων και έχει σχέση με ψυχολογικούς παράγοντες, με τη διατροφή και τον ανθυγιεινό τρόπο ζωής.
Η συμπτωματολογία της βασίστηκε στη θεώρηση του Ιπποκράτη το 460-370 π. Χ. για τους τέσσερις χυμούς: αίμα, φλέγμα, κίτρινη και μαύρη χολή: σε φυσιολογικές συνθήκες, οι χυμοί αυτοί βρίσκονται σε ισορροπία, όταν όμως συσσωρεύεται υπερβολική ποσότητα μαύρης χολής σε συγκεκριμένα μέρη του σώματος, δημιουργείται ο καρκίνος.
Υπάρχουν πάνω από 200 διαφορετικά είδη καρκίνου και δεν αντιμετωπίζονται όλα με τον ίδιο τρόπο. Για καθένα υπάρχει ξεχωριστή θεραπεία.
Είναι χαρακτηριστικό, πάντως, ότι οι περισσότεροι θεωρούν πως ο καρκίνος αποτελεί μια ασθένεια που σχετίζεται με τον σύγχρονο τρόπο ζωής και εμφανίστηκε στους νεότερους χρόνους.
Πριν από λίγο καιρό, σε συνέδριο που διοργανώθηκε στο Λονδίνο από την Ευρωπαϊκή Εταιρεία Ογκολογίας, επίκεντρο της επιστημονικής συζήτησης ήταν η «αρχαιότητα» του καρκίνου, καθώς και η ιστορία της ογκολογίας σε διάφορες περιοχές του πλανήτη.
Ο γιατρός και μελετητής της ιατρικής στην Αρχαία Ελλάδα, Σπύρος Ρέτσας, υπενθύμισε ότι ο Ιπποκράτης ήταν αυτός που πρώτος ονόμασε την πάθηση και παρομοίασε τον όγκο με τον κάβουρα (αλλιώς, καρκίνος).
Σύμφωνα με τα επιστημονικά δεδομένα, έχουν ανακαλυφθεί στοιχεία για έναν τύπο καρκίνου των οστών, το οστεοσάρκωμα, σε οστά του κεφαλιού και του αυχένα σε μούμιες στην αρχαία Αίγυπτο. Επίσης, έχει βρεθεί περιγραφή της νόσου σε πάπυρο που χρονολογείται στο 1600 π.Χ.
Ειδικότερα, στον πάπυρο αναφέρονται οκτώ περιπτώσεις όγκων ή ελκών στο στήθος που αντιμετωπίζονταν με τη μέθοδο του καυτηριασμού, τη λεγόμενη και «τρυπάνι της φωτιάς». Παράλληλα, στον πάπυρο αναφέρεται ότι η νόσος δεν είχε θεραπεία και για τους αρχαίους Αιγυπτίους ο καρκίνος αποτελούσε την τιμωρία των θεών για τους ασεβείς και τις αμαρτωλές πράξεις.
Τα ιπποκρατικά κείμενα, όμως, είναι εκείνα που καταγράφουν τη νόσο ως καρκίνο. «Γυναικί εν Αβδήροισι καρκίνωμα εγένετο περί το στήθος και διά της θηλής έρρεεν ιχώρ ύφαιμος, επιληφθείσης δε της ρύσιος απέθανεν» έγραφε ο πατέρας της Ιατρικής.
Μάλιστα, η συμπτωματολογία της βασίστηκε στη θεώρηση του Ιπποκράτη το 460-370 π. Χ. για τους τέσσερις χυμούς: αίμα, φλέγμα, κίτρινη και μαύρη χολή: σε φυσιολογικές συνθήκες, οι χυμοί αυτοί βρίσκονται σε ισορροπία, όταν όμως συσσωρεύεται υπερβολική ποσότητα μαύρης χολής σε συγκεκριμένα μέρη του σώματος, δημιουργείται ο καρκίνος.
Όπως έχει επισημάνει ο ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Νικόλαος Παυλίδης, στις συνταγές του Ιπποκράτη εξέχουσα θέση κατείχε η πικραγγουριά, της οποίας τον χυμό χορηγούσε για τους καρκίνους του πεπτικού συστήματος, ενώ η «ψίχα της κολοκύνθης» ή ενός «σικύου», άγριου αγγουριού, αναμεμειγμένη με κερήθρα και νερό, αποτελούσε φάρμακο τοπικής χρήσης για τον καρκίνο της μήτρας.
Σημαντική συμβολή όσον αφορά την εμφάνιση και αντιμετώπιση του καρκίνου στην αρχαιότητα αποτελεί το εξαιρετικό βιβλίο του καθηγητή και ακαδημαϊκού Αριστοτέλη Κούζη, «Ο καρκίνος παρά τοις αρχαίοις Έλλησιν ιατροίς», το οποίο κυκλοφόρησε το 1902 και επανεκδόθηκε το 2004.
Ο πατέρας της Ιστορίας Ηρόδοτος (484-426 π. Χ. ) αναφέρει ότι η Άτοσσα, η μητέρα του βασιλιά των Περσών, Δαρείου, έπασχε από καρκίνο του μαστού και τη θεράπευσε ο Έλληνας γιατρός Δημοκήδης, όταν υπηρετούσε στην περσική αυλή (520 π.Χ.). Στη συνέχεια, έγινε περιζήτητος.
Όσον αφορά τα είδη του καρκίνου, αυτά διακρίνονταν στον «κρυπτό» και στον «επιφανειακό», στον «εν τω βάθει» και στον «επιπολής», στον «ανέλκωτο» και στον «ηλκωμένο», στον «σύμφυτον» και «μη σύμφυτον».
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι αρχαίοι Έλληνες γιατροί υποστήριζαν πως ο καρκίνος προερχόταν από τη «μέλαινα χολή» και τον «μελαγχολικό χυμό». Η θεωρία των χυμών έφτασε στη Ρωμαϊκή Εποχή, οπότε την υιοθέτησε και τη διέδωσε ο διάσημος γιατρός Γαληνός. Όπως επισημαίνεται, διατηρήθηκε για πολλά χρόνια λόγω του ότι το συγκεκριμένο διάστημα απαγορευόταν αυστηρά η μελέτη του ανθρώπινου για θρησκευτικούς λόγους.
Ο Γαληνός θεωρείται ο εισηγητής του όρου «όγκος» και της διατήρησής του στην επιστημονική ορολογία, αφού, υποδηλώνοντας το φορτίο και το βάρος, στον καρκίνο γίνεται αντιληπτός ως το φορτίο που κουβαλά το σώμα.
Στο πολύ ενδιαφέρον βιβλίο του κ. Κούζη διαβάζουμε ότι ο καρκίνος ήταν «ανώμαλος, σκληρός και οχθώδης». Συγκεκριμένα, ο Γαληνός υποστήριζε ότι, όπως στον καρκίνο (κάβουρα) τα πόδια είναι εκατέρωθεν του κορμού του, κατά τον ίδιο τρόπο «στον μαστό της γυναικός, από τον παρά φύσιν όγκο, οι φλέβες είναι διογκωμένες και καταφανείς και παρομοιάζονταν με τα πόδια του καβουριού. Από κει και πέρα, ο όρος αυτός γενικεύθηκε για όλες τις νεοπλασίες του σώματος και χρησιμοποιείται από όλους τους αρχαίους Έλληνες ιατρούς, ενώ παράλληλα απαντάται και ο όρος "καρκίνωμα". Οι όροι αυτοί έφθασαν μέχρι τις ημέρες μας και καθιερώθηκαν στη διεθνή ιατρική ορολογία, ενώ και οι μορφές του καρκίνου είναι παρόμοιες με αυτές που υπάρχουν σήμερα, όπως των γεννητικών οργάνων, του πνεύμονα, των εντέρων και του μαστού».
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι τρόποι θεραπείας του καρκίνου. Κάποια βότανα που χρησιμοποιούνταν ήταν τα: ασκληπιάς, ακαλύφη ή κνίδη, αριστολοχία, δρακοντιά, ερύσιμον, ερέβινθος, ελλέβορος, ερίκης καρπός, ελατήριον ή σίκυς άγριος στρύχνου χυλός και επίθυμον. Επίσης, ως αντικαρκινικά φάρμακα χρησιμοποιούνταν οι ποτάμιοι καρκίνοι, η καδμεία, ο λιθάργυρος, ο μόλυβδος και η χαλκίτις.
Σε περίπτωση που αποτύγχανε η θεραπεία με τις φαρμακευτικές ουσίες, οι αρχαίοι Έλληνες γιατροί κατέφευγαν σε εγχείρηση. Βέβαια, ο Γαληνός πρότεινε τη χειρουργική θεραπεία μόνον για τους καρκίνους «επιπολής». Πριν από αυτήν χορηγούνταν τα κατάλληλα φάρμακα για την κάθαρση του μελαγχολικού χυμού και στη συνέχεια αφαιρούνταν ο όγκος «ξυραφίοις πεπυρωμένοις ομού τέμνουσι και διακαίουσιν», δηλαδή με ένα είδος θερμοκαυτήρος, ώστε να αποφεύγεται η αιμορραγία.
Ωστόσο, η επίγνωση των υποτροπών μετά την επέμβαση φαίνεται από τη φράση του Ιπποκράτη που έλεγε: «Θεραπευόμενοι γαρ απόλλυνται ταχέως, μη θεραπευόμενοι δε πολύν χρόνον διατελέουσι».
Επίσης, ένας άλλος τρόπος αντιμετώπισης του καρκίνου, σύμφωνα πάντα με τον Ιπποκράτη, ήταν με τη χρήση κολπικών πεσσών, τους οποίους κάλυπτε με διάφορα βότανα και τους τοποθετούσε στον κόλπο της γυναίκας ασθενούς. Μάλιστα, η θερμότητα των πεσσών είχε και καταπραϋντικές ιδιότητες, αφού μείωνε τον πόνο. Επίσης, πηγές αναφέρουν ότι ο Ιπποκράτης χρησιμοποιούσε μεταλλικά αντικείμενα που διέστελλαν τον τράχηλο της μήτρας.
Ο καρκίνος είναι μια πάθηση που ταλαιπωρεί την ανθρωπότητα από πολύ παλιά. Για την ακρίβεια, όπως γράφει στο βιβλίο του ο κ. Αριστοτέλης Κούζης: «Κατά φυσικήν συνέπειαν και η πρώτη εμφάνισις του καρκίνου παρά τω ανθρώπω δύναται αναμφιλέκτως ν' αναχθή εις τους παλαιοτάτους χρόνους, πρέπει δε πάντως να παραδεχθώμεν ότι ο καρκίνος υφίσταται ως νόσος αφ' ης εποχής υφίσταται και η ανθρωπότης».
Το βιβλίο του Αριστοτέλη Κούζη «Ο καρκίνος παρά τοις αρχαίοις Έλλησιν ιατροίς» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αθ. Σταμούλης.
Πηγή