Ό Άβας ο Αργείος ήταν μυθικός ήρωας και βασιλιάς του Άργους, γιος του Λυγκέως και της Δαναΐδας, Υπερμήστρας, εγγονός του Δαναού, σύζυγος της Αγλαΐας και πατέρας των διδύμων Ακρισίου και Προίτου καθώς και της Ιδομένης.
Σύμφωνα με την μυθική παράδοση ήταν ιδιαίτερα γενναίος πολεμιστής, γεγονός από το οποίο ετυμολογείται το όνομά του ως ανυποχώρητου και θαρραλέου με υπερφυσικές δυνάμεις.
Η δε ασπίδα του καλούμενη «Αβαντεία ασπίς» λέγεται ότι και μόνο αυτή κατά θαυμαστό τρόπο έτρεπε σε φυγή τους εχθρούς του, την οποία αργότερα στους κλασικούς χρόνους τιμούσαν οι Αργείοι ως ιερό κειμήλιο.
Σύμφωνα με άλλη παράδοση, ο Άβας ο Αργείος φερόταν να ήταν ο οικιστής του «Πελασγικού Άργους». Ο Άβας ήταν ο πρώτος που έτρεξε στον πατέρα του και τον πληροφόρησε για τον θάνατο του Δαναού και ήταν τόση η χαρά του Λυγκέα στο άκουσμα αυτό που δώρισε στον γιό του την ασπίδα που όπως λέγεται πρώτος αυτός κατασκεύασε αφού θεωρείτε και ο εφευρέτης της. H «Άβαντεία ασπίς» ! ! !
Ο Άβας την κρέμασε στο ιερό της Ήρας και καθιέρωσε αγώνες τα γνωστά Ηραία κατά τους οποίους ο νικητής την έπαιρνε και την περιέφερε στην πόλη συνοδευόμενος από πομπή.
Για την ασπίδα αυτή όμως άλλος λένε ήταν αυτός που την είχε και συγκεκριμένα κάποιος έφηβος που έτρεψε σε φυγή ολόκληρο στράτευμα με την μαγική δύναμη της άσπίδος του, ή οποία αργότερα περιήλθε στον Δαναό, πού την ανήρτησε, αφιερώνοντας την στο Ηραίον του Αργούς.
Ό Λυγκεύς έτόλμησε να ξεκρεμάσει το αφιέρωμα και να το προσφέρει στον γιο του Άβαντα, ό όποιος μόνον με αυτή καθυπέταξε τους αντιπάλους του, διότι ή παρουσία της άσπίδος έτρεπε σε φυγή τους εχθρούς.
Με την παράδοση αυτή συνδεόταν και το πανάρχαιο έθιμο σύμφωνα με το όποιο οι νικητές των αγώνων του Αργούς ελάμβαναν εκτός από τον στέφανο και για έπαθλο μια ασπίδα. Αυτή την παράδοση περί Άβαντείας άσπίδος χρησιμοποίησε εντέχνως ό Βιργίλιος, για να κολακεύσει τον αυτοκράτορα Αύγουστο, πού ένίκησε τον Αντώνιο στο Ακτιο (-31).
Οι θεοί ετάχθησαν τάχα υπέρ του Οκταβιανού Αυγούστου και τον έκαναν ικανό να παραλαβή την θαυματουργή ασπίδα, την οποία ό Αινείας φεύγοντας από την Τροία κρέμασε στην πύλη του ναού τού Απόλλωνος στο Άκτιο.
Ο Άβας ήταν πολεμοχαρής και είχε επιτύχει να εξουσιάζει πολλούς τόπους της Ελλάδος όπου σχεδόν παντού άφησε το όνομά του. Η Εύβοια λέγεται πως από αυτόν πήρε το όνομά της Εύβοια ή Αβαντίς. Έκτισε την Άβας της Φωκίδας, το Πελασγικό Άργος και όπως μας πληροφορεί ο Σταγειρίτης στην Ωγυγία ο Πίνδαρος από αυτόν ονομάζει το Άργος « Άβαντος Αγυϊάς».
Έσπερνε παντού τον τρόμο σε τέτοιο βαθμό ώστε οι διάφοροι λαοί που υποτάσσονταν σε αυτόν « έφριττον» λέει ο Σταγειρίτης, ακόμη και μετά τον θάνατό του ώστε όταν και μόνον έβλεπαν την ασπίδα του υποτάσσονταν. Από την γυναίκα του Ωκαλεία, κόρη του Μαντινέως, γέννησε δυο γιούς δίδυμους, τον Ακρίσιο και τον Προίτο.
Πηγή
Σύμφωνα με την μυθική παράδοση ήταν ιδιαίτερα γενναίος πολεμιστής, γεγονός από το οποίο ετυμολογείται το όνομά του ως ανυποχώρητου και θαρραλέου με υπερφυσικές δυνάμεις.
Η δε ασπίδα του καλούμενη «Αβαντεία ασπίς» λέγεται ότι και μόνο αυτή κατά θαυμαστό τρόπο έτρεπε σε φυγή τους εχθρούς του, την οποία αργότερα στους κλασικούς χρόνους τιμούσαν οι Αργείοι ως ιερό κειμήλιο.
Σύμφωνα με άλλη παράδοση, ο Άβας ο Αργείος φερόταν να ήταν ο οικιστής του «Πελασγικού Άργους». Ο Άβας ήταν ο πρώτος που έτρεξε στον πατέρα του και τον πληροφόρησε για τον θάνατο του Δαναού και ήταν τόση η χαρά του Λυγκέα στο άκουσμα αυτό που δώρισε στον γιό του την ασπίδα που όπως λέγεται πρώτος αυτός κατασκεύασε αφού θεωρείτε και ο εφευρέτης της. H «Άβαντεία ασπίς» ! ! !
Ο Άβας την κρέμασε στο ιερό της Ήρας και καθιέρωσε αγώνες τα γνωστά Ηραία κατά τους οποίους ο νικητής την έπαιρνε και την περιέφερε στην πόλη συνοδευόμενος από πομπή.
Για την ασπίδα αυτή όμως άλλος λένε ήταν αυτός που την είχε και συγκεκριμένα κάποιος έφηβος που έτρεψε σε φυγή ολόκληρο στράτευμα με την μαγική δύναμη της άσπίδος του, ή οποία αργότερα περιήλθε στον Δαναό, πού την ανήρτησε, αφιερώνοντας την στο Ηραίον του Αργούς.
Ό Λυγκεύς έτόλμησε να ξεκρεμάσει το αφιέρωμα και να το προσφέρει στον γιο του Άβαντα, ό όποιος μόνον με αυτή καθυπέταξε τους αντιπάλους του, διότι ή παρουσία της άσπίδος έτρεπε σε φυγή τους εχθρούς.
Με την παράδοση αυτή συνδεόταν και το πανάρχαιο έθιμο σύμφωνα με το όποιο οι νικητές των αγώνων του Αργούς ελάμβαναν εκτός από τον στέφανο και για έπαθλο μια ασπίδα. Αυτή την παράδοση περί Άβαντείας άσπίδος χρησιμοποίησε εντέχνως ό Βιργίλιος, για να κολακεύσει τον αυτοκράτορα Αύγουστο, πού ένίκησε τον Αντώνιο στο Ακτιο (-31).
Οι θεοί ετάχθησαν τάχα υπέρ του Οκταβιανού Αυγούστου και τον έκαναν ικανό να παραλαβή την θαυματουργή ασπίδα, την οποία ό Αινείας φεύγοντας από την Τροία κρέμασε στην πύλη του ναού τού Απόλλωνος στο Άκτιο.
Ο Άβας ήταν πολεμοχαρής και είχε επιτύχει να εξουσιάζει πολλούς τόπους της Ελλάδος όπου σχεδόν παντού άφησε το όνομά του. Η Εύβοια λέγεται πως από αυτόν πήρε το όνομά της Εύβοια ή Αβαντίς. Έκτισε την Άβας της Φωκίδας, το Πελασγικό Άργος και όπως μας πληροφορεί ο Σταγειρίτης στην Ωγυγία ο Πίνδαρος από αυτόν ονομάζει το Άργος « Άβαντος Αγυϊάς».
Έσπερνε παντού τον τρόμο σε τέτοιο βαθμό ώστε οι διάφοροι λαοί που υποτάσσονταν σε αυτόν « έφριττον» λέει ο Σταγειρίτης, ακόμη και μετά τον θάνατό του ώστε όταν και μόνον έβλεπαν την ασπίδα του υποτάσσονταν. Από την γυναίκα του Ωκαλεία, κόρη του Μαντινέως, γέννησε δυο γιούς δίδυμους, τον Ακρίσιο και τον Προίτο.
Πηγή