Η τέλεση ενός γάμου στην αρχαία Ελλάδα δεν αποτελούσε προσωπική υπόθεση του ζευγαριού, αλλά πάνω απ’ όλα ήταν πολιτική υπόθεση. Έτσι, λοιπόν, ο γάμος ήταν υποχρεωτικός και για τους Σπαρτιάτες, καθώς από την ένωση δύο ανθρώπων θα γεννιούνταν οι επόμενοι υπερασπιστές της πόλης.
Οι νεαρές Σπαρτιάτισσες παντρεύονταν γύρω στην ηλικία των 18 ετών, σε μια ηλικία δηλαδή που θεωρούνταν κατάλληλες και ώριμες να γεννήσουν και να αναθρέψουν υγιή παιδιά. Η επιλογή του συζύγου δεν γινόταν κατόπιν ελεύθερης επιλογής, αλλά ο γάμος τελούνταν μετά από την αρπαγή της γυναίκας.
Όπως πληροφορούμαστε στον Πλούταρχο -Λυκούργος 15.4-, πριν από το γάμο οι μελλόνυμφοι δεν είχαν καμία σχέση ούτε γνώριζαν ποιον επρόκειτο να παντρευτούν. Τότε, τη μελλόνυμφη την άρπαζε μια «νυμφεύτρια», δηλαδή μια προξενήτρα, και την προετοίμαζε για την πρώτη νύχτα του γάμου.
Η προετοιμασία της νύφης περιλάμβανε το ξύρισμα της κεφαλής και ντύσιμο της νύφης με αντρικό μανδύα και παπούτσια. Έπειτα η νύφη ξάπλωνε σ’ ένα αχυρένιο στρώμα και με σβησμένο φως περίμενε το γαμπρό. Αργότερα, ο γαμπρός έφευγε και επέστρεφε πάλι στον στρατιωτικό καταυλισμό μαζί με τους άλλους στρατιώτες.
Η πρώτη αλλά και οι επόμενες συναντήσεις του ζεύγους γινόταν στο απόλυτο σκοτάδι. Μάλιστα, υπήρχε η περίπτωση το ζευγάρι να αποκτήσει παιδί και ο άντρας να μην είχε ακόμη δει τη γυναίκα του στο φως της ημέρας.
Μια Σπαρτιάτισσα δεν ήταν υποχρεωμένη να δώσει προίκα σε έναν άντρα για να την παντρευτεί. Άλλωστε, υπήρχε περίπτωση να τελεστεί ένας γάμος χωρίς προηγουμένως να είχε συμφωνήσει για το γάμο ο πατέρας της κοπέλας με την οικογένεια του γαμπρού. Εξάλλου, ο Λυκούργος είχε θεσπίσει νόμο να δίνονται οι κοπέλες για παντρειά χωρίς απόδοση προίκας, έτσι ώστε να μην μείνουν οι φτωχές ανύπαντρες.
Εάν όμως μια οικογένεια δεν είχε αγόρι ως νόμιμο κληρονόμο, τότε η περιουσία του πατέρα περνούσε στην κόρη του και μ’ αυτόν τον τρόπο οι γυναίκες της Σπάρτης γίνονταν κάτοχοι της γης και όχι επειδή είχαν λάβει προίκα από τους γονείς τους. Ο Αριστοτέλης στα «Πολιτικά» γράφει πως τα δύο πέμπτα της γης της Σπάρτης ανήκαν στις γυναίκες, γεγονός που τους προσέδιδε εξουσία και δύναμη.
Ασφαλώς στην Αρχαία Σπάρτη, όπως και σε άλλες πόλεις-κράτη του ελληνισμού, ίσχυε η μονογαμία. Εάν κάποιος ήθελε να αποκτήσει δεύτερη γυναίκα, έπρεπε πρώτα να χωρίσει την πρώτη.
Ενώ, λοιπόν, στη Σπάρτη ίσχυε γενικά η μονογαμία, ωστόσο επιτρεπόταν στις γυναίκες να συνάπτουν σεξουαλικές σχέσεις και με άλλο άντρα, εκτός από το νόμιμο σύζυγο. Το περίεργο είναι πως υπήρχαν περιπτώσεις που ο ίδιος ο σύζυγος έφερνε άλλο άντρα για τη γυναίκα του.
Εάν, λοιπόν, μια γυναίκα είχε παντρευτεί έναν γέρο άντρα, πράγμα όχι και πολύ συνηθισμένο, ο ίδιος ο γέρος τής έφερνε στο σπίτι έναν νέο άντρα με καλή σωματική διάπλαση και καλό χαρακτήρα, προκειμένου να αποκτήσει μαζί του παιδιά. Ακόμη, εάν κάποιος έβλεπε πως μια γυναίκα προέρχονταν από καλή γενιά και είχε αποκτήσει εκείνη όμορφα παιδιά, τότε ο ενδιαφερόμενος κύριος ζητούσε τη συγκατάθεση του συζύγου της γυναίκας για να κάνει και ο ίδιος όμορφα παιδιά μ’ αυτήν τη γυναίκα.
Έτσι, οι γυναίκες μπορούσαν να αποκτήσουν παιδιά από διάφορους άντρες και κατά συνέπεια να διοικούν πάνω από έναν οίκο στη Σπάρτη.
Βιβλιογραφία: «ΟΨΕΙΣ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ, ΑΘΗΝΑ, ΣΠΑΡΤΗ, ΓΟΡΤΥΝΑ»
Πηγή
Ο γάμος για τις Σπαρτιάτισσες
Οι νεαρές Σπαρτιάτισσες παντρεύονταν γύρω στην ηλικία των 18 ετών, σε μια ηλικία δηλαδή που θεωρούνταν κατάλληλες και ώριμες να γεννήσουν και να αναθρέψουν υγιή παιδιά. Η επιλογή του συζύγου δεν γινόταν κατόπιν ελεύθερης επιλογής, αλλά ο γάμος τελούνταν μετά από την αρπαγή της γυναίκας.
Όπως πληροφορούμαστε στον Πλούταρχο -Λυκούργος 15.4-, πριν από το γάμο οι μελλόνυμφοι δεν είχαν καμία σχέση ούτε γνώριζαν ποιον επρόκειτο να παντρευτούν. Τότε, τη μελλόνυμφη την άρπαζε μια «νυμφεύτρια», δηλαδή μια προξενήτρα, και την προετοίμαζε για την πρώτη νύχτα του γάμου.
«Ἐγάμουν δέ δι’ ἁρπαγῆς, οὐ μικράς οὐδέ ἀώρους πρός γάμον, ἀλλά καί ἀκμαζούσας καί πεπείρους. Τήν δέ ἁρπασθεῖσαν ἡ νυμφεύτρια καλουμένη παραλαβοῦσα, τήν μέν κεφαλήν ἐν χρῷ περιέκειρεν, ἱματίῳ δέ ἀνδρείῳ καί ὑποδήμασιν ἐνσκευάσασα κατέκλινεν ἐπί στιβάδα μόνην ἄνευ φωτός. Ὁ δέ νυμφίος οὐ μεθύων οὐδέ θρυπτόμενος, ἀλλά νήφων, ὥσπερ ἀεί, δεδειπνηκώς ἐν τοῖς φιδιτίοις, παρεισελθών ἔλυε τήν ζώνην καί μετήνεγκεν ἀράμενος ἐπί τήν κλίνην».
Η προετοιμασία της νύφης περιλάμβανε το ξύρισμα της κεφαλής και ντύσιμο της νύφης με αντρικό μανδύα και παπούτσια. Έπειτα η νύφη ξάπλωνε σ’ ένα αχυρένιο στρώμα και με σβησμένο φως περίμενε το γαμπρό. Αργότερα, ο γαμπρός έφευγε και επέστρεφε πάλι στον στρατιωτικό καταυλισμό μαζί με τους άλλους στρατιώτες.
Η πρώτη αλλά και οι επόμενες συναντήσεις του ζεύγους γινόταν στο απόλυτο σκοτάδι. Μάλιστα, υπήρχε η περίπτωση το ζευγάρι να αποκτήσει παιδί και ο άντρας να μην είχε ακόμη δει τη γυναίκα του στο φως της ημέρας.
Ο θεσμός της προίκας στην Αρχαία Σπάρτη
Μια Σπαρτιάτισσα δεν ήταν υποχρεωμένη να δώσει προίκα σε έναν άντρα για να την παντρευτεί. Άλλωστε, υπήρχε περίπτωση να τελεστεί ένας γάμος χωρίς προηγουμένως να είχε συμφωνήσει για το γάμο ο πατέρας της κοπέλας με την οικογένεια του γαμπρού. Εξάλλου, ο Λυκούργος είχε θεσπίσει νόμο να δίνονται οι κοπέλες για παντρειά χωρίς απόδοση προίκας, έτσι ώστε να μην μείνουν οι φτωχές ανύπαντρες.
Εάν όμως μια οικογένεια δεν είχε αγόρι ως νόμιμο κληρονόμο, τότε η περιουσία του πατέρα περνούσε στην κόρη του και μ’ αυτόν τον τρόπο οι γυναίκες της Σπάρτης γίνονταν κάτοχοι της γης και όχι επειδή είχαν λάβει προίκα από τους γονείς τους. Ο Αριστοτέλης στα «Πολιτικά» γράφει πως τα δύο πέμπτα της γης της Σπάρτης ανήκαν στις γυναίκες, γεγονός που τους προσέδιδε εξουσία και δύναμη.
Η πολυανδρία των γυναικών της Σπάρτης
Ασφαλώς στην Αρχαία Σπάρτη, όπως και σε άλλες πόλεις-κράτη του ελληνισμού, ίσχυε η μονογαμία. Εάν κάποιος ήθελε να αποκτήσει δεύτερη γυναίκα, έπρεπε πρώτα να χωρίσει την πρώτη.
Ενώ, λοιπόν, στη Σπάρτη ίσχυε γενικά η μονογαμία, ωστόσο επιτρεπόταν στις γυναίκες να συνάπτουν σεξουαλικές σχέσεις και με άλλο άντρα, εκτός από το νόμιμο σύζυγο. Το περίεργο είναι πως υπήρχαν περιπτώσεις που ο ίδιος ο σύζυγος έφερνε άλλο άντρα για τη γυναίκα του.
Εάν, λοιπόν, μια γυναίκα είχε παντρευτεί έναν γέρο άντρα, πράγμα όχι και πολύ συνηθισμένο, ο ίδιος ο γέρος τής έφερνε στο σπίτι έναν νέο άντρα με καλή σωματική διάπλαση και καλό χαρακτήρα, προκειμένου να αποκτήσει μαζί του παιδιά. Ακόμη, εάν κάποιος έβλεπε πως μια γυναίκα προέρχονταν από καλή γενιά και είχε αποκτήσει εκείνη όμορφα παιδιά, τότε ο ενδιαφερόμενος κύριος ζητούσε τη συγκατάθεση του συζύγου της γυναίκας για να κάνει και ο ίδιος όμορφα παιδιά μ’ αυτήν τη γυναίκα.
Έτσι, οι γυναίκες μπορούσαν να αποκτήσουν παιδιά από διάφορους άντρες και κατά συνέπεια να διοικούν πάνω από έναν οίκο στη Σπάρτη.
Βιβλιογραφία: «ΟΨΕΙΣ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ, ΑΘΗΝΑ, ΣΠΑΡΤΗ, ΓΟΡΤΥΝΑ»
Πηγή