Δευτέρα 16 Σεπτεμβρίου 2019

Λουκιανός : H Δίκη συμφώνων

Η Δίκη συμφώνων λατ. Lis consonantium judicum vocalium, (έρις συμφώνων στην κρίση των φωνηέντων), είναι έργο του Λουκιανού που αποτελείται από δώδεκα παραγράφους των δώδεκα περίπου στίχων η καθεμιά και ανήκει στους επιδεικτικούς, ειδικότερα δικανικούς λόγους (καταγγελτικούς) με προοίμιο, αποδεικτικό μέρος και επίλογο.

Πρόκειται για παρωδία δίκης που βασίζεται στο γεγονός ότι πολλές λέξεις της Αττικής διαλέκτου,β[›] που γράφονταν αρχικά με διπλό σ, βαθμιαία μετέβαλαν προφορά και γραφή και το διπλό σ αντικαταστάθηκε από διπλό τ.

Το γράμμα σίγμα κατηγορεί το ταυ γι΄ αυτήν την παραβίαση. Ο λόγος τελειώνει με το χειρότερο ενοχοποιητικό στοιχείο για το Τ. Το γράμμα αυτό έδωσε την ιδέα για το σχήμα του ξύλινου σταυρού πάνω στον οποίο οι τύραννοι σταυρώνουν τους ανθρώπους.

Προοίμιο


Όσο καιρό, Φωνήεντα δικαστές, αδικιόμουν λίγο από αυτό εδώ το Ταυ, που έκανε κατάχρηση στα δικαιώματά μου και πήγαινε και καθόνταν εκεί που δεν έπρεπε, δεν έφερα βαρέως την αδικία και παρέβλεψα κάποια απ΄ όσα λέγονταν, εξαιτίας της μετριοπάθειας, την οποία ξέρετε ότι διατηρώ απέναντί σας και απέναντι στα άλλα γράμματα.

Εφόσον όμως έφτασε σε τέτοιο σημείο πλεονεξίας και παρανομίας, χωρίς ν΄ αρκείται με ό,τι επανειλημμένως άφησα να περάσει δίχως να μιλήσω, αλλά προσπαθεί ν΄ αποκτήσει με τη βία περισσότερα, είμαι αναγκασμένος να το καλέσω τώρα σε απολογία μπροστά σε σας, που γνωρίζετε και τα δύο μας.

Ο φόβος για την εξαφάνιση, που με πλησιάζει, δεν είναι μικρός· διότι προσθέτοντας όλο και περισσότερα σε αυτά που έχει ήδη κάνει θα με εξαφανίσει ολότελα από την περιοχή, που μου ανήκει, έτσι ώστε, αν συνεχίζω να σωπαίνω, δεν θα αργήσω να σταματήσω να συγκαταλέγομαι στο αλφάβητο και δεν θα είμαι τίποτα παραπάνω από ένα (ψόφο) άναρθρο ήχο, (Δίκη συμφώνων 2).

Μαρτυρίες αʹ μέρος


Νομίζω όμως ούτε σεις θα φτάσετε σε τέτοιο σημείο αδιαφορίας και παραμέλησης, ώστε να επιτρέψετε πράγματα που δεν είναι δίκαια, ούτε εγώ θα σταματήσω τον αγώνα για την αδικία εις βάρος μου, ακόμα κι αν εσείς αδιαφορήσετε.

Μακάρι να είχε αναχαιτιστεί τότε και των άλλων γραμμάτων το θράσος, αμέσως μόλις άρχισαν τις παρανομίες. Έτσι δεν θα πολεμούσε μέχρι σήμερα το Λάμδα με το Ρω, φιλονικώντας για την «κίσηρι» «κίσηλις» (ελαφρόπετρα) και την «κεφαλαργία» (κεφαλαγία), ούτε το Γάμμα θ΄ ανταγωνιζόνταν το Κάππα και δεν θα κόντευαν επανειλημμένως να έρθουν στα χέρια μέσα στο γναφείο για τα «γνάφαλλα»γ[›] και θα είχε αποφύγει να παλέψει με το λάμδα, αφαιρώντας του το «μόγις» μόλις και κλέβοντάς του κρυφά το μάλιστα·δ[›] και θα έμειναν ήσυχα και τα υπόλοιπα, που αρχίζουν το παράνομο ανακάτεμα, Δίκη συμφώνων)#p4

Διήγηση


Είναι λοιπόν δίκαιο, όχι μόνο εσείς, που τώρα δικάζετε, αλλά και τα άλλα γράμματα να πάρουν προφυλάξεις απέναντι στις προσπάθειές του. Το σωστό είναι να μένει το καθένα στη θέση που του έτυχε· το να πηγαίνει εκεί που δεν πρέπει είναι κάτι που καταλύει το δίκαιο. Άλλωστε και αυτός που πρώτος διατύπωσε για μας αυτούς τους νόμους, είτε ήταν ο νησιώτης [2] Κάδμος είτε ο Παλαμήδης, γιος του Ναυπλίου -κάποιοι αποδίδουν αυτήν την περιοχή στον Σιμωνίδη- δεν καθόρισαν μόνο τη σειρά μας, σύμφωνα με την οποία έχουμε καθορισμένες θέσεις, ποιο δηλαδή θα είναι πρώτο και ποιο δεύτερο, αλλά αποφάσισαν ακόμα και τα χαρακτηριστικά και τις δυνατότητες, που έχει καθένα από μας.

Την τελευταία θέση όρισαν να έχουν απ΄ όλα τα εννέα γράμματα, που δεν έχουν κανένα ήχο από μόνα τους.[3] Τα φωνήεντα λοιπόν θα έπρεπε να διαφυλάσσουν αυτούς τους νόμους, Δίκη συμφώνων)#p6.

Είχα πάει κάποτε στον Κύβελο -αυτό είναι χωριουδάκι, όχι άσχημο- αποικία των Αθηναίων, όπως λέει η ιστορία. Πήρα μαζί μου και το ισχυρότατο Ρω, τον καλύτερο γείτονά μου. Σταμάτησα λοιπόν στο σπίτι κάποιου κωμικού ποιητή. Λεγόταν Λυσίμαχος, Βοιωτός προφανώς από καταγωγής, αν και απαιτούσε να λένε ότι γεννήθηκε στην καρδιά (από μέσης) της Αττικής.

Σε αυτό το ξένο λοιπόν παρατήρησα την πλεονεξία αυτού του Ταυ. Όσο καιρό ήταν λίγα αυτά που επιχειρούσε, τολμώντας να λέει «τέττερα» (τέσσερα) και «τετταράκοντα» (τεσσαράκοντα), βάζοντας χέρι ακόμα και στο «τήμερα» (σήμερα) και τα παρόμοια και λέγοντας ότι αυτά είναι δικά του, στερώντας μου τους γνωστούς και συγγενείς μου, νόμιζα ότι ήταν απλώς συνήθειά του και ανεχόμουν να τα ακούω, χωρίς να μ΄ ενοχλούν και πολύ, Δίκη συμφώνων)#p7.

Μαρτυρίες


Κάλει μοί καί άλλους μάρτυρας

Ότι είμαι γράμμα που δεν κρατάει κακία, μπορείτε να το καταθέσετε κι εσείς οι ίδιοι, αφού ποτέ δεν κατάγγειλα το Ζήτα, που μου πήρε το «σμαράγδι» (ζμάραγδος) και μου αφαίρεσε τελείως τη σμύρνα, ούτε το Ξι, που παραβίασε κάθε «συνθήκη» (ξυνθήκη), έχοντας «σύμμαχο» (ξύμαγχος) τον συγγραφέα τέτοιων πραγμάτων, τον Θουκυδίδη.

Και όταν ο γείτονας μου το Ρω, αρρώστησε, τον συγχώρεσα που μεταφύτευσε στον κήπο του τις «μυρρίνες» (μυρσίνη) μου και με χτύπησε κάποτε στον «κρόταφο» (κόρση-κόρρη) από παραφροσύνη. Δεν άφησε ήσυχα ούτε τα υπόλοιπα γράμματα, αλλά διέπραξε αδικίες και εις βάρος του Δέλτα και του Θήτα και του Ζήτα και εις βάρος σχεδόν όλων των στοιχείων του αλφαβήτου, καλέστε να σας πουν για χάρη μου τα ίδια τα αδικημένα γράμματα.

Ακούστε, φωνήεντα δικαστές, το Δέλτα, που λέει: «Μου έκλεψε την ενδελέχεια, απαιτώντας να λέγεται εντελέχεια, παραβιάζοντας ολους τους νόμους», το Θήτα, που χύνει δάκρυα και ξεριζώνει τις τρίχες τού κεφαλιού του, γιατί έχει στερηθεί ακόμα και την κολοκύθα (κολοκύνθη-κολοκύντη), το Ζήτα, που έχει χάσει το να σφυρίζει και να σαλπίζει, ώστε δεν μπορεί πια να πει ούτε γρυ (γρύζειν).Δίκη συμφώνων)#p10.

Αποδεικτικό μέρος


«οὐ μετρίως ἐπὶ τούτοις ἀγανακτῶ καὶ πίμπραμαι (καίγομαι) δεδιὸς (φοβούμενος) μὴ τῷ χρόνῳ καὶ τὰ σῦκα τῦκά τις ὀνομάσῃ».

Από τη στιγμή όμως που προχώρησε και τόλμησε να πει «καττίτερο«» (κασσίτερον) και κάτυμμα[4] και «πίττα» πίσσα «βασιλόπιττα». η αγανάκτηση μου γι΄αυτά μεγάλωσε και έχω πάρει φωτιά από τον φόβο μήπως με τον καιρό ονομάσει κάποιος και τα «σύκα» «τύκα». Ο κίνδυνος όμως δεν είναι για ασήμαντα πράγματα, γιατί μου κλέβει τους φίλους και τους συντρόφους μου.

Ονόμασε την «κίσσα»[5] μου, το φλύαρο πουλί, «κίττα», αρπάζοντάς το μέσα από την αγκαλιά μου, που λέι ο λόγος. Μου πήρε τη «φάσσα» (αγριοπερίστερο) μαζί με τις νήσσες (πάπιες) και τους κόσσυφες (κότσυφες), αν και του το απαγόρευσε ο Αρίσταρχος. Μου απέσπασε ακόμα και όχι λίγες «μέλισσες.

Ήρθε στην Αττική και μου άρπαξε παράνομα από την καρδιά της μέσα τον «Υμησσό» Υμηττό κάτω από τα μάτια τα δικά σας και των άλλων γραμμάτων. Αλλά γιατί τα λέω αυτά; Με έδιωξε από τη «Θετταλία», με απέκλεισε από ολόκληρη τη θάλασσα «θάλαττα», χωρίς να λυπηθεί και να μου παραχωρήσει τα «σεύτλα» στους κήπους και καθώς λένε δεν μου άφησε ούτε «πάσσαλο» «μηδέ πάσσαλον μοι καταλιπεῖν».

Υπόλοιπον μέρος απόδειξης


Και δεν διαπράττει αδικίες μόνο εις βάρος του ομόφυλού του γένους των γραμμάτων, αλλά έχει ήδη επιτεθεί και στο ανθρώπινο γένος με τούτο το τρόπο· δεν αφήνει τους ανθρώπους να μιλήσουν με τη γλώσσα τεντωμένη.

Πράγματι, δικαστές, ενώ μιλούσα για τους ανθρώπους, μου ήρθε στο νου η γλώσσα· την έδιωξε και αυτή από το μέρος μου και κάνει τη «γλώσσα» «γλώττα». Προσπαθεί με γλωσσοδέτες να διαστρεβλώνει και να χαλάει την ομιλία τους. Άλλος βλέπει κάτι καλό και θέλει να το πει «κλήμα», αλλά επεμβαίνει το Ταυ που είναι πραγματικά «τλήμον» (άθλιο) και το κάνει «τλήμα».

Και δεν βλάπτει μόνο τους κοινούς ανθρώπους, αλλά ακόμα και τον μεγάλο βασιλιά, στον οποίο, λένε υποχωρούν και η ξηρά και η θάλασσα και αποχωρίζονται από την ίδια τους τη φύση, ακόμα και αυτόν επιβουλεύεται το Ταυ, ενώ είναι Κύρος τον κάνει κάτι σαν Τύρο (υπονοώντας εδώ κάτι σαν το τυρί).

«᾿Επὶ ἄρχοντος ᾿Αριστάρχου Φαληρέως, Πυανεψιῶνος ἑβδόμῃ[1] ἱσταμένου, γραφὴνα[›] ἔθετο τὸ Σῖγμα πρὸς τὸ Ταῦ ἐπὶ τῶν ἑπτὰ Φωνηέντων βίας καὶ ὑπαρχόντων ἁρπαγῆς, ἀφῃρῆσθαι λέγον πάντων τῶν ἐν διπλῷ ταῦ ἐκφερομένων».

Επίλογος


Με τον τρόπο αυτό βλάπτει λοιπόν τους ανθρώπους όσον αφορά την ομιλία τους, αλλά κοιτάτε και πως βλάπτει αυτούς με πράξεις. Κλαίνε οι άνθρωποι και θρηνούν την τύχη τους και καταριούνται συνέχεια τον Κάδμο, που έφερε το Ταυ στο γένος των στοιχείων του αλφαβήτου· διότι λένε ότι οι τύραννοι, ακολουθώντας τη μορφή αυτού και μιμούμενοι την κατασκευή του, έφτιαξαν έπειτα ξύλα με τέτοιο σχήμα και εκεί σταυρώνουν τους ανθρώπους. Από αυτά λοιπόν πήρε το απαίσιο δημιούργημα τη φρικτή του ονομασία.

Για όλα αυτά λοιπόν πόσες φορές νομίζετε ότι αξίζει να θανατωθεί το Ταυ; Εγώ πιστεύω πως με όλο μας το δίκαιο πρέπει να τιμωρήσουμε το Ταυ φτιάχνοντας με αυτό σταυρό (Δίκη συμφώνων)#p12).



Σημειώσεις:

^ α: Η «Γραφή» ήταν ο πιο συνηθισμένος τύπος δημόσιας δίκης, σε αντίθεση με τη «δίκη» (αγών ίδιος), στην οποία η καταγγελία έπρεπε να υποβληθεί εγγράφως και γι΄αυτό ονομάστηκε έτσι. Οι δημόσιες δίκες αφορούσαν αδικήματα τα οποία έθιγαν το σύνολο των πολιτών, όπως π.χ. η προδοσία, η λιποταξία ή η κατάχρηση δημοσίου χρήματος.

^ β: To νεοττός (νεοσσός) δεν καθιερώθηκε, όπως και «τάττω» και όλα τα σύνθετα απ΄ αυτό: διατάσσω, επιτάσσω, κατατάσσω, μετατάσσω, παρατάσσω, ενώ καθιερώθηκε το «πράττω» και τα σύνθετα του.

^ γ: Γνάφαλλα ή κνάφαλλα είναι τα απομεινάρια από την κατεργασία του μαλλιού ή των υφασμάτων. Τα χρησιμοποιούσαν για να γεμίζουν στρώματα ή μαξιλάρια.

^ δ: Φαίνεται ότι κάποια χρονική περίοδο και μετά το μάλιστα προφερόταν μάγιστα, αν και δεν έχουμε πουθενά τέτοια γραφή. }}

Παραπομπές:


  • Συγκεκριμένη ημερομηνία και όχι αόριστα, όπως απαιτεί καί σήμερα ο νόμος.
  • Σύμφωνα με το μύθο, ο Κάδμος, που αποκαλείται «νησιώτης» γιατί καταγόταν από την Τύρο, έφερε δεκαέξι γράμματα από τη Φοινίκη στην Ελλάδα Ηρόδοτος, Ε, 58) και ο Παλαμήδης πρόσθεσε άλλα τέσσερα μεταξύ των οποίων σχημάτισε την ιδέα του γράμματος Υ, παρατηρώντας γερανούς να πετούν. Άλλοι πάλι αποδίδουν την προσθήκη των τεσσάρων γραμμάτων στο Σιμωνίδη, γιατρό από τις Συρακούσες
  • Εννοεί τα άφωνα: λαρυγγικά: κ,γ,χ· χειλικά: π, β, φ· οδοντικά: τ, δ, θ. (Γραμματική της αρχαίας ελληνικής γλώσσης, σ. 10, ΟΕΣΒ, 1960)
  • Το (κάσσυμα) είναι πέλμα υποδήματος από σκληρό δέρμα
  • Κίτττα, εκτός του πτηνού, λέγονταν και το πάθος, η παράλογη όρεξη των εγκύων γυναικών, Επίτομον Λεξικόν Αναστασίου Γιάνναρη, 1888



Πηγή