Ο βίος και ή πολιτεία του Αλκιβιάδη αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα τής μεταβολής των πολιτικών ηθών που συνήθως επιφέρουν έκτακτες πολιτικές περιστάσεις και η κυριαρχούσα τάση στην περιρρέουσα πνευματική ατμόσφαιρα: Στην συγκεκριμένη περίπτωση εννοούνται o Πελοποννησιακός πόλεμος, ιδιαίτερα κατά την δεύτερη και τρίτη (τελευταία) φάση του και ή Σοφιστική αντιστοίχως. Αποτέλεσμα και τών δυο ήταν οι ηθικές άξιες νά χάσουν το περιεχόμενό τους - ένα φαινόμενο πού επισημαίνουν κορυφαίοι διανοούμενοι τής εποχής, ο Θουκυδίδης καί o Αριστοφάνης.
Ωστόσο καθοριστική σημασία στήν διαμόρφωση τού νέου πολιτικού ήθους είχε ήδη από τα μέσα τού 5ου αι., όταν ή αθηναϊκή ηγεμονία αποκτά σαφώς ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα, ή ευρεία διάδοση τής αντίληψης τής «ευδαιμονίας»: Σημαίνει δύναμη καί υλική ευμάρεια καί γίνεται κατά τήν διάρκεια τού Πελοποννησιακού πολέμου, σύμφωνα μέ ορισμένες ενδείξεις, πολιτικό σύνθημα τής ριζοσπαστικής δημοκρατικής παράταξης: Είναι εκείνη πού υπόσχεται στους Αθηναίους πολίτες τήν διατήρηση καί αύξηση αυτής τής «ευδαιμονίας» -φυσικά εις βάρος τών συμμάχων.
Πράξεις καί πρόσωπα κρίνονται μέ τό αν και κατά πόσον υπηρετούν την αθηναϊκή ηγεμονία και κατ’ επέκταση την «ευδαιμονία» (μέ το περιεχόμενο που αναφέρθηκε) των Αθηναίων πολιτών. Πουθενά δεν φαίνεται τόσο καθαρά αυτό τό νέο πολιτικό ήθος όσο στην περίπτωση τοΰ Αλκιβιάδη.
Οι ίδιοι οι Αθηναίοι, που τον είχαν καταδικάσει τό 415 π.χ., εξ αιτίας τής προδοσίας του προς την Σπάρτη, ερήμην εις θάνατον, τον υποδέχονται πέντε χρόνια αργότερα, μετά την νίκη του επί του σπαρτιατικού στόλου στην Κυζικο (410 π.χ.), ως θριαμβευτή και τον εκλέγουν μάλιστα «στρατηγό αυτοκράτορα», γιά νά τον καθαιρέσουν τρία χρόνια αργότερα (μετά τήν ήττα τοΰ αθηναϊκού στόλου στο Νότιον τής Μ. Ασίας, γιά τήν οποία όμως δεν ευθυνόταν ό ίδιος).
Στο παρατιθέμενο από τον Πλούταρχο ανέκδοτο ο Αλκιβιάδης επιδιώκει νά αποπροσανατολίσει τους Αθηναίους από άλλα επιλήψιμα φερσίματά του, χρησιμοποιώντας όχι «θετικά», αλλά «αρνητικά» μέσα, κόβοντας δηλ. τήν ουρά τού μεγάλου, ωραίου και ακριβού σκύλου του.
Και τό επιτυγχάνει διότι, όπως αναφέρεται στο ανέκδοτο, όλοι οι Αθηναίοι ασχολούνται μέ τον κολοβό σκύλο (πράγμα που υποδηλώνει τήν γνωστή και αλλού αγάπη των Αθηναίων προς τα συμπαθή τετράποδα). Τό ανέκδοτο πιθανώς πλάστηκε -όπως και άλλα γιά τον Αλκιβιάδη- στά τέλη τού 5ου ή στις αρχές τού 4ου αι. π.χ. από τήν πολιτική -εχθρική προς τήν ριζοσπαστική δημοκρατία- λιβελλογραφία.
Τό (διαχρονικό) νόημά του είναι ότι ένας πολίτικος μπορεί να αποπροσανατολίσει και μέ αρνητικούς τρόπους, αρκεί να ξέρει ότι ή κοινωνία τον συγχωρεί η τον ανέχεται η αδιαφορεί για τις προσωπικές του αδυναμίες, επειδή τον χρειάζεται και κατά τα άλλα την εκφράζει. Παρόμοια παραδείγματα δεν λείπουν, ως γνωστόν, στην σημερινή «εύδαιμονιστική» εποχή.
«Ο Αλκιβιάδης είχε ένα σκύλο θαυμαστό για το μέγεθος και την ομορφιά του, τον οποίο είχε αγοράσει για εβδομήντα μνες. Αυτού του σκύλου την ουρά, αν και ήταν πάρα πολύ όμορφη, ο Αλκιβιάδης την έκοψε. Όταν οι φίλοι του τον επέπληξαν λέγοντας ότι όλοι είναι πολύ οργισμένοι γι’ αυτό πού έκανε στο σκυλί και τον βρίζουν, ο Αλκιβιάδης γέλασε και είπε: Αυτό θέλω, θέλω οι Αθηναίοι να τα λεν αυτά, για να μην πουν τίποτε άλλο χειρότερο για μένα!». (Μετάφραση Αντ. Πετρίδη)
«Όντος δε κυνός αυτώ θαυμαστού το μέγεθος και το είδος, ον εβδομήκοντα μνων εωνημένος ετυγχανεν, απέκοψε την ουράν πάγκαλον ουσαν, επιτιμώντων δε των συνήθων και λεγόντων οτι πάντες επί τω κυνί δάκνονται και λοιδορούσιν αυτόν, έπιγελάσας’ ‘γίνεται τοίνυν" είπεν ‘ο βούλομαι* βούλομαι γάρ Αθηναίους τούτο λαλείν, ίνα μη' τι χείρον περί εμού λέγωσι».
(Πλουτάρχου, Αλκιβιάδης 9, I) Τρόποι ζωής και χιούμορ των αρχαίων Ελλήνων Ιωάννης Σ. Τουλουμάκος. Εκδότης: Ζήτρος