Σύμφωνα με τον Γερμανό φιλόλογο και γλωσσολόγο George Curtius (1820-1885), η λέξη Όλυμπος προέρχεται από τη ρίζα -λαμπ- και ερμηνεύεται σαν ο ολολαμπής, ο ολόλαμπρος ή ο ολόλευκος. Έτσι, οι Ολύμπιοι θεοί είναι οι Λαμπεροί ή Λάμποντες θεοί.
Το όνομα του Δία [ή με μια μικρή παραλλαγή του πρώτου γράμματος (Δίας - Βίας)], είναι ένα από τα κατ’ εξοχήν ονόματα δύναμης, δηλαδή παραπέμπει στη δύναμη (βία) και την εξουσία του μεγάλου θεού.
Μερικοί ετυμολογούν το όνομά του σε σχέση με τη ζωή (~Ζευς), δηλαδή«ζωοδότης», λόγω του ότι είναι ο γεννήτορας των θεών και των ανθρώπων ή από το αρχαιοελληνικό ρήμα «ζεύγνυμι» (= βάζω κάτω από τον ζυγό, υποτάσσω, συνδέω, ενώνω), επειδή ο Δίας, μετά την κατατρόπωση του πατέρα του, του Κρόνου, ανέλαβε να ενώσει ξανά τον κόσμο και να τον υποτάξει στη δική του κοσμική εξουσία.
Μερικοί θεωρούν πως το όνομα της Ήρας προέρχεται από αναγραμματισμό της λέξης «ἀήρ» = αέρας, ενώ άλλοι ισχυρίζονται πως προέρχεται ετυμολογικά από τη λέξη «έρα» που σημαίνει γη, με αναγραμματισμό της λέξης «Ρέα», που είναι μια θεότητα, η οποία ταυτίζεται με το στοιχείο της γης.
Η Ήρα, γενικά είναι μια ισχυρή θεά, που εξουσιάζει κι αυτή, τη γη και τον αέρα, ως σύζυγος του κοσμοκράτορα Δία. Βρίσκεται στο μεταίχμιο ανάμεσα στον ουράνιο κόσμο και στα γήινα πράγματα. Μυστικιστικά, αντιπροσωπεύει τη δύναμη της ψυχής και την εκδήλωση της ζωής πάνω στη γη.
Σύμφωνα με άλλες εκδοχές, το όνομά της σχετίζεται με την «ὤρα» = εποχή, κατάλληλη στιγμή, εξ ου και ωραίος = αυτός που βρίσκεται στην καλύτερη στιγμή του, ο ώριμος, ο όμορφος ή με τη λέξη «ἤρως» = ήρωας, επειδή η Ήρα μπορούσε να καταστήσει κάποιον ένδοξο, όπως συνέβη με τον Ηρακλή (< Ήρα + κλέος = αυτός που δοξάστηκε χάρη στο μίσος της Ήρας).
Το όνομα του Ερμή προέρχεται από το αρχαιοελληνικό ρήμα: εἴρω, το οποίο έχει δύο σημασίες: α) συνδέω, ενώνω (εξού και «ειρήνη» = ο συνδετικός κρίκος, που ενώνει τους ανθρώπους) και β) λέγω, ομιλώ, αναγγέλλω.
Είναι προφανές πως το όνομα «Ερμής» προσιδιάζει στη δεύτερη σημασία του ρήματος, καθώς, ως γνωστόν, ήταν ο αγγελιοφόρος των θεών, αλλά και γενικότερα ο θεός του λόγου, της επικοινωνίας, της νόησης, της ομιλίας, της ευφράδειας.
Πιθανόν η λέξη αυτή σχετίζεται με τον Ερμή Τρισμέγιστο (τρεις + magister = μάγιστρος, μάγος), τον σεληνιακό θεό των Αιγυπτίων, Θωθ, προστάτη και εμπνευστή της αστρολογίας και της αλχημείας, ο οποίος ταυτίστηκε με τον Ερμή της ελληνικής μυθολογίας.
Εξάλλου, ο Ερμής ήταν ένας πολυμήχανος θεός, που κατά κάποιον τρόπο σχετιζόταν με το μυστήριο και τον αποκρυφισμό, διότι ένα από τα καθήκοντά του ήταν να μεταφέρει τις ψυχές των νεκρών, ως τον ποταμό Αχέροντα και να τις παραδίδει στον Χάροντα (ψυχοπομπός).
Ο Απόλλωνας υπήρξε ο θεός του φωτός (γι’ αυτό αποκαλείται και Φοίβος (<ρ. φάω = φωτίζω, ουσ. φάος = φως) = φωτεινός), της μουσικής και της μαντικής τέχνης. Το όνομά του προέρχεται από το στερητικό "α" και τη λέξη "πολλών", δηλαδή αυτός που δεν προορίζεται για τους πολλούς
.
Ίσως, να θεωρήθηκε πως λόγω των μαντικών του ικανοτήτων, τις οποίες σε λίγους ανθρώπους μετέδιδε, ήταν ο θεός «των λίγων και εκλεκτών». Άλλες εκδοχές είναι οι εξής: το όνομα Απόλλων ίσως σχετίζεται με τη φράση «ἀπέλλαι σηκοί» = ιεροί λίθοι, κατά τον λεξικογράφο Ησύχιο, οι οποίοι ήταν σημαντικοί στη λατρεία του θεού ή με το ρήμα «πέλομαι ή πολέω-ῶ» = περιφέρομαι, κινούμαι πέριξ ή με τη λέξη «ἀπελος» = ισχύς, δύναμη.
Η δύναμη του θεού Απόλλωνα ήταν πολυεπίπεδη και μυστηριακή. Δύναμη πνευματική και ψυχική (ο διαφωτιστής των ψυχών και των πνευμάτων, μέσω των μυστηριακών θεσφάτων και των μαντειών), αλλά και δύναμη σωματική (γοητεία, ικανότητα τόξευσης και πρόκλησης βλάβης από απόσταση: ἐκηβόλος Ἀπόλλων).
Η ετυμολογία του ονόματος του θεού Άρη, είναι η εξής: το όνομα "Άρης" προέρχεται από το αρχαιοελληνικό συνηρημένο ρήμα "αἱρέω-ῶ",που σημαίνει "συλλαμβάνω, κυριεύω" ή από το "ἀναιρέω-ῶ", που σημαίνει "φονεύω, σκοτώνω", υποδηλώνοντας και επιβεβαιώνοντας την πολεμική και επιζήμια για τους ανθρώπους, δράση του θεού Άρη. [Άρης = πλήγμα, βλάβη, ἀρά (= κατάρα) για τους θνητούς].
Ο ενοσείχθων ή σεισίχθων (= κοσμοσείστης) Ποσειδώνας, προέρχεται ετυμολογικά από: α) πότος ή πόντος (= θάλασσα) + δάω (= μαθαίνω, κατέχω κάτι, είμαι ειδήμων, γνωρίζω καλά), δηλαδή αυτός που γνωρίζει καλά, συνεπώς εξουσιάζει τη θάλασσα και γενικά το υγρό στοιχείο,
β) πόσις (<ρ. πίω = πίνω) + δοῦναι (< ρ. δίδωμι = δίνω), δηλαδή αυτός που παρέχει το πόσιμο ύδωρ, γ) εἴδη + ποιῶν, αυτός που δημιουργεί τα παράξενα πλάσματα (είδη) της θάλασσας, που δεν υπάρχουν στη στεριά.
Ο θεός του θανάτου και του Κάτω Κόσμου (δεν ανήκει στο Δωδεκάθεο του Ολύμπου). Ήταν γνωστός και με το όνομα Άδης (< στερητικό α + ἰδεῖν = αόρατος, αθέατος κόσμος ή στερητικό α + δέδια = ατρόμητος, «αδάμαστος»). Έτσι μάλιστα ονομαζόταν συνεκδοχικά όλο του το βασίλειο, που βρισκόταν στα σκοτεινά έγκατα της γης.
Πιθανή είναι η συσχέτιση του ονόματός του με το ρ. πλανάωμαι-ῶμαι = περιπλανιέμαι, περιφέρομαι, δεν έχω μόνιμο τόπο διαμονής, διότι ένα βασικό χαρακτηριστικό των ψυχών που φιλοξενούνταν στο βασίλειό του ήταν η συνεχής περιφορά και κίνηση, χωρίς κάποιον συγκεκριμένο χώρο στάσης.
Η άϋλη φύση των ψυχών, δηλαδή, τους έδινε αιθέριες ιδιότητες· δεν είχαν βάρος, σώμα, υλική υπόσταση για να σταθούν σε ένα σημείο, όπως και ο αέρας που συνεχώς κινείται.
Επίσης, επειδή ο Πλούτωνας έχει το βασίλειό του μέσα στη γη, θεωρείται χθόνιος θεός, ο οποίος δεδομένης και της ένωσής του με την Περσεφόνη, την κόρη της θεάς Δήμητρας, σχετίζεται με την παραγωγή των δημητριακών.
Επειδή, λοιπόν, θεωρείται ανάμεσα στα άλλα και θεός της γονιμότητας και της γεωργικής αφθονίας, ονομάζεται «Πλούτων», δηλαδή ένα παράγωγο της λέξης«πλούτος», εννοώντας φυσικά τον «πλούτο» της γης, την καλή σοδειά.
Ο θεός της φωτιάς και των τεχνών. Το όνομά του προέρχεται α) από το ρ. φάω = φωτίζω + ἵστωρ = ο γνώστης, δηλαδή αυτός που είναι ειδήμων στη γνώση του φωτός ή της φωτιάς, β) από το ἅπτω = ανάβω, γ) από το Άφαιστος: προθετικό α + φαιστός (< ρ. φάω) = λαμπερός, φωτεινός.
Η θεά της σοφίας, της φρόνησης, της υγείας και των οικιακών τεχνών. Ακόμη, είναι πολεμική θεά, με γνώμονα το δίκαιο και τη φρόνηση. Η πιο δημοφιλής ετυμολογία του ονόματός της είναι: Α-θεο-νόα ή Η-θεο-νόα, δηλαδή «η νόηση του θεού», κατά τον Πλάτωνα.
Άλλες εκδοχές: α) από το ρ. ἀθρέω-ῶ = βλέπω, παρατηρώ, εξετάζω (εξ ου και «γλαυκώπις Ἀθήνη» (< ρ. γλεύσσω = βλέπω καθαρά) = αυτή που βλέπει καθαρά και ἄθρει και ἄθρησον = σκέψου, γ) από το στερητικό α + θήνη (~θηλή) = η αθήλαστη (διότι γεννήθηκε από το κεφάλι του Δία και όχι από τη μητέρα της, την Μήτιδα (< Μήτις = σύνεση, φρόνηση), άρα δεν θήλασε).
Η θεά της σελήνης, του κυνηγιού, των αγριμιών και των δασών. Της αρέσει το κυνήγι, οι φόρμιγγες, οι χοροί, οι εκκωφαντικοί αλαλαγμοί, τα σκιερά δάση και οι δίκαιες πόλεις.
Η ετυμολογία του ονόματός της προέρχεται από το ουσ. ἀήρ + τέμνω, δηλαδή αυτή που σκίζει τον αέρα, μάλλον λόγω της ιδιότητάς της να εξακοντίζει τα βέλη της στον αέρα εναντίον των θηραμάτων. Το δε επίθετο «ἀρτεμής» σημαίνει άρτιος, σώος, αβλαβής.
Η θεά του έρωτα, του αισθησιασμού, της καλαισθησίας και της ομορφιάς. Είναι γνωστή η ιστορία της γέννησής της· αναδύθηκε μέσα από τον αφρό, που σηκώθηκε γύρω από την αθάνατη σάρκα του ουρανού, δηλαδή γύρω από τα γεννητικά όργανα του ουρανού, που έκοψε ο γιος του, ο Κρόνος και τα πέταξε στη θάλασσα (βλ. «Θεογονία» Ησιόδου στ. 188-193).
Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η ετυμολόγηση του ονόματος της θεάς από τον παράλληλο τύπο «Αβροδίτη» = αβροδίαιτη, αυτή που διάγει βίο τρυφηλό.
Η θεά της βλάστησης, της γονιμότητας και της αναπαραγωγής. Μαζί με την κόρη της την Περσεφόνη, συμβολίζει την κυκλική εκδήλωση της ύπαρξης μέσα από τη ζωή (ο κύκλος των εποχών), τον θάνατο και την αναγέννηση. Το όνομά της ετυμολογείται από το δη ή γη + μήτηρ = η Μητέρα-Γη.
Το προσωνύμιο αυτό αποδιδόταν στη Δήμητρα, που ήταν η υπεύθυνη για την ανθοφορία της γης και τη δημιουργία των ζωοφόρων καρπών, που φυτρώνουν στην παντοτρόφο (ή κουροτρόφο) γη.
Η θεά του σπιτιού και της οικογενειακής συγκέντρωσης. Η πιο σεμνή, αγνή και σεβαστή θεά, η πρεσβυτέρα όλων των θεών. Το όνομά της ετυμολογείται από τον δεύτερο τύπο του απαρεμφάτου του ρήματος ἵστημι = στέκομαι (ἑστηκέναι και ἑστάναι), ή από το ρήμα «ἕζομαι» = κάθομαι, επειδή το «γέρας» (= προνόμιο, έπαθλο) που της έδωσε ο Δίας, μετά τον όρκο της αιώνιας παρθενίας της, ήταν να στέκεται στο κέντρο της οικίας των θνητών, στην εστία, όπως ονομάστηκε.
H εστία συμβολίζει την κυκλική συγκέντρωση και ένωση της οικογένειας, γύρω από το σημείο αφής της φωτιάς. Το «ιερό πυρ» της Εστίας, το οποίο στάθηκε η αφορμή να θεωρηθεί η φωτιά και ως μέσο εξαγνισμού, έπρεπε να διατηρείται άσβηστο στον οίκο, για να προστατεύει τα μέλη του από κάθε κακό.
Μία άλλη εκδοχή λέει πως το όνομα «Εστία» σχετίζεται με την «ἐσσία» = ουσία, διότι τιμής ένεκεν, πάντοτε λάμβανε το «πίαρ» (< λατ. optimus = άριστος), δηλαδή το εκλεκτό κομμάτι, την «ουσία» από τα σφάγια των θυσιών.
Πηγή
Δίας ή Ζεύς
Το όνομα του Δία [ή με μια μικρή παραλλαγή του πρώτου γράμματος (Δίας - Βίας)], είναι ένα από τα κατ’ εξοχήν ονόματα δύναμης, δηλαδή παραπέμπει στη δύναμη (βία) και την εξουσία του μεγάλου θεού.
Μερικοί ετυμολογούν το όνομά του σε σχέση με τη ζωή (~Ζευς), δηλαδή«ζωοδότης», λόγω του ότι είναι ο γεννήτορας των θεών και των ανθρώπων ή από το αρχαιοελληνικό ρήμα «ζεύγνυμι» (= βάζω κάτω από τον ζυγό, υποτάσσω, συνδέω, ενώνω), επειδή ο Δίας, μετά την κατατρόπωση του πατέρα του, του Κρόνου, ανέλαβε να ενώσει ξανά τον κόσμο και να τον υποτάξει στη δική του κοσμική εξουσία.
Ήρα
Μερικοί θεωρούν πως το όνομα της Ήρας προέρχεται από αναγραμματισμό της λέξης «ἀήρ» = αέρας, ενώ άλλοι ισχυρίζονται πως προέρχεται ετυμολογικά από τη λέξη «έρα» που σημαίνει γη, με αναγραμματισμό της λέξης «Ρέα», που είναι μια θεότητα, η οποία ταυτίζεται με το στοιχείο της γης.
Η Ήρα, γενικά είναι μια ισχυρή θεά, που εξουσιάζει κι αυτή, τη γη και τον αέρα, ως σύζυγος του κοσμοκράτορα Δία. Βρίσκεται στο μεταίχμιο ανάμεσα στον ουράνιο κόσμο και στα γήινα πράγματα. Μυστικιστικά, αντιπροσωπεύει τη δύναμη της ψυχής και την εκδήλωση της ζωής πάνω στη γη.
Σύμφωνα με άλλες εκδοχές, το όνομά της σχετίζεται με την «ὤρα» = εποχή, κατάλληλη στιγμή, εξ ου και ωραίος = αυτός που βρίσκεται στην καλύτερη στιγμή του, ο ώριμος, ο όμορφος ή με τη λέξη «ἤρως» = ήρωας, επειδή η Ήρα μπορούσε να καταστήσει κάποιον ένδοξο, όπως συνέβη με τον Ηρακλή (< Ήρα + κλέος = αυτός που δοξάστηκε χάρη στο μίσος της Ήρας).
Ερμής
Το όνομα του Ερμή προέρχεται από το αρχαιοελληνικό ρήμα: εἴρω, το οποίο έχει δύο σημασίες: α) συνδέω, ενώνω (εξού και «ειρήνη» = ο συνδετικός κρίκος, που ενώνει τους ανθρώπους) και β) λέγω, ομιλώ, αναγγέλλω.
Είναι προφανές πως το όνομα «Ερμής» προσιδιάζει στη δεύτερη σημασία του ρήματος, καθώς, ως γνωστόν, ήταν ο αγγελιοφόρος των θεών, αλλά και γενικότερα ο θεός του λόγου, της επικοινωνίας, της νόησης, της ομιλίας, της ευφράδειας.
Πιθανόν η λέξη αυτή σχετίζεται με τον Ερμή Τρισμέγιστο (τρεις + magister = μάγιστρος, μάγος), τον σεληνιακό θεό των Αιγυπτίων, Θωθ, προστάτη και εμπνευστή της αστρολογίας και της αλχημείας, ο οποίος ταυτίστηκε με τον Ερμή της ελληνικής μυθολογίας.
Εξάλλου, ο Ερμής ήταν ένας πολυμήχανος θεός, που κατά κάποιον τρόπο σχετιζόταν με το μυστήριο και τον αποκρυφισμό, διότι ένα από τα καθήκοντά του ήταν να μεταφέρει τις ψυχές των νεκρών, ως τον ποταμό Αχέροντα και να τις παραδίδει στον Χάροντα (ψυχοπομπός).
Απόλλωνας
Ο Απόλλωνας υπήρξε ο θεός του φωτός (γι’ αυτό αποκαλείται και Φοίβος (<ρ. φάω = φωτίζω, ουσ. φάος = φως) = φωτεινός), της μουσικής και της μαντικής τέχνης. Το όνομά του προέρχεται από το στερητικό "α" και τη λέξη "πολλών", δηλαδή αυτός που δεν προορίζεται για τους πολλούς
.
Ίσως, να θεωρήθηκε πως λόγω των μαντικών του ικανοτήτων, τις οποίες σε λίγους ανθρώπους μετέδιδε, ήταν ο θεός «των λίγων και εκλεκτών». Άλλες εκδοχές είναι οι εξής: το όνομα Απόλλων ίσως σχετίζεται με τη φράση «ἀπέλλαι σηκοί» = ιεροί λίθοι, κατά τον λεξικογράφο Ησύχιο, οι οποίοι ήταν σημαντικοί στη λατρεία του θεού ή με το ρήμα «πέλομαι ή πολέω-ῶ» = περιφέρομαι, κινούμαι πέριξ ή με τη λέξη «ἀπελος» = ισχύς, δύναμη.
Η δύναμη του θεού Απόλλωνα ήταν πολυεπίπεδη και μυστηριακή. Δύναμη πνευματική και ψυχική (ο διαφωτιστής των ψυχών και των πνευμάτων, μέσω των μυστηριακών θεσφάτων και των μαντειών), αλλά και δύναμη σωματική (γοητεία, ικανότητα τόξευσης και πρόκλησης βλάβης από απόσταση: ἐκηβόλος Ἀπόλλων).
Άρης
Η ετυμολογία του ονόματος του θεού Άρη, είναι η εξής: το όνομα "Άρης" προέρχεται από το αρχαιοελληνικό συνηρημένο ρήμα "αἱρέω-ῶ",που σημαίνει "συλλαμβάνω, κυριεύω" ή από το "ἀναιρέω-ῶ", που σημαίνει "φονεύω, σκοτώνω", υποδηλώνοντας και επιβεβαιώνοντας την πολεμική και επιζήμια για τους ανθρώπους, δράση του θεού Άρη. [Άρης = πλήγμα, βλάβη, ἀρά (= κατάρα) για τους θνητούς].
Ποσειδώνας
Ο ενοσείχθων ή σεισίχθων (= κοσμοσείστης) Ποσειδώνας, προέρχεται ετυμολογικά από: α) πότος ή πόντος (= θάλασσα) + δάω (= μαθαίνω, κατέχω κάτι, είμαι ειδήμων, γνωρίζω καλά), δηλαδή αυτός που γνωρίζει καλά, συνεπώς εξουσιάζει τη θάλασσα και γενικά το υγρό στοιχείο,
β) πόσις (<ρ. πίω = πίνω) + δοῦναι (< ρ. δίδωμι = δίνω), δηλαδή αυτός που παρέχει το πόσιμο ύδωρ, γ) εἴδη + ποιῶν, αυτός που δημιουργεί τα παράξενα πλάσματα (είδη) της θάλασσας, που δεν υπάρχουν στη στεριά.
Πλούτωνας
Ο θεός του θανάτου και του Κάτω Κόσμου (δεν ανήκει στο Δωδεκάθεο του Ολύμπου). Ήταν γνωστός και με το όνομα Άδης (< στερητικό α + ἰδεῖν = αόρατος, αθέατος κόσμος ή στερητικό α + δέδια = ατρόμητος, «αδάμαστος»). Έτσι μάλιστα ονομαζόταν συνεκδοχικά όλο του το βασίλειο, που βρισκόταν στα σκοτεινά έγκατα της γης.
Πιθανή είναι η συσχέτιση του ονόματός του με το ρ. πλανάωμαι-ῶμαι = περιπλανιέμαι, περιφέρομαι, δεν έχω μόνιμο τόπο διαμονής, διότι ένα βασικό χαρακτηριστικό των ψυχών που φιλοξενούνταν στο βασίλειό του ήταν η συνεχής περιφορά και κίνηση, χωρίς κάποιον συγκεκριμένο χώρο στάσης.
Η άϋλη φύση των ψυχών, δηλαδή, τους έδινε αιθέριες ιδιότητες· δεν είχαν βάρος, σώμα, υλική υπόσταση για να σταθούν σε ένα σημείο, όπως και ο αέρας που συνεχώς κινείται.
Επίσης, επειδή ο Πλούτωνας έχει το βασίλειό του μέσα στη γη, θεωρείται χθόνιος θεός, ο οποίος δεδομένης και της ένωσής του με την Περσεφόνη, την κόρη της θεάς Δήμητρας, σχετίζεται με την παραγωγή των δημητριακών.
Επειδή, λοιπόν, θεωρείται ανάμεσα στα άλλα και θεός της γονιμότητας και της γεωργικής αφθονίας, ονομάζεται «Πλούτων», δηλαδή ένα παράγωγο της λέξης«πλούτος», εννοώντας φυσικά τον «πλούτο» της γης, την καλή σοδειά.
Ήφαιστος
Ο θεός της φωτιάς και των τεχνών. Το όνομά του προέρχεται α) από το ρ. φάω = φωτίζω + ἵστωρ = ο γνώστης, δηλαδή αυτός που είναι ειδήμων στη γνώση του φωτός ή της φωτιάς, β) από το ἅπτω = ανάβω, γ) από το Άφαιστος: προθετικό α + φαιστός (< ρ. φάω) = λαμπερός, φωτεινός.
Αθηνά
Η θεά της σοφίας, της φρόνησης, της υγείας και των οικιακών τεχνών. Ακόμη, είναι πολεμική θεά, με γνώμονα το δίκαιο και τη φρόνηση. Η πιο δημοφιλής ετυμολογία του ονόματός της είναι: Α-θεο-νόα ή Η-θεο-νόα, δηλαδή «η νόηση του θεού», κατά τον Πλάτωνα.
Άλλες εκδοχές: α) από το ρ. ἀθρέω-ῶ = βλέπω, παρατηρώ, εξετάζω (εξ ου και «γλαυκώπις Ἀθήνη» (< ρ. γλεύσσω = βλέπω καθαρά) = αυτή που βλέπει καθαρά και ἄθρει και ἄθρησον = σκέψου, γ) από το στερητικό α + θήνη (~θηλή) = η αθήλαστη (διότι γεννήθηκε από το κεφάλι του Δία και όχι από τη μητέρα της, την Μήτιδα (< Μήτις = σύνεση, φρόνηση), άρα δεν θήλασε).
Άρτεμη
Η θεά της σελήνης, του κυνηγιού, των αγριμιών και των δασών. Της αρέσει το κυνήγι, οι φόρμιγγες, οι χοροί, οι εκκωφαντικοί αλαλαγμοί, τα σκιερά δάση και οι δίκαιες πόλεις.
Η ετυμολογία του ονόματός της προέρχεται από το ουσ. ἀήρ + τέμνω, δηλαδή αυτή που σκίζει τον αέρα, μάλλον λόγω της ιδιότητάς της να εξακοντίζει τα βέλη της στον αέρα εναντίον των θηραμάτων. Το δε επίθετο «ἀρτεμής» σημαίνει άρτιος, σώος, αβλαβής.
Αφροδίτη
Η θεά του έρωτα, του αισθησιασμού, της καλαισθησίας και της ομορφιάς. Είναι γνωστή η ιστορία της γέννησής της· αναδύθηκε μέσα από τον αφρό, που σηκώθηκε γύρω από την αθάνατη σάρκα του ουρανού, δηλαδή γύρω από τα γεννητικά όργανα του ουρανού, που έκοψε ο γιος του, ο Κρόνος και τα πέταξε στη θάλασσα (βλ. «Θεογονία» Ησιόδου στ. 188-193).
Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η ετυμολόγηση του ονόματος της θεάς από τον παράλληλο τύπο «Αβροδίτη» = αβροδίαιτη, αυτή που διάγει βίο τρυφηλό.
Δήμητρα
Η θεά της βλάστησης, της γονιμότητας και της αναπαραγωγής. Μαζί με την κόρη της την Περσεφόνη, συμβολίζει την κυκλική εκδήλωση της ύπαρξης μέσα από τη ζωή (ο κύκλος των εποχών), τον θάνατο και την αναγέννηση. Το όνομά της ετυμολογείται από το δη ή γη + μήτηρ = η Μητέρα-Γη.
Το προσωνύμιο αυτό αποδιδόταν στη Δήμητρα, που ήταν η υπεύθυνη για την ανθοφορία της γης και τη δημιουργία των ζωοφόρων καρπών, που φυτρώνουν στην παντοτρόφο (ή κουροτρόφο) γη.
Εστία
Η θεά του σπιτιού και της οικογενειακής συγκέντρωσης. Η πιο σεμνή, αγνή και σεβαστή θεά, η πρεσβυτέρα όλων των θεών. Το όνομά της ετυμολογείται από τον δεύτερο τύπο του απαρεμφάτου του ρήματος ἵστημι = στέκομαι (ἑστηκέναι και ἑστάναι), ή από το ρήμα «ἕζομαι» = κάθομαι, επειδή το «γέρας» (= προνόμιο, έπαθλο) που της έδωσε ο Δίας, μετά τον όρκο της αιώνιας παρθενίας της, ήταν να στέκεται στο κέντρο της οικίας των θνητών, στην εστία, όπως ονομάστηκε.
H εστία συμβολίζει την κυκλική συγκέντρωση και ένωση της οικογένειας, γύρω από το σημείο αφής της φωτιάς. Το «ιερό πυρ» της Εστίας, το οποίο στάθηκε η αφορμή να θεωρηθεί η φωτιά και ως μέσο εξαγνισμού, έπρεπε να διατηρείται άσβηστο στον οίκο, για να προστατεύει τα μέλη του από κάθε κακό.
Μία άλλη εκδοχή λέει πως το όνομα «Εστία» σχετίζεται με την «ἐσσία» = ουσία, διότι τιμής ένεκεν, πάντοτε λάμβανε το «πίαρ» (< λατ. optimus = άριστος), δηλαδή το εκλεκτό κομμάτι, την «ουσία» από τα σφάγια των θυσιών.
Πηγή