Πέμπτη 5 Νοεμβρίου 2020

Από πού προέρχεται η λέξη «ευμένεια» και ποια η σχέση της με τον Αισχύλο;

Η τραγωδία «Ευμενίδες» του Αισχύλου αποτελεί το τρίτο έργο της Ορέστειας, της μοναδικής σωζόμενης αρχαίας τριλογίας.

Στο έργο του αυτό, ο Αισχύλος καταφέρνει να μετατρέψει την φυσιογνωμία των Ερινυών που ήταν θεότητες τρομερές και εκδικητικές και να τις κάνει πιο προσιτές στις εγκλήσεις του λαού μιας και μας δίνει την δυνατότητα μέσω έγκλησης να απευθυνθούμε σ' αυτές και να τις παρακαλέσουμε για επιείκεια. Ο λαός μπορεί να απευθυνθεί σε αυτές για να τις παρακαλέσει για επιείκεια - έκτοτε ευμένεια!

Ο Ορέστης έχει καταφύγει ικέτης στον ναό του Απόλλωνα στους Δελφούς μετά τον φόνο του Αίγισθου και της μητέρας του Κλυταιμνήστρας. Η «προφήτις», ιέρεια του μαντείου των Δελφών μιλάει πρώτη και αναφέρεται στην ιστορία του ναού. Η μάντισσα αποσύρεται και ο Ορέστης ζητάει την προστασία του θεού. Ο Απόλλων του δίνει τη συμβουλή να φύγει όσο οι Ερινύες ακόμα κοιμούνται, ενώ ζητάει από τον Ερμή να συνοδέψει τον Ορέστη στο ταξίδι του για την Αθήνα.

Ο Απόλλων, ο Ερμής και ο Ορέστης εξέρχονται του ναού του Απόλλωνος. Ο Απόλλων λέει στον Ορέστη, ότι στους εχθρούς του ποτέ δεν θα φανεί φίλος. Υποστηρίζει τον Ορέστη στην πρόθεσή του να εκδικηθεί τον πατέρα του. «Διότι, εγώ σου είπα να σκοτώσεις την μητέρα σου» του λέει.

Μέσα στον ναό οι Ευμενίδες ακόμα κοιμούνται, ενώ η σκιά φάντασμα της Κλυταιμνήστρας κάνει την εμφάνισή της. Η Κλυταιμνήστρα κατηγορεί τις Ερινύες ότι μένουν αμέτοχες, και ζητάει εκδίκηση επειδή αυτή μεν τιμωρήθηκε για την δολοφονία του Αγαμέμνονα, ο Ορέστης, δε, μένει ατιμώρητος για τη δολοφονία της μητρός του. 

Οι Ευμενίδες ξυπνούν και ρίχνουν τα βάρη στον Απόλλωνα, αυτός όμως υπερασπίζεται τον Ορέστη και υποστηρίζει το δίκιο του. Δεν μπορεί όμως να τις καθησυχάσει, και έτσι αυτές κυνηγούνε να πιάσουν τον Ορέστη για να τον ξεσκίσουν. Ο Απόλλων τις πετάει έξω από τον ναό για να συνεχίσει τον καυγά στον δρόμο. Η έντονη συζήτηση περιστρέφεται γύρω από τους θεσμούς και τα θέματα του Δικαίου, του Άδικου, της Εκδίκησης καθώς και του Γάμου.

Ο Ορέστης εν τω μεταξύ φθάνοντας στην ακρόπολη ζητάει καταφύγιο στην θεά Αθηνά η οποία προς στιγμήν δεν παρευρίσκεται και της ζητάει να τον δικάσει. Οι Ερινύες τον καταδιώκουν ακόμα και κει. Ο Ορέστης αγκαλιάζοντας το άγαλμα της θεάς την παρακαλεί να τον συγχωρήσει και να τον απαλλάξει από την ενοχή του. 

Η Αθηνά αν και βρίσκεται πολύ μακριά (στην Τροία για να ακριβολογούμε) εισακούει την έκκληση του Ορέστη και παρουσιάζεται. Βάζει τις δυο πλευρές να πάρουν θέση για να αναπτύξουν τα επιχειρήματά τους. Μία από τις Ερινύες αναλαμβάνει την κατηγορία. Μετά, ο Ορέστης διηγείται την ιστορία της ζωής του και την πράξη της μητροκτονίας. Η Αθηνά αποφασίζει να γίνει ψηφοφορία, επειδή η υπόθεση είναι πολύ δύσκολη και ξεπερνάει τα ανθρώπινα όρια. 

Οι Ερινύες φοβούνται ότι ο Ορέστης θα αθωωθεί και απειλούν ότι σε περίπτωση τέτοια θα προκαλέσουνε συμφορές στην γη της Αθήνας και ότι ακόμα θα ξεκινήσουν για εκδίκηση ασταμάτητο κύκλο φόνων γονέων από τα παιδιά τους. Η Αθηνά που είχε φύγει για λίγο επιστρέφει και διατάζει να διαλαλήσει ο κήρυκας σύναξη των Αθηναίων, για να ενημερωθούν για την θεσμοθέτηση του νέου δικαστηρίου. Εν τω μεταξύ έφτασε και ο Απόλλων. Η Αθηνά δίνει τελευταία την ψήφο της (υπέρ του Ορέστη) και έτσι ο Ορέστης αθωώνεται μιας και υπέστη ισοψηφία.

Οι Ερινύες γίνονται έξω φρενών και γι' αυτό διαμαρτύρονται άγρια. Η Αθηνά προσπαθεί να καθησυχάσει την Ερινύα που είχε πάρει τον λόγο προηγουμένως τάζοντας της τάματα και θυσίες εκ μέρους των πολιτών για να τις εξευμενίσει ώστε να μην επιφέρουν μίσος στην πολιτεία. Οι Ερινύες Ευμενίδες δέχονται και ηρεμούν.

Το έργο αυτό του Αισχύλου έχει μια μεστή και συναρπαστική δραματική δομή. Πρόκειται για έναν «αγώνα λόγων» φιλοσοφικού, νομικού και κοινωνικού περιεχομένου με πολυσύνθετη δραματουργία. Η δε λύση του με την συμφιλίωση και το ιδιότυπο «Αισχύλιο τέλος» δηλαδή «ευτυχές τέλος» (happy end) υπέδειξε την ανάγκη συναινετικών διαδικασιών για την λειτουργία της ζωής.

 


Πληροφορίες αντλήθηκαν από την πηγή