Κοντά στην Ίκλαινα βρίσκονται, προς τα βόρειά της ο Πλάτανος σε απόσταση 2,5 περίπου χιλιομέτρων, προς τα βορειοανατολικά της η Γλυφάδα σε απόσταση 3,5 περίπου χιλιομέτρων, προς τα νοτιοδυτικά της το Ελαιόφυτο σε απόσταση 4 περίπου χιλιομέτρων και προς τα δυτικά της το Κορυφάσιο σε απόσταση 4,5 περίπου χιλιομέτρων αντίστοιχα.
Στην περιοχή έχουν έρθει στο φως σημαντικά αρχαιολογικά υπολείμματα της Εποχής του Χαλκού (περίπου 1600-1100 π.Χ.) μέσω των ανασκαφών και της επιφανειακής έρευνας από την Αρχαιολογική Εταιρεία και το πανεπιστήμιο του Μισσούρι-Sτ. Louis υπό την καθοδήγηση του καθηγητή και ακαδημαϊκού Μιχάλη Κοσμόπουλου, σε συνέχεια της αρχικής έρευνας, από το 1954, του Σπυρίδωνα Μαρινάτου.Τα ευρήματα περιλαμβάνουν μνημειώδη κτίρια με κυκλώπεια τείχη, σπίτια, και εργαστήρια, τα οποία φανερώνουν ότι κατά την πρώιμη μυκηναϊκή περίοδο η Ίκλαινα είχε ανάκτορο και ήταν πρωτεύουσα ανεξάρτητου κρατιδίου.
Στην Ύστερη μυκηναϊκή περίοδο η Ίκλαινα φαίνεται ότι καταλήφθηκε από τον ηγεμόνα του Ανακτόρου του Νέστορα και μετατράπηκε σε σημαντικό βιοτεχνικό κέντρο. Στην περιοχή ανακαλύφθηκε, το καλοκαίρι του 2010, πήλινη πινακίδα με πρώιμη γραμμική Β'.
Η πινακίδα θεωρείται η αρχαιότερη πήλινη πινακίδα Γραμμικής Β' στην Ευρώπη και χρονολογείται πριν από περίπου 3.500 χρόνια, στα 1450 π.Χ. Επειδή οι πινακίδες της Γραμμικής Β χρησιμοποιούνταν αποκλειστικά για κρατικά αρχεία, η πινακίδα της Ίκλαινας ανατρέπει τα έως τώρα δεδομένα σχετικά με τη χρονολόγηση των πρώιμων μυκηναϊκών κρατών και την έκταση της μυκηναϊκής γραφειοκρατίας.
Η περιοχή φαίνεται να ήταν μεγάλο κέντρο εμπορίου στο οποίο άκμασε η επεξεργασία και το εμπόριο του χαλκού. Άλλες περίοδοι, από τις οποίες έχουν βρεθεί ευρήματα, είναι τα τέλη της Κλασικής εποχής και τα Βυζαντινά χρόνια.
Πληροφορίες αντλήθηκαν από την πηγή